...Ο Νόστος Γαλατσίου Λαογραφικός & Χορευτικός Όμιλος σας εύχεται Καλή Σαρακοστή

Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 2024

O Mπελαμής δεν υπήρξε ποτέ!

O Mπελαμής δεν υπήρξε ποτέ!

Του Στέφανου Λεμονίδη

 

 



 

Ο στιχουργός Κώστας Βίρβος γεννήθηκε το 1926 στα Τρίκαλα και έφυγε από τη ζωή το 2015, γυρνούσε από μπαρ σε μπαρ, ενώ περιγράφει τον εαυτό του ως «παλικάρι χλωμό και πικραμένο». Ήταν πότης και σύχναζε σε στέκια που σέρβιραν ποτό, σε μπαράκια, ουζερί και ταβέρνες. Με το ποτό τα στιχάκια «του κατέβαιναν» με ιδιαίτερη άνεση. Εκείνη τη δεκαετία του ’60 ήταν στην μόδα πολλά γαλλικά τραγούδια, τα οποία ο κόσμος αγαπούσε.

 

Σε ένα από αυτά στο ρεφρέν οι στίχοι έλεγαν "Bell Ami". Του άρεσε του Βίρβου αυτή γαλλική φράση και την έκανε ελληνιστί «Μπελαμή», δηλαδή όνομα και μάλιστα γένους αρσενικού. Το όνομα «Μπελαμής» προϋπάρχει των στίχων του Βίρβου και το συναντάμε στη δισκογραφία, στο ομώνυμο τραγούδι του 1940 «Μπελαμής», αγνώστου συνθέτη και στιχουργού.

 

Έτσι με κεντρικό θέμα τον Μπελαμή, έγραψε το πολύ όμορφο τραγούδι, στο οποίο μουσική έβαλε ο Μπιθικώτσης και βέβαια το τραγούδησε, δημιουργώντας μια τεράστια και διαχρονική επιτυχία. Το τραγούδι παιζόταν συνεχώς τότε στο ραδιόφωνο και έγινε γνωστό σε ολόκληρη την Ελλάδα. Ο τίτλος άρεσε πολύ, φαίνεται και έτσι ξεπετάχτηκαν τουλάχιστον τρία ουζερί με την επωνυμία «Το ουζερί του Μπελαμή». Μπορεί βέβαια κάποιο ουζερί με αυτήν την ονομασία να προϋπήρχε, όμως ο Βίρβος δεν το γνώριζε. Πάντως μετά, σε ένα από αυτά που άνοιξαν με την επωνυμία «Το ουζερί του Μπελαμή», ο Βίρβος πήγαινε συχνά, γράφοντας εκεί κι άλλα τραγούδια.

 

 

Το τραγούδι: https://www.youtube.com/watch?v=-FuEaupx6v4

 

 

Πηγή: fosonline.gr

Youtube.com

 

 

 

 

«Τα εννιάδερφα» [Στα τρία] - Πετσάλι Ιωαννίνων

 «Τα εννιάδερφα» [Στα τρία] - Πετσάλι Ιωαννίνων


 

Πανάρχαιο διηγηματικό τραγούδι, γνωστό σε ολόκληρη την Ήπειρο, εδώ στην εκδοχή που καταγράφηκε στο χωριό Πετσάλι Ζίτσας Ιωαννίνων. Πρόκειται για τραγούδι σε τρίσημο ρυθμό (3/4) και τον πλέον διαδεδομένο στην Ήπειρο χορό, τύπου «στα τρία». Ανήκει στην κατηγορία των τραγουδιών του Ακριτικού Κύκλου. Απαντάται σε όλη την Ήπειρο, με μικρές διαφορές στη μελωδία, αλλά και στους στίχους, ωστόσο πάντοτε το θέμα του τραγουδιού παραμένει το ίδιο. Παραλλαγές του τραγουδιού συναντώνται σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο.

 

Η Μιράντα Τερζοπούλου (2008), αναφέρει:

«Εννιά αδέλφια οπλισμένα ξεκινούν για τον πόλεμο. Φτάνοντας διψασμένα σ’ ένα πηγάδι ρίχνουν κλήρο ποιος θα κατέβει να πιάσει νερό. Κληρώνεται ο μικρότερος, ο Κώστας, που θα βρει το θάνατο απ’ το στοιχειό που καραδοκεί στον πυθμένα του πηγαδιού – όπως αναφέρεται στις περισσότερες παραλλαγές.

 

Το τραγούδι αυτό με τον έντονο μυθικό χαρακτήρα αποτελεί ένα παράδειγμα της τάσης των παλαιότερων λαογράφων να «ιστορικοποιούν» κάθε ηρωικό στοιχείο στη λαϊκή ποίηση και να το προβάλλουν στο ένδοξο βυζαντινό περιβάλλον. Όπως και πολλά άλλα, κι αυτό το τραγούδι συνδέθηκε με τον ακριτικό κύκλο, και τα συμβολικά του στοιχεία θεωρήθηκαν επιβιώσεις αρχαίων ελληνικών μύθων. Στην πραγματικότητα το τραγούδι δεν έχει ιστορική διάσταση αλλά είναι μια τραγουδισμένη παραμυθιακή αφήγηση.

 

Το μίσος για τον μικρότερο αδελφό (θυμίζει την ιστορία του Ιωσήφ που και αυτόν τ’ αδέλφια του τον ρίχνουν σε πηγάδι), ο Κωνσταντίνος/Κώστας, ήρωας σταθερά θυσιαζόμενος, η κατάβαση στο πηγάδι, σύμβολο σκοτεινών ψυχικών/σεξουαλικών διεργασιών, η θυσία ενός νέου στον χθόνιο δαίμονα κτλ. αποτελούν στερεότυπα μοτίβα και συμβολισμούς, που συναντάμε συχνά σε τραγούδια, παραμύθια και θρύλους.

 

ΔΙΣΚΟΣ: Παραλογές

Εκδότης: Καλλιτεχνικός Σύλλογος Δημοτικής Μουσικής "Δόμνα Σαμίου"

Ηχογραφήθηκε σε στούντιο, το 2006.

Το τραγούδι αποδίδεται σύμφωνα με την ερμηνεία της Ευρύκλειας Σούρου από το χωριό Πετσάλι Ιωαννίνων (1987).

 

ΜΟΥΣΙΚΟΙ:

Τραγούδι: Μιχάλης Ζάμπας

Κλαρίνο: Θοδωρής Γεωργόπουλος

Βιολί: Νίκος Οικονομίδης

Λαούτο: Κώστας Παπαπροκοπίου

Ντέφι: Βαγγέλης Καρίπης

Φωτογραφικό υλικό από το χωριό Πετσάλι, καθώς και από τα γειτονικά χωριά Λιγοψά, Γαβρισιοί και Πρωτόπαππας.

 

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ:

https://www.youtube.com/watch?v=Lb1x-l3MDf0

 

 

ΟΙ ΣΤΙΧΟΙ:

Τα τέσσερα, τα πέντε, τα εννιάδερφα,

τα δεκαοχτώ ξαδέρφια τα ολιγόημερα,

ένα φερμάν’ τους ήρθε απ’ το βασιλιά

να παν να πολεμήσουν χρόνους δώδεκα.

Τροχούνε τα σπαθιά τους, λάμπ’ η θάλασσα,

βροντοχτυπούν κοντάρια, τρέμουν τα βουνά.

Στο δρόμο που πηγαίνουν κι όπου πήγαιναν

βρίσκουν ένα πηγάδι, ξεροπήγαδο,

σαράντα οργιές το πλάτος κι εκατό βαθύ.

Σκουρτίζουν, ξεσκουρτίζουν, ρίχνουν το λαχνό,

κι όλο του Κώστα πέφτει, του μικρότερου.

– Κρεμάστε με βρ’ αδέρφια, για να βρω νερό.

Και ως τη μέση πήγε και φοβήθηκε.

– Τραβάτε με βρ’ αδέρφια, δεν ηύρα νερό.

– Εμείς τραβούμε Κώστα, συ δε φαίνεσαι.

– Βάλτε και τ’ άλογό μου να τραβήξ’ κι αυτό.

– Κι αυτό τραβά, βρε Κώστα, συ δε φαίνεσαι.

– Βάλτε και τ’ άρματά μου, να τραβήξ’ν κι αυτά.

– Κι αυτά τραβούν, βρε Κώστα, συ δε φαίνεσαι.

– Αφήστε με βρ’ αδέρφια κι αντέτ’ στο καλό.

 

Πηγή: Youtube.com - Greek folk Music

 zitsa.gov.gr

 

 

Γιαουρτόπιτα από την Πέργαμο

Γιαουρτόπιτα από την Πέργαμο

Από τη Λένα Κακασαδέλλη

 



 

Αυτό ήταν το κατεξοχήν γλυκό στις οικογένειες από τη Μικρά Ασία, όταν είχαν καλεσμένους για να τους περιποιηθούν.

 

Τη σιροπιαστή γιαουρτόπιτα-κέικ την έφτιαξε η Λένα Κακασαδέλλη, με συνταγή που έχει πάρει από τη γιαγιά Βασιλική Γράμμη, οικογενειακή τους φίλη. Η οικογένεια Γράμμη είναι γιαουρτάδες αναντάμ παπαντάμ, με καταγωγή από το Μοσχονήσι και το Αϊβαλί.

 

 

30' προετοιμασία

45' ψήσιμο

1 ώρα αναμονή

Σύνολο: 2 ώρες και 15'

 

 

Υλικά

Μερίδες: για την κλασική φόρμα του κέικ

  • 3 φλιτζ. τσαγιού αλεύρι, για όλες τις χρήσεις
  • 1 φλιτζ. τσαγιού γιαούρτι πρόβειο στραγγιστό
  • 1 φλιτζ. τσαγιού βούτυρο πρόβειο
  • 1 φλιτζ. τσαγιού ζάχαρη
  • 4 αυγά
  • 2 κάψουλες βανιλίνης (ή 1 κουτ. γλυκού εσάνς βανίλιας)
  • 2 κουτ. γλυκού μπέικιν πάουντερ
  • 1 κουτ. γλυκού σόδα μαγειρική
  • 1/3 κουτ. γλυκού αλάτι

 

 

Για το σιρόπι

  • 2½ φλιτζ. τσαγιού νερό
  • 2½ φλιτζ. τσαγιού ζάχαρη
  • 1/2 λεμόνι

 

 

Διαδικασία

 

Σιρόπι

  1. Για να φτιάξουμε την γιαουρτόπιτα από την Πέργαμο ξεκινάμε με το σιρόπι και βάζουμε τη ζάχαρη, το νερό και ολόκληρο το μισό λεμόνι σε ένα κατσαρολάκι και βράζουμε μέχρι να διαλυθεί η ζάχαρη και να αρχίσει να κοχλάζει καλά.
  2. Αποσύρουμε από τη φωτιά και το αφήνουμε να κρυώσει.

 

 

Γιαουρτόπιτα

  1. Προθερμαίνουμε τον φούρνο στους 180°C και βουτυρώνουμε μια κλασική φόρμα του κέικ (αυτή με την τρύπα στο κέντρο).
  2. Σε ένα μεγάλο μπολ ή στον κάδο του μίξερ, χτυπάμε με το σύρμα το βούτυρο, τα αυγά, τη ζάχαρη και το γιαούρτι, ίσα να ενωθούν.
  3. Προσθέτουμε όλα τα υπόλοιπα υλικά και τα ανακατεύουμε καλά.
  4. Κοσκινίζουμε το αλεύρι και το προσθέτουμε στο μείγμα.
  5. Ανακατεύουμε με μια μαρίζ (σπάτουλα σιλικόνης) απαλά, διπλώνοντάς το μέσα στο μείγμα, μέχρι να ενσωματωθεί.
  6. Αδειάζουμε τη ζύμη στη φόρμα, τη στρώνουμε ομοιόμορφα και ψήνουμε για περίπου 45 λεπτά.
  7. Δοκιμάζουμε αν είναι έτοιμη η γιαουρτόπιτα μπήγοντας ένα μαχαίρι στο πιο βαθύ σημείο της. Αν βγει καθαρό τότε είναι έτοιμη, ειδάλλως την ψήνουμε για λίγο ακόμα.
  8. Ξεφουρνίζουμε και την περιχύνουμε καυτή με το κρύο σιρόπι. Μπορεί να μας φανεί πολύ το σιρόπι, αλλά δεν πρέπει να ανησυχούμε, γιατί σε μία ώρα το πολύ θα το έχει απορροφήσει όλο.
  9. Αφήνουμε την γιαουρτόπιτα στην άκρη για 1 ώρα και ξεφορμάρουμε μόνο όταν έχει κρυώσει πολύ καλά και έχει απορροφήσει όλο το σιρόπι.

 

 

Η συνταγή πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Γαστρονόμος, τεύχος 199.

Πηγή: gastronomos.gr - Φωτογραφία: Μιχάλης Παππάς

 

Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου 2024

«ΤΟ ΑΣΠΡΟ ΣΟΥ ΜΑΝΤΗΛΙ» [Συρτό] - Μέγαρα Αττικής

«ΤΟ ΑΣΠΡΟ ΣΟΥ ΜΑΝΤΗΛΙ» [Συρτό] - Μέγαρα Αττικής

 


 

Τραγούδι της αγάπης από την περιοχή των Μεγάρων Αττικής, σε επτάσημο ρυθμό (7/8). Πρόκειται για ένα εμβληματικό τραγούδι, το οποίο έγινε ευρύτερα γνωστό από την ερμηνεία του θρυλικού Γιώργου Παπασιδέρη, ωστόσο, πιθανότατα πρόκειται για παλαιότερο παραδοσιακό τραγούδι και όχι για σύνθεση του ιδίου.

 

 Όπως και πολλά άλλα τραγούδια παλαιοτέρων εποχών, το παρόν τραγούδι αναφέρεται στο γυναικείο μαντήλι, τον κεφαλόδεσμο, απαραίτητο «αξεσουάρ» των γυναικών μέχρι και πριν από μερικές δεκαετίες - σποραδικά ηλικιωμένες ακόμη το φορούν σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδας. Ο στιχουργός ερωτεύεται την Κωνσταντίνα, η οποία φορά ένα όμορφο, λευκό μαντήλι στα μαλλιά, αλλά πριν προλάβει ο ίδιος να εκφράσει την αγάπη του προς το πρόσωπό της, οι ελπίδες του ματαιώνονται. Το λευκό της μαντήλι (το οποίο φορούσαν οι ανύπαντρες κοπέλες - σημάδι αγνότητας) δίνει τη θέση του σε ένα λουλακί (απόχρωση του μπλε), σημάδι ότι η Κωνσταντίνα παντρεύτηκε με κάποιον άλλον. Έτσι, ο στιχουργός αντιλαμβάνεται πως την έχασε για πάντα, ο έρωτάς του παρέμεινε ανεκπλήρωτος και απελπισμένος αναρωτιέται: «Πώς να σου πω το "έχε γεια" / που κλαίει η δόλια μου η καρδιά;»

 

ΔΙΣΚΟΣ: «Τα Προπολεμικά Δημοτικά Νο 17»

Τραγούδι: Γιώργος Παπασιδέρης

Κλαρίνο: Γιώργος Ανεστόπουλος

Άγνωστοι οι λοιποί συντελεστές (αναφέρεται στον δίσκο απλώς «Ορχήστρα δημώδης»)

Έτος ηχογράφησης: 1948

 

 

Το τραγούδι:

https://www.youtube.com/watch?v=TUi4peFB5IA

 

 

 

Οι στίχοι:

Το άσπρο σου μαντήλι, το μαντήλι

αμάν, που βάζεις στα μαλλιά, βρε Κωνσταντίνα

αμάν, που βάζεις στα μαλλιά,

να μην το ξαναβάλεις, ξαναβάλεις

αμάν, τρελαίνεις τα παιδιά, βρε Κωνσταντίνα

αμάν, τρελαίνεις τα παιδιά.

 

Πώς να σε πω βασίλισσα

που ακόμα δε σε φίλησα;

 

 

Το άσπρο σου μαντήλι, το μαντήλι

αμάν, το ελουλάκιασες, βρε Κωνσταντίνα

αμάν, το ελουλάκιασες

και μένα την καρδιά μου, την καρδιά μου

αμάν, την εφαρμάκωσες, βρε Κωνσταντίνα

αμάν, την εφαρμάκωσες.

 

Πώς να σου πω το «έχε γεια»

που κλαίει η δόλια μου η καρδιά;

 

Πηγή: Youtube.com – greek_folk_music

life-anti-style.blogspot.com

Το λάδι, η ελιά και η λαογραφία του τόπου μας

Το λάδι, η ελιά και η λαογραφία του τόπου μας

Κείμενο – Φωτογραφίες: Γεώργιος Χουστουλάκης

 



 

Όπως και αν πιάσουμε το θέμα της ελιάς, ότι και να πούμε και για το λάδι, θα είναι λίγα, αφού έχει στη πλάτη του ολόκληρη ιστορία!

 

Ο Έλληνας και ειδικά ο Κρητικός, είναι στενά δεμένος με την ελιά και το λάδι, τώρα και 3000 χρόνια, αφού οι τροφές επιβίωσης του, ήταν πάντα τα βασικά προϊόντα: σιτάρι κρασί και λάδι!

 

Το λάδι από την αρχαιότητα

Οι παλαιστές κατά την αρχαιότητα, πριν μπουν στην αρένα, άλειφαν τα σώματα τους με λάδι.
Το ρόπαλο του Ηρακλή ήταν από αγριελιά, και το φύτεψε στην Ολυμπία, όπου φύτρωσε, έβγαλε φύλλα και κλαδιά, και με αυτά στεφάνωναν τους ολυμπιονίκες!
Οι σπονδές προς τους θεούς, γινόταν με προσφορές κρασιού και λάδι, για να τους ευχαριστήσουν ή να τους εξευμενίσουν. Οι Μινωίτες πάντως παρήγαγαν μεγάλες ποσότητες λαδιού και μάλιστα έκαναν και εξαγωγή και σε χώρες της Αφρικής. Μινωικές ελιές υπήρχαν για πολλά χρόνια, και υπάρχουν ακόμα στη Κρήτη.
Το ελαιόλαδο κατά τον Ιπποκράτη, είχε ιαματικές ιδιότητες, επούλωνε τις πληγές, θεράπευε την ναυτία, την αϋπνία, τη χολέρα και πολλές δερματικές παθήσεις. Έκανε επίσης υγιή μαλλιά, και απάλυνε το δέρμα.
Η ελιά από πολύ παλιά, υπήρξε προκάτοχος του χριστουγεννιάτικου δένδρου.
Μην ξεχνάμε το λάδι στο βάπτισμα που είναι δύναμη πηγής φωτός, και συμβολίζει τη νέα ζωή.

 

Το λάδι η ελιά, και τα διάφορα έθιμα

«Μετά Βαϊων και κλάδων», υποδέχτηκαν οι Ισραηλίτες και κυρίως τα παιδιά τον Χριστό, κατά την είσοδό του στα Ιεροσόλυμα, και χάριν αυτής της ανάμνησης, επεκράτησε και το έθιμο με του στολισμού των εκκλησιών με Βάγια. Την Κυριακή των Βαϊων, μια βδομάδα πριν το Πάσχα δηλαδή, ο παπάς έκοβε φύλλα μακριά χουρμαδιάς, κλαριά δάφνης και δενδρολίβανου, όμως και από άλλα δένδρα, ιτιάς, μυρτιάς και φυσικά ελιάς! Όλα αυτά λέγονται «Βάγια», και με αυτά στόλιζαν τις πόρτες και στα παράθυρα της εκκλησίας, ανάλογα τι δένδρο από αυτά υπάρχει σε κάθε τόπο. Σε κάθε παράθυρο και σε κάθε πόρτα, τοποθετούσε δύο φύλλα χουρμαδιάς δεξιά αριστερά. Μάλιστα κάποιοι παπάδες όπως ο παπά Γιάννης από τη Γαλιά, έκοβε τα φύλλα χουρμαδιάς ένα μήνα με είκοσι μέρες πριν, και τα πέτρωνε (παράχωνε) στη κοπριά, όπου τους έριχνε νερό. Μετά όταν τα ξεσκέπαζε την ημέρα των Βαίων, αυτά ήταν κατάλευκα, και πολύ εντυπωσιακά! Από αυτά τα μακριά φύλλα, έκοβε τις λευκές πλέον λόγχες, και έδενε τους σταυρούς, περίπου εκατό με διακόσιους, και τους μοίραζε ένα σε κάθε πιστό στην εκκλησία, μαζί με ένα κλαράκι ελιάς που έκοβε από ένα ανθισμένο κλάδο που του πήγαινε κάποιος στην εκκλησία.
Οι πιστοί παραλαμβάνοντας το σταυρό με το κλαράκι ελιάς, και έριχναν χρήματα στον δίσκο του παπά, γιατί ως γνωστόν, δεν πληρωνόταν ο κλήρος εκείνα τα χρόνια.
Μια βδομάδα πριν των Βαϊων, της Σταυροπροσκύνησης, μοιράζουν και τις «ροδαριές» στην εκκλησία, που ήταν ένα μικρό ματσάκι λουλούδια. Κάποιοι μάλιστα έναν βασιλικό τον έκαναν τάξιμο των Βαϊων στην εκκλησία, να τους πάνε καλά τα πράγματα. Έτσι εκείνη την ημέρα των Βαϊων πήγαιναν τον βασιλικό μαζί με τη γλάστρα! Εκεί ο παπάς με ένα ψαλίδι έκοβε τα κλαριά του βασιλικού και τα έβαζε σε ένα πανέρι, μαζί με άλλα λουλούδια, όπου έφτιαχναν τις ροδαριές που μοίραζε στο τέλος πάλι ο παπάς στην εκκλησία, με τον κόσμο να άφηνε πάλι τον οβολό του. Καταργήθηκε η χρηματική ενίσχυση των πιστών, όταν οι παπάδες έγιναν πλέον μισθωτοί.
Τις ροδαριές αυτές τις φύλασσαν στο εικονοστάσι του σπιτιού για όλο το χρόνο, μαζί με το κλωναράκι ελιάς και τον σταυρό των Βαϊων.
Πίστευαν τότε, πως αν ένα παιδί αρρωστήσει, έπαιρναν ένα κομματάκι από το ξερό πλέον κλαράκι ελιάς, η ακόμα και άλλο κλαρί της ροδαριάς, και το έβαζαν στο θυμιατό, και με αυτό το θυμίαμα θύμιαζαν το παιδί, λέγοντας μια προσευχή, ώστε το παιδί να γιατρευτεί.
Πίστευαν δηλαδή πως η ροδαριά και το κλαράκι ελιάς, έχουν θαυματουργές ιδιότητες.
Στη Κρήτη η χρίση του λαδιού της ελιάς σαν φάρμακο, υπήρχε μέχρι και τα τελευταία χρόνια. Όταν κάποια πληγή πήγαινε να κακοφορμίσει, είτε κάποιο τραύμα στο γόνατο από πέσιμο, αλλά και σε έγκαυμα κλπ, σαν φάρμακο κοπάνιζαν μια πράσινη ελιά και άλειφαν το πάσχον σημείο με το λάδι της, και πραγματικά έφερνε καλό αποτέλεσμα! Αν και σήμερα πλέον η επιστήμη έχει αποδείξει πως το λάδι της ελιάς περιέχει ειδική αντιβίωση, ώστε να γιατρεύει η ίδια η ελιά τις πληγές της από τα σπασμένα κλαριά.
Όταν πονούσε επίσης το αυτί κάποιου, κυρίως παιδιού, έβαζαν σε ένα σπίρτο λίγο βαμβάκι, το βουτούσαν στο λάδι του καντηλιού ή του λίχνου, και έβαζαν μια δυο σταγόνες στο πάσχον αφτί.
Ακόμα και οι ίδιοι οι γονείς μας, μας μάθαιναν πως άμα μας δάγκωνε σφίγγα ή μέλισσα, να τρέχουμε γρήγορα να βάζουμε λάδι, ώστε να μη πρηστεί το σημείο!
Όταν τελείωνε η ελαιοκομική περίοδος του μαζέματος της ελιάς, τότε ο αγροφύλακας του χωριού, ανακοίνωνε τη λήξη λέγοντας: «Από αύριο θα είναι ελεύθερα τα κοκολόγια»! Αυτό σήμαινε πως όποιος ήθελε μπορούσε να πάρει ένα καλάθι και να μαζέψει ξένες ελιές από όπου ήθελε! Ένα πανάρχαιο έθιμο που δυστυχώς σταμάτησε, όμως ήταν ιδανικό για την ενίσχυση του πολύ φτωχού, που δεν είχε στον ήλιο μοίρα! Στα κοκολόγια πήγαιναν κυρίως παιδιά ή και ηλικιωμένες γριούλες που δεν είχαν καν πόρους, και πουλούσαν τις ελιές με το κιλό στον μπακάλη, για να εξοικονομήσουν κάποια απαραίτητα. Τα δε παιδιά, για να πάρουν ζαχαρωτά, αλλά συνήθως για να ενισχύσουν οικονομικά τους γονείς τους.

 

Δεισιδαιμονίες προλήψεις και παρατηρήματα για την ελιά

Ούτε η ελιά ξέφυγε από τις δεισιδαιμονίες των διαφόρων εποχών, που αφορούσαν βέβαια τις παλιές βενετσιάνικες ελιές! Κάποτε όταν έπιαναν δυνατά μελτέμια και φυσούσε δυνατός άνεμος, κατέστρεφε πολλές ελιές, γιατί έσπαγαν όλοι οι κλάδοι τους! Πίστευαν τότε, πως αν τοποθετήσουν μια πέτρα δυνατή στον κορμό της ελιάς, «θα είναι η ελιά γερή σαν πέτρα», και δεν θα τη πιάνει ο αέρας να τη σπάσει! Αργότερα βέβαια με την εξέλιξη, κατάλαβαν πως αυτό ήταν λάθος, και πως απλά έλειπε το κάλιο από την ελιά!
Έτσι καταργήθηκε το έθιμο, και απλά έβαζαν από ένα σακί χωνεμένη κοπριά στο κάθε δένδρο! Μετά άρχισαν να βάζουν στύλους σαν υποστυλώματα κόντρα, κάτω από τους κλάδους, τα λεγόμενα «μποντέλια, όταν περίμεναν μεγάλη παραγωγή. Αύγουστο και Σεπτέμβριο πριν αρχίσουν οι μεγάλοι αέρηδες, έκοβαν στύλους περίπου δυο μέτρα από πουρνάρια πλατάνους λεύκες ή ακόμα κα από σπασμένους κλάδους των ελιών, και στην άκρη άφηναν ένα δίχαλο μια πιθαμή.
Φόρτωναν τους στύλους αυτούς στα ζώα τους, και πήγαιναν όπου είχαν «καλή βεντέμα», για να «μποτελιάρουν» τους κλάδους που ήταν φορτωμένοι ελιές, μην αργότερα με το βάρος σπάσουν. Στην περίπτωση πράγματι που δεν έμπαιναν υποστυλώματα, οι κλάδοι κινδύνευαν από το βάρος του ελαιοκάρπου να σπάσουν με το πρώτο κιόλας φύσημα! Καμιά φορά λέγανε, «οι ελιές αγγίζουνε χάμε από το φορτωμό ντως», και εννοούσαν πως θα έχουν πολύ καλή σοδειά! Έτσι προληπτικά, ανασήκωναν έναν – έναν το κλάδο, και τοποθετούσαν από κάτω το στύλο. Υπήρχε ελιά, που είχε τρείς και τέσσερεις και πέντε στύλους γύρω – γύρω σαν υποστυλώματα!
Άλλο ελληνικό έθιμο με το λάδι, είναι εκείνο που έκαναν κάποτε οι ναυτικοί ας σε μεγάλες φουρτούνες. Έπαιρναν λίγο λάδι από το καντήλι του Άη Νικόλα, και το έριχναν στη φουρτουνιασμένη θάλασσα, γιατί πίστευαν πως έτσι θα γαληνέψει.
Του Προφήτη Ηλία πάλι, ο οποίος είναι στενά συνδεδεμένος με την ελιά στη Κρήτη, πίστευαν πως από εκείνη την ημέρα αρχίζει να μπαίνει το λάδι στην ελιά, με τη σχετική φράση!
«Από του Άι Λιά, μπαίνει στο λάδι η ελιά»!
Όμως του Προφήτη Ηλία επίσης, παρατηρούσαν και το φεγγάρι! Αν ήταν «γέμωση του φεγγαριού», οι ελιές θα ήταν λαδερές, αν ήταν «λίγωση», θα είχαν λίγο το λάδι!
Οι παλιοί είχαν πολλά άλλα «παρατηρήματα», όπως το να γνωρίζουν τον αυριανό καιρό από τα σύννεφα στα βουνά, από τη συμπεριφορά ζώων και φυτών κλπ. Έμπειροι παρατηρητές γνώριζαν καλά τα «μερομήνια», με τα οποία μελετούν τις μέρες του Ιούλη αν βρέχει και τις υγρασίες του Αυγούστου, για να ξέρουμε αν θα έχουμε βροχές τον Δεκέμβρη ή χιόνια τον Γενάρη. Ακόμα παρατηρώντας τα άστρα, γνώριζαν «ήντα καιρό θα ξετελέψει η χρονιά», και προβλέψουν με επιτυχία τη φετινή σοδειά, αν είναι πλούσια σε λάδι ή όχι!!

 

Φράσεις και παροιμίες για το λάδι και την ελιά

Ολόκληρο βιβλίο θα μπορούσε να γραφτεί σχετικά με αυτά, γιατί η μισή ζωή του αγρότη είναι δεμένη με την ελιά και το λάδι, είτε σε χαρές είτε σε λύπες, και φυσικά οι σχετικές φράσεις και οι παροιμίες αμέτρητες!
Στη Μεσαρά που πρωτοστατεί στη λαογραφία, λέγανε κάποτε:
«Καλιά ‘ναι μια λαδέ, παρά μια ελιδέ».
Η φράση αυτή, θέλει να πει, πως «καλιά ‘ναι οι ελιές λαδερές έστω και αν είναι λίγες, παρά να είναι πολλές και να μην είναι λαδερές»! Είναι γνωστό πως οι λαδερές ελιές πήγαιναν πολύ καλά όταν είναι 3:1 αλλά δεν είναι καθόλου λαδερές, όταν πλησιάζουν τα 7:1, ή 10:1! Λένε πως οι ελιές αυτές «δε χύνουν λάδι», δηλαδή δε κατεβάζουν λάδι!!
Συνήθως εξαρτάται αυτό από τον τόπο και την περιοχή που βρίσκεται το κάθε λιόφυτο, τη φροντίδα που δέχεται, και αν ποτίζεται ή όχι. Το πολύ νερό πάντως δεν προσθέτει απαραίτητα και λάδι στην ελιά αντίθετα ευνοεί ην εμφάνιση μυκήτων. Υπήρχαν στη Κρήτη και ποικιλίες ελιές που δεν ήταν λαδερές, και έβγαζαν λίγο λάδι, όπως οι τσουνάτες, οι γαϊδουρολιές που ήταν μεγάλες σαν αυγά πέρδικας, οι μηλολιές και οι καλαματιανές. Όλες αυτές έβγαζαν πολύ κατσίγαρο και ελάχιστο λάδι!
Λέγανε κάποτε τη φράση: «Τρείς το λάδι, τρείς το ξύδι, πέντε το λαδόξυδο»! Συνήθως τη φράση αυτή την έλεγαν στους λογαριασμούς τους στο τέλος της δουλειάς. Τους έλεγαν και «εβραϊκούς λογαριασμούς»! Ήθελαν να πουν πάντως, πως δεν έβγαιναν στο τέλος κερδισμένοι, αφού δεν έπαιρναν αυτά που περίμεναν ή τους αναλογούσαν, αλλά έβγαιναν χαμένοι!
Έλεγαν: «Οι δυο πέτρες βγάζουνε το λάδι», γιατί πίστευαν στην αγάπη και συνεργασία του ζευγαριού, όπου «οι δύο πέτρες» συμβολίζουν τον σύζυγο και τη σύζυγο.

«Ελιές απ΄τον πατέρα σου, αμπέλι από τα χέρια σου» έλεγαν γιατί οι ελιές έπρεπε να είναι μεγάλες, να βγάζουν πολύ λάδι, ενώ το αμπέλι έπρεπε να είναι νέο για να βγάλει καλό κρασί!
Άλλες φράσεις: «Έφαγε η φακή το λάδι, και κατάπιε το και πάει! Είναι παροιμιώδες το πολύ λάδι που πίνει η φακή και κυρίως η φάβα! Όσο κι αν βάλεις το πίνει, για να το σκέφτεται βέβαια πολύ αυτός που το στερείται!
«Αυτός δεν τρώγεται μηδέ με το λάδι μηδέ με το ξύδι»! Το λέμε για τον αχώνευτο και ασυμπάθηστο άνθρωπο.
«Αυτός είναι σα το νερό στο λάδι»! Λέμε και εννοούμε καθαρός και κρυστάλλινος, δηλαδή αθώος! Ή «’Ηβγαλες’ την-ε λάδι», δηλαδή πήγες πολύ καλά!
«Του βγήκε το λάδι», Λέμε για αυτόν που κοπίασε πολύ για να καταφέρει κάτι.
«Μη ρίχνεις λάδι στη φωτιά», λέμε σε όποιον βάζει φιτιλιές σε καβγάδες.
«Άθρωπος δίχως υπομονή, λυχνάρι δίχως λάδι». «Παλιό κρασί φρέσκο λάδι». «Α δε σφίξεις την ελιά δε βγάζει λάδι». «Πρώτα θεμέλια του σπιτιού, κρασί ψωμί και λάδι».
«Νοέμβρη όργωμα κι ελιές, δεν απομένουν οι δουλειές»!
«Ο Θεός να φυλά τα λιόδενδρα, απ΄το νερό τα’ Αυγούστου»! Το πολύ νερό τον Αύγουστο μπορεί ακόμα και να ξεράνει ολότελα τις ελιές!

«Όποιος έχει στάρι κρασί και λάδι στο πιθάρι, έχει του κόσμου τα καλά, και του Θεού τη χάρη». «Από τα νεφρά σου παιδί, κι απ’ την ελιά σου λάδι» .
Οι παραπάνω είναι ακόμα κάποιες παροιμίες του λαού μας.
«Λίγο είναι το λάδι στο καντήλι του», λέμε όταν είναι κάποιος βαριά άρρωστος, και το λάδι συμβολίζει τη διάρκεια ζωής.
Το λάδι είναι συνυφασμένο με χαρές και λύπες, στη βάφτιση λέμε: « ‘Απού ‘βαλε το λάδι να βάλει και το κλίμα» . Είναι μια παλιά ευχή της βάφτισης, που λέει πως όποιος βάφτισε το παιδί, να του βάλει αργότερα και στεφάνι!
Βάζουμε λάδι για το άναμμα του καντηλιού για προσευχή και θύμηση.
Είναι επίσης οι πολλές «ρίζες ελιές» συνδεδεμένες με τα πλούτη των ανθρώπων, που ο σκοπός είναι να πετύχουν μια «καλή λαδιά»! Τις πολλές πάντως «ρίζες ελιές» του μέλλοντα πεθερού, οι προξενητάδες τις τόνιζαν στον υποψήφιο γαμπρό! Έλεγαν του γαμπρού, πως ο πεθερός «στέκει καλά», και για να τον εξυψώσουν λέγανε του γαμπρού, ή του υποψήφιου συμπεθέρου διάφορα!
Έτσι έλεγαν στον μέλλοντα γαμπρό, να τον κάνει πεθερό, «απού βάνει το λάδι στη στέρνα»!
Καθ’ ότι δηλαδή βγάζει τόσο πολύ λάδι, τόνους ολόκληρους, που δε χωρά σε πιθάρια! Αντίθετα πάλι, όταν θέλανε κάποιοι κακοπροαίρετοι να κατασυκοφαντήσουν και να υποτιμήσουν τον μέλλοντα συμπέθερο, ακόμα και πολλές ελιές να είχε, για να αποτρέψουν να προχωρήσει το προξενιό, έλεγαν:
«Μμμ σιγά το λαδά! Ούλες – ούλες τσι ελιές του, μπορείς να τσι βάλεις στην αμπασκάλη σου και να φύγεις»!
Αν ο γιός ή η κόρη τεμπελιάζουν σαν παιδιά, θα τους πει ο πατέρας: «Ανε το λαλείς ετσά, θωρώ σε μια μέρα με το λαδικό»! Εννοούν πως αν συνεχίσουν αυτή τη ταχτική, θα καταντήσουν διακονιάρηδες και ζητιάνοι να γυρίζουν στα χωριά να ζητιανεύουν λάδι!
Έλεγαν για τους πολύ φτωχούς, πως απ’ τη πείνα, «τρώνε τα κουκιά αλάδωτα»!
Ή έλεγαν, «δεν τρώνε λαδωμένο ψωμί στο σπίτι ντως»! Ήθελαν οικονομική στήριξη οι φτωχοί για να «λαδώσει το άντερό τους», όπως έλεγαν!
«Φάε λάδι κι έλα βράδυ» έλεγαν οι παλιοί, για να τονίσουν πως με την έλλειψη λαδιού, η δύναμη εγκαταλείπει το σώμα!
«Από την Έμπαρο κρασί κι από τη Βιάννο λάδι, κι από το Μυλοπόταμο ελιές και παξιμάδι», για να διαφημίσουν βασικά προϊόντα των περιοχών της Κρήτης!
«λαδοπίθαρο», τη «λαδοκουρούπα», όπου έβαζαν και διατηρούσαν το λάδι.
«Λαδοπετσέτες» για το τραπέζι της κουζίνας για να κρεμάνε τα παιδιά στο λαιμό τους να μην κάνουν τα ρούχα τους «λαδί λαδί»!
Τα «λαδόπανα» για να «παστρεύουν το τραπέζι» στο τέλος του φαγητού. Οι λαδοπετσέτες ήταν υφαντές, ενώ τα λαδόπανα ήταν πανιά κομμένα από άχρηστα ρούχα.
Επίσης είχαμε τα «λαδοτύρια», που ήταν τυριά διατηρημένα στο λάδι, τα «λαδοκούλουρα», που μέσα στη ζύμη έβαζαν λάδι αντί για βούτυρο, κλπ

 

Mαντινάδες και τραγούδια για ελιά και λάδι

«Θωρείς τα τα μουρέλα μου τα πολυφορτωμένα,
Ούλα τα δίδω μάθια μου, για να σε πάρω εσένα.

 

Είναι δεντρά πολλά στη γης, σαν την ελιά δεν είναι,
Βρέχει, χιονίζει, λιάζεται μα πάντα δροσερή ‘ναι.

 

Για βάλε λάδι στην πληγή, να δεις πως θα γλυκάνει
Μα ο γιατρός εις το σεβντά, ίντα μπορεί να κάμει.

 

Απής ποκάμουν οι γ’ ελιές και φύγουν οι μαζώχτρες,
Αστροπελέκια και φωθιές, εις των πλουσιώ τσι πόρτες»!

 

Πολλά και τα λαϊκά ή κρητικά τραγούδια που μιλάνε για την ελιά και το λάδι, όπως το γνωστό κρητικό τραγούδι του Μουντάκη :

 

«Εφταξε ο καιρός καλέ που πέφτουν οι ελιές
και τα λιόφυτα θα πιάσουν πάλι οι κοπελιές.
Μυλωνάδες και μαζώχτρες θα τα λέμε πότες – πότες,
κι αφορμή θα ‘ναι οι ελιές, να ‘χουμε χρυσές δουλειές/
Φύσηξε βοριά καλέ και ρίξε μια ψιλή βροχή
και για μας τους μυλωνάδες ήρθε τώρα η εποχή.
Να θωρούμε τις μαζώχτρες να τα λέμε πότες πότες
κι αφορμή θα ‘ναι οι ελιές να ‘χουμε χρυσές δουλειές.
Ολες οι γειτονοπούλες τα καλάθια θα βαστούν
και στη φάμπρικα θα μπαίνουν κάθε τόσο να ρωτούν
και θα μας παρακαλούνε για τσ’ ελιές τους να ρωτούνε
κι αναλόγως κάθε μια θα πληρώνει αλεστικά.
Πάρε το καλάθι κι έλα όμορφη μου κοπελιά
κι εγώ θα βαστώ τη σκάλα ν’ ανεβαίνεις στην ελιά.
Σα γεμίσεις το καλάθι θα πιαστούμε στα φιλιά
και θα βγάλουμε το λάδι από κάτω στην ελιά»!

 

Παιδικά τραγούδια

Η ΕΛΙΑ

Όπου κι αν λάχω κατοικία,
δεν μ’ απολείπουν οι καρποί.
μ’ έχει ο Θεός ευλογημένη
κι είμαι γεμάτη προκοπή!

Εδώ στον ίσκιο μου από κάτω
ήρθε ο Χριστός ν’ αναπαυτεί!
Κι ακούστηκε η γλυκιά λαλιά του,
λίγο προτού να σταυρωθεί.

 

«Τραγούδια της Πατρίδος μου»

 

Κωστής Παλαμάς

Η ελιά
Ευλογημένο να’ ναι ελιά το χώμα που σε τρέφει,
κι ευλογημένο το νερό που πίνεις απ’ τα νέφη
κι ευλογημένος τρεις φορές αυτός που σ’ έχει στείλει
για το λυχνάρι του φτωχού, για το άγιου το καντήλι.

Κωστής Παλαμάς
Η ελιά η τιμημένη
Εδώ στον ίσκιο μου από κάτου
ήρθ’ ο Χριστός ν’ αναπαυθεί,
κι ακούστηκε η γλυκιά λαλιά του
λίγο προτού να σταυρωθεί.
Το δάκρυ του, δροσιά αγιασμένη,
έχει στη ρίζα μου χαθεί.
Είμ’ η ελιά η τιμημένη.
.
***
Ιωάννης Πολέμης
Πατρίδα τα λιοτρίβια σου
Πατρίδα τα λιοτρίβια σου
δουλεύουν νύχτα μέρα.
Με του λαδιού τη μυρωδιά
γεμίζουν τον αέρα.
Κι είν’ οι ελιές, Πατρίδα μου
ακούραστες γριούλες.
Με τον καρπό τους τρέφουνε
παιδάκια και μανούλες.
Κι είν’ οι ελιές Πατρίδα μου
δέντρα ευλογημένα,
που στέκονται στον άνεμο
με τα κλαδιά απλωμένα.

 

Μύθοι για την ελιά

Υπάρχουν άπειροι μύθοι και ιστορίες, αλλά εδώ βέβαια θα αναφέρουμε απλά ένα αρχαίο μύθο του Αισώπου «Κάλαμος και ελαία», που η ελιά δεν είχε κανένα υποστύλωμα!
Ένα δέντρο, λέει ο μύθος, μάλωνε με ένα καλάμι, για το ποιός έχει μεγαλύτερη δύναμη, αντοχή και ασφάλεια! Το δέντρο κατέκρινε το καλάμι, οτι είναι αδύνατο, και σκύβει σε όλους τους ανέμους, ενώ το ίδιο το δέντρο στέκεται πάντα όρθιο.
Το καλάμι δεν απάντησε τίποτε. Αργότερα ήρθε μια σφοδρή θύελλα, και το καλάμι γέρνοντας πλάγια στον άνεμο, με ευκολία γλύτωσε!
Η ελιά όμως από τη δύναμη του ανέμου έπεσε κάτω, σε σημείο που ξεριζώθηκε τελείως!

 

Ελιές συμισακές, τριτάρικες τετρατάρικες, αλλά και πενταρολόϊκες

Κάποτε οι πολύ πλούσιοι ή άκλεροι, που είχαν πολλές ελιές, δεν προλάβαιναν να τις μαζέψουν. Έτσι τις δίδανε σε πολύτεκνες οικογένειες κυρίως φτωχές να τις μαζέψουν, κατόπιν κάποιας συμφωνίας. Μπορεί αν οι ελιές ήταν λίγες να τις έδιναν «συμισακές», δηλαδή να μοιραστούν στο τέλος το λάδι στη μέση. Άλλες πάλι φορές μετά τα άλεση, έπαιρνε τρία μέρη λαδιού το αφεντικό και ένα η φτωχή φαμελιά! Αυτή η συνδιαλλαγή λεγόταν «τριτάρικες»! Αν όμως ήταν πολύ λαδερές και φορτωμένες οι ελιές, και στον φτωχό βιοπαλαιστή υπήρχε μεγάλη ανέχεια στην οικογένεια του, τότε στην απόγνωσή του, μπορούσε να τις πάρει «τετρατάρικες» ή ακόμα και «πενταρολόϊκες»! Έτσι έπαιρνε τέσσερα ή πέντε μέρη λαδιού το αφεντικό και ένα η οικογένεια του φτωχού. Στην πράξη και ως συνήθως, το αφεντικό είχε ένα πατητήρι στο σπίτι του, και εκεί μέσα άδειαζαν κάθ’ αργά τις ελιές που μάζευαν ημερησίως. Άμα γέμιζε το πατητήρι, τις σακιάζανε και τις πηγαίνανε για άλεσμα στη φάμπρικα, όπου φυσικά κανονίζανε τα συμφωνηθέντα σε λάδι κάθε φορά, συνήθως σε οκάδες, το τι θα πάρει ο κάθε ένας τους.
Καμιά φορά όμως τα κανονίζανε και σε σακιά. Αν έβγαιναν ας πούμε όλα – όλα εκατό σακιά, και ήταν «πενταρολόικες», θα έπαιρνε 80 σακιά το αφεντικό και 20 σακιά οι μαζωχτάδες.

 

Η ελιά και η μακροζωία του παλιού κρητικού

Οι παλιοί κρητικοί ζούσαν πολλά χρόνια, και στα 80 και 90 τους έκαναν ακόμα δουλειές! Περνούσαν πολλοί τα εκατό, και κάποιοι έφθαναν και τα 120! Το γεγονός πως ήταν 70 χρόνων εντυπωσίαζε τους ξένους, που το σώμα τους ήταν ακόμα δυναμικό και είχε συστατικά 50χρονου, και δεν άργησε αυτό να κινήσει την περιέργεια στους επιστήμονες τότε! Για το λόγο αυτό επισκέφθηκαν πολλά χωριά της Κρήτης, αναζητώντας υπερήλικες για να τους ρωτήσουν και να βρουν την αιτία!
Πήγαιναν σε κάθε χωριό που μάθαινα πως είχε υπερήλικα πάνω από τα εκατό, και τον ρωτούσαν διάφορα πράγματα. Ρωτούσαν τι έτρωγε, πως ζούσε γενικά ο κάθε ένας τους, για να βγάλουν συμπέρασμα στο «γιατί διατηρούνται τόσο καλά παρά την ηλικία τους»!
Κάποιοι έλεγαν πως έτρωγαν άλλοι λάχανα (χόρτα), και άλλοι πολλά όσπρια ακόμα και κυνήγια! Τελικά το συμπέρασμα βγήκε πως έφταιγε μεν η κρητική διατροφή, αλλά κυρίως έφταιγε το λάδι! Ο κρητικός σπάνια χρησιμοποιεί λίπη όπως σε άλλα μέρη του κόσμου, αλλά καθημερινά και πολύ συχνά χρησιμοποιεί το αγνό παρθένο λάδι! Το λάδι πείστηκαν πως τελικά έδινε την μακροζωία στον παλιό κρητικό, σε συνδυασμό με τη μεσογειακή διατροφή του, γιατί χει επικρατήσει μέχρι τώρα να θεωρείται μεσογειακή διατροφή η κριτική διατροφή.
Πάντως τα περασμένα χρόνια η διατροφή του κρητικού ήταν λιτή, και βασιζόταν στα όσπρια χόρτα και το ψωμί, και ότι προέρχεται από το σιτάρι κριθάρι ή βρώμη. Μια φορά τον μήνα έτρωγαν κρέας, μπορεί και κάθε δυο ή και τρεις μήνες τα πιο φτωχά στρώματα, όμως η φύσει τους αντάμειβε με το να τους δίνει χρόνια!

 

Πηγή: cretanmagazine.gr