...Ο Νόστος Γαλατσίου Λαογραφικός & Χορευτικός Όμιλος σας εύχεται Καλή Χορευτική Χρονιά

Παρασκευή 18 Απριλίου 2025

Το μοιρολόι της Παναγιάς και οι λαϊκοί θρήνοι της Μεγάλης Εβδομάδας



Το μοιρολόι της Παναγιάς και οι λαϊκοί θρήνοι της Μεγάλης Εβδομάδας






ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ: Σε όλη την ηπειρωτική και νησιωτική Ελλάδα, τον Πόντο και την Καππαδοκία, ήταν γνωστό το μοιρολόι, ή καταλόι της Παναγίας.



Ένα μακροσκελές ομοιοκατάληκτο δημοτικό τραγούδι, με λόγια προέλευση. Αποτελεί έναν αφηγηματικό θρήνο σχετικό με την μαρτυρική πορεία και Σταύρωση του Χριστού μέσα από τον συναισθηματικό κόσμο της τραγικής Μάνας.



Η διάδοση του μοιρολογιού γίνονταν στην αρχή με την προφορική παράδοση και στη συνέχεια με χειρόγραφα και έντυπες συλλογές, ενώ η Εγνατία οδός που ένωνε το Βυζάντιο με την Αδριατική βοήθησε πολύ στη διάδοση του μοιρολογιού απ’ άκρη σ’ άκρη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.



Αμουργέλλες, Νομού Ηρακλείου






Χάσκιοϊ και Κιουρτλί Μαλγάρων Ανατολικής Θράκης




Το περιεχόμενο είναι σαφώς επηρεασμένο από τις σχετικές ευαγγελικές περικοπές, αλλά και από την πλούσια υμνογραφία της Εκκλησίας αλλά διατηρεί το ύφος και το ήθος των κοσμικών μοιρολογιών, εκφράζοντας τη συμπόνοια του λαού μας, και την ταύτισή του με την ανθρώπινη, συναισθηματική πλευρά της Μητέρας του Ιησού.



Η τελετουργική επιτέλεση του τραγουδιού αποκαλύπτει και τις προχριστιανικές ρίζες του εθίμου, καθώς παρότι κατά τόπους το τραγούδι παρουσιάζει διαφορές, τόσο στη μελωδία, όσο και στον στίχο, οι ομοιότητές του από τον Πόντο, την Κύπρο, την Κάτω Ιταλία και την ελληνική ενδοχώρα, είναι εντυπωσιακές και εντοπίζονται κυρίως στην αφηγηματική ροή και στην αλληλοδιαδοχή των αποσπασμάτων.



Το μοιρολόι αυτό επικράτησε να τραγουδιέται σαν “κάλαντα” την Μεγάλη Εβδομάδα, σε αρκετές περιοχές, όμως σε αντίθεση με τα λοιπά κάλαντα (Χριστουγέννων, Πρωτοχρονιάς, Θεοφανείων, Λαζάρου και Βαΐων), τα “μεγαλοβδομαδιάτικα” έχουν θρηνητικό χαρακτήρα καθώς αναφέρονται στο Θείο Πάθος και στη Σταύρωση του Χριστού.




Αφήγηση Μελίνα Μποτέλλη/Ερμηνεία Ελληνικού Βυζαντινού Χορού υπό τη διεύθυνση του Άρχοντος Πρωτοψάλτου Γ.Παπαεμμανουήλ



Τα πρωινά της Μ. Πέμπτης (ή της Μ. Παρασκευής), από τις παλιές εποχές έως και στις μέρες μας σε κάποιες περιοχές, ομάδες παιδιών γυρνούν στα σπίτια και αναπαράγουν το «Μοιρολόι της Παναγίας».



Τα έθιμα που συνοδεύουν το τραγούδι, διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή.

Αλλού το μοιρολόι λέγεται από ομάδες κοριτσιών που κρατούν ένα στεφάνι, πλεγμένο με ανοιξιάτικα λουλούδια που στη συνέχεια εναποθέτουν είτε στον Επιτάφιο, είτε στο μνήμα του πιο πρόσφατα αποθανόντος της περιοχής τους.



Σε άλλες περιοχές το μοιρολόι τραγουδούν συνήθως την Μ. Πέμπτη, μονάχα τα αγόρια, ενώ αλλού είθισται να γυρνούν στα σπίτια ομάδες παιδιών, με ανθοστολισμένους καλαμένιους σταυρούς.



ΡΟΔΟΣ




Το συγκινητικό αυτό τραγούδι της λαϊκής μας παράδοσης, συνηθίζουν επίσης να ψάλλουν οι γυναίκες σε πολλές εκκλησιές σε όλη την επικράτεια, τη νύχτα μετά τη Σταύρωση και μέχρι το ξημέρωμα, ενώ παράλληλα στολίζουν τον Επιτάφιο.



Η μελωδία του θρήνου μοιάζει άλλοτε με τα λαϊκά μοιρολόγια κι άλλοτε με βυζαντινά τροπάρια, και οι στίχοι του φαντάζουν ατέλειωτοι, σαν να μη φτάνουν να περιγράψουν τις τραγικές στιγμές και τα συναισθήματα. Μακρύσυρτοι, μονότονοι λόγιοι και λαϊκοί συγχρόνως, όπως ακριβώς σώθηκαν κατά τη μετάδοσή τους από στόμα σε στόμα ώσπου να καταλήξουν στους ανθρώπους αυτούς που ξενυχτούν κάθε χρόνο στα πόδια του Χριστού.



Σε πολλές περιοχές το μοιρολόι λέγεται μετά την Αποκαθήλωση από μαυροφορεμένες γυναίκες με μαντήλια, που κάθονται γύρω απ’ τον Επιτάφιο, και σαν να έχασαν κάποιον απ’ την οικογένειά τους μοιρολογούν τον νεκρό Χριστό και τον οδυρμό της τραγικής Του Μάνας, μέχρι να ξεκινήσει η βραδινή λειτουργία της Μ. Παρασκευής.



Οι στίχοι και η μελωδία του μοιρολογιού, διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή αν και το περιεχόμενο είναι ουσιαστικά το ίδιο. Οι συνηθέστεροι στίχοι όμως είναι οι εξής:


Μουσική εκδοχή ΘΡΑΚΗΣ

(Χρόνης Αηδονίδης και Νεκταρία Καραντζή)



Το Μοιρολόι της Παναγίας

Σήμερον μαύρος Ουρανός, σήμερον μαύρη μέρα,

σήμερον όλοι θλίβονται και τα βουνά λυπούνται

Σήμερον έβαλαν βουλή οι άνομοι Εβραίοι,

οι άνομοι και τα σκυλιά κι’ οι τρισκαταραμένοι

για να σταυρώσουν το Χριστό, των πάντων Βασιλέα.

Ο Κύριος ηθέλησε να μπει σε περιβόλι

να λάβει δείπνον μυστικόν για να τον λάβουν όλοι.

Κι’ η Παναγιά η Δέσποινα καθόταν στο θρονί της,

τας προσευχάς της έκανε για τον Μονογενή της.

Φωνή της ήρθ’ εξ Ουρανού απ’ Αρχαγγέλου στόμα:

-Φτάνουν κυρά μου οι προσευχές, φτάνουν κι’ οι μετάνοιες,

το γιο σου τον επιάσανε και στο φονιά τον πάνε,

και στου Πιλάτου τις αυλές εκεί τον τυραγνάνε.

-Χαλκιά-χαλκιά, φτιάσε καρφιά, φτιάσε τρία περόνια.

Και κείνος ο παράνομος βαρεί και φτάχνει πέντε.

-Συ Φαραέ, που τά ‘φτιασες πρέπει να μας διδάξεις.





ΚΑΡΥΕΣ ΧΙΟΥ




-Βάλτε τα δυο στα χέρια του και τ’ άλλα δυο στα πόδια,

το πέμπτο το φαρμακερό βάλτε το στην καρδιά του,

να στάξει αίμα και νερό να λιγωθεί η καρδιά του.

Κι’ η Παναγιά σαν τάκουσε έπεσε και λιγώθη,

σταμνί νερό της ρίξανε, τρία κανάτια μόσχο

για να της ερθ’ ο λογισμός, για να της έρθει ο νους της.

Κι’ όταν της ηρθ’ ο λογισμός, κι’ όταν της ηρθ’ ο νους της,

ζητά μαχαίρι να σφαγεί, ζητά φωτιά να πέσει,

ζητά γκρεμό να γκρεμιστεί για τον Μονογενή της.

-Μην σφάζεσαι, Μανούλα μου, δεν σφάζονται οι μανάδες

Μην καίγεσαι, Μανούλα μου, δεν καίγονται οι μανάδες.

Λάβε, κυρά μ’ υπομονή, λάβε, κύρά μ’ ανέση.

-Και πώς να λάβω υπομονή και πώς να λάβω ανέση,

που έχω υιόν μονογενή και κείνον Σταυρωμένον.





ΚΑΛΥΜΝΟΣ




Κι’ η Μάρθα κι’ η Μαγδαληνή και του Λαζάρου η μάνα

και του Ιακώβου η αδερφή, κι’ οι τέσσερες αντάμα,

επήραν το στρατί-στρατί, στρατί το μονοπάτι

και το στρατί τους έβγαλε μες του ληστή την πόρτα.

-Άνοιξε πόρτα του ληστή και πόρτα του Πιλάτου.

Κι’ η πόρτα από το φόβο της ανοίγει μοναχή της.

Τηράει δεξιά, τηράει ζερβά, κανέναν δεν γνωρίζει,

τηράει δεξιώτερα βλέπει τον Αϊγιάννη,

-Άγιε μου Γιάννη Πρόδρομε και βαπτιστή του γυιου μου,

μην είδες τον Υγιόκα μου και τον Διδάσκαλόν σου;

-Δεν έχω στόμα να σου πω, γλώσσα να σου μιλήσω,

δεν έχω χεροπάλαμα για να σου τόνε δείξω.

Βλέπεις Εκείνον το γυμνό, τον παραπονεμένο,

οπού φορεί πουκάμισο στο αίμα βουτηγμένο,

οπού φορεί στην κεφαλή αγκάθινο στεφάνι;

Αυτός είναι ο Γιόκας σου και με ο Δάσκαλός μου!

Κι’ η Παναγιά πλησίασε γλυκά τον αγκαλιάζει.





Παναγιά Πορταΐτισσα ΑΣΤΥΠΑΛΑΙΑ




-Δε μου μιλάς παιδάκι μου, δε μου μιλάς παιδί μου;

-Τι να σου πω, Μανούλα μου, που διάφορο δεν έχεις·

μόνο το μέγα-Σάββατο κατά το μεσονύχτι,

που θα λαλήσει ο πετεινός και σημάνουν οι καμπάνες,

τότε και συ, Μανούλα μου, θάχεις χαρά μεγάλη!

Σημαίνει ο Θεός, σημαίνει η γη, σημαίνουν τα Ουράνια,

σημαίνει κι’ η Άγια Σοφία με τις πολλές καμπάνες.

Όποιος τ’ ακούει σώζεται κι’ όποιος το λέει αγιάζει,

κι’ όποιος το καλοφουγκραστεί Παράδεισο θα λάβει,

Παράδεισο και λίβανο απ’ τον Άγιο Τάφο.



Κύπρος




Η Κυπριακή εκδοχή για το μοιρολόι της Παναγίας, από την Δόμνα Σαμίου, στον χώρο της Εκατονταπυλιανής Πάρου



Στην Κύπρο, ο θρήνος της Παναγίας, τραγουδιόταν μετά την περιφορά του Επιταφίου, την Μ. Παρασκευή, αργά τη νύχτα, στον προαύλιο χώρο της εκκλησίας. Ενδεικτικά, ένα μέρος των κυπριακών στίχων είναι οι εξής:



Ἄρκοντες ἀφικρᾶστε μου τῆς Δέσποινας τὸν θρῆνον
πῶς κλαίει τὸν μονογενῆ εἰς τὸν Σταυρὸν ἐκεῖνον.

Ἀδὲ μαντάτο σκοτεινὸν καὶ μέρα λυπημένη,

ποὺ ἦρτε σήμερον σ᾿ ἐμέ, τὴν πολοπικραμένη.

Ποὺ πκιάσαν τὸν Υἱούλην μου κι ἔμεινα ὀρφανεμένη

κι ὁ κόσμος κλαίει οὐρανὲ κι ἡ γῆ σκοτεινιασμένη.
Ὁ ἥλιος ἐσκοτίστηκεν κι ὅλον τὸ φῶς ἐχάθη

καὶ τὸ φεγγάριν τ᾿ οὐρανοῦ κατὰ πολλὰ ἐπικράνθη.

Ὄρη ἀναστενάξετε καὶ πέτρες ῥαϊστεῖτε
καὶ ποταμοὶ στραγγίσετε καὶ δένδρα μαραθεῖτε.

Γρυσὸν δεντρὸν ἐβλάστησεν ὁ εὔσπλαγχνος υἱός μου,
τζ᾿ ἔβκαλεν κλώνους δώδεκα γιὰ σιεπασμὸν τοῦ κόσμου.

Τώρα οἱ κλῶνοι κόπηκαν τὰ φύλλα μαραθῆκαν
τζι᾿ ἡ βρύση ἐσταμάτησεν, ὅλα ἐξερανθῆκαν.

Ἰούδας τὸν ἐπρόδωσεν ἀργύρια τριάντα
τζι᾿ ἐνόμισεν ὁ μιαρὸς πὼς θὰ τὰ ἔσιει πάντα.



Μπαϊντίρι Μικρᾶς Ἀσίας




Μικρασιάτικη εκδοχή

(στίχοι ενδεικτικά)

Ἡ Παναΐα τ᾿ ἄκουσε, πέφτει λιγοθυμάει
νερὸ σταμνιὰ τὴν περεχοῦν, τρία γυαλιὰ τοῦ μόσχου,

τέσσερα τὸ ροδάσταμο, ὥστε νὰ συνεφέρῃ,
κι ἀπάνω ποὺ συνέφερε τοῦτο τὸ λόγο λέγει.

– Δὲν ἔχ᾿ γκρεμὸ νὰ γκρεμιστῶ γιὰ τὸ μονογενῆ μου

δὲν ἔχ᾿ μαχαίρι νὰ σφαγῶ γιὰ τὸ μονογενῆ μου
δὲν ἔχ᾿ σκοινὶ νὰ κρεμαστῶ γιὰ τὸ μονογενῆ μου.

Ἀπολογιέται κι ὁ Χριστὸς τῆς μάνας του καὶ λέγει.

– Μάνα μ᾿, ἂν γκρεμιστεῖς ἐσύ, γκρεμιέτ᾿ ὅλος ὁ κόσμος,

μάνα μου ἂν σφαγεῖς ἐσύ, σφάζετ᾿ ὅλος ὁ κόσμος,

μάνα μ᾿ ἂν κρεμαστεῖς ἐσύ, κρεμιέτ᾿ ὅλος ὁ κόσμος.

Πάρτο μάνα μου ὑπομονή, νὰ πάρ᾿ ὅλος ὁ κόσμος.

Ἄντε μάνα μου στὸ καλὸ καὶ διάφορο δὲν ἔχεις,

μόν᾿ τὸ μεγάλο Σάββατο κάτσε νὰ μ᾿ ἀπαντέχῃς.



Πόντος



(διαφοροποίηση στίχων ενδεικτικά)

Ποντιακή εκδοχή

Δέντρον, δέντρον ξεφάντωτον, δέντρον ξεφαντωμένον,

σην κόρφαν κάθεται ο Χριστόν, σην ρίζα η Παναϊα,

σ’ άκρας κάθουν οι άγγελοι, σα φύλλα οι προφητάδες

κι έψαλλ’ναν κι επροφήτευαν και του Χριστού τα πάθη.

Ψάλλ’ ο Μωυσής, ψάλλ’ ο Δαβίδ, ψάλλ’νε κι οι προφητάδες,

ψάλλε κι εσύ Ιάκωβε και αδελφέ Κυρίου,

ψάλλε κι εσύ Παράδεις μετά των αρχαγγέλων.

{…} Σταυρέ μ΄ για κλίστ΄ και χαμελά, Σταυρέ μου, κλίσου κάτω!
Σαν έστεσεν τα χέρια Της, εκλίστεν ο Σταυρός Της!

{…}ασ΄ ακρεντικά κι ασ΄σήν καρδίαν, αίμαν έσταξεν,

χολήν ΄κ εφάνθεν,
ούμπαν έσταξεν και μύρος έτον, μύρος έτον και μυρωδία…

{…}Κ’ η Παναγιά σαν τ’ άκουσε έπεσε κ’ ελιγώθη.
Στάμνα νερό της ρίξανε, τρία κανάτια μόσχο,
και τρία μυροδόσταμνα, για να ρθ’ ο λογισμός της.



Μυτιλήνη




(στίχοι ενδεικτικά)

Πηγαίνει στὸ σπιτάκι της καὶ στρώνει τὸ τραπέζι
κι ἔκατσε καὶ περίμενε τὸν ἐρχομὸ τοῦ γιοῦ της.
Πέρασε καὶ ἡ ἁγιὰ Καλὴ καὶ τὴν καλησπερίζει.
– Ποιὸς εἶδε γιὸ εἰς τὸ σταυρὸ καὶ μάνα στὸ τραπέζι.
– Ἄντε καὶ σὺ ἁγιὰ Καλή, νὰ ‘σαι καταραμένη,
παπὰς νὰ μὴ σὲ λειτουργά, διάκος νὰ μὴ σὲ ψέλνει,
μόνο στὴν ἄκρη τοῦ γιαλοῦ τὸ κύμα νὰ σὲ δέρνει.
Τὸ λόγο δὲν τελείωσε κι ἀνοῖξαν τὰ οὐράνια,
βλέπει τὸ γιό της κι ἔρχεται σᾶ φῶς καὶ σὰ λαμπάδα.





Κρήτη

(στίχοι ενδεικτικά)

Κάτω στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ στοῦ Κυρίου τὸν τάφο
κάθετ᾿ ἡ Κερὰ Παναγιά, τὴν προσευχή της κάνει.
Θωρεῖ τὸν Ἰωάννη τζη κι εἶναι βαργιὰ κλαμένος.
Ἴντά ῾χῃς Ἰωάννη μου κ᾿ εἶσαι βαργιὰ κλαμένος;
Ὁ Δάσκαλός σου σ᾿ ἔδειρε γιὰ τὸ χαρτί σου χάνεις;
Δὲν ἔχω στόμα νὰ σοῦ πῶ, στόμα νὰ σοῦ μιλήσω
δὲν ἔχω χεροπάλαμα τὸν τόπο νὰ σοῦ δείξω.
Θωρεῖς το ῾κεῖνο τὸ βουνό, τὸ μαυροφορεμένο;
Ἐκειὰ τὸν ἔχουν τὸ Χριστό, μπιστάγκωνα δεμένο.
Κι ἡ Παναγιὰ ὡς τ᾿ ἄκουσε ἔπεσε λιγωμένη,
ῥοδόσταμο τῆς χύσανε ὥστε νὰ συνεφέρει.
Κι ἀπήτις ἐσυνήφερε κι ἔφερεν τὰ σωστά τζη,
καλεῖ τσὶ δύο γειτόνισσες δίδει τσῆ μιᾶς λιβάνι
καὶ τσ᾿ ἄλλης δίδει θυμιατὸ νὰ πά᾿ νὰ ῾δεῖ ἴντα κάνει.



Φούρνοι Ικαρίας




ΕΛΑΤΟΧΩΡΙ ΠΙΕΡΙΑΣ




Δῶστε μου μένα θυμιατό, δῶστε μου τὸ λιβάνι
καὶ ῾γὼ ποὺ τὸν ἐγέννησα θὰ πά᾿ νὰ δῶ ἴντα κάνει.
Στὴ στράτα ποὺ πηγαίνανε, στὴ στράτα ποὺ διαβαίνουν
θωρεῖ τσὶ πόρτες σφαλιχτὲς καὶ τὰ κλειδιὰ παρμένα.
Ἄνοιξε πόρτα τοῦ σπιτιοῦ καὶ πόρτα τοῦ Τζελάτη
κι ἡ πόρτα ᾿ποὺ τὸ φόβο τζη ἄνοιξε μοναχὴ τζη.
Θωρεῖ τσ᾿ Ἀγγέλους ἐκειδὰ καὶ τὸ Μονογενῆ τζη.



mnimesellinismou.com







Μεγάλη Παρασκευή: To μοιρολόι της Παναγίας

 

Μεγάλη Παρασκευή: To μοιρολόι της Παναγίας

 


 

Τη Μεγάλη Παρασκευή σήμερα και οι καμπάνες σε όλες τις εκκλησίες της χώρας ηχούν πένθιμα για τον Ιησού Χριστό.

 

Σε πολλές εκκλησιές, εκτός από τους γνωστούς θρήνους, την ώρα που στολίζουν τον Επιτάφιο οι γυναίκες ψάλλουν ένα από τα ομορφότερα τραγούδια της λαϊκής μας παράδοσης, ένα μοιρολόι της Παναγίας για τον γιο της.

 

Διαβάστε τους στίχους και ακούστε το στα βίντεο που ακολουθούν…

 

Σήμερα μαύρος Ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα,

 

σήμερα όλοι θλίβουνται και τα βουνά λυπούνται,

 

σήμερα έβαλαν βουλή οι άνομοι Οβραίοι,

 

οι άνομοι και τα σκυλιά κι’ οι τρισκαταραμένοι

 

για να σταυρώσουν το Χριστό, τον Αφέντη Βασιλέα.

 

Ο Κύριος ηθέλησε να μπει σε περιβόλι

 

να λάβει δείπνον μυστικόν για να τον λάβουν όλοι.

 

Κι’ η Παναγιά η Δέσποινα καθόταν μοναχή της,

 

τας προσευχάς της έκανε για το μονογενή της.

 

Φωνή τους ήρθ’ εξ Ουρανού απ’ Αρχαγγέλου στόμα:

 

-Φτάνουν κυρά μου οι προσευχές, φτάνουν κι’ οι μετάνοιες,

 

το γυιό σου τον επιάσανε και στο φονιά τον πάνε

 

και στου Πιλάτου την αυλή εκεί τον τον τυραγνάνε.

 

-Χαλκιά-χαλκιά, φτιάσε καρφιά, φτιάσε τρία περόνια.

 

Και κείνος ο παράνομος βαρεί και φτάχνει πέντε.

 

-Συ Φαραέ, που τά ‘φτιασες πρέπει να μας διδάξεις.

 

-Βάλε τα δυο στα χέρια του και τ’ άλλα δυο στα πόδια,

 

το πέμπτο το φαρμακερό βάλε το στην καρδιά του,

 

να στάξει αίμα και νερό να λιγωθεί η καρδιά του.

 

Κι’ η Παναγιά σαν τάκουσε έπεσε και λιγώθη,

 

σταμνί νερό της ρίξανε, τρία κανάτια μόσχο

 

για να της ερθ’ ο λογισμός, για να της έρθει ο νους της.

 

Κι’ όταν της ηρθ’ ο λογισμός, κι’ όταν της ηρθ’ ο νους της,

 

ζητά μαχαίρι να σφαγεί, ζητά φωτιά να πέσει,

 

ζητά γκρεμό να γκρεμιστεί για το μονογενή της.

 

-Μην σφάζεσαι, Μανούλα μου, δεν σφάζονται οι μανάδες

 

Μην καίγεσαι, Μανούλα μου, δεν καίγονται οι μανάδες.

 

Λάβε, κυρά μ’ υπομονή, λάβε, κύρά μ’ ανέση.

 

-Και πώς να λάβω υπομονή και πώς να λάβω ανέση,

 

που έχω γυιο μονογενή και κείνον Σταυρωμένον.

 

Κι’ η Μάρθα κι’ η Μαγδαληνή και του Λαζάρου η μάνα

 

και του Ιακώβου η αδερφή, κι’ οι τέσσερες αντάμα,

 

επήραν το στρατί-στρατί, στρατί το μονοπάτι

 

και το στρατί τους έβγαλε μες του ληστή την πόρτα.

 

-Άνοιξε πόρτα του ληστή και πόρτα του Πιλάτου.

 

Κι’ η πόρτα από το φόβο της ανοίγει μοναχή της.

 

Τηράει δεξιά, τηράει ζερβά, κανέναν δεν γνωρίζει,

 

τηράει δεξιώτερα βλέπει τον Αϊγιάννη,

 

Αγιέ μου Γιάννη Πρόδρομε και βαπτιστή του γυιου μου,

 

μην είδες τον υγιόκα μου και τον διδάσκαλόν σου;

 

-Δεν έχω στόμα να σου πω, γλώσσα να σου μιλήσω,

 

δεν έχω χεροπάλαμα για να σου τόνε δείξω.

 

Βλέπεις Εκείνον το γυμνό, τον παραπονεμένο,

 

οπού φορεί πουκάμισο στο αίμα βουτηγμένο,

 

οπού φορεί στην κεφαλή αγκάθινο στεφάνι;

 

Αυτός είναι ο γυιόκας σου και με ο δάσκαλός μου!

 

Κι’ η Παναγιά πλησίασε γλυκά τον αγκαλιάζει.

 

-Δε μου μιλάς παιδάκι μου, δε μου μιλάς παιδί μου;

 

-Τι να σου πω, Μανούλα μου, που διάφορο δεν έχεις·

 

μόνο το μέγα-Σάββατο κατά το μεσονύχτι,

 

που θα λαλήσει ο πετεινός και σημάνουν οι καμπάνες,

 

τότε και συ, Μανούλα μου, θάχεις χαρά μεγάλη!

 

Σημαίνει ο Θεός, σημαίνει η γη, σημαίνουν τα Ουράνια,

 

σημαίνει κι’ η Άγια Σοφία με τις πολλές καμπάνες.

 

Όποιος τ’ ακούει σώζεται κι’ όποιος το λέει αγιάζει,

 

κι’ όποιος το καλοφουγκραστεί Παράδεισο θα λάβει,

 

Παράδεισο και λίβανο απ’ τον Άγιο Τάφο.



Πηγή : vimaorthodoxias. gr

Τετάρτη 16 Απριλίου 2025

Η Ασπροβδομάδα – η εβδομάδα αμέσως μετά το Πάσχα! – Τα έθιμα

Η Ασπροβδομάδα – η εβδομάδα αμέσως μετά το Πάσχα! – Τα έθιμα



Άλλη ονομασία των ημερών είναι τα « Λαμπρόσκολα»

Την ονομάζουν και Νέα (Ανανεωτική) ή Άσπρη εβδομάδα, επηρεασμένος ίσως ο λαός μας από τα ασπροφορέματα των παπάδων που, λόγω της Ανάστασης, τα φορούν ακόμα και στις κηδείες. Ίσως πάλι να έμεινε τούτη η ονομασία από τον ασβέστη που υπάρχει παντού τούτες τις μέρες, σ΄όλες τις  αυλές και τους δρόμους, ακόμα και στους στρατώνες και διατηρούνται  ακόμα κάτασπρα και καθαρά. To Ασπροβδόμαδο, λοιπόν, είναι η εβδομάδα της  Διακαινησίμου που ακολουθεί αμέσως μετά το Πάσχα.

 

Άλλη ονομασία των ημερών είναι τα « Λαμπρόσκολα». Όλες οι μέρες είναι «σκόλες» για να ξεκουράζονται οι άνθρωποι και να «αθρωπεύουν». Ντύνονται καλύτερα, συναντάνε πολλούς συγγενείς, πηγαίνουν σε γάμους και πολλές συγκεντρώσεις.  Ύστερα πάλι σκέπτονται και φοβούνται περισσότερο αυτές τις μέρες τα γεράματα και ιδίως το άσπρισμα των μαλλιών καθώς και το άσπρο χαλάζι που αν πέσει θα καταστρέψει τα νεαρά βλαστάρια στα αμπέλια και τα χωράφια τους. Οι τσομπάνηδες πάλι σκέπτονται το όψιμο χιόνι γιατί είναι η ώρα τους να ανέβουν στα βουνά.

 

Αυτή είναι η Ασπροβδομάδα ή Νιά – βδομάδα με τις παραδόσεις της, που οι γυναίκες δεν επιτρεπόταν να κάνουν πλύση ή να καθίσουν στον αργαλειό:

 

Την Νιά  – Δευτέρα οι χοροί και ο εορτασμός συνεχίζεται στα εξωκλήσια και στα νεκροταφεία, με διάφορες τελετές συνήθως λιτανευτικές γιορτές εικόνων και περιφορές τους. Πηγαίνουν κουλούρια και τσουρέκια στο νεκροταφείο σαν ένδειξη θύμησης στους νεκρούς. Κάποιες χρονιές γιορτάζεται και του  Αη Γιωργιού η χάρη, του ιππότη αγίου με το άσπρο άλογο, από τους πιο γνωστούς και αγαπητούς που γιορτάζεται πανηγυρικά σ ολόκληρη την Ελλάδα. Ο Αϊ Γιώργης είναι ο δρακοντοκτόνος των παραμυθιών που σκοτώνει το θεριό για να γλιτώσει η βασιλοπούλα και να αφήσει, συνήθως, το νερό της πολιτείας να τρέξει. Είναι κινητή γιορτή. Αν πέσει μέσα στην Μεγαλοβδομάδα, τη μεταφέρουν την Δευτέρα της Διακαινησίμου.

 

Την Νιά – Τρίτη γιόρταζαν την μνήμη της Παναγιάς που κι αυτή χαιρόταν με την Ανάσταση του Παιδιού της. Στα Μέγαρα, την Τρίτη της Διακαινησίμου χορεύουν τον χορό της Τράτας και στην Κοζάνη, σε ένα μικρό χωριό, τη Γαλατινή, το χορό της «Ρόκας». Ο χορός της Τράτας ξαναζωντανεύει κάθε Τρίτη μέρα του Πάσχα στην πλατεία του Αγίου Ιωάννη Γαλιλαίου (Χορευταρά) από γυναίκες με τα χέρια χιαστί σχηματίζοντας κύκλο, ντυμένες με τις παραδοσιακές ενδυμασίες, και στολισμένες με όμορφα κοσμήματα. Ανήκει στους αναγνωρισμένους Ελληνικούς χορούς και χορεύεται σε χρόνο 2/4. Είναι ομαδικός χορός και αποτελείται από έξι βήματα από τα οποία τα τέσσερα προς τα δεξιά με προβολή του δεξιού ποδιού και δύο προς τα αριστερά με προβολή του αριστερού ποδιού. Τα ιστορικά και επιστημονικά τεκμηριωμένα στοιχεία που αφορούν στο χορό είναι λίγα έως ανύπαρκτα, γεγονός που κάνει τους λαογράφους και μελετητές της λαϊκής μας παράδοσης να αναφέρονται μόνο στην προφορική παράδοση. Οι απαρχές του αναμφισβήτητα βρίσκονται πίσω στο χρόνο. Πολλοί υποστηρίζουν σήμερα πως ο χορός αυτός, μιμείται τον τρόπο με τον οποίο οι ψαράδες σέρνουν τα δίχτυα (τράτα). Το κυκλικό σχήμα του χορού, η μεγαλοπρέπεια και το σοβαρό ύφος των γυναικών, ο αργός ρυθμός και ο ρυθμικός βηματισμός, η ενδυμασία και το κάλυμμα του κεφαλιού (μπόλια) καθώς και η απεικόνιση του χορευτικού αυτού σχηματισμού στην τοιχογραφία ενός τάφου στους Ρούβους της Απουλίας, Ν. Ιταλία, (μια περιοχή όπου αποίκισαν οι αρχαίοι Μεγαρείς), που χρονολογείται το 400 π.Χ., είναι στοιχεία που φανερώνουν ότι ο χορός αυτός ετελείτο κατά την αρχαιότητα.

 

Η προφορική παράδοση αναφέρει ότι ο χορός της Τράτας ανανεώθηκε και καθιερώθηκε επί Τουρκοκρατίας. Τότε οι Μεγαρίτες, στην προσπάθειά τους να διατηρήσουν αναλλοίωτα τα θρησκευτικά τους ήθη, θέλησαν να έχουν δικό τους τόπο λατρείας. Ζήτησαν λοιπόν από τον Τούρκο διοικητή να τους επιτρέψει να κτίσουν μία εκκλησία στο χώρο που σήμερα είναι το εκκλησάκι του Άη-Γιάννη. Ο Τούρκος διοικητής τους έδωσε την άδεια, με την προϋπόθεση να την τελειώσουν αυθημερόν. Τότε, οι Μεγαρίτες, μεταφέροντας τα υλικά χέρι με χέρι και εκτελώντας τη μία εργασία μετά την άλλη, με μόνο όπλο την πίστη τους και την ισχυρή θέληση τους, κατάφεραν να ολοκληρώσουν το χτίσιμο της εκκλησίας μέσα σε μία ημέρα από ανατολής μέχρι τη δύση ήλιου. Για να γιορτάσουν το γεγονός, οι κοπέλες έστησαν το χορό και πιάνοντας τα χέρια χιαστί, όπως στο χορό της Τράτας χόρεψαν όπως λέγεται στο χορό αυτό, που καθιερώθηκε να χορεύεται την Τρίτη του Πάσχα.

 

Ο Χορός της Ρόκας πάλι, στη Γαλατινή, γινόταν κατά τη δύση του ηλίου και εξέφραζε την ανάγκη των γυναικών του χωριού να εκφράσουν τις χαρές και τις λύπες τους, την θρησκευτική τους πίστη, την αγάπη στην οικογένειά τους, γενικά τα βιώματά τους και τέλος γιατί όχι, την φιλέορτη διάθεσή τους. Το έθιμο του Χορού της Ρόκας ήταν και εκτόνωση και γλέντι ιδίως μετά από έναν μακρύ χειμώνα.

 

Στην Κάρυστο την Πέμπτη της Διακαινησίμου ή την Νιά – Πέμπτη χορεύεται ο αρχέγονος χορός του κυρ – Βοριά, χορός λατρευτικός για τον εξευμενισμό του Βοριά που στην περιοχή πνέει πράγματι με μανία. Τον χορό τον «σέρνει» ο ίδιος ο ιερέας και θυμίζει τους αντίστοιχους « βαρεασμούς » των αρχαίων Ελλήνων. Ανάλογο ανοιξιάτικο έθιμο υπάρχει στη Σίφνο κατά τη διάρκεια της Αποκριάς. Την Νιά – Πέμπτη ή Πέφτη πιστεύεται ότι ο άνεμος «πέφτει» . Και ίσως με τον μαγικό χορό των προηγούμενων ημερών να μειωθεί όλο το καλοκαίρι η δύναμή του, που με τόση ένταση φυσά στα νησιά των Κυκλάδων.

 

Την Παρασκευή, της Ζωοδόχου Πηγής συνηθίζεται πανηγύρι στην εξοχή, όπου συχνά υπάρχει και αγίασμα θαυματουργό.  Η παρουσία αγιασμάτων, γνωστή από την αρχαιότητα με άλλη μορφή, έχει σχέση με τη σημασία του νερού ως εξαγνιστικού και θεραπευτικού στοιχείου. Η Παναγία εικονίζεται σαν κρήνη που χαρίζει συμβολικά το νερό της ζωής.

Κέντρο της λατρείας αυτής είναι η Κωνσταντινούπολη όπου από τα πολύ παλιά χρόνια περίπου τον 5ο αιώνα υπήρχε άγιασμα στην εκκλησία. Ήταν το περίφημο «ιστορικό άγιασμα του Βαρουκλή» στην Ζωοδόχο Πηγή του Μπαλουκλί ή Παναγία η Μπαλουκλιώτισσα που βρίσκονταν έξω από τη δυτική πύλη της Σηλυβρίας κι εκεί υπήρχαν τα λεγόμενα «παλάτια των πηγών» στα οποία οι Βυζαντινοί Αυτοκράτορες παραθέριζαν την Άνοιξη. Πήρε την ονομασία του από το τουρκικό όνομα Balık (= ψάρι) και περιλαμβάνει το μοναστήρι, την εκκλησία και το αγίασμα.

Ο μύθος λέει, πως όταν οι Τούρκοι πήραν την Πόλη το 1453, τα επτά μισό- τηγανισμένα ψάρια του καλόγερου πήδησαν στο νερό. Ανακαθισμένος πλάι σε ένα ρυάκι, τηγάνιζε σε μια φωτιά από ξύλα τα ψάρια του κι ήταν έτοιμος να τα γυρίσει από το άλλο μέρος, όταν του έφεραν τη μοιραία είδηση:

 

«-Μπήκαν στην Πόλη οι εχθροί…

-Ποτέ οι άπιστοι δε θα μπορέσουν να μπουν στην Πόλη, φώναξε ο καλόγερος, όπως δε θα μπορούσαν και τούτα τα ψάρια να ξαναζωντανέψουν… Όταν θα ξαναπάρουμε την Πόλη, ένας άλλος καλόγερος θα έρθει και τα επτά ψάρια θα πιαστούν από μόνα τους στο αγκίστρι του, για ν’ ανάψει -όπως ο παλιός- τη φωτιά του κοντά στο ρυάκι και να τα αποτηγανίσει.»

 

Για την εκδοχή του Αγιάσματος μια πρώτη πρώτη, που εξιστορεί ο Νικηφόρος Κάλλιστος αναφέρει ότι: Ο μετέπειτα Αυτοκράτορας Λέων ο Θράξ ή Λέων ο Μέγας (457-474 μ.Χ.), όταν ερχόταν ως απλός στρατιώτης στην Κωνσταντινούπολη, συνάντησε στη Χρυσή Πύλη έναν τυφλό που του ζήτησε νερό. Ψάχνοντας για νερό, μια φωνή του υπέδειξε την πηγή. Πίνοντας ο τυφλός και ερχόμενο το λασπώδες νερό στα μάτια του θεραπεύτηκε. Όταν αργότερα έγινε Αυτοκράτορας, του είπε η προφητική φωνή, πως θα έπρεπε να χτίσει δίπλα στην πηγή μια Εκκλησία. Πράγματι ο Λέων έκτισε μια μεγαλοπρεπή εκκλησία προς τιμή της Θεοτόκου στο χώρο εκείνο, τον οποίο και ονόμασε «Πηγή». Η δεύτερη εκδοχή, που εξιστορεί ο ιστορικός Προκόπιος, τοποθετείται στις αρχές του 6ου αιώνα και αναφέρεται στον Ιουστινιανό. Ο Ιουστινιανός κυνηγούσε σ’ ένα θαυμάσιο τοπίο με πολύ πράσινο, νερά και δένδρα. Εκεί, σαν σε όραμα, είδε ένα μικρό παρεκκλήσι, πλήθος λαού και έναν ιερέα μπροστά σε μια πηγή. «Είναι η πηγή των θαυμάτων» του είπαν. Και έχτισε εκεί μοναστήρι με υλικά που περίσσεψαν από την Αγιά Σοφιά.

Πάνω από τον ερειπωμένο χώρο του Αγιάσματος που ξαναϊδρύθηκε στα 1833 με άδεια του Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄ κτίστηκε μεγάλος ναός και καθιερώθηκε η γιορτή της « Ζωοδόχου Πηγής».

 

Την Δευτέρα ή το Νιό – Σάββατο στα Μέγαρα τα παλιά χρόνια γίνονταν τα Ρουσάλια. Μια ομάδα παιδιών ή ανδρών πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι μ΄ ένα σταυρό από λουλούδια μπηγμένο στην κορυφή μια σημαίας και τραγουδούν ειδικά τραγούδια. Οι νοικοκυρές στους δίνουν δώρο αυγά.

 

Στη Θράκη υπάρχει η παράδοση πως τούτη τη μέρα « η Παναγιά έπλυνε τα νεκρικά ρούχα του Χριστού». Για το λόγο αυτόν το Ασπροσάββατο ούτε πλένονται οι άνθρωποι ούτε μπορούν να πλύνουν τα ρούχα τους.

 

Και η εβδομάδα κλείνει αρχίζοντας πάλι με την Κυριακή του Θωμά που μια καινούργια αρχινά, αυτή του Αντιπάσχα  ή η Παλιά που ξαναφέρνει τους  ανθρώπους στην καθημερινή επαγγελματική τους ζωή.

 

Της Ελένης Μπετεινάκη/ cretalive.gr

ΠΗΓΕΣ

Γ. Ν. Αικατερινίδη “Νεοελληνικές αιματηρές θυσίες” 1979.

Γ.Α. Μέγα, “Ελληνικαί εορταί και έθιμα λαϊκής λατρείας”, Αθήναι 1963.

Αικ. Πολυμέρου – Καμηλάκη, “Σήμερα, Δέσπω μ’ Πασχαλιά”,  εφημ. “Καθημερινή”

megaraonair.gr

Wikipedia.org

Συμπληρωματικά του χειμώνα και της Άνοιξης, Δημ. Λουκάτος, εκδ. Φιλιππότη

Cretalive.gr

Dogma.gr