...Ο Νόστος Γαλατσίου Λαογραφικός & Χορευτικός Όμιλος σας εύχεται Καλή Σαρακοστή

Πέμπτη 28 Δεκεμβρίου 2023

«Πουρπούρ’ς» – Δρώμενο Χριστουγέννων



«Πουρπούρ’ς» – Δρώμενο Χριστουγέννων

Συντάκτης Βάλια Παππά



Το έθιμο του Πουρπούρη αναβιώνει και θα πραγματοποιείται στις 29 Δεκεμβρίου στην γενέτηρά του, το χωριό Ισαάκιο του νομού Έβρου.

Το κείμενο που ακολουθεί για την ιστορία του εθίμου αποτελεί μέρος του ένθετου της δισκογραφικής δουλειάς του συλλόγου “Δίδυμα Τείχη” “Νερ για δγείτι αφηγκραστείτι” και του μουσικού σχήματος “Εβρίτικη Ζυγιά”.

Δωδεκαήμερο ονομάζεται η περίοδος των 12 ημερών και νυχτών, από την παραμονή των Χριστουγέννων έως το πρωί του Αγιασμού, στις 6 του Ιανουαρίου. Την περίοδο αυτή, σε όλη την Θράκη τελούνταν δρώμενα τελετουργικής μορφής και αρχαϊκής προέλευσης που συνυπήρχαν ειρηνικά με τα χριστιανικά έθιμα και ήταν βασισμένα στην χριστουγεννιάτικη θεματολογία. Σύμφωνα με τις δοξασίες, αυτές τις δώδεκα ημέρες παρατηρούνταν μία κυριαρχία των κακών πνευμάτων στην γή. Μία αντίληψη που επικρατεί ακόμα και στις μέρες μας. Για την κοινωνία του Ισαακίου ήταν μία περίοδος πνευματικής και υλικής προετοιμασίας που επικεντρωνόταν στην προσμονή της γέννησης του Θεανθρώπου και την συγκέντρωση αποθεματικής τροφής για τον λοιπό βαρύ χειμώνα. Την παραμονή των Χριστουγέννων όλοι οι νοικοκύρηδες έσφαζαν το γουρούνι που έτρεφαν από την άνοιξη. Μάλιστα παλαιότερα στο χωριό υπήρχε ο «ντουμουτζής» που ήταν υπεύθυνος για την εκτροφή και την βοσκή των γουρουνιών όλων των νοικοκυριών του χωριού. Από το παχύ του κρέας και το λίπος του έφτιαχναν «τσιγαρίδες», «πασιουρτί», λουκάνικα και λίγδα και τα αποθήκευαν, ενώ το κρέας το συντηρούσαν παστωμένο σε αλάτι. Μέρος του κρέατος του γουρουνιού το κατανάλωναν τις γιορτινές μέρες των Χριστουγέννων και με το παχύ έντερο του ζώου οι νοικοκυρές παρασκεύαζαν το παραδοσιακό χριστουγεννιάτικο φαγητό, την «Μπάμπου». Όλα τα εντόσθια του ζώου καταναλωνόταν σε πρώτη φάση αφού δεν ήταν δυνατή η συντήρηση τους. Αναλώσιμα ήταν ακόμα και τα πόδια, η ουρά και τα αυτιά του που τα μαγείρευαν με φασόλια και ρεβίθια. Τίποτα δεν έμενε ανεκμετάλλευτο από το ζώο. Από το δέρμα του κατασκεύαζαν τα γουρουνοτσάρουχα και με τις τρίχες του έφτιαχναν βούρτσες που χρησιμοποιούσαν οι άντρες για την περιποίηση των μουστακιών τους. Τα παιδιά ανυπομονούσαν να πάρουν την ουροδόχο κύστη του γουρουνιού που την φούσκωναν και την έκαναν μπάλα και τα μικρά οστά των αρθρώσεων του, τα «σηκάκια» με τα οποία έπαιζαν. Πηγή τροφής και οικονομίας το γουρούνι για τους νοικοκυραίους αλλά και πηγή εξαγνισμού εν όψη της θείας γέννησης του Χριστού. Όλη η οικογένεια παρακολουθούσε και συμμετείχε στην διαδικασία σφαγής και στο γδάρσιμο του ζώου και με το αίμα του σχημάτιζαν μία βούλα στο μέτωπο τους. Το σφάξιμο του χοίρου ως πράξη θυσίας σε συνδυασμό με την νηστεία των Χριστουγέννων ήταν μέσα πνευματικής κάθαρσης και προετοιμασίας για την υποδοχή του Θεανθρώπου. Για την προστασία τους από τα κακά πνεύματα των Χριστουγέννων, την παραμονή των Χριστουγέννων που πίστευαν ότι ήταν η ημέρα που ανέβαιναν οι καλικάντζαροι στην γη, έβαζαν σε μια γωνιά του σπιτιού πολλά αγκάθια και κρεμούσαν μία κουλούρα για να τους κρατήσουν έξω από αυτό. Επιπλέον τα βράδια δεν κυκλοφορούσαν έξω στους δρόμους του χωριού για να μην τους πιάσουν οι καλικάντζαροι. Τέλος την παραμονή των Θεοφανείων ξετίναζαν όλο το σπίτι και σκούπιζαν λέγοντας «Όξω καρκαντζέλ’, μέσα Χριστός κι Παναγιά». Την ίδια μέρα γύριζε και ο παπάς σε όλα τα σπίτια του χωριού και τα ευλογούσε για να διώξει τους καλικάντζαρους. Αντιπροσωπευτικό δρώμενο του δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων στο Ισαάκιο που τελούνταν την δεύτερη ή τρίτη ημέρα των Χριστουγέννων ήταν «Ο Πουρπούρης» ή «Πουρπούρ’ς». Ένα δρώμενο που ταξίδεψε από τους οικισμούς της επαρχίας της Μακράς Γέφυρας στα σημερινά χωριά της ίδιας ομάδας που πλέον το συναντάμε και με διαφορετικές ονομασίες όπως «Μπαμπούσιαρης» και «Μπαμπουσιάρια». Κατά την τέλεση του δρώμενου συμμετείχαν μόνο οι άντρες του χωριού και πρωταγωνιστής ήταν ο «Πουρπούρ’ς» που τον συνόδευε η γυναίκα του η «Κουρτουπούλα». Το όνομα της δήλωνε την προέλευση της καθώς καταγόταν από το Κουρτάκιοϊ της Μακράς Γέφυρας. Η αμφίεση του Πουρπούρη ξεκινούσε από το πρωί, αμέσως μετά το τέλος της λειτουργίας της εκκλησίας, στο σπίτι του άντρα που θα ενσάρκωνε τον ρόλο του Πουρπούρη. Εκεί συγκεντρώνονταν όλοι οι άντρες που θα τον συνόδευαν για να τον βοηθήσουν με το ντύσιμο. Ο Πουρπούρης πάνω από την ανδρική φορεσιά της εποχής φορούσε μία γούνα από δέρμα προβάτου η οποία μεταγενέστερα αντικαταστάθηκε από το «γιαμπουρλούκ(ι)». Στην μέση φορούσε μία ζώνη από την οποία κρέμονταν κουδούνια και μικρά «γκαρτσούνια» δηλαδή νεροκολοκύθες που σκόπιμα τα κουνούσε όταν περπατούσε για να παράγουν δυνατό ήχο. Στο πρόσωπο φορούσε μία μάσκα καμωμένη από μεγάλη «γκαρτσούνα» και γένια από μαλλιά προβάτου και στο κεφάλι ένα ζευγάρι κέρατα από βόδι. Η τρομακτική αμφίεση του Πουρπούρη ολοκληρωνόταν με ένα μεταλλικό ξίφος που το κρατούσε πάντα στο χέρι. Η Κουρτουπούλα φορούσε μία γυναικεία ατημέλητη φορεσιά και στα χέρια κρατούσε μία ρόκα και ένα σφοντύλι. Ο άντρας που θα μεταμφιεζόταν σε Κουρτουπούλα φρόντιζε να έχει μουστάκι. Οι άντρες που συνόδευαν τον Πουρπούρη στα χέρια τους κρατούσαν «τζουμπανίκια», βέργες ξύλινες δηλαδή ώστε να απομακρύνουν τα σκυλιά που συναντούσαν στο δρόμο άλλα και για να δίνουν ρυθμό στο τραγούδι χτυπώντας τα στη γη. Κάποιοι από αυτούς είχαν πάνω τους και «χιιμπέδες» για να φυλάσσουν τα δωρίσματα που τους έδιναν στα σπίτια που επισκέπτονταν, όπως κρασί, ψωμί και κρέας από το γουρούνι που είχαν σφάξει οι νοικοκυραίοι για τα Χριστούγεννα. Μόλις τελείωνε η διαδικασία του ντυσίματος του Πουρπούρη και ήταν όλοι έτοιμοι, ξεκινούσαν για να γυρίσουν όλο το χωριό, με πρώτη στάση στο σπίτι του παππά. Σε κάθε σπίτι που σταματούσαν τραγουδούσαν τα κάλαντα « Σαράντα μέρες έχουμι, Χριστό που καρτηράμι…» με ξεχωριστό τραγούδι για τον νοικοκύρη του κάθε σπιτιού που ανάλογα την περίπτωση άλλες φορές αναφερόταν στο νέο, άλλες φορές στην νέα και άλλες στο νεογέννητο. Σε κάθε σπίτι που σταματούσαν αφού τελείωναν με τα κάλαντα και τις ευχές, οι γυναίκες του σπιτιού κερνούσαν τον Πουρπούρη και την συνοδεία του, και από σπίτι σε σπίτι μαζευόταν όλη η γειτονιά και παρακολουθούσε την πομπή. Ο Πουρπούρης με την τρομαχτική του εμφάνιση επιτίθονταν στους κατοίκους που παρακολουθούσαν και όταν τους πλησίαζε αυτοί έσπευδαν να τρέξουν μακριά. Όταν οι άντρες της πομπής περιπαιχτικά ενοχλούσαν την Κουρτουπούλα, ο Πουρπούρης την υπερασπιζόταν απειλώντας τους με το ξίφος του. Με αυτόν τον τρόπο γυρνούσαν όλο το χωριό για να καταλήξουν στο τέλος στο μεσοχώρι όπου εκεί έστηναν το γλέντι με φαγοπότι από τα δωρίσματα που είχαν συγκεντρώσει από τα σπίτια που είχαν επισκεφτεί. Το γλέντι διαρκούσε μέχρι το βράδυ. Το δρώμενο συνεχίστηκε και μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών και την ίδρυση του Ισαακίου μέχρι και την δεκαετία του 1940 όπου έπαψε να πραγματοποιείται. Το Ισαάκιο καθώς δημιουργήθηκε από εποίκους πέντε χωριών της Μακράς Γέφυρας, ήταν διαμορφωμένο σε τρείς μαχαλάδες οι κάτοικοι των οποίων δεν είχαν ιδιαίτερα ομαλές σχέσεις μεταξύ τους. Όταν ήταν ο καιρός για το έθιμο του Πουρπούρη κάθε μαχαλάς είχε τον δικό του Πουρπούρη και στο τέλος και οι τρείς πομπές κατέληγαν μαζί στο μεσοχώρι για το μεγάλο γλέντι. Εκεί με την επίδραση του ποτού τα πνεύματα οξύνονταν και το γλέντ ιχαλούσε από τους καυγάδες που προκαλούνταν μεταξύ των κατοίκων των διαφορετικών μαχαλάδων. Προκειμένου να αποφεύγονται οι συρράξεις μεταξύ των κατοίκων του χωριού και για την διατήρηση της ευημερίας το δρώμενο έπαψε να πραγματοποιείται για πολλά χρόνια μέχρι το 1996 που ήρθε στην επιφάνεια ξανά από τον Πολιτιστικό Σύλλογο Ισαακίου, που το αναβίωσε για τις ανάγκες ενός τηλεοπτικού ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ με σκηνοθέτη τον Λάκη Κομνηνό. Η παρουσία δεισιδαιμονιών και προκαταλήψεων που εστιάζεται στην ύπαρξη των κακών πνευμάτων και η σπουδαιότητα της φύσης που οι καρποί της ήταν η σοδειά που αποτελούσε την κύρια πηγή τροφής και οικονομίας έγκειται στην σημασία του δρωμένου του Πουρπούρη, που είναι χρονικά τοποθετημένο, την χειμερινή περίοδο των Χριστουγέννων όταν η φύση «κοιμάται» και επικρατεί, σύμφωνα με την προφορική παράδοση, η κυριαρχία των κακών πνευμάτων στην γη. 




 Το δρώμενο επικαλείται την αναγέννηση της φύσης που θα ακολουθήσει μετά την χειμερινή της ανάπαυλα αλλά και την απομάκρυνση των κακών πνευμάτων του Δωδεκαημέρου. Τα στοιχεία της μεταμφίεσης και η χρήση της μάσκας αποτελούν συστατικά αρχαίων διονυσιακών τελετών προς τιμή του Διόνυσου, θεού της Θράκης, της γονιμότητας και της βλάστησης, κατά τις οποίες παίζονταν θεατρικές παραστάσεις (τραγωδίες και κωμωδίες). Η χρήση της μάσκας ως γνωστόν πηγάζει από το αρχαίο ελληνικό θέατρο που έχει τις ρίζες του στις λατρευτικές γιορτές του Διονύσου και είναι η προγονική μορφή της υποκριτικής που γεννήθηκε από την έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου να υποδύεται και να ενδύεται ταυτότητες. Επιπλέον, η χρήση προσωπείου διαχωρίζει τον ηθοποιό από τον μη ηθοποιό, τον πρωταγωνιστή από τον απλό συμμετέχον και δίνει ένα ρόλο σε αυτόν που το φοράει. Στην περίπτωση του δρωμένου του «Πουρπούρη» μάσκα φοράει μόνο ο πρωταγωνιστής ενσαρκώνοντας ένα ρόλο που στο κοινό προκαλεί φόβο και δέος και παράλληλα με τον ήχο των κουδουνιών που έχει πάνω του διώχνει τα κακά πνεύματα. Ενώ στον άντρα που τον συνοδεύει δίνεται η δυνατότητα μεταμφίεσης σε γυναίκα και υποδύεται μία ταυτότητα πουπροκαλεί γέλιο. Όλοι οι υπόλοιποι άντρες που συνοδεύουν τον πρωταγωνιστή μασκοφόρο «Πουρπούρη» είναι απλά συμμετέχοντες στον θίασο με ρόλους βοηθητικούς. Πρόκειται λοιπόν, για μία εξέλιξη αρχαϊκού δρωμένου προσαρμοσμένο στο κοινωνικό και εθιμικό περιβάλλον, που στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι οι χριστιανοί ορθόδοξοι χωρικοί της αγροτικής κοινωνίας του Ισαακίου.



ΕΚΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟΥ “ΤΑ ΔΙΔΥΜΑ ΤΕΙΧΗ”



https://www.radioevros.gr

Σάββατο 23 Δεκεμβρίου 2023

Οι Καλικάντζαροι στην ελληνική παράδοση

Οι Καλικάντζαροι στην ελληνική παράδοση

 


 

Οι Καλικάντζαροι, τα περίεργα αυτά πλάσματα που ανεβαίνουν στη γη κατά τις μέρες του Δωδεκαημέρου, αποτελούν ένα σημαντικό κομμάτι της ελληνικής λαϊκής παράδοσης. Οι ονομασίες τους πολλές ανά την Ελλάδα, με επικρατέστερες αυτές των καλλικαντζάρων ή τα Παγανά αλλά και πιο σπάνιες, περιγραφικές και ευφάνταστες όπως Κωλοβελόνηδες, Βουρβούλακες, Λυκοκάντζαροι, Σκαλικαντζέρια, Τσιλικρωτά, Πλανήταροι, Μαντρακούκος κ.ά.

 

Οι καλικάντζαροι ζουν στα έγκατα της γης και όλο τον χρόνο πριονίζουν το δέντρο της ζωής με σκοπό να το κόψουν. Όταν φτάνουν πολύ κοντά στον στόχο τους, την παραμονή των Χριστουγέννων, βγαίνουν στην επιφάνεια της γης από φόβο μην τους πέσει η γη στο κεφάλι ή για να γιορτάσουν το επίτευγμά τους. Μένουν μαζί με τους ανθρώπους μέχρι των Φώτων, όπου με τον αγιασμό των υδάτων αναγκάζονται να επιστρέψουν μέσα στη γη. Αυτό το χρονικό διάστημα -το Δωδεκαήμερο- είναι αρκετό για να αναγεννηθεί το δέντρο της ζωής κι έτσι οι Καλικάντζαροι ξεκινούν από την αρχή το πριόνισμά του μέχρι την επόμενη παραμονή των Χριστουγέννων. 

 

Οι ανθρώπινη φαντασία έχει προικίσει αυτά τα πλάσματα με κάθε λογής χαρακτηριστικό, που κάνει τη μορφή τους αλλόκοτη. Καθένας από αυτούς έχει κάτι περίεργο και αποκρουστικό. Τα ανθρώπινα με τα ζωώδη χαρακτηριστικά περιπλέκονται και το αποτέλεσμά τους είναι η δημιουργία απόκοσμων πλασμάτων που δημιουργούν φόβο και αποτροπιασμό. Οι περιγραφές ποικίλλουν, παρουσιάζοντάς τους κουτσούς, με πόδια κατσίκας ή γαϊδάρου, ψηλούς και πολύ αδύνατους με αφύσικα φουσκωμένες κοιλιές, με καμπούρα, ουρά, στραβά δόντια, αιχμηρά βρώμικα νύχια, κόκκινα μάτια και έντονη τριχοφυΐα. Όπως κάθε περιοχή έχει διαφορετική ονομασία έτσι δίνει και διαφορετικά χαρακτηριστικά στους Καλικάντζαρους. 

 

Μελετητές των παραδόσεων, όπως ο Πολίτης και ο Λουκάτος, θεωρούν ότι οι περιγραφές αυτές είναι πιθανό να πηγάζουν από τους σάτυρους, που συνόδευαν τον θεό Διόνυσο στις εκστατικές οινοποσίες. Άλλωστε έχουν αρκετά κοινά χαρακτηριστικά με τους τραγοπόδαρους σατύρους. Μία άλλη άποψη συσχετίζει τους Καλικάντζαρους με τα έθιμα του Δωδεκαημέρου στο Βυζάντιο, πολλά από τα οποία έχουν επιβιώσει μέχρι και στις μέρες μας. Το χρονικό διάστημα αυτό, οι άνθρωποι συνήθιζαν να μεταμφιέζονται φορώντας μάσκες και δέρματα ζώων και, υπό την ανωνυμία της μάσκας, έκαναν φάρσες και ζητούσαν τρόφιμα και χρήματα. Τριγυρνούσαν στους δρόμους υπό τους ήχους μουσικής και κάτω από την επήρεια αλκοόλ αναστατώνοντας τα μέλη της κοινότητας. Οι μεταμφιέσεις αυτές, που σε κάποιες περιοχές της χώρας μας λέγονται Ροκατζάρια ή Ρακουτζάρια, είναι πιθανό να ενέπνευσαν και την παράδοση των Καλικάντζαρων. 

 

Οι Καλικάντζαροι είναι πλάσματα που θέλουν να βλάψουν τους ανθρώπους. Κυκλοφορούν πάντα τη νύχτα γιατί φοβούνται το φως του ήλιου και τη φωτιά. Γι’ αυτόν τον λόγο παλαιότερα συνήθιζαν σε κάθε σπίτι να καίνε το Χριστόξυλο, ένα τεράστιο κούτσουρο που έπρεπε να καίει καθ’ όλη τη διάρκεια του Δωδεκαήμερου για να διώχνει μακριά τους Καλικάντζαρους και τα κακά πνεύματα. Οι άνθρωποι κατέφευγαν και σε άλλα τεχνάσματα όπως την τοποθέτηση ενός κόσκινου πίσω από την πόρτα. Έτσι πίστευαν ότι οι Καλικάντζαροι ξόδευαν όλο τον χρόνο τους μετρώντας τις τρύπες και δεν τους έμενε χρόνος για αταξίες.

 

Επίσης σε κάποια νησιά έριχναν στη στέγη του σπιτιού ξεροτήγανα για να τους καλοπιάσουν, γιατί εκεί πίστευαν ότι ζούσαν τα κακά πνεύματα. Σε άλλα μέρη τοποθετούσαν έξω από την πόρτα την κάτω σιαγόνα του γουρουνιού για να τους τρομάξουν και σε άλλα μέρα έκαιγαν αλάτι ή ξύλα αγκαθωτά. Επίσης ο ήχος των κουδουνιών θεωρούσαν ότι ξόρκιζε το κακό.

 

Παρόλο που πρόθεσή τους ήταν να βλάψουν τους ανθρώπους τελικά δεν το κατάφερναν ποτέ, καθώς είναι πλάσματα διχόγνωμα που τους αρέσουν οι φιλονικίες. Έτσι περνούν τον περισσότερο χρόνο διαφωνώντας μεταξύ τους για το πώς θα μεθοδεύσουν τις κινήσεις τους, κι όταν πια ξημερώσει πρέπει να σπεύσουν να κρυφτούν.

 

Ο Ρωμαίος υποστηρίζει ότι οι Καλικάντζαροι δεν είναι άλλοι από τις ψυχές των νεκρών που βρίσκουν έτσι τρόπο και επιστρέφουν στον κόσμο των ζωντανών. Άλλωστε οι μέρες της παρουσίας τους στη γη είναι οι πιο σκοτεινές του έτους με τη μεγαλύτερη διάρκεια της νύχτας. Ίσως ο φόβος των ανθρώπων για τις μεγαλύτερες νύχτες του έτους δημιούργησε αυτή τη δοξασία, σε εποχές που το σκοτάδι ήταν ακόμη πιο έντονο λόγω της έλλειψης ηλεκτρικού ρεύματος. Μετά το χειμερινό ηλιοστάσιο όμως ο ήλιος νικάει το σκοτάδι και οι μέρες μεγαλώνουν, επομένως οι ψυχές επιστρέφουν στον κόσμο που ανήκουν. 

 

Πηγές:

Αποστολόπουλος, Β. Το Δωδεκαήμερο στον ελληνικό παραδοσιακό πολιτισμό, Διδακτορική διατριβή, στο ikee.lib.auth.gr/record/4877/files/gri-2004-264.pdf

Πολίτης, Ν, Οι παραδόσεις του ελληνικού λαού, Δημοσιογραφικός οργανισμός Λαμπράκη, Αθήνα: 2015.

 

Πηγή: ellinismosonline.gr

Χριστουγεννιάτικα ήθη και έθιμα στην Ελλάδα

Χριστουγεννιάτικα ήθη και έθιμα στην Ελλάδα

 



Τα Χριστούγεννα ήρθαν και όπως κάθε χρόνο μαζί με τις ευχές για «χρόνια πολλά» αναβιώνουν ήθη και έθιμα των οποίων οι ρίζες χάνονται στα βάθη των αιώνων. Από τη Μακεδονία έως τη Κρήτη, συγκεντρώσαμε κάποια από τα πιο γνωστά ελληνικά χριστουγεννιάτικα ήθη και έθιμα.

 

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΣΤΕΦΑΝΙ

Την παραμονή των Χριστουγέννων συνηθίζεται στα χωριά να κρεμούν έξω από την πόρτα των σπιτιών πλεξούδες από σκόρδα, πάνω στις οποίες καρφώνουν γαριφαλάκια για να διώξουν την κακογλωσσιά που «καρφώνει» την ευτυχία του σπιτιού τους. Την εξώπορτα των σπιτιών κοσμεί, επίσης, ένα στεφάνι από έλατο, διακοσμημένο με χριστουγεννιάτικα στολίδια. Σύμφωνα με την παράδοση, το στεφάνι φέρνει τύχη στους ενοίκους του σπιτιού.

Την εξώπορτα των σπιτιών κοσμεί ένα στεφάνι από έλατο.

(Φωτογραφία: Pexels)

 

ΤΟ ΣΤΟΛΙΣΜΑ ΤΟΥ ΚΑΡΑΒΙΟΥ

Ένα έθιμο που τα τελευταία χρόνια τείνει να εξαφανιστεί και τη θέση του έχει πάρει το ξενόφερτο έθιμο του χριστουγεννιάτικου δέντρου. Το καράβι συμβολίζει την καινούργια πλεύση του ανθρώπου στη ζωή, μετά τη γέννηση του Χριστού. Τα παιδιά των ναυτικών που έμεναν πίσω κατασκεύαζαν μόνα τους τα παιχνίδια τους τα οποία συνήθως ήταν καραβάκια. Το καραβάκι συμβόλιζε την προσμονή των παιδιών για αντάμωση με τους συγγενείς τους, αλλά και την αγάπη τους για τη θάλασσα. Σιγά-σιγά καθιερώθηκε και το έθιμο του στολισμού του, όμως, λόγω του ότι ήταν συνδεδεμένο με δυσάρεστες αναμνήσεις δεν μπόρεσε να εδραιωθεί ως γιορτινό σύμβολο.

 

ΓΟΥΡΟΥΝΟΧΑΡΑ

Ένα από τα σημαντικότερα χριστουγεννιάτικα έθιμα της Θεσσαλίας είναι το σφάξιμο του γουρουνιού. Η προετοιμασία για το σφάξιμο του γουρουνιού γινόταν με εξαιρετική φροντίδα, ενώ επακολουθούσε γλέντι μέχρι τα ξημερώματα, για να επαναληφθεί η ίδια διαδικασία την επόμενη και τη μεθεπόμενη ημέρα.

Τρεις-τέσσερις συγγενικές οικογένειες καθόριζαν με τη σειρά ποια ημέρα θα έσφαζε η καθεμιά το γουρούνι της. Για κάθε σφαγή μεγάλου γουρουνιού απαιτούνταν 5-6 άνδρες, εκτός των παιδιών, που είχαν ηλικία πολλές φορές 20-25 ετών. Επειδή, όμως, η όλη εργασία είχε ως επακόλουθο το γλέντι και τη χαρά, γι’ αυτό και η ημέρα αυτή καθιερώθηκε ως “γουρουνοχαρά ή γρουνουχαρά”. Μετά το γδάρσιμο, αρχίζει το κόψιμο του λίπους και στην συνέχεια το κόψιμο του κρέατος σε μικρά κομμάτια. Το λίπος λιώνεται και αποθηκεύεται σε μεγάλα δοχεία λαδιού για να χρησιμοποιηθεί αφού παγώσει από τις νοικοκυρές στα φαγητά τους κατά την διάρκεια της χρονιάς. Στις περισσότερες περιοχές της Θεσσαλίας, τα γουρούνια σφάζονται την ημέρα του Αγίου Στεφάνου στις 27 Δεκεμβρίου, γι’ αυτό και η γιορτή αυτή ονομάζεται Γρουνοστέφανος.

 

ΧΡΙΣΤΟΚΛΟΥΡΑ

Οι γυναίκες των Σαρακατσάνων στη Θράκη συνήθιζαν να ζυμώνουν και να φτιάχνουν την «Χριστόκλουρα», μια στρογγυλή κουλούρα η οποία είναι κεντημένη με διάφορα σχέδια που αναπαριστούν πρόβατα, άλογα, την στάνη, την στρούγκα και άλλα στοιχεία του παλαιού καθημερινού τους βίου. Τη «Χριστόκλουρα» την τρώνε όλοι μαζί με μέλι, περιμένοντας την γέννηση του Χριστού. Στο τραπέζι των Θρακιωτών ακόμη και σήμερα, το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, βρίσκονται εννέα διαφορετικά τρόφιμα, που το καθένα συμβολίζει στιγμές της καθημερινότητας.

 

ΜΠΑΜΟΥΣΙΑΡΑΙΟΙ

Ένα ακόμα έθιμο της Θράκης είναι και οι “Μπαμουσιαραίοι”. Το έθιμο των Μπαμπουσιαραίων στο Ρήγιο της επαρχίας Διδυμοτείχου αναβιώνει την δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων. Δυο παλικάρια μεταμφιέζονται, το ένα σε Μπαμπούσιαρο και το άλλο σε γυναίκα του Μπαμπούσιαρου. Το πρώτο φορά μια νεροκολοκύθα στο πρόσωπο με τρύπες στα μάτια και στο στόμα, προβιές προβάτων και κρεμά στην μέση κουδούνια και στην ζώνη του ένα μεγάλο μαχαίρι. Ζουρνατζήδες ή Γκαϊτατζήδες συνοδεύουν το ζευγάρι καθώς και έναν Νταουλτζή.

Η άγρια και χαρακτηριστική μουσική των οργανοπαιχτών ξεσηκώνει όλο το χωριό.

 

ΚΟΛΙΝΤΑ ΜΠΑΜΠΩ

Στην Πέλλα, αναβιώνει ακόμα και μέχρι σήμερα το έθιμο της “Κόλιντα Μπάμπω”. Οι κάτοικοι της περιοχής, το βράδυ της 23ης Δεκεμβρίου ανάβουν φωτιές, φωνάζοντας “Κόλιντα Μπάμπω” που σημαίνει “σφάζουν, γιαγιά”. Αυτό είναι ένα έθιμο που αναπαριστά την σφαγή των αρσενικών νηπίων από τον Ηρώδη. Έτσι η φωτιά ενημερώνει τους κατοίκους να προφυλαχθούν όχι μόνο από τον βασιλιά Ηρώδη, αλλά και από τα κακά που ίσως επιφυλάσσει η νέα χρονιά.

 

ΑΝΑΜΜΕΝΟ ΠΟΥΡΝΑΡΙ

Όταν γεννήθηκε ο Χριστός και πήγαν οι βοσκοί να προσκυνήσουν, ήταν μια σκοτεινή νύχτα. Βρήκαν κάπου ένα ξερό πουρνάρι κι έκοψαν τα κλαδιά του. Πήρε ο καθένας από ένα κλαδί στο χέρι, του έβαλε φωτιά και γέμισε το σκοτεινό βουνό χαρούμενες φωτιές και τριξίματα και κρότους. Από τότε, λοιπόν, στα χωριά της Άρτας, όποιος πάει στο σπίτι του γείτονα, για να πει τα χρόνια πολλά, καθώς και όλα τα παιδιά τα παντρεμένα, που θα πάνε στο πατρικό τους, για να φιλήσουν το χέρι του πατέρα και της μάνας τους, να κρατούν ένα κλαρί πουρνάρι, ή ό,τι άλλο δεντρικό που καίει τρίζοντας. Στο δρόμο το ανάβουν και το πηγαίνουν έτσι αναμμένο στο πατρικό τους σπίτι και γεμίζουν χαρούμενες φωτιές και κρότους τα σκοτεινά δρομάκια του χωριού. Ακόμη και στα Γιάννενα το ίδιο κάνουν. Μόνο που εκεί δεν κρατούν ολόκληρο το κλαρί από το πουρνάρι αναμμένο στο χέρι τους αλλά κρατούν στη χούφτα τους μια χεριά δαφνόφυλλα και πουρναρόφυλλα, που τα πετούν στο τζάκι, μόλις μπούνε και καλημερίζουν. Κι όταν τα ξερά φύλλα πιάσουν φωτιά κι αρχίσουν να τρίζουν και να πετάνε σπίθες, εύχονται: «Αρνιά, κατσίκια, νύφες και γαμπρούς!»

 

ΤΟ ΣΠΑΣΙΜΟ ΤΟΥ ΡΟΔΙΟΥ

Στην Πελοπόννησο, έχουν το σπάσιμο του ροδιού. Το πρωί της Πρωτοχρονιάς ο νοικοκύρης του σπιτιού πηγαίνει στην εκκλησία κρατώντας το ρόδι του για να το «λειτουργήσει». Μετά πηγαίνοντας στο σπίτι του, χτυπάει την πόρτα της εισόδου και όταν του ανοίξουν, εκείνος σπάει με δύναμη το ρόδι για να σκορπιστούν οι ρώγες του παντού στο σπίτι. Παράλληλα με το σπάσιμο του ροδιού, δίνουν και την ευχή: «με υγεία, ευτυχία και χαρά το νέο έτος και όσες ρώγες έχει το ρόδι, τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη την χρονιά».

 

ΧΡΙΣΤΟΨΩΜΟ

Στην Κρήτη, έχουν ως χριστουγεννιάτικο έθιμο το ζύμωμα του χριστόψωμου. Θεωρείται ολόκληρη ιεροτελεστία, και χρησιμοποιούνται τα καλύτερα υλικά για την παρασκευή του. Οι νοικοκυρές σχηματίζουν με τη μισή ζύμη, μία μεγάλη κουλούρα ενώ με την υπόλοιπη έναν σταυρό για να τη στολίσουν. Διακοσμητικά γύρω γύρω στην κουλούρα αυτή του ψωμιού, χαράζουν με μαχαίρι διάφορα σχέδια όπως καρδιές, αστεράκια, λουλούδια κ.ά. Συνηθίζεται το χριστουγεννιάτικο αυτό ψωμί να κόβει ο νοικοκύρης του σπιτιού την μέρα των Χριστουγέννων και να το μοιράζει σε όλους όσοι κάθονται στο γιορτινό τραπέζι.

 

Η ΣΠΗΛΙΑ ΤΟΥ ΑΪ ΓΙΑΝΝΗ ΣΤΗΝ ΜΑΡΑΘΟΚΕΦΑΛΑ ΚΙΣΑΜΟΥ

Στην σπηλιά του Αι-Γιάννη στην Μαραθοκεφάλα την παραμονή των Χριστουγέννων τελείται Αρχιερατική θεία λειτουργία. Η αναπαράσταση της φάτνης όπου γεννήθηκε ο Χρηστός με πρόβατα, βοσκούς, φωτιές, σήμαντρα και το αστέρι να λάμπει στην κορυφή της σπηλιάς, δίνουν ιδιαίτερο χρώμα. Παλαιότερα, από την παραμονή των Χριστουγέννων οι γεωργοί, οι βοσκοί και οι ναυτικοί έλεγαν «πώς παλεύουν οι καιροί, και οι αέρηδες ποιος θα γεννηθεί και ποιος θα βαπτισθεί».

Όποιος γεννηθεί, όποιος δηλαδή υπερισχύσει και βγει νικητής την ημέρα των Χριστουγέννων, αυτός θα υπερισχύσει μέχρι και τα Φώτα αλλά και ολόκληρο τον καινούργιο χρόνο. Πιο παλιά, το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων έκοβαν κλαδιά και βλαστούς οι νοικοκυρές και τα πήγαιναν στο σπίτι. Τα έβαζαν σε ποτήρι με νερό και πρόσμεναν να ανθίσουν.

 

ΤΟ ΓΛΥΦΟΝΙ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

Τις τελευταίες δεκαετίες το έθιμο αυτό μπορεί να μην τηρείται, υπάρχει όμως στις μνήμες των ηλικιωμένων κατοίκων του χωριού. Το συναντούσε κανείς μόνο στην Κρεμαστή και καταγράφηκε από τον λαογράφο της Ρόδου Αναστάσιο Βρόντη, μαζί με εκατοντάδες άλλα έθιμα και, παραδόσεις και μύθους των χωριών του νησιού.

Η καταγραφή του Αναστάσιου Βρόντη για το γλυφόνι των Χριστουγέννων που αναδείχθηκε από τον δημοσιογράφο-συγγραφέα Κωστα Τσαλαχούρη είναι η εξής:

«Την παραμονή των Χριστουγέννων μαζεύονται πεντέξι κορίτσια, φιλενάδες σ’ ένα σπίτι και βάλλουν πάνω σε ένα τραπέζι, ένα πιάτο γεμάτο σιτάρι. Στη μέση του πιάτου βάλλουν ένα ξερό κλωνάρι γλυφονιού (φλασκούνι, φλισκούνι, μέντα) που το ‘χαν κόψει το Μάιο, αμίλητα και νηστικά. Αρχίζουν τότε να θυμιάζουν το γλυφόνι αυτό και να λέγουν με κατάνυξη διάφορες προσευχές και να κάμνουν μετάνοιες, παρακαλώντας τον Χριστό που γεννιέται εκείνη τη βραδιά. Εκεί τα μεσάνυχτα, στο πρώτο λάλημα του πετεινού, όποια κορίτσια είναι καθαρά και θεοφοβούμενα, βλέπουν να κινιέται, σιγά σιγά και να ζωογονείται το γλυφόνι.

Το βλέπουν να χλωραίνει από κατάξερο που ήτο και να πρασινίζη σαν να το ζωογονεί κάποια αόρατη δύναμη. Γίνεται από κατάξερο που ήταν, καταπράσινο, για να τιμήση την Γέννηση του Χριστού, όπως μου είπαν πολλά κορίτσια της Κρεμαστής, που τες ρώτηξα, σχετικά. Και το πρωί πρωί των Χριστουγέννων, ακούεις τα κορίτσια νά ρωτούν εκείνες που φύλαγαν το γλυφόνι.

-Έννοιξε το γλυφόνι σας;

-“Εννοίξαμέν το”, απαντούν με χαράν.

Απ’ αυτό εγεννήθηκε και η φράση των χωρικών μας “Γλυφόνι έγλεπες;” που λέγουν σε όσους αργούν να επιστρέψουν από κάποια δουλειά που τους ανέθεσαν."

 

Πηγή: neoskosmos.com

maleviziotis.gr

 

Χριστούγεννα: Τα ξεχωριστά έθιμα και οι παραδόσεις της χώρας μας

Χριστούγεννα: Τα ξεχωριστά έθιμα και οι παραδόσεις της χώρας μας

 


Με έθιμα χαράς και αγάπης, που έχουν βαθιά τις ρίζες πίσω στο χρόνο και αναβιώνουν μέχρι σήμερα, θα υποδεχτούν σε όλες τις περιοχές της Ελλάδας τη γέννηση του Χριστού για να θυμίσουν στους ανθρώπους το χαρμόσυνο γεγονός και να δώσουν Χριστουγεννιάτικο χρώμα στο κλίμα των ημερών.

 

Στολισμένες πόλεις και χωριά, λαμπιόνια, μυρωδιές, μελωδίες σε κάθε γωνιά και προετοιμασίες στα νοικοκυριά προμηνύουν την άφιξη της μεγαλύτερης και πιο χαρούμενης γιορτής του χρόνου.

 

Κεντρική Ελλάδα

«Το τάισμα της βρύσης»

Τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων, στα χωριά της Κεντρικής Ελλάδας, γίνεται το «τάισμα» της βρύσης. Οι κοπέλες του χωριού, λίγες ώρες πριν να ξημερώσουν τα Χριστούγεννα, πηγαίνουν στις βρύσες του χωριού και τις αλείφουν με βούτυρο και μέλι, με την ευχή όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι τον καινούριο χρόνο και όπως γλυκό είναι το μέλι, έτσι γλυκιά να είναι και η ζωή τους. Με αυτή την κίνηση παίρνουν από τη βρύση το αμίλητο νερό.

Για να έχουν καλή σοδειά φέρνουν στη βρύση βούτυρο, τυρί ή ψημένο σιτάρι, κλαδί ελιάς ή όσπρια και φροντίζουν να φτάσουν εκεί όσο το δυνατόν νωρίτερα, γιατί, όπως λένε, όποια πάει πρώτη στη βρύση, αυτή θα σταθεί και η πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο. Επιστρέφοντας στο σπίτι οι γυναίκες φέρνουν το καινούριο νερό, αφού πρώτα αδειάσουν από τα βαρέλια τους το παλιό.

Η διαδικασία αυτή της μετάβασης και της επιστροφής στη βρύση, γίνεται σιωπηλά, γι αυτό και ονομάστηκε «αμίλητο νερό». Με το αμίλητο νερό οι γυναίκες ραντίζουν τα σπίτια τους για να έχουν ευρωστία και καλή τύχη.

 

«Κλωνάρια στο τζάκι»

Στη Θεσσαλία τα νεαρά κορίτσια και αγόρια επιστρέφοντας στο σπίτι από την εκκλησία τοποθετούν δίπλα στο αναμμένο τζάκι μικρά κλαδιά δέντρων, που αντιπροσωπεύουν τις προσωπικές τους επιθυμίες. Κλαδιά κέδρου για τα κορίτσια και αγριοκερασιάς για τα αγόρια.

Φροντίζουν μάλιστα τα κλαδιά αυτά να είναι λυγερά, αφού το κλαδί που θα καεί αντιπροσωπεύει καλούς οιωνούς για τον κάτοχο του. Συγκεκριμένα, πιστεύεται ότι το άτομο του οποίου κάηκε πρώτο θα είναι και το πρώτο που θα παντρευτεί.

 

Μακεδονία

 

«Το Χριστόξυλο»

Στα χωριά της Βόρειας Ελλάδας, τις παραμονές των Χριστουγέννων ο νοικοκύρης κάθε σπιτιού ψάχνει στα χωράφια και διαλέγει το πιο όμορφο και γερό ξύλο από πεύκο ή ελιά και το πάει σπίτι του. Αυτό ονομάζεται «Χριστόξυλο».

Η νοικοκυρά έχει ήδη φροντίσει να καθαρίσει το σπίτι και ιδιαίτερα το τζάκι, ώστε να μη μείνει ούτε ίχνος από την παλιά στάχτη. Καθαρίζει ακόμη και την καπνοδόχο του σπιτιού, ώστε να μη μπορέσουν να κατέβουν οι καλικάντζαροι, τα κακά δαιμόνια, όπως αναφέρεται στα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα παραμύθια.

Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, όταν όλη η οικογένεια θα είναι μαζεμένη γύρω από το τζάκι, ο νοικοκύρης του σπιτιού ανάβει την καινούργια φωτιά και μπαίνει στην εστία του το Χριστόξυλο.

Σύμφωνα με τις παραδόσεις του λαού, καθώς καίγεται το Χριστόξυλο, ζεσταίνεται ο Χριστός στη φάτνη του. Κάθε οικογένεια, προσπαθεί να διατηρήσει αυτή τη φλόγα αναμμένη για όλο το δωδεκαήμερο των εορτών, από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα.

 

«Οι Μωμόγεροι»

Στα χωριά Πλατανιά και Σιταγροί του νομού Δράμας συναντάμε το έθιμο των Μωμόγερων, το οποίο προέρχεται από τους Πόντιους πρόσφυγες. Η ονομασία του εθίμου προέρχεται από τις λέξεις μίμος η μώμος και συνδέεται με τις μιμητικές κινήσεις των πρωταγωνιστών. Αυτοί φορώντας τομάρια ζώων-λύκων τράγων ή άλλων- ή ντυμένοι με στολές ανθρώπων οπλισμένων με σπαθιά, έχουν τη μορφή γεροντικών προσώπων.

Οι Μωμόγεροι εμφανίζονται καθ’ όλη τη διάρκεια του δωδεκαημέρου των εορτών και προσδοκώντας τύχη για τη νέα χρονιά γυρίζουν ανά παρέες στους δρόμους των χωριών και τραγουδούν τα κάλαντα.

Όταν δύο παρέες συναντηθούν κάνουν ψευτοπόλεμο μεταξύ τους, ώσπου η μία ομάδα να νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή. Το έθιμο συναντάται σε διάφορες παραλλαγές σε χωριά της Κοζάνης και της Καστοριάς με την ονομασία Ραγκουτσάρια.

 

«Οι παραδοσιακές φουφούδες»

Με παραδοσιακές φουφούδες και την επίσκεψη του Καππαδόκη Άη Βασίλη γιορτάζονται τα Χριστούγεννα στην Καβάλα. Οι πεζόδρομοι στο κέντρο της ζωντανεύουν από τον κόσμο, οι έμποροι στήνουν υπαίθριες ψησταριές, τις λεγόμενες φουφούδες και προσφέρουν σε όλους τους περαστικούς ψητά κρεατικά και ντόπιο κόκκινο κρασί.

 

Κρήτη

«Το Χριστόψωμο»

Το χριστόψωμο είναι το ψωμί που φτιάχνουν οι γυναίκες με ιδιαίτερη φροντίδα και υπομονή, τις παραμονές των Χριστουγέννων. Αποτελεί το ψωμί στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Και το ευλογημένο, αφού αυτό θα στηρίξει τη ζωή του νοικοκύρη και της οικογένειάς του.

Την ημέρα των Χριστουγέννων, κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού γεύματος, ο νοικοκύρης του σπιτιού παίρνει το χριστόψωμο, το σταυρώνει, το κόβει και το μοιράζει σε όλη την οικογένεια του και σε όσους παρευρίσκονται στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Πολλοί παρομοιάζουν την διαδικασία αυτή, με το μυστήριο της Θείας κοινωνίας.

Το έθιμο του χριστόψωμου διατηρείται σε ελάχιστα μέρη της Ελλάδας όπως την Κρήτη και την Πελοπόννησο. Αποτελεί μια συνήθεια βαθιά ριζωμένη και θεωρείται έργο θείο και έθιμο καθαρά χριστιανικό. Κατά τόπους, το συναντάμε σε παραλλαγές μορφών ή ονομασιών όπως «το ψωμί του Χριστού», «Σταυροί», «βλάχες» κ.α.

 

Ήπειρος

 

«Τα καρύδια»

Τα καρύδια είναι ένα παραδοσιακό ομαδικό παιγνίδι που παίζουν τα παιδιά τα Χριστούγεννα στην Ήπειρο. Οι κανόνες του παιχνιδιού έχουν ως εξής: Κάποιο παιδί χαράζει στο χώμα μια ευθεία γραμμή. Πάνω σ’ αυτή τη γραμμή κάθε παίχτης βάζει κι από ένα καρύδι στη σειρά.

Μετά, ο κάθε παίχτης με τη σειρά του και από κάθετη απόσταση ενός με δύο μέτρα από τη γραμμή των καρυδιών, σημαδεύει σκυφτός με το μεγαλύτερο και πιο στρογγυλό καρύδι κάποιο άλλο.

Όποιο καρύδι πετύχει και το βγάλει έξω από τη γραμμή το κερδίζει και δοκιμάζει ξανά σημαδεύοντας κάποιο άλλο. Αν αστοχήσει, συνεχίζει ο επόμενος παίχτης. Το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι να βγουν από τη γραμμή όλα τα καρύδια.

 

Ρόδος

 

«Χριστόψωμο»

Στον Αρχάγγελο και στη Σάλακο της Ρόδου, το «Χριστόψωμο» είναι το πρόσφορο που πάνε στην εκκλησία τα Χριστούγεννα. Το γιορτινό τραπέζι στρώνεται από το βράδυ της Παραμονής και στο κέντρο του τοποθετείται το Χριστόψωμο.

Το ζύμωμά του γίνεται με ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι, ροδόνερο, μέλι, σουσάμι, κανέλα και γαρίφαλα. Η επιφάνειά του στολίζεται με σχήματα, όπως λουλούδια, πουλάκια κ.ά. που έχουν δημιουργηθεί με το μαχαίρι, ενώ επιστέγασμα της ιεροτελεστίας είναι το καρύδι που τοποθετείται στο κέντρο. Κόβεται ανήμερα τα Χριστούγεννα και μοιράζεται σε ολόκληρη την οικογένεια με πολλές ευχές.

 

Τήνος

 

«Τραπέζι της αδελφότητας»

Το έθιμο αναβιώνει στο παραδοσιακό χωριό του Τριποτάμου, στις 25 Δεκεμβρίου, ανήμερα Χριστούγεννα. Κάθε χρόνο μια οικογένεια αναλαμβάνει κάποιες από τις υποχρεώσεις που βαρύνουν τη λειτουργία του ενοριακού ναού του χωριού.

Σε όλη τη διάρκεια του έτους ο αρχηγός της οικογένειας ονομάζεται «κάβος». Υποχρέωσή του είναι να διατηρεί αναμμένο, όλο το χρόνο, το καντήλι, την εκκλησία καθαρή και να αναλαμβάνει τα έξοδα της λειτουργίας των Χριστουγέννων, της προμήθειας των κεριών, καθώς και μιας μεγάλης λαμπάδας από γνήσιο κερί μέλισσας.

Το μεσημέρι των Χριστουγέννων ο «κάβος» παραθέτει γεύμα στο σπίτι του μόνο για τους άντρες του χωριού, ενώ οι προσκεκλημένοι φέρνουν μαζί τους, μέσα σε μία πετσέτα τα δικά τους μαχαιροπίρουνα. Το γεύμα χαρακτηρίζεται από τη γενναιοδωρία του «κάβου», ο οποίος προσφέρει στους συνδαιτυμόνες σούπα μοσχαρίσια, κοκκινιστό και βραστό κρέας, ντολμάδες κ.ά.

 

 

Πηγή:

ekklisiaonline.gr

diakopes.gr

Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2023

Κρητικά κάλαντα Χριστουγέννων

Κρητικά κάλαντα Χριστουγέννων



 

Καλήν εσπέραν άρχοντες, αν είναι ορισμός σας
Χριστού τη θεία Γέννηση να πω στ' αρχοντικό σας.
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλη
οι ουρανοί αγάλλονται χαίρετ' η κτίσις όλη.
Εντός σπηλαίου τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων
ο Βασιλεύς των ουρανών και ποιητής των όλων.

Εκ της Περσίας έρχονται τρεις μάγοι με τα δώρα
άστρο λαμπρό τους οδηγεί χωρίς να λείψει ώρα.
Φτάσαντες εις Ιερουσαλήμ με πόθον ερωτώσι
πού εγεννήθη ο Χριστός να πάν να τον ευρώσι!
Διά Χριστόν ως ήκουσε ο βασιλεύς Ηρώδης
αμέσως εταράχθηκε έγινε θηριώδης.
Ότι πολλά φοβήθηκε διά τη βασιλεία
μην του την πάρει ο Χριστός και χάσει την αξία.
Κράζει τους μάγους και ρωτά πού ο Χριστός γεννάται;
Εις Βηθλεέμ ηξεύρομεν ως η γραφή διηγάται.

Γεννάται κι αναθρέφεται με μέλι και με γάλα
το μέλι τρών οι άρχοντες το γάλα οι αφεντάδες
και στο μελισσοβότανο να λούζονται οι κυράδες.

Κερά ψηλή κερά λιγνή κερά καμαροφρύδα
κερά μου τον υγιόκα σου και τον πρωτότοκό σου
για λούστονε για χτένιστον για στείλτον στο σχολειό του
να τονε δείρει ο δάσκαλος με τρία κλωνάρια μόσχο*
και να του σκούξουν τα παιδιά: μωρέ μοσκοδαρμένε
μωρέ και πούν' τα γράμματα, μωρέ και πουν ο νούς σου;

Κερά καμαροτράχηλη και φεγγαρομαγούλα
και κρουσταλίδα του γιαλού και πάχνη από τα δέντρα
Aπού τον έχεις τον υγιό το μοσχοκανακάρη
λούζεις τον και χτενίζεις τον και στο σχολειό τον πέμπεις.
Κι ο δάσκαλος τον έδειρε μ' ένα χρυσό βεργάλι
και η κυρά δασκάλισσα με το μαργαριτάρι.
Έχετε γιο στα γράμματα που σέρνει το κοντύλι
να του τ΄αξώσει ο Θεός να βάλει πετραχήλι.

Επόμαμε του γιόκα σας να πούμε και τση κόρης
έχετε κόρη όμορφη γραμματικός τη θέλει
μ' αν είναι και γραμματικός πολλά προυκιά γυρεύγει.

Είπαμε δα για την κερά ας πούμε και τση βάγιας
άψε βαγίτσα το κερί, άψε και το λυχνέρι
και κάτσε και ντουσούντισε ήντα θα μασ-ε φέρεις.
Για απάκι, για λουκάνικο, για χοιρινό κομμάτι
κι από τον πείρο του βουτσού** να πιούμε μια γεμάτη.
Κι από τη μαύρη όρνιθα κανένα αυγουλάκι
κι αν το΄χει κάνει η γαλανή*** ας είναι ζευγαράκι
κι από το πιθαράκι σου λάδι ένα κουρουπάκι
κι αν είναι κι ακροπλιάτερο βαστούμε και τ' ασκάκι.
Φέρε πανιέρι κάστανα, πανιέρι λεπτοκάρυα****
και φέρε και γλυκό κρασί να πιουν τα παλληκάρια
Κι αν είναι με το θέλημα άσπρη μου περιστέρα,
Ανοίξετε την πόρτα σας να πούμε «καλησπέρα».

 

Λεξιλόγιο:

 μόσχος, μόσκος = αρωματικό φυτό (εξ ου "μοσχομυρίζει")

 βουτσί = ξύλινο βαρελάκι

 γαλανή = στο χρώμα του γάλακτος, άσπρη.

 λεπτοκάρυα = φουντούκια, φυντίκια στην Κρητική διάλεκτο

 

 

Πηγή: el.m.wikisource.org

         newshub.gr

 

 

Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 2023

«Γειά σου, Παπαρούνα μου» [Στα τρία] - Παρακάλαμος Ιωαννίνων

 «Γειά σου, Παπαρούνα μου» [Στα τρία] - Παρακάλαμος Ιωαννίνων

 


Εμβληματικό τραγούδι της αγάπης σε τρίσημο ρυθμό (3/4) και χορό «στα τρία» από τον Παρακάλαμο νομού Ιωαννίνων. Τραγούδι που συνήθως ερμηνευόταν a capella, με την τοπική πολυφωνία του Παρακαλάμου, η οποία επί της ουσίας αποτελεί διφωνία (η βασική φωνή και το ισοκράτημα), εδώ σε μία μοναδική ερμηνεία υπό τη συνοδεία της ορχήστρας των Χαλιγιάννηδων.

 

Το τραγούδι κατέγραψε ο Μακεδόνας ερευνητής της παραδοσιακής μουσικής Κώστας Τσώνης [καταγόμενος από την περιοχή του Βοΐου (Ανασελίτσας)], ο οποίος βρέθηκε στις 29 Απριλίου του 1992 στον Παρακάλαμο και κατέγραψε στο τραγούδι τις δύο αδερφές που αποτέλεσαν ταυτόχρονα εμβληματικές μορφές της Παρακαλαμιώτικης πολυφωνίας, την Φρόσω Χαρίση και την Όλγα Μπίκα. Η κυρά Φρόσω έφυγε από τη ζωή στις 17/02/2010, δύο χρόνια μετά το παιδί της και η κυρά Όλγα έφυγε τον Μάιο του 2022, σε βαθύ γήρας. Αμφότερες αποτέλεσαν κορυφαίες μοιρολογίστρες, τρανές τραγουδίστριες και τις βασικότερες εκπροσώπους της Παρακαλαμιώτικης πολυφωνίας.

 

Το ηχητικό υλικό αντλήθηκε από το προσωπικό προφίλ του κυρίου Τσώνη:  https://www.gstatic.com/youtube/img/watch/social_media/facebook_1x.png / 10218940584845132  

 

Σε αυτή την ηχογράφηση, ο κύριος Κώστας Τσώνης κατέγραψε την κυρά Φρόσω, την κυρά Όλγα και μαζί και άλλους Παρακαλαμιώτες με τη συνοδεία της κομπανίας των Χαλιγιάννηδων. Έπειτα τους πήρε και έδωσαν παράσταση στο Λουξεμβούργο.

 

Το φωτογραφικό υλικό αντλήθηκε από το αρχείο του Πολυφωνικού Καραβανιού: https://www.polyphonic.gr/index.php?l...

 

Το τραγούδι έχει κυκλοφορήσει και σε στουντιακή a capella ηχογράφηση, στον διπλό δίσκο «Καταγραφές Τραγουδιών στον Παρακάλαμο», υπό την επιμέλεια του Βασιλείου Ράπτη:   https://www.gstatic.com/youtube/img/watch/yt_favicon.png • ΓΕΙΑ ΣΟΥ, ΠΑΠΑΡΟΥΝΑ ΜΟΥ - Πολυφωνικό ...  

 

Ακούστε το τραγούδι:

https://www.youtube.com/watch?v=Fp0BKp7P2J4

 

 

Οι στίχοι:

Εψές προψές, απέρασα, γεια σου ωρ' Παπαρούνα μου.

ν-από τη γειτονιά σου, Παπαρούνα μ' γεια σου, γεια σου

ν- από τη γειτονιά σου, και γλυκό είν' το φίλημά σου.

'Κούγω που σε μαλώνανε, άι ωρ' Παπαρούνα μου

η μάνα σου κι η θειά σου, Παπαρούνα μ' γεια σου γεια σου

η μάνα σου κι η θεια σου και γλυκό είν' το φίλημά σου.

Κι αν σε μαλώνανε για με, άι ωρ' Παπαρούνα μου

να μη ξαναπεράσω, Παπαρούνα μ' γεια σου γεια σου

να μην ξαναπεράσω και γλυκό είν' το φίλημά σου.

Πέρνα λεβέντη μ' πέρναγε, γεια σου ωρ' Παπαρούνα μου.

Όπως περνούσες πρώτα στης αγάπης σου την πόρτα.

 

Πηγή: youtube.com – greek folk music

lifo.gr