...Ο Νόστος Γαλατσίου Λαογραφικός & Χορευτικός Όμιλος σας εύχεται Καλή Σαρακοστή

Τρίτη 29 Μαρτίου 2022

 

 

 

Να σογεράσετε- Η γαμήλια ευχή των Κρητικών  

του Νίκου Ψιλάκη

 


 

Είναι φορές που αρκεί μια και μόνη λέξη για να μας ταξιδέψει σ’ έναν κόσμο γεμάτο νοήματα. Μια τέτοια λέξη με οδήγησε πρόσφατα σε μια μικρή έρευνα. Είχα καιρό να ακούσω τη γαμήλια ευχή των Κρητικών του παλιού καιρού. Πόσα νοήματα πόσοι συμβολισμοί αναδύονται διαρκώς μέσα από τον φαινομενικά απλοϊκό λόγο των ανθρώπων!


Το σχετικό κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΥΠΕΡ Χ.

 

Είναι μια από τις πιο συνηθισμένες γαμήλιες ευχές που ακούγονταν παλιότερα στην Κρήτη:
– Να σογεράσετε!
Όποιος δεν έζησε στο Νησί κι όποιος δεν γνωρίζει τις συνήθειες και τις νοοτροπίες των ανθρώπων, ίσως να μην μπορέσει να την καταλάβει, ίσως και να της αποδώσει άλλο νόημα, να προσδώσει επίταση στο ρήμα γερνώ: Ν’ απογεράσετε, να γίνετε ακόμη πιο γέροι (απ’ όσο είστε!)

 

Όποιος όμως γνωρίζει τις λεπτές αποχρώσεις της γλώσσας, καταλαβαίνει πως τούτη η ευχή είναι ό,τι καλύτερο μπορεί ν’ ακούσει ένα καινούργιο ζευγάρι, δυο άνθρωποι που αποφασίζουν να ενώσουν τις ζωές και τις τύχες τους.


Σύμφωνα με τον παλιό, καλό λεξικογράφο (και πολυμαθή λόγιο), το Μανώλη Πιτυκάκη, η λέξη σογερνώ έχει διπλό νόημα:


Σογερνώ: Γηράσκω εντελώς, φτάνω εις έσχατο γήρας. Κι όπως κάνει πολύ συχνά στα λήμματά του, παραθέτει μια σχετική φράση σαν παράδειγμα για την καλύτερη κατανόηση της ερμηνείας: «Μέσα σε δυο χρόνους απού ’χω να τονέ δω εσογέρασεν ο κακομοίρης» (έκφρ.).


Θα ήταν, όμως, τουλάχιστον απρεπές να εύχεται κανείς σ’ ένα νιόπαντρο ζευγάρι να… απολέσει γρήγορα τα νιάτα του και να γεράσει εντελώς.
Η δεύτερη (και πιο συνηθισμένη) ερμηνεία αποδίδει την ευγένεια της λαϊκής ψυχής, αλλά και τους εσώτατους πόθους του ανθρώπου. Τη μεταφέρω και πάλι από τον Πιτυκάκη:
Γηράσκω ταυτόχρονα με κάποιον άλλον.
Για να αποδώσει καλύτερα το νόημα παραθέτει μια παλιά μαντινάδα:
«Και σα μου πάρουν το πουλί, άλλη φωλιά δα σάσω
και με καλύτερο πουλί μέσα δα σογεράσω…»


Ο ίδιος (Πιτυκάκης), την ετυμολογεί από τις λέξεις ίσιος και γερνώ. Δηλαδή ισογερνώ με κάποιον.

– Να σογεράσετε!
Δεν ξέρω κι εγώ με πόσες άλλες λέξεις θα μπορούσε ν’ αποδοθεί αυτή η μονολεκτική (και σχεδόν στερεοτυπική) ευχή, η πιο συνηθισμένη παλιότερα σε αρραβώνες και γάμους: Να γεράσετε μαζί. Που πα να πει: Να ζήσετε μαζί πολλά – πολλά χρόνια κι όταν έρθει η ώρα των γηρατειών να συνεχίσετε να έχετε ο ένας τον άλλον, να μην προκάμει ο Χάρος να σας ξεχωρίσει!
Δεν ξέρω αν υπάρχει καλύτερη ευχή, δεν ξέρω αν υπάρχει άλλη λέξη που ν’ αποδίδει τόσο καθαρά προσδοκίες και πόθους, επιδιώξεις κι ελπίδες που γεννούνται σε κάθε καινούργιο ξεκίνημα.
Όσο σκύβει κανείς στη γάργαρη πηγή της λαϊκής μας παράδοσης, τόσο ανακαλύπτει κρυμμένους θησαυρούς. Για τους παλιότερους Κρητικούς η ευχή «να σογεράσετε» ήταν αυτονόητη, όπως και η σύνθετη λέξη, το ρήμα «σογερνώ». Ανασκαλεύοντας τη μνήμη σταματούμε σε μερικές παρόμοιες λέξεις – διαμάντια:
Σόχρονος και σογκαιρίτης (συνομήλικος)
Σοπατίζω (ύστερ’ από ανηφοριά φθάνω σ’ ένα ίσιο μέρος – Πιτυκάκης). Υπάρχει και το σόπατο και ο σοπατερός τόπος.
Σοθέτω (ρήμα) και σοθετά (επίρρημα): «Κατά καλό, ίσιο τρόπο τακτοποιημένος: Να στοιβιάσεις τα ξύλα σοθετά για να χωρέσουνε στην αποθήκη» (Πιτυκάκης). Σομπετάρω (κάθομαι ίσια με κάποιον άλλον, μπέτη με μπέτη). Χαρακτηριστική είναι η μαντινάδα που παραθέτει ο Μαρίνος Ιδομενέως στο Λεξικό του:
Άνθρωπο δεν φοβήθηκα ποτέ να σομπετάρω
κι ετσά λοής δα ποδεχτώ ακόμη και το Χάρο.

Τι κρίμα που τόσο εκφραστικές λέξεις ξεχνιούνται στις μέρες μας!

Ξεφυλλίζω πάλι το συναξάρι της κρητικής ψυχής, το υπέροχο ποιητικό έργο του Κωστή Φραγκούλη, τα Δίφορά του, και σταματώ στη Μικρανυφαντού (σελ. 76-77). Το θέμα του είναι πολύ συνηθισμένο στη λογοτεχνία: ο παράταιρος έρωτας κάποιου ηλικιωμένου με γυναίκα κατά πολύ νεότερη του. Ο Φραγκούλης, όμως, πλουμίζει με τρόπο μοναδικό το έργο του. Προσφέρει στον αναγνώστη εικόνες, ιχνηλατεί την κρητική ψυχή. Κι απ’ αυτήν την ιχνηλασία δε θα μπορούσε να λείψει η λέξη – ευχή: Σογερνώ:

Κοπελοπούλα διάζεται τση προύκας τα χιράμια.
Βάνει στιμόνι πράσινο και φάδι ριζαρένιο
και κίτρινο βελεσερό βάφει τα κούμαρά ντως.
Τη νύχτα το περαματεί, τη μέρα το ξυφαίνει
και πρίχου ο γκάρδιος κρεμαστεί, καινούργιο βάνει απάνω.
Η μάνα τζη λιγοψυχά, βάζει τη να ‘ποφάνει
να τήνε δώσει του άρχοντα που τη συχνογυρεύγει.
Μ’ άρχοντας είναι γεροντής και παρακαιρισμένος
κι η κόρη αλλού ’χει την καρδιά και τη φιλιά δοσμένη
και βρίσκει χίλιες αφορμές τση μάνας τση, και λέει,
όι, στσι πήχες ήσφαλε, στο μέτρημα γελάστη,
τ’ όργο δεν ήτονε σωστό και λείφτηκε ντουράδες,
δε μασουρίζει ο άρδαχτος και το θρομύλι εράη,
ο κλέφτης δεν περαματεί, τ’ αντί κακογυρίζει,
κι οι νιοι συχνοδιαβαίνουνε κι αλικοντίζουνέ ντη.
-Κι ίντα κοντό μου ζήλεψε ο άρχος και με θέλει,
που ’μαι άπραγη κι ακάτεχη και τάξη δε νογούμαι
κι άγγουρη σαν το πωρικό, σαν το στιφό κυδώνι;
Να πάρει μιαν αρχόντισσσα στο σόι να του μοιάζει,
στα έχη να ’ναι ταιργιαχτοί, στα χρόνια σογκαιρίτες,
να σογεράσουνε κι οι δυο, στερνά καλά να δούνε.
Πάλι κι αν είν’ του ριζικού γυναίκα να με πάρει
και να με κάμει αρχόντισσα, δαμάκι ας ανημένει
πρώτα να φάνω τα προυκιά, να τα μορφοπλουμίσω,
ντουζίνες τα πετσετικά, τσι μπόλιες με την πήχυ
τσι πατητές ασήκωτες, κασέλες τα χιράμια
και τα παπλοσκεπάσματα στίβα τσι δωδεκάδες.
Να βάλω και την υστεργιά του πάστου τα σεντόνια
με μαντινάδες να διαστώ, με λύρες να τα φάνω,
και με τσ’ αγάπης το σκοπό να τα γοργοκεντήσω.
Να κάμω ξόμπλι πέρδικα που τη βαστά γεράκι
να γράψω κι αποκατωθιό κόκκινο τ’ όνομά μου,
να μοιάζουν τα ψηφία ντου με τση καρδιάς το αίμα.
Να ποπεράσει κι ο καιρός να πιάσω τα δεκάξε,
να μεγαλώσουν τα κουρλιά κι ο κόρφος να γεμίσει
να κάμω λυγερό κορμί, να σύρω μπόι ακόμη
για να ταιργιάζω τ’ άρχοντα, γιατί κοντή του πέφτω.

 

Πηγή: Maleviziotis.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου