...Ο Νόστος Γαλατσίου Λαογραφικός & Χορευτικός Όμιλος σας εύχεται Καλή Χορευτική Χρονιά

Κυριακή 31 Αυγούστου 2025

Καλή Χορευτική χρονιά - Νόστος Λαογραφικός & Χορευτικός Όμιλος

 Καλή Χορευτική χρονιά - Νόστος Λαογραφικός & Χορευτικός Όμιλος



Ο Λαογραφικός & Χορευτικός Όμιλος Νόστος εύχεται στα μέλη του Καλή Χορευτική Χρονιά.

Αύριο Τρίτη 2/09/24 το πρώτο μάθημα 5μμ και μεθαύριο Τετάρτη το δεύτερο στις 9μμ στο ΠΑΔΑ.

Θα ετοιμαστούμε για την εκδήλωση του Νόστου την Παρασκευή 12/09 στο Γαλάτσι.

 Καλή μας αντάμωση. 

Το Ελληνικό Παραδοσιακό Κόσμημα

Το Ελληνικό Παραδοσιακό Κόσμημα


 

 

Ο σεβασμός και η προσήλωση στις παραδόσεις αποτελούν κύριο γνώρισμα των πολιτισμένων λαών. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι, όσο περισσότερο εξελίσσονται οικονομικά και πνευματικά οι λαοί, τόσο μεγαλώνει η επιθυμία τους να αγκαλιάσουν με στοργή το παρελθόν τους. Η επιστροφή στις ρίζες λαμβάνει ιδιαίτερες διαστάσεις ειδικά στη χώρα μας, καθώς η Ελλάδα διαθέτει μια πλούσια και αξιοζήλευτη λαϊκή παράδοση. Μια από τις πολυτιμότερες παρακαταθήκες των προγόνων μας στη λαϊκή παράδοση είναι αναμφίβολα η παραδοσιακή φορεσιά και το παραδοσιακό κόσμημα που συνδυάζεται με αυτή. 

 

Η έκφραση της ανθρώπινης δημιουργικότητας μέσα από το κόσμημα διασώθηκε στην Ελλάδα μέσα στους αιώνες. Τα ευρήματα από τους θησαυρούς της Κνωσού και των Μηκυναΐκών τάφων, τα αριστουργήματα της Βεργίνας και τα εξαιρετικά έργα των ελληνορωμαϊκών χρόνων δίνουν στο ελληνικό κόσμημα ξεχωριστή λάμψη. Αξιοσημείωτος σταθμός στην πορεία του τελευταίου, είναι η περίοδος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας με τα περίφημα δείγματα της κοσμικής και εκκλησιαστικής διακόσμησης. Από τον 15ο αι. και μετά, δηλαδή στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, το ελληνικό κόσμημα, που φέρει μέσα του στοιχεία του Βυζαντινού πολιτισμού, δέχεται την επιρροή παραδοσιακών στοιχείων του Ισλάμ αλλά και της Δυτικής Ευρώπης. 

 

Το ελληνικό κόσμημα ωστόσο, κατάφερε να αναπτυχθεί αυτόνομα και να δημιουργήσει το δική του προσωπική ταυτότητα, παρά τις διάφορες επιρροές που δέχτηκε και αφομοίωσε δημιουργικά. Κατά τη μακρόχρονη σκλαβιά των 400 χρόνων, ο υπόδουλος ελληνικός λαός δεν είχε πολλούς τρόπους έκφρασης και έτσι αφιέρωσε στο παραδοσιακό κόσμημα πολύ μεράκι και ευαισθησία. Παράλληλα συνδέθηκε με τις ανθρώπινες δραστηριότητες και τις οικογενειακές χαρές, τα αρραβωνιάσματα, τους γάμους, τα γεννητούρια. Η αγάπη και η στοργή μεταφέρονταν συμβολικά από τη γιαγιά στην κόρη και έπειτα στην εγγονή, όταν το κόσμημα άλλαζε χέρια. 

 

Το παραδοσιακό κόσμημα στον ελληνικό χώρο ομαδοποιείται κατά περιοχή, αφού κάθε περιβάλλον δίνει διαφορετική έμπνευση στον δημιουργό. Έτσι σήμερα έχουμε τα θαυμάσια κοσμήματα της Μακεδονίας και Θράκης, της Ηπείρου και της Θεσσαλίας, της Αττικής, των Κυκλάδων κλπ. Αλλά και μέσα από τις ομάδες διακρίνονται διαφορετικές καλλιτεχνικές τάσεις. Μπορεί κανείς να παρατηρήσει ποικίλες παραλλαγές πάνω στο ίδιο κόσμημα, όπως επίσης και να συναντήσει το φαινόμενο να μη βρίσκονται δύο ακριβώς όμοια κοσμήματα, αλλά κάθε ένα να είναι ξεχωριστό. Η παραδοσιακή φορεσιά ενός τόπου και τα στολίδια της δεν φανερώνουν μόνο την καλαισθησία των ανθρώπων. Κάθε στολίδι είχε κι έναν συμβολικό χαρακτήρα που οι άνθρωποι της εποχής εκείνης σέβονταν με θρησκευτική ευλάβεια. Υπήρχαν στολίδια που ήταν σύμβολα απαραίτητα για την προστασία της ζωής και της υγείας, της γονιμότητας, της αγάπης κλπ. Άλλα πάλι κοσμήματα - σύμβολα, λειτουργούσαν σαν ξόρκια ή φυλακτά για να απομακρύνουν τις κακές επιδράσεις. Συνήθως θήκες ασημένιες, δουλεμένες όμορφα με ανάγλυφες παραστάσεις, με αλυσίδες και φλουριά κρύβουν μέσα τους φυλακτά. Πρόκειται για τα λεγόμενα «χαϊμαλιά». Επιπλέον τα κοσμήματα της εποχής αντανακλούσαν τις κοινωνικές διακρίσεις: τη δύναμη της φυλής, της κοινωνικής θέσης ή της οικογενειακής κατάστασης. Για παράδειγμα, το κόσμημα της κεφαλής ή ο τρόπος δεσίματος του μαντηλιού στα μαλλιά, φανερώνουν αν μια γυναίκα είναι παντρεμένη ή ανύπαντρη. 

 

Κοσμήματα φορούσαν και οι γυναίκες και  οι άνδρες. Στους άνδρες προσέδιδε δύναμη και λεβεντιά, ενώ στις γυναίκες αυτοπεποίθηση και χάρη. Η υλική αξία του κοσμήματος δεν προσδιόριζε την ομορφιά του. Η έννοια του ωραίου ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τη δεξιοτεχνία και το μεράκι του δημιουργού. Εξάλλου το νεοελληνικό κόσμημα απευθύνεται στο σύνολό του στον μέσο άνθρωπο, ο οποίος στα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς δεν ήταν δυνατόν να είναι πλούσιος. Η νεοελληνική πολιτιστική παράδοση δεν ασπάστηκε ποτέ τη λατρεία της καλής ζωής και του ευδαιμονισμού. Γι’ αυτό από τα ελληνικά κοσμήματα απουσιάζουν οι θαμβωτικές λάμψεις της πολυτέλειας που αναδίδουν οι πολύτιμες πέτρες στα κοσμήματα άλλων πολιτισμών. Με εξαίρεση λίγες πολύτιμες πέτρες - κι αυτές μικρές σε όγκο - που χρησιμοποιήθηκαν κατά καιρούς σε ορισμένες κατηγορίες κοσμημάτων – κυρίως γυάλινες ποικιλόχρωμες πέτρες, φερμένες από το εξωτερικό - σκορπούν έντονες ανταύγειες πάνω στις ασημένιες ή επίχρυσες επιφάνειες του λαϊκού κοσμήματος. Την ανάγκη της πολυχρωμίας στο κόσμημα εξυπηρέτησε σε μεγάλο βαθμό η τεχνική της επεξεργασίας του σμάλτου. 

 

Οι τεχνικές για την κατασκευή των παραδοσιακών κοσμημάτων ποικίλουν. Η πιο απλή είναι η εγχάρακτη, κατά την οποία τα διακοσμητικά θέματα χαράσσονται με το καλέμι στην κύρια όψη των κοσμημάτων. Η φουσκωτή ή χτυπητή τεχνική είναι περισσότερο σύνθετη. Τα μοτίβα σχεδιάζονται στην εσωτερική όψη και στη συνέχεια ο τεχνίτης τα χτυπά με το καλέμι πάνω σε μαλακή στρώση πίσσας, ώστε να προβάλουν ανάγλυφα στην κυρία όψη του κοσμήματος. Εξίσου διαδεδομένη, αν και δυσκολότερη, η συρματική τεχνική. Το κόσμημα σχηματίζεται με λεπτά στριμμένα σύρματα που συγκολλούνται σε συγκεκριμένη επιφάνεια και μοιάζουν με λεπτοδουλεμένη δαντέλλα. Προϊόν της τεχνικής της κατεργασίας του σμάλτου είναι και το «σαβάτι». Είναι μίγμα από λιωμένο ασήμι, χαλκό, μολύβι και κερί του θειαφιού. Με το υλικό αυτό γεμίζουν τα εγχάρακτα μοτίβα. Το σαβάτι συναντάται κυρίως στα ασημένια κοσμήματα, όπου δημιουργεί έντονο σκιαφωτισμό. Οι τεχνίτες συνηθίζουν να επιλέγουν θέματα από τον φυσικό τους περίγυρο. Κοσμήματα με μοτίβα φυτών γίνονται ιδιαίτερα δημοφιλή. Άνθη και φυλλώματα, ροζέτες και ρόδακες αποτυπώνονται με ιδιαίτερη καλαισθησία. 

 

Αγαπητό θέμα επίσης, σύμβολο του Βυζαντινού Πολιτισμού, είναι και ο δικέφαλος αετός που συναντάται κυρίως στις πόρπες και στα κιουστέκια. Εκτός από τον δικέφαλο αετό και άλλα πουλιά, όπως φτερωτοί γύπες, παραδείσια πτηνά, στολίζουν συχνά τα ελληνική κοσμήματα. Από τον διάκοσμο δε λείπουν τα γεωμετρικά και γραμμικά θέματα, όπως είναι η σπείρα η έλικα και άλλα λεπτά ρομβοειδή ελάσματα. Τα κοσμήματα αποτελούν απαραίτητο στολίδι και εξάρτημα της γυναικείας κυρίως φορεσιάς. Έτσι έχει δημιουργηθεί μια αξιοθαύμαστη ποικιλία ως προς τη μορφή και τη λειτουργία, ποικιλία όμως που διαφέρει από τόπο σε τόπο. 

 

Τα πιο αντιπροσωπευτικά κοσμήματα της γυναικείας φορεσιάς είναι βασικά τα κοσμήματα της κεφαλής και του κεφαλόδεσμου, τα οποία όχι μόνο στολίζουν αλλά υποδηλώνουν και την κοινωνική θέση, την ηλικία και την κοινωνική τάξη της γυναίκας που τα φορά. Παράλληλα υπάρχουν εξαιρετικές καρφίτσες που συγκρατούν με ποικίλους τρόπους τον κεφαλόδεσμο, αυξάνοντας έτσι τον στολισμό του. Εξίσου εντυπωσιακά είναι τα «σοργούτς» που κοσμούν τον κεφαλόδεσμο στις παραδοσιακές φορεσιές του Δρυμού, της Λυτής και της Πυλαίας. Τα περιλαίμια στολίζουν το λαιμό και μπορεί να είναι μικρά γιορντάνια, κοσμήματα αλυσιδωτά με νομίσματα ή αρθρωτά με γεωμετρικά επίπεδα στοιχεία ή σταυρούς. Ο κορμός του σώματος από το λαιμό ως τη μέση σε πολλές ενδυμασίες κοσμείται με επιστήθια πλέγματα διακοσμημένα με κοραλλένιες πέτρες και φλουριά που ονομάζονται δίχτυα και απαντώνται κυρίως στη φορεσιά της Αττικής. Το δίχτυ ή το γιορντάνι ήταν γαμήλιο δώρο του γαμπρού και η αξία του καθορίζονταν ανάλογα με τους κόμβους του. Ιδιαίτερος τύπος επιστήθιου κοσμήματος είναι το κορδόνι, που αποτελείται από δέσμη αλυσίδων, όπου κρέμονται σειρές από φλουριά και στο κέντρο των σειρών αυτών κρέμονται ρόδακες διαφόρων μεγεθών που είναι κυρίως γαμήλια δώρα. Επιστήθιο κόσμημα είναι επίσης η κατοστάρα της Εύβοιας που αποτελείται από στρογγυλές μικρές πόρπες και κρεμαστές αλυσίδες.

 

Σημαντική κατηγορία επιστήθιων κοσμημάτων αποτελούν τα κιουστέκια. Βαριά αλυσιδωτά κοσμήματα σε σχήμα σταυρού. Είναι από τα λίγα κοσμήματα που φορούν και οι άνδρες, κυρίως της Ηπείρου και της Στερεάς Ελλάδος. 

 

Οι ζώνες της ελληνικής παραδοσιακής φορεσιάς δίνουν τη δυνατότητα διακόσμησης καθώς είναι υφασμάτινες, με ασημένιες ή επιχρυσωμένες πόρπες. Η ζώνη, καθημερινό εξάρτημα της φορεσιάς, έχει διασώσει μεγάλο αριθμό ειδών ως προς το σχήμα, τη μορφή και τη διακόσμηση. Πόρπες διμερείς, τριμερείς, δισκοειδείς, σε σχήμα φιόγκου ή αμυγδαλόσχημες, συνδυάζουν ποικίλες τεχνικές απόδοσης μοτίβων και υλικών. Πολλές πόρπες συμπληρώνονται με κρεμαστές αλυσίδες και νομίσματα που φθάνουν ως την ποδιά. Σπονδυλωτές ζώνες συναντώνται στη στολή της Καραγκούνας και στη θρακιώτικη. 

 

Τα σκουλαρίκια είναι συνήθως αλυσιδωτά και μακριά. Καμιά φορά στερεώνονται στα μαντήλια λόγω του βάρους τους και φτάνουν μέχρι τον ώμο ενώ άλλες φορές ενώνονται με αλυσίδα στο πίσω μέρος του κεφαλιού. Τα βραχιόλια είναι αρκετά μεγάλα και στολίζουν συνήθως και τα δυο χέρια από τον καρπό έως σχεδόν τον αγκώνα. 

 

Αξιόλογα επίσης είναι και τα κοσμήματα της πλάτης που στολίζουν μερικές από τις φορεσιές. Επειδή οι ελληνικές ανδρικές τοπικές φορεσιές είναι αυστηρές στο χρώμα και λιτές στη γραμμή τους, είναι λιτές και στη διακόσμηση. Έτσι σε κάθε ανδρική φορεσιά αντιστοιχούν ένα ή δύο το πολύ κοσμήματα με απλές γραμμές. Εξαίρεση αποτελεί σπάνια το βαρύ και μεγάλο κόσμημα.

 

Σήμερα τα περισσότερα από τα παραδοσιακά κοσμήματα έχουν πλέον χαθεί. Πολλά από αυτά καταστράφηκαν, άλλα λεηλατήθηκαν και άλλα χρησιμοποιήθηκαν ως μέσο ανταλλαγής κατά τα δύσκολα και σκληρά χρόνια του ελληνισμού. Ωστόσο στις μέρες μας έχουν βρεθεί αρκετά, πολλά από τα οποία στολίζουν τις προθήκες των λαογραφικών μουσείων, ενώ άλλα φυλάσσονται σε ιδιωτικές συλλογές ή σε χέρια απογόνων, ως ενθύμια ιερά. Επίσης πολλά αντίγραφά τους κοσμούν της ελληνικές παραδοσιακές φορεσιές των συγκροτημάτων που διασώζουν, εκτός των άλλων και τους ελληνικούς παραδοσιακούς χορούς. Το παρήγορο είναι ότι το παραδοσιακό κόσμημα εξακολουθεί να εμπνέει και σήμερα τους σύγχρονους δημιουργούς. 

 

(Βιβλιογραφική Επιμέλεια: Λαογραφικός Σύλλογος Βλάχων Βόλου, Αύγουστος 2011. Πηγή: Διάφορα συγγράμματα Και σημειώσεις τεχνιτών παραδοσιακών κοσμημάτων).

 

 

Πηγή: laikiparadosi.blogspot.com



Κατσαμάκι ή Πολέντα ή Μαμαλίγκα ή Χαβίτς

Κατσαμάκι ή Πολέντα ή Μαμαλίγκα ή Χαβίτς

 

 



 

Κατσαμάκι ή πολέντα ή μαμαλίγκα ή χαβίτς λέγεται ο χυλός από το βρασμένο καλαμποκάλευρο.

 

Πρόκειται για ένα φαγητό γνωστό από αρχαιοτάτων χρόνων. Στην εποχή της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας  ο χυλός δημητριακών λεγόταν puls ή pulmentum. Σε μεταγενέστερους χρόνους ονομάστηκε polenta  απ’ όπου προέκυψε και  το ελληνικό πολέντα. [1]

 

Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται στα νησιά του Ιονίου, στην Πάτρα και στην Κρήτη σε όλες εκείνες δηλ. τις περιοχές της χώρας που δέχτηκαν επίδραση από τους Ενετούς. Πριν την εισαγωγή του καλαμποκιού από τον νέο κόσμο τον 16ο αιώνα η πολέντα γινόταν με αλεύρι κάστανου, κεχρί, όλυρα ή ρεβίθια.

 

Σχεδόν όλοι οι λαοί χρησιμοποιούσαν και χρησιμοποιούν χυλούς δημητριακών στο καθημερινό τους διαιτολόγιο. Οι Άγγλοι αναφέρονται στο χυλό δημητριακών με την ονομασία porridge. Ο χυλός από καλαμποκάλευρο ήταν ευρέως διαδεδομένος σε όλη την Ανατολική Ευρώπη, στην περιοχή του Εύξεινου Πόντου και στην Τουρκία.

 

Οι Βούλγαροι και οι Σέρβοι αποκαλούν τον χυλό κατσαμάκι Ο όρος σημαίνει νάζι (τσαλιμάκι) και προέρχεται από την λέξη Kačamak ή kachamak (που έχει τις ρίζες της στην Κυριλλική качамак). [2]

Ο όρος έχει επικρατήσει σε όλη την Βόρειο Ελλάδα (Μακεδονία, Θράκη και Πομακοχώρια).

 

Οι Πόντιοι αποκαλούσαν τον χυλό χαβίτς μια ονομασία που επίσης συναντούμε στην Βόρειο Ελλάδα και την οποία έφεραν μαζί τους με την εγκατάστασή τους στην περιοχή.

 

Οι Ρουμάνοι αποκαλούν τον χυλό μαμαλίγκα, ονομασία που χρησιμοποιείται ευρύτατα στις περιοχές της Στερεάς, της Ηπείρου και της Θεσσαλίας, όπου είχαν εγκατασταθεί οι επονομαζόμενοι Ρουμανόβλαχοι.  [3]

 

Στην Τουρκία και τα παράλια της Μικράς Ασίας ο χυλός καλείται μουχλαμάς ενώ στην Αλβανία καλείται χαραπάτσι.

 

Ο χυλός αυτός αποτελούσε το «φαγητό των φτωχών» επί γερμανικής κατοχής. Την ίδια περίοδο παρασκεύαζαν και μια γλυκιά πίτα, με βάση το καλαμποκάλευρο, η οποία λεγόταν μπομπότα.

 

 

 

ΥΛΙΚΑ

 

για 2 άτομα:

3-4 κουτάλες σούπας καλαμποκάλευρο

½ κατσαρόλα νερό

1 κουτ. σούπας μαργαρίνη

αλατάκι

 

για αλμυρό:

1 κομμάτι τυρί φέτα

 

για γλυκό:

2 κουτ. σούπας μέλι

 

 

ΕΚΤΕΛΕΣΗ

 

Βάζουμε σε μια κατσαρόλα αλατισμένο νερό να βράζει. Προσθέτουμε μια κουταλιά της σούπας μαργαρίνη και το καλαμποκάλευρο με το μάτι. Το καλαμπόκι θα πρέπει να είναι «γαλατένιο» από καβουρδισμένο αλεύρι. Ανακατεύουμε καλά για 10 λεπτάκια περίπου. Μόλις δούμε πως η κουτάλα μας στέκεται όρθια, το κατσαμάκι είναι έτοιμο.

 

Σερβίρουμε σε παραλλαγές αλμυρού και γλυκού. Για το αλμυρό τρίβουμε το τυρί φέτα πάνω από το κατσαμάκι και για το γλυκό περιχύνουμε το κατσαμάκι με το μέλι.

 

Καλή όρεξη!

 

 

 

 

  

Πηγή:

1. Polenta - Wikipedia

2. Kacamak - Wikipedia

3. "Ο Ζητιάνος", Καρκαβίτσας

 

Πηγή: Νηστικό Αρκούδι - www.toarkoudi.gr

  

Η ελιά ως σύμβολο ανά τους αιώνες

Η ελιά ως σύμβολο ανά τους αιώνες

 


 

Η ελιά είναι ένα από τα παλαιότερα σύμβολα στον κόσμο και ένα από τα πιο σημαντικά στη Μεσόγειο. Αυτό είναι κάτι απολύτως φυσικό γιατί είναι στενά συνδεδεμένη με τις κοινωνίες μας από τα αρχαία χρόνια.

 

Σύμβολο ευημερίας και πλούτου
Οι ελαιώνες και οι κάμποι με ελιές θεωρούνταν μέρη ηρεμίας, αυτοσυγκέντρωσης και ευημερίας για την ανθρώπινη ψυχή. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η φιλονικία μεταξύ της Θέας Αθηνάς και του Ποσειδώνα για το ποιος θα οριζόταν προστάτης της Αθήνας. Είναι γνωστό ότι η Αθηνά επικράτησε και διατήρησε τον πλούτο και την ευμάρεια της πόλης.

 

Σύμβολο εξαγνισμού και μυστικισμού
Το κλαδί της ελιάς συνδέεται με το Θείο από την αρχαιότητα. Ως σύμβολο της θεάς Αθηνάς, συχνά χρησιμοποιούνταν σε θρησκευτικές τελετές ως μέσο εξαγνισμού και ελπίδας των πιστών. Σε κάποιους ναούς ήταν υποχρεωτικό να φορέσεις ένα στεφάνι ελιάς για να εισέλθεις.

 

Σύμβολο Δύναμης και Εξουσίας
Εκείνος που κατείχε ελαιώνες ή πλοία φτιαγμένα από ξύλο ελιάς, θεωρούνταν ανώτερος. Το ρόπαλο του Ηρακλή ήταν φτιαγμένο από ελιά, συμβολίζοντας έτσι την ανδρεία και τη ρώμη του, όπως και το ξύλο που χρησιμοποίησε ο Οδυσσέας για να τυφλώσει τον Κύκλωπα Πολύφημο, που συμβόλιζε την σοφία και την εξυπνάδα του.

 

Σύμβολο Θρησκείας και Ελπίδας
Οι ελιές και το ελαιόλαδο, πέρα από την καθημερινή διατροφική σημασία για τους ανθρώπους, κατέχουν και συμβολικούς σκοπούς. Για τους χριστιανούς αντικατοπτρίζει ”την πίστη των δικαίων” και για την εκκλησία ”τον ιερό καρπό”. Το κατάλευκο περιστέρι που φέρει ένα κλαδί ελιάς, μια εικόνα από την εποχή του Νώε, αποτελεί ένα αιώνιο σύμβολο ειρήνης και ελπίδας για όλους μας.

 

Σύμβολο Αθλητισμού
Σύμφωνα με πολλές πηγές, το βραβείο για τους νικητές των Ολυμπιακών αγώνων ήταν ο “Κότινος”, ένα στεφάνι ελιάς φτιαγμένο από την αγριελιά που φύτρωνε έξω από το ναό του Δία στην Ολυμπία. Επιπροσθέτως, στο νικητή δίνονταν τόνοι ελαιόλαδου σε πιθάρια ως έπαθλο.

 


 

Ιστορία της Ελιάς

Η ιστορία της ελιάς, ξεκινά πριν 7000 χρόνια και είναι συνδεδεμένη με τη ζωή των ανθρώπων της Μεσογείου , την καθημερινότητα και τις συνήθειές τους. Οι ιστορικοί καθιστούν την λεκάνη της Μεσογείου σαν το μέρος όπου πρωτοεμφανίστηκαν τα ελαιόδεντρα.

 

Σήμερα η καλλιέργεια της ελιάς είναι πολύ διαδεδομένη σε ολόκληρη τη Μεσόγειο και η κατανάλωση του καρπού είναι βασικό στοιχείο της μεσογειακής διατροφής. Η ελιά είναι ένα δέντρο που αγαπά τον μεσογειακό ήλιο και την θάλασσα, μεγαλώνει και σε άγονα εδάφη και έχει μεγάλη αντοχή στην ανομβρία.

 

Η ελιά σε μικρή ηλικία χρειάζεται την φροντίδα του παραγωγού και ξεκινά να δίνει καρπούς στην ηλικία των 7 ετών. Στην ηλικία των 30-70 ετών βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη. Η φυσιολογική διάρκεια ζωής ενός ελαιόδεντρου είναι 300 έως 600 χρόνια. Υπάρχουν ελιές ανά τον κόσμο με ηλικία που ξεπερνούν τα 1.000 χρόνια.

 

Στον Μεσογειακό χώρο τα ελαιόδεντρα ανθοφορούν στα τέλη της Άνοιξης ενώ η συγκομιδή της ελιάς ξεκινά από τα τέλη Σεπτεμβρίου και τελειώνει τον Φεβρουάριο ανάλογα την ποικιλία της ελιάς.

 

Οι Έλληνες ήταν ο πρώτος λαός που καλλιέργησε ελιές στον ευρωπαϊκό χώρο της Μεσογείου. Η ελιά συντρόφεψε τους Έλληνες τόσο σε εποχές ευμάρειας, όσο και σε εποχές στέρησης. Οι καρποί της ελιάς, το λάδι της, αλλά και τα κλαδιά της, χρησιμοποιήθηκαν στο εμπόριο, έθρεψαν και μεγάλωσαν υγιεινά γενιές και γενιές, πρόσφεραν μακροζωία και προστασία από διάφορες αρρώστιες. Η Ελιά για τους Έλληνες είναι ένα ευλογημένο δέντρο, ένα πολύτιμο δώρο της φύσης που έχει συνδεθεί με την ιστορία και τον πολιτισμό της Ελλάδος.

 

Ακόμα και σήμερα στις γεωργικές περιοχές της χώρας, μία ελιά φυτεύεται όταν γεννιέται ένα παιδί. Η ελιά και το παιδί θα μεγαλώσουν ταυτόχρονα. Όταν το παιδί ξεκινήσει το σχολείο, στην ηλικία των 6 ετών, η ελιά είναι έτοιμη να δώσει καρπούς. Η ελιά θα μεγαλώσει με την οικογένεια, θα επιζήσει και θα βρίσκεται εκεί πολλές γενιές αργότερα για να θυμίζει την συνέχεια και την εξέλιξη της ζωής.

 

Για την Ελλάδα και τους Έλληνες η ελιά είναι πολύ περισσότερα από ένα δέντρο. Είναι πολιτισμός, ιστορία, παράδοση και μυθολογία. Είναι σύμβολο ειρήνης.

 

Δίστιχα για την ελιά

 

Είναι δέντρα πολλά στη γη, σαν την ελιά δεν είναι
βρέχει, χιονίζει, λιάζεται και πάντα δροσερή ’ναι.

 

Μα γω αγαπώ την την ελιά, γιατί βγάνει το λάδι
και φέγγει στην αγάπη μου όντε δειπνά το βράδυ.

 

Απόψε μόνο κι αύριο αργά θα ν’ είμαστε νομάδι
κι ύστερα ξεχωρίζομε ωσάν τσ’ ελιάς το λάδι.

 

Πηγή:

miaelia.com

ilida.gr

domnasamiou.gr

 

Σεπτέμβριος: Έθιμα και παραδόσεις της Ελλάδος

Σεπτέμβριος: Έθιμα και παραδόσεις της Ελλάδος







Μπαίνουμε στον ένατο μήνα του χρόνου. Ωστόσο , την εποχή που το ρωμαϊκό έτος άρχιζε το Μάρτη, ο Σεπτέμβριος κατείχε την έβδομη θέση στη σειρά των μηνών, όπως δείχνει και τ’ όνομά του. Γιατί septem στα λατινικά σημαίνει εφτά. Όταν πρώτος μήνας καθιερώθηκε από το Νουμά Πομπίλιο ο Γενάρης, τότε ο Σεπτέμβρης έγινε ένατος.

Η 1η Σεπτέμβρη ήταν κι αυτή για τους Ρωμαίους ένα είδος πρωτοχρονιάς. Την ονόμαζαν indictio (ινδικτιώνα), που σημαίνει κατανομή φόρων (” επινέμηση”). Γιατί το μήνα Σεπτέμβριο έχουν πια συγκεντρωθεί όλα τα εισοδήματα και το κράτος όριζε τότε στον κάθε νοικοκύρη τι φόρο πρέπει να πληρώσει απ’ την παραγωγή του. ‘Ηταν σαν να λέμε ένα είδος αρχής του οικονομικού έτους. Η συνήθεια αυτή διατηρήθηκε και στους Βυζαντινούς, που το 313 μ.Χ. καθιέρωσαν την 1η Σεπτεμβρίου ως αρχή του εκκλησιαστικού έτους.

Για τον αγροτικό πληθυσμό, με την 1η Σεπτεμβρίου αρχίζει το γεωργικό έτος, αφού τότε ξεκινούν όλες οι προετοιμασίες για το όργωμα και τη σπορά, που είναι η αρχή μιας μακριάς σειράς εργασιών στην ύπαιθρο. Στην ουσία, λοιπόν, ο λαός μας γιορτάζει τρεις πρωτοχρονιές, πράγμα που φαίνεται μέσα απ’ τις δοξασίες και τα έθιμά του.

Η αριθμητική σειρά του μήνα δεν παίζει, όπως δείχνουν τα πράγματα, κανένα σπουδαίο ρόλο στην ψυχολογία του λαού μας. Αυτό ταίριαζε περισσότερο στους Ρωμαίους, που αγαπούσαν υπερβολικά την τάξη και τη σειρά. Ακόμη και στα παιδιά τους έδιναν αριθμητικά ονόματα, όπως Οκτάβιος (απ’ το οκτώ), Σεπτέμβριος (απ’ το επτά), Σίξτος (απ’ το έξι ) κ.ο.κ.

Εορτές
Του Αγίου Μάμαντος (2 Σεπτεμβρίου): Είναι άγιος βοσκός. Γίνονται θυσίες αμνών στα ξωκλήσια του. «… Προσέχοντας το αίμα να τρέξει μες στ’ αυλάκι το νερό, που βγαίνει κάτω από το ιερό της εκκλησίας». (Σκύρος)

Το Γενέθλιον της Θεοτόκου (8 Σεπτεμβρίου): Της Παναγίας της Αποσοδειάς (Αιτωλία), της Καρυδούς (Καστοριά)

Της Υψώσεως του Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου): Την ημέρα αυτή κηδεύουν και θρηνούν στην Αίγινα με μιμική παράσταση και με αποχαιρετιστήριο ύμνο τον Διόνυσο – Λειδινό: ένα ντυμένο ανδρείκελο με υπερμεγέθη φαλλό, σύμβολο της γονιμότητας καθώς του τραγουδούν: «Φεύγεις, πάεις, Λειδινέ μου,/ τσ’ εμάς αφήνεις κρύους,/ πεινασμένους, διψασμένους/ τσ’ όχι λίγο μαραμένους/ Λειδινέ μου, Λειδινέ μου!/ Πάλι θα ‘ρθης Λειδινέ μου,/ με του Μάρτη τις δροσιές,/ με τ’ Απρίλη τα λουλούδια/ τσαι του Μάη τις δουλειές/ Λειδινέ μου, Λειδινέ μου» [Π. Ηρειώτη, Λαογρ. Η (1921), σ. 289]

23 Σεπτεμβρίου: Σύλληψις του Προδρόμου

Έθιμα
1η Σεπτεμβρίου (εορτή του αγίου Συμεών του Στυλίτη): Οι έγκυες γυναίκες απείχαν από κάθε εργασία, για να μην γεννηθεί το παιδί τους με το σημάδι του αγίου (Συμεών/ σημαδεύω). Την ίδια μέρα γιορταζόταν η «Αρχιχρονιά», ένα έθιμο, κατάλοιπο των βυζαντινών χρόνων, καθώς οι βυζαντινοί τον είχαν ως πρώτο μήνα του επίσημου ημερολογίου.

Στη Χώρα της ΚΩ, το βράδυ της 31ης Αυγούστου, δηλ. της τελευταίας ημέρας του μήνα, αστρονομούν, όπως λένε, δηλ. αφήνουν κάτω από τ’ άστρα ένα μεγάλο καρπούζι, με πολλά σπόρια, ένα ρόδι, μια σκελίδα σκόρδο, ένα κυδώνι, ένα φύλλο από τον «πλάτανο του Ιπποκράτη» κι ένα τσαμπί σταφύλι. Το πρωί της «Αρχιχρονιάς» γυναίκες και παιδιά σηκώνονται πριν βγει ο ήλιος και κατεβαίνουν στην παραλία παίρνοντας μαζί, τους «αστρονομημένους» αυτούς καρπούς που φύλαγαν για ένα χρόνο στο εικονοστάσι, τους πετούν στη θάλασσα και βουτάνε στο νερό τους καινούργιους. Βρέχουν το πρόσωπό τους, μαζεύουν θαλασσινό νερό από σαράντα κύματα και βότσαλα από την ακρογιαλιά. Στο δρόμο για το σπίτι σταματούν στον «πλάτανο» και αγκαλιάζουν τον κορμό του για να πάρουν τα χρόνια του και τη δύναμή του. Στο σπίτι πια κρεμούν την καινούρια «Αρχιχρονιά» στο εικονοστάσι, σα σύμβολο αφθονίας για την καινούρια χρονιά. Ρίχνουν λίγα βότσαλα στα μπαούλα, να μην τρώνε οι ποντικοί τα ρούχα, βάζουν λίγα στις τσέπες τους «για το καλό», σκορπίζουν μερικά στην αυλή και ραντίζουν το σπίτι με θαλασσινό νερό για την γλωσσοφαγιά.

Στη ΡΟΔΟ, τη μέρα αυτή κρεμούν στο μεσιά – το μεσαίο χοντρό δοκάρι, που βαστάζει τη στέγη – τη δική τους «Αρχιχρονιά»: ένα άσπρο σακουλάκι γεμάτο στάχυα και σιτάρι. Γύρω απ’ αυτό δένουν μια αρμαθιά καρύδια, ένα κρεμμύδι, ένα σκόρδο, ένα κεχρί, καρπό βαμβακιού κι ένα τσαμπί σταφύλι. Αν δεν κάνουν την «Αρχιχρονιά», δεν αρχίζουν καμιά αγροτική εργασία. Την «Αρχιχρονιά» αυτή την ξεκρεμούν από το μεσιά την Πρωτοχρονιά το πρωί. Τα καρύδια και το τσαμπί που γίνεται σταφίδα το τρώνε, ενώ το σιτάρι, το σκόρδο και το κρεμμύδι τα φυλάγουν για να τα ρίξουν μέσα στο σπόρο, όταν θα αρχίσουν τη σπορά. Το θεωρούν καλό ν’ ανακατευτούν με το σπόρο οι καρποί της «Αρχιχρονιάς».

Στο άλλο άκρο της Ελλάδας, στη ΣΩΖΟΠΟΛΗ ΘΡΑΚΗΣ, οι κάτοικοι, το πρωί της 1ης Σεπτεμβρίου, ράντιζαν ο καθένας με αγιασμό το σπίτι του, τα αμπέλια του και τα δίχτυα του, για να ευλογηθούν και να δώσουν πολλά σταφύλια και πολλά ψάρια αντίστοιχα. Ένας δάσκαλος, πριν αρκετά χρόνια, στα Χάσια Κοζάνης, διηγείται τι συνέβαινε την πρώτη μέρα που άνοιγαν τα σχολεία:

«Στα σχολεία των χωριών τούτων, όταν ανοίξει το σχολείο, έρχονται οι μαθητές, φιλούν το χέρι του δασκάλου. Τους καταγράφει. Έπειτα αρχίζουν με τη σειρά και φέρνουν οι μαθητές μια πίτα, ένα ψωμί, κρασί. Όταν όμως θα αλλάξουν τα βιβλία ή τις τάξεις, τότε ο κάθε μαθητής θα παρουσιάσει τα νέα βιβλία του στο δάσκαλο να τα ράψει κι ο δάσκαλος τα ράφτει όλα τα βιβλία και τα φυλάγει επάνω στον πάγκο. Οι μαθητές φέρνουν τότε ένα δώρο στο διδάσκαλο, μαντίλι ή τσιράπια ή κότα ή αρνί, ό,τι θέλει ο καθένας, στους δε μαθητές φέρνουν μύγδαλα ή καρύδια ή ζαχαρωτά. Όλοι φέρνουν μικροί και μεγάλοι. Τότε οι μαθητές σηκώνονται όρθιοι, έρχονται στην παράδοση, στρώνουν μια βελέντζα ή παλτό καταγής. Σηκώνεται ο δάσκαλος, παίρνει το βιβλίο ενός μαθητή της δευτέρας ή της τρίτης κ.λ.π. τάξης στα χέρια και λέγει: «να αξιώσετε το μαθητή αυτό στην Β ή Γ ή Δ τάξη». Όλοι τότε οι μαθητές σηκώνουν εκείνον το μαθητή με τη βελέντζα καθισμένο μέσα και τον σύρουν άνω κάτω και φωνάζουν «άξιος», τον ανεβάζουν και τον κατεβάζουν 3 φορές. Κατόπιν εκείνος φιλεί το χέρι του δασκάλου και παίρνει τα βιβλία. Ο δάσκαλος του εύχεται Καλή Πρόοδο και μοιράζει στα παιδιά ό,τι φρούτα έφερε ο μαθητής. Έτσι όλοι οι μαθητές αξιώνονται, όχι την ίδια μέρα, αλλά τις άλλες. Τέλος με τη σειρά φέρουν ο καθένας στο δάσκαλο το κανίσκι του με το ψωμί, πίτα, αυγά, κρασί, ρακή κ.ά.

Πηγή: ekklisiaonline.gr