...Ο Νόστος Γαλατσίου Λαογραφικός & Χορευτικός Όμιλος σας εύχεται Καλό δροσερό καλοκαίρι

Σάββατο 10 Μαΐου 2025

Οι Δεκαοχτούρες με το δαχτυλίδι στο λαιμό. Μύθοι και στίχοι !

Οι Δεκαοχτούρες με το δαχτυλίδι στο λαιμό. Μύθοι και στίχοι !

 

Οι Δεκαοχτούρες με το δαχτυλίδι στο λαιμό

Οι κυρίες επισκέπτριες στον κήπο του χειμώνα

της Δέσποινας Παπαδοπούλου

 

 

 

Η δεκαοχτούρα (επιστημονικό όνομα:Streptopelia decaocto – Στρεπτοπέλια η δεκαοκτώ) είναι ένα είδος του γένους Στρεπτοπέλια (Streptopelia) των περιστερίδων, ιθαγενές στην Ασία και την Ευρώπη, που έχει πρόσφατα εποικίσει και στη Βόρεια Αμερική.

 

Η ονομασία του γένους Streptopelia, είναι σύνθετη και προέρχεται από τις λέξεις της αρχαίας ελληνικής στρεπτός (=το κολάρο, ο δακτύλιος) και πέλεια (=το περιστέρι), δηλαδή σημαίνει “το περιστέρι που έχει κολάρο”.

 

Η ονομασία του είδους decaocto (δεκαοχτώ) προέρχεται από ελληνικό μύθο με τις δύο ακόλουθες παραλλαγές:

 

  • Κάποτε πριν πολλά χρόνια ήταν μια πανέμορφη κοπέλα αξιολάτρευτη και πρώτη νοικοκυρά. Πολλοί νέοι την ποθούσαν και όλες οι γυναίκες τη ήθελαν για νύφη τους. Την καρδιά της όμορφης κοπέλας, κέρδισε ένας νέος, τον οποίο και παντρεύτηκε, παρά τις αντιρρήσεις της μητέρας του. Η πεθερά τυφλωμένη από ζήλεια και εγωισμό δεν έβλεπε πόσο πολύ αγαπιούνταν οι δύο νέοι κι έκανε τα πάντα για να τους χωρίσει. Ανάγκαζε την -υπάκουη πάντα- νύφη να κάνει ένα σωρό δουλειές, μέχρι να αγανακτήσει και να φύγει. Η κοπέλα υπέμενε καρτερικά όλες τις δοκιμασίες, τις ταπεινώσεις, την αχαριστία της κακιάς πεθεράς για την αγάπη του άντρα της. Μια μέρα της ζήτησε να φτιάξει 18 καρβέλια και να τα έχει έτοιμα. Πράγματι η κοπέλα τα είχε έτοιμα ως το μεσημέρι. Τότε η αντίζηλος της, πήρε το ένα καρβέλι και κατηγόρησε τη νύφη στον γιο της ότι το έφαγε τονίζοντας έτσι ότι είναι σπάταλη. Ο νέος την πίστεψε κι η κοπέλα από την αδικία φώναζε “δεκαοχτώ…δεκαοχτώωω…” Μάταια όμως. Το κορίτσι τρελάθηκε κι ο Θεός την λυπήθηκε μεταμορφώνοντάς την σε πουλί, την δεκαοχτούρα.

 

  • Ήταν μια φορά δυο συννυφάδες και η πεθερά τους. Μια μέρα, η μία συννυφάδα ζύμωσε είκοσι καρβέλια ψωμί, και όταν έγινε, άναψε το φούρνο και έβαλε τα ψωμιά. Όταν ψήθηκαν, η συννυφάδα πήρε κρυφά δυο καρβέλια και τα έδωσε στον αγαπημένο της. Μετά από λίγη ώρα, η πεθερά και η άλλη συννυφάδα αναζήτησαν τα ψωμιά αλλά δεν τα βρήκαν και τη ρώτησαν: “Τι έγινε το ψωμί; Λείπουν δυο καρβέλια. Ήταν είκοσι και τώρα είναι δεκαοχτώ”. Εκείνη έλεγε: “Δεκαοχτώ ήταν” αλλά η πεθερά της δεν τη πίστευε, θύμωσε και την καταράστηκε. Από τότε έγινε πουλί που φωνάζει έως σήμερα “Δεκαοχτώ, δεκαοχτώ, δεκαοχτώ”, γι’ αυτό και το λένε Δεκαοχτούρα ( από την βικιπαίδεια).

 

Στη συνέχεια ακολουθεί ο μύθος μεταποιημένος ποιητικά από τον Γεώργιο Βιζυηνό από την ποιητική συλλογή «Ατθίδες Αύραι»  (τρίτη έκδοση 1884)

 

Η ΔΕΚΟΧΤΟΥΡΑ

 

(Τρυγών κατοικίδιος)

 

«—Πς τό λένε τ πουλάκι,
πο
στ δένδρα πεταχτ
κελαδε
κάθε ’λιγάκι—
Δεκοχτώ; Δεκοχτώ;

 

—Δεκοχτορα τ λαλονε
σα σα δι’ ατό,
γιατ ψάλλει ν τ’ κονε—
Δεκοχτώ! Δεκοχτώ!

 

Κι’ ποιος ες μ προβάλ
τ ατί του ’ξυπνητό,
θένα μάθ γιατ ψάλλει
Δεκοχτώ! Δεκοχτώ!
 

ταν λλοτ’ καϋμένη
κοριτσάκι διαλεχτό,
—Χρόνοι τώρα περασμένοι
Δεκοχτώ, δεκοχτώ.—

 

Κ’ εχε μητρυιά, παιδιά μου,
μι
γρῃὰ σν σκελετό.
—Ζύμω, λέγει, τ
ψωμιά μου
δεκοχτώ, δεκοχτώ.—

 

Τς ζυμόνει μέσ’ στν σκάφη
τ ζυμάρι κορδωτό·
κόφτει τ
ψωμι κα γράφει
δεκοχτώ, δεκοχτώ.
 

Τπλασε κα τ φουρνίζει
μέσ’ στ
ν φορνο τν ζεστό·
’ψήθηκαν, τ
ξεφουρνίζει
δεκοχτώ, δεκοχτώ.

 

Μ στρίγγλα μητρυιά της
κράζει μ θυμ φρικτό,
πς δν σαν τ ψωμιά της
δεκοχτώ, δεκοχτώ!

—Δεκαννιά, φωνάζ’ γεναν,
δεκαννι καί τ’ παιτ!
Τνα τφαγες, κ’ μεναν
δεκοχτώ, δεκοχτώ!

 

—Ες τν Παναγιά σ’ μόνω,
στέκει στ χαρτ γραφτό,

τ ψωμι πς σαν μόνο
δεκοχτώ, δεκοχτώ!

 

—Δεκαννιά! φωνάζ’ κείνη,
σ σφάζω στ λεπτό!
Τκλεψες, γι’ ατό ’χουν μείνει
δεκοχτώ, δεκοχτώ!

 

—Μάνα, μν τ πάρς κάκια,
μά σ’ μόνω στν Χριστό:
μο παράγγειλες ψωμάκια
δεκοχτώ, δεκοχτώ!

 

Μά στρίγγλα, πο ζητοσε
φορμήν ες τ κρυφτό,
’κε πο φτωχ λαλοσε—
Δεκοχτώ, δεκοχτώ,

 

Στ καρύδι της στηλόνει
τ
μαχαρι τροχητό,
—Περασμένοι τώρα χρόνοι
δεκοχτώ, δεκοχτώ.—

 

Μά Θες γυρν τ χέρι
στν κακό της αυτό,
κα πληγας τς καταφέρει
δεκοχτώ, δεκοχτώ!

 

Κα τν κόρη μεταβάλλει
σ
τρυγόνι φτερωτό,
π’ ’ως τ
τώρ’ κόμα ψάλλει—
Δεκοχτώ! Δεκοχτώ!»

 

Με αγάπη και φροντίδα προς όλα τα ζωντανά της γης και τα πετεινά του ουρανού

(Η φωτογραφία από τον αυλή μας)

Δέσποινα Παπαδοπούλου

 

Πηγή: limnosnea.gr

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου