...Ο Νόστος Γαλατσίου Λαογραφικός & Χορευτικός Όμιλος σας εύχεται Καλή Σαρακοστή

Τρίτη 12 Ιουλίου 2022

Ίμβρος αφιέρωμα μέρος 5ο : Συμπεράσματα και επίλογος

 

Ίμβρος αφιέρωμα μέρος 5ο : Συμπεράσματα και επίλογος

 

Από τα παραπάνω μπορούμε να συμπεράνουμε πώς η Ίμβρος, αν και είναι ένα νησί που ανήκει στην Τουρκία εδώ και πολλά χρόνια, δε σταμάτησε παρά τις δυσκολίες, να αναβιώνει όσο μπορεί περισσότερο τα ήθη και τα έθιμα του. Καταρχήν, στην Ίμβρο παρ’ όλο που είναι νησί δεν παρατηρούμε τόσες πολλές ομοιότητες με τα υπόλοιπα νησιά του Αιγαίου, όπου επικρατεί το νησιώτικο στυλ με τ’ άσπρα σπίτια και τα μπλε παράθυρα, όσες με τη Μακεδονία, την Κωνσταντινούπολη και τη Μ. Ασία. Αυτό αφορά και στον χαρακτήρα των παραδοσιακών οικισμών της που είναι αγροτοκτηνοτροφικός και σε γενικές γραμμές όμοιος με αυτόν που συναντάμε στα νησιά του Β.Α Αιγαίου. Ακόμη, τα οικήματα είναι επηρεασμένα από την ηπειρωτική (στεριανή) αρχιτεκτονική των γεωργικών σπιτιών, που επιχωριάζει στις περιοχές της Μακεδονίας και Θράκης αλλά και με στοιχεία από τα μικρασιατικά παράλια. Αλλά και ως προς τα μουσικά ακούσματα παρατηρούμε αρκετές επιρροές απ’ αυτά τα μέρη και στην κουλτούρα τους και στον τρόπο ζωής τους.

Οι γυναίκες ήταν αυτές που είχαν το πάνω χέρι στο σπίτι, στην ανατροφή των παιδιών και γενικώς στις δουλειές, καθώς οι άνδρες απουσίαζαν αρκετό χρόνο διότι ήταν είτε στα καράβια είτε ασχολούνταν με τις γεωργικές δουλειές εκτός χωριού. Γι’ αυτό άλλωστε παρατηρούμε και την ελευθερία τους στη συμμετοχή των πανηγυριών ή των άλλων εορταστικών εκδηλώσεων αλλά ακόμη και στη λήψη σημαντικών αποφάσεων που αφορούσαν την οικογένεια τους. Αυτό το γεγονός καθιστούσε την κοινωνία της Ίμβρου αρκετά μητριαρχική.

Όλες αυτές οι κοινωνικές συγκεντρώσεις που αποτελούσαν μια αφορμή για χορό (γάμοι, βαπτίσεις, πανηγύρια κ.ά.), σταμάτησαν να διοργανώνονται απ’ τη δεκαετία του ’70 και μετά και αυτό συνέβη γιατί ο γηγενής πληθυσμός λόγω των συνθηκών που επικρατούσαν στο νησί (κλείσιμο των σχολείων, άνοιγμα αγροτικών φυλακών με βαρυποινίτες, εγκατάσταση στρατοπέδων σε συνδυασμό με εκφοβισμό των κατοίκων του νησιού), τους έκανε να ‘μεταναστεύσουν’ οι περισσότεροι προς την Ελλάδα και άλλοι σε διάφορες χώρες του κόσμου. Έτσι, τους λίγους γενναίους εναπομείναντες που παρέμειναν στο νησί, δεν τους έμεινε δυστυχώς διάθεση για τη συνέχεια τέτοιων εκδηλώσεων, με αποτέλεσμα σιγά σιγά να εκλείψουν τα περισσότερα απ’ αυτά τα έθιμα.

Οι χοροί διοργανώνονταν συνήθως στην πλατεία των χωριών ή στα καφενεία και συνήθως διαρκούσαν απ’ το απόγευμα μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. Ωστόσο, αρκετές φορές το γλέντι συνεχιζόταν απ’ τους μερακλήδες κάνοντας καντάδες από σπίτι σε σπίτι με τη συνοδεία των οργάνων.

Σύμφωνα μ’ αυτά που μου διηγήθηκαν οι ηλικιωμένοι συγχωριανοί μου, οι χοροί τους οποίους χόρευαν σ’ όλες τις περιστάσεις, ήταν κυκλικοί, εκτός απ’ τους Καρσιλαμάδες που ήταν είτε αντρικοί είτε μικτοί. Αυτό οφείλεται στο ότι κατά τη διάρκεια όλων αυτών των εκδηλώσεων οι Τουρκικές αρχές ήταν παρούσες. Ήθελαν μ’ αυτό τον τρόπο να δηλώσουν ότι ήταν ενωμένοι και είχαν αλληλεγγύη μεταξύ τους και τίποτα δεν μπορούσε να τους χωρίσει. Ακόμη, κανείς δε χόρευε πρώτος, με την έννοια που επικρατεί σήμερα για να ξεχωρίσει ή να επιδείξει τις γνώσεις του πάνω στο χορό. Όποιος ήθελε, άνδρας ή γυναίκα μπορούσε να σύρει το χορό, δίνοντας τ’ ανάλογο φιλοδώρημα στα όργανα ή στο βιολιτζή. Χαρακτηριστικό αυτού που έσερνε το χορό ήταν να κρατάει το μαντήλι. Ωστόσο δεν έκανε ιδιαίτερες φιγούρες προκειμένου να ξεχωρίσει απ’ τους άλλους, το πολύ πολύ έκανε καμιά στροφή ο ίδιος ή τη ντάμα την οποία συνόδευε. Όλοι ήταν ίσοι μεταξύ ίσων. Συμμετείχαν ανεξαιρέτως άνδρες, γυναίκες, ηλικιωμένοι, ακόμη και τα μικρά παιδιά στο τέλος του κύκλου, παρατηρώντας τα βήματα απ’ τους μεγαλύτερους, προσπαθώντας να τους μιμηθούν όσο καλύτερα μπορούσαν. Δεν υπήρχαν ταξικές θέσεις στον κύκλο, ο καθένας άντρας ή γυναίκα μπορούσε να πιαστεί όπου θέλει, δε χόρευαν κατά οικογένειες ή οι συγγενείς ο ένας δίπλα στον άλλο. Παρ’ όλα αυτά αν κάποιος ήθελε να χορέψει πιανόταν κοντά στους γνωστούς του. Αυτός που ήθελε να σύρει το χορό έλεγε συνήθως στ’ όργανα το είδος του χορού που ήθελε να χορέψει και όχι το σκοπό- τραγούδι, αυτή ήταν αρμοδιότητα των οργανοπαιχτών. Για να σύρει ένας άλλος τον κύκλο, αφού έκανε την παραγγελιά του στ’ όργανα, περίμενε έξω απ’ αυτόν μέχρι ο προηγούμενος να κάνει κάποιους κύκλους κι ύστερα έμπαινε στο χορό πιάνοντας δίπλα του. Οι οργανοπαίχτες μάθαιναν να παίζουν συνήθως οι μικρότεροι απ’ τους πατεράδες ή έπαιζαν εμπειρικά και η θέση τους ήταν στο κέντρο του χορού είτε όρθιοι είτε καθιστοί.

Επίσης, όταν χόρευαν για παράδειγμα, οι άντρες Βαρύ Καρσιλαμά οι γυναίκες δεν χτυπούσαν παλαμάκια. Σ’ άλλες περιπτώσεις αυτοί που δε χόρευαν κάθονταν στα τραπέζια ή στα πεζούλια και χτυπώντας παλαμάκια, ενθάρρυναν αυτούς που χόρευαν και συμμετείχαν και αυτοί με τον τρόπο τους, σιγοτραγουδώντας.

Αρκετές φορές τους χορούς συνόδευαν οι καλλίφωνοι ή οι μερακλήδες που τραγουδούσαν και χόρευαν συγχρόνως. Σε περιπτώσεις όμως, που μαζεύονταν στις αυλές των σπιτιών για ονομαστικές γιορτές τύχαινε να μην έχουν συνοδεία οργάνων οπότε χόρευαν κυρίως με τραγούδια. Ωστόσο, σε τέτοιες μικρές κοινωνίες των χωριών η γνώμη του κόσμου έπαιζε καταλυτικό ρόλο, γι’ αυτό και δεν έλειπαν ο έπαινος και η επιδοκιμασία των χωριανών για τους ‘καλούς’ χορευτές και αντίστοιχα τα περιπαικτικά σχόλια για όσους δεν τα κατάφερναν.

Τα πανηγύρια βέβαια δε διοργανώνονταν μόνο στην πλατεία του χωριού αλλά και στα ξωκλήσια, που ήταν κοντά στο κάθε χωριό, προς τιμήν κάποιου Αγίου. Και εκεί ωστόσο χόρευαν τους ίδιους χορούς με τη διαφορά ότι εκεί το χορό τον έσερνε ο παπάς. Στους γάμους εκτός των άλλων μουσικών σκοπών που τραγουδούσαν, υπήρχε και ο ‘νυφκάτος’ τον οποίο και χόρευαν και τραγουδούσαν. Δεν έλειπαν βέβαια και οι ευρωπαϊκοί χοροί τη μέρα εκείνη, όπως βαλς, ταγκό και φοξ αγκλέ. Επίσης, αρκετές φορές πήγαιναν και σε εκδηλώσεις που γίνονταν σε κοντινά χωριά όπως πανηγύρια, γάμοι κ.ά. Βεβαία και οι επισκέψεις των λεγόμενων ‘παραχωριτών’ απ’ τα γειτονικά χωριά ήταν συχνές προκειμένου να συμμετέχουν σ’ όλες αυτές τις εκδηλώσεις.

Διακρίνουμε ακόμη, πως ο χορός αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής των κατοίκων και δεν έχαναν ευκαιρία να γλεντούν και να τραγουδούν. Παρατηρούμε ωστόσο ότι κάθε μορφής εορταστικής εκδήλωσης του νησιού συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό και στη δημιουργία ισχυρών αισθηματικών δεσμών μεταξύ ανδρών και γυναικών που τις περισσότερες φορές κατέληγαν σε γάμο.

Επιπλέον, όσον αφορά στους μουσικούς σκοπούς και τα τραγούδια που χορεύονταν απ’ τους Ιμβρίους, επειδή υπάρχουν αρκετές ομοιότητες με τα γειτονικά νησιά, όπως τη Σαμοθράκη και κυρίως τη Λήμνο, έχει λεχθεί απ’ όσους έχουν ασχοληθεί με τη λαογραφική μελέτη αυτών των χορών πως οι Ίμβριοι δεν είχαν δικούς τους χορούς αλλά τους δανείστηκαν απ’ αυτά τα νησιά, μηδενίζοντας έτσι τη μουσικοχορευτική παράδοση του νησιού. Κατά την άποψή μου, λόγω της γεωγραφικής θέσης αυτών των νησιών, λογικό είναι να δέχτηκαν επιρροές το ένα απ’ τ’ άλλο. Απλά επειδή η Ίμβρος, λόγω της Συνθήκης της Λωζάννης πέρασε στα χέρια της Τουρκίας, ενώ η Λήμνος δεν είχε την ίδια τύχη, θεώρησαν ότι η ‘πατρότητα’ των χορών προέρχεται απ’ τα ελληνικά νησιά. Η αδιάλειπτη όμως παρουσία των χορών αυτών στο πέρασμα των χρόνων, είναι η ζωντανή απόδειξη ότι αποτελούν για τους Ιμβρίους πολιτισμική παρακαταθήκη.

Τα περισσότερα δυστυχώς, απ’ αυτά τα ήθη και έθιμα που περιγράφω στην εργασία μου άρχισαν σιγά σιγά να εκλείπουν με το πέρασμα των χρόνων λόγω των συνθηκών που επικράτησαν στην Ίμβρο και να μην μπορούν να αναβιώσουν. Ωστόσο οι Ίμβριοι δεν ξέχασαν ποτέ τις παραδόσεις τους και όσα τους συνέδεαν με το παρελθόν γι’ αυτό και σε κάθε ευκαιρία που τους δίνεται σε όποιο μέρος κι αν βρίσκονται συνεχίζουν την αναβίωση των εθίμων αυτών, όσο πιο πιστά μπορούν. Στην Ίμβρο, πάντως το έθιμο που κυριαρχεί ακόμα και σήμερα είναι αυτό του Δεκαπενταύγουστου προς τιμήν της Παναγίας, που αποτελεί και την αφορμή για να μαζευτούν όλοι οι Ίμβριοι και από τις πέντε ηπείρους και να θυμηθούν όλες εκείνες τις ωραίες στιγμές που έζησαν στα νιάτα τους.

Την τελευταία δεκαετία, αρκετοί είναι και οι νέοι που αποφασίζουν να κάνουν το γάμο ή τη βάπτιση των παιδιών τους στο νησί κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες και ιδιαίτερα τον Αύγουστο που είναι μήνας συνάντησης για όλους. Μ’ αυτό τον τρόπο δίνουν μια νότα ελπίδας, αισιοδοξίας και χαράς στην Ίμβρο! Φροντίζουν βέβαια, να τηρούν όσο περισσότερο γίνεται τα έθιμα που ‘κληρονόμησαν’ απ’ τους γονείς τους.

Ακόμη, δε λείπουν και τα πανηγύρια στα διάφορα ξωκλήσια του νησιού προς τιμήν των Αγίων που συνεχίζουν να γίνονται κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες τηρώντας τις παραδόσεις.

Για όλα αυτά τα δρώμενα που λαμβάνουν χώρα κάθε Αύγουστο στο νησί καταλυτικός είναι ο ρόλος των δύο μεγάλων Συλλόγων (Αθήνας & Θεσσαλονίκης), που ‘επιστρατεύουν’ κυρίως τους νέους, οι οποίοι συμμετέχουν σ’ όλες τις πολιτιστικές εκδηλώσεις. Προσκαλούν διάφορα χορευτικά συγκροτήματα, χορωδίες, διάσημους τραγουδιστές, προσκόπους από την Ελλάδα, δίνοντας έτσι την ευκαιρία σ’ όλους αυτούς που ‘αγνοούσαν’ για πολλά χρόνια τον τόπο αυτό και την ιστορία του, να το γνωρίσουν από κοντά και να διαπιστώσουν από μόνοι τους ότι η ελληνικότητα του νησιού δεν έχει χαθεί στο πέρασμα των αιώνων.

Η μεγαλύτερη υπερηφάνεια και ευτυχία όλων των Ιμβρίων είναι η κοινή καταγωγή μας με τον Οικουμενικό Πατριάρχη, κ. κ. Βαρθολομαίο, που κατάγεται από τους Αγίους Θεοδώρους. Οι συχνές επισκέψεις του στο νησί, και ιδιαίτερα φέτος το Πάσχα που είχε να γιορτάσει αυτές τις Άγιες μέρες στη γενέτειρά του από τα παιδικά του χρόνια, δίνουν ιδιαίτερη ζωντάνια και κάνουν την Ίμβρο ακόμα πιο ξεχωριστή και ξακουστή σ’ όλο τον κόσμο! Με τις ομιλίες του που οι περισσότερες απευθύνονται στους νέους του νησιού, τους παροτρύνει να επισκέπτονται την Ίμβρο όσο πιο συχνά μπορούν αλλά ακόμη και να παντρεύονται σ’ αυτήν, να εγκατασταθούν και να γεμίσουν τα παιδιά τους το καινούριο Σχολείο που πρόκειται να επαναλειτουργήσει από το Σεπτέμβρη ύστερα από 49 ολόκληρα χρόνια! Δεν παραλείπει όμως και να τους υπενθυμίζει να συνεχίσουν να μιλούν την τοπική διάλεκτο τα λεγόμενα «Νιμπρώτ’κα» όπως και οι γονείς τους, να μην αφήσουν να χαθεί αυτή η τοπολαλιά και να νιώθουν υπερήφανοι που είναι οι συνεχιστές της.

Σίγουρα, οι καταστάσεις και οι σχέσεις ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία, όσο αναφορά στο θέμα της Ίμβρου έχουν αλλάξει αρκετά μετά από τόσα χρόνια που κυριαρχούσε το μίσος και η διχόνοια. Γι’ αυτό και πιστεύω πώς είναι χρέος και των δύο να αποκαταστήσουν τις ζημιές που προκάλεσαν όχι μόνο στο ίδιο το νησί αλλά και στους κατοίκους της. Πρέπει να εκτιμήσουν σωστά, την αξία αυτής της πολιτισμικής κληρονομιάς που φέρει επί αιώνες τώρα αυτό το νησί και να μην την αφήσουν άλλο στο περιθώριο. Να εξοικονομήσουν ακόμη κονδύλια, για τη συντήρηση των παραδοσιακών οικισμών και κυρίως της αναπαλαίωσης των κτιρίων, όπως βρυσών, σχολείων, καφενείων, ελαιοτριβείων κ.ά. και όχι να προσπαθούν να αλλοιώσουν το παραδοσιακό κομμάτι αυτών. Θα μπορούσαν επιπλέον, κλιμάκια επιστημόνων να ασχοληθούν διεξοδικά με τη συντήρηση των εκκλησιών και των ιερών κειμηλίων. Το Τουρκικό κράτος θα μπορούσε να συμβάλλει στην ίδρυση μικρών λαογραφικών μουσείων, αν είναι εφικτό και σε κάθε χωριό, διασώζοντας έτσι το πλούσιο υλικό που ακόμη διαθέτουν.

Η Ελλάδα απ’ την πλευρά της, θα πρέπει να αναλάβει και συγχρόνως να επιδιώκει την προώθηση του νησιού αυτού, ώστε να το επισκέπτονται όλο και περισσότεροι Έλληνες και να ξεφύγει επιτέλους από την αφάνεια που βρισκόταν και τη σκόπιμη διαγραφή της απ’ το χάρτη επί τόσα χρόνια. Αυτό θα μπορέσει ίσως να το πετύχει με την ακτοπλοϊκή σύνδεση της Ίμβρου με άλλα νησιά που επί δεκαετίες παραμένει ακόμη στα χαρτιά.

Οι Σύλλογοι τώρα, που εδρεύουν στην Ελλάδα αλλά και σ’ άλλες χώρες του εξωτερικού θα πρέπει να συνεχίσουν την προτροπή τους προς τους απανταχού Ιμβρίους να επισκέπτονται τη γενέτειρα τους όσο περισσότερο συχνά μπορούν και να μην την αφήνουν να ξεχαστεί στο πέρασμα των χρόνων ή να παραμείνει σαν μια γλυκιά ανάμνηση των παιδικών τους χρόνων. Ακόμη, να παροτρύνουν τους νέους, όπως και ο Πατριάρχης μας, να αναβιώνουν τα έθιμα που γνώρισαν απ’ τους γονείς και παππούδες τους αλλά επιπλέον να τελούν και τα μυστήρια του γάμου ή της βάπτισης με τον παραδοσιακό τρόπο, ώστε να μην εκλείψουν στο διάβα των χρόνων όλα αυτά τα πλούσια ήθη και έθιμα που κληρονόμησαν.

Τέλος, θα ήθελα να προτείνω, στο καινούριο Σχολείο που θα επαναλειτουργήσει αν όλα πάνε καλά από Σεπτέμβρη, να υπάρξει στα πλαίσια του μαθήματος, ευέλικτη ζώνη να ασχοληθούν τα παιδιά και με την Ιμβριακή γλώσσα, μιας και είναι και επιθυμία του Πατριάρχη μας να ομιλείται απ’ τους νέους και να μη χαθεί. Ακόμη, να έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν όλα εκείνα τα επαγγέλματα που ασκούσαν οι πρόγονοι τους στον ευλογημένο αυτό τόπο και δυστυχώς τείνουν να εξαφανιστούν. Στα πλαίσια του μαθήματος της Φυσικής Αγωγής θα μπορούσαν να διδαχθούν τους χορούς που τελούνταν στο νησί σε κάθε είδους περίσταση, συνεχίζοντας έτσι την παράδοση αυτού του τόπου.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Τελειώνοντας θα ήθελα να τονίσω την πικρή αλήθεια, ότι στην Ίμβρο, η μοίρα επιφύλαξε να έχει δύο ‘μητριές’. Καμιά ‘μάνα - χώρα’ να νοιαστεί και να τη φροντίσει ειλικρινά. Η μια μητριά δεν ήθελε και η άλλη στο διάβα της ιστορίας, ήθελε αλλά δεν μπορούσε… Η αδιαφορία και των δυο έχει αφήσει ανεξίτηλα σημάδια στο σώμα της. Παρ’ όλα αυτά όμως, «Δώρημα αγάπης» αποκάλεσε την Ίμβρο, ο διάκονος και νομοφύλακας Ιωάννης ο Ευγενικός, όταν την επισκέφτηκε το 15ο αιώνα για πρώτη φορά και αυτό συνεχίζει να είναι για όλους τους Ιμβρίους ακόμη. Συνεχίζει να ζει λαβωμένη, πικραμένη, προδομένη με τους λιγοστούς κατοίκους της να τη λατρεύουν με τους ισχυρούς ανέμους της, τη φουρτουνιασμένη θάλασσα, τα τρεχούμενα νερά της, τα πανέμορφα λουλούδια της και τα ευωδιαστά φαρμακευτικά φυτά της… Ξέρουν ότι δεν είναι μόνοι και έχουν δίπλα τους όλα τα ξενιτεμένα παιδιά της Ίμβρου και κυρίως τους νέους που είναι έτοιμοι να μεταλαμπαδεύσουν και στις επόμενες γενιές όλες τις πλούσιες και ξεχωριστές παραδόσεις αυτού του τόπου. Τον όρο «χαμένες πατρίδες» οι Ίμβριοι ποτέ δεν τον αποδέχτηκαν και μετά από δεκαετίες ολόκληρες αγώνων βλέπουν σήμερα κάποια σημάδια δικαίωσης και ‘Ανάστασης’ όπως πρόσφατα τ’ αποκάλεσε ο Πατριάρχης μας.

Στον κόσμο της παγκοσμιοποίησης, που τα πάντα μεταβάλλονται με ταχύτατους ρυθμούς, η Ίμβρος διατηρώντας το ‘χρώμα’ της μπορεί να γίνει υπόδειγμα συνύπαρξης διττού πολιτισμού.

 

Πηγές

Αποσπάσματα από μια εκπληκτική διπλωματική εργασία της φοιτήτριας των ΤΕΦΑΑ Θεσσαλονίκης  Θεοδωρίδου Άννα

 Ανδρόνικος Μανώλης (1938): «Μελέτη Δημοτικών τινών Ασμάτων της Ίμβρου», Λεύκωμα της νήσου Ίμβρου, εν Αθήναις

- Μπακαϊμης Αλ. (1979): «Γαμήλια έθιμα της Ίμβρου», Γ΄ Συμπόσιο Λαογραφίας του Βορειοελλαδικού Χώρου, Θεσσαλονίκη

-Κράους Ρ. (1980) : «Ιστορία του χορού» (Μτφ: Γ. Σιδηρόπουλος, Μ. Κακαβούλια), Αθήνα: Εκδ. Νεφέλη

-Lange R. (1988): «Η εξέλιξη της Εθνοχορολογίας», (Μτφ: Ν. Μαρνέρη) , Πρακτικά Β’ συνεδρίου ΔΟΛΤ, (σελ.83-113), Αθήνα: Εκδ. Α. Ράφτης

- Μελετζής Σπύρος, Ελένη Αιματίδου- Αργυρίου (1997): «ΙΜΒΡΟΣ», ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΌ ΛΕΥΚΩΜΑ

- Μαυροβουνιώτης Φ., Αργυριάδου Ε., Μαλκογεώργος Αλ., (2006) : «Ελληνικοί Χοροί», Θεσσαλονίκη

- Νταλντάς Νίκος (1982): «Ιστορική- λαογραφική μελέτη της Ίμβρου», Θεσσαλονίκη

- Πασαδαίος Αρ. (1973): «Λαϊκή αρχιτεκτονική της Ίμβρου», Αθήνα

- Πραντσίδης Γιάννης (2004) : «Ο χορός στην ελληνική παράδοση και η διδασκαλία του», Αιγίνιο

-www.apn.gr/travel.../taxidi-stin-imvro

- www.ellinwnparadosi.blogspot.com

-el.wikipedia.org/wiki/Ίμβρος

-www.imvrosisland.org (Σύλλογος Ιμβρίων Αθηνών)

-www.imbrosunion.com (Ιμβριακή Ένωση Μακεδονίας- Θράκης) {γεωγραφικά, ιστορικά στοιχεία, πολιτισμός (ήθη- έθιμα)}

- www.pare-dose (Ίμβρος και Τένεδος - Απλά μαθήματα καταπάτησης ανθρώπινων ...)

- http://2opseis.neolaia.de/DaneiaeeU/Oay_io_4i/oianio/oianio.html)

Δευτέρα 11 Ιουλίου 2022

Ίμβρος αφιέρωμα μέρος 4o : ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ ΠΡΟΣ ΤΙΜΗΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ

 

Ίμβρος αφιέρωμα 4ο μέρος : ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ ΠΡΟΣ ΤΙΜΗΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ

 

Δεκαπενταύγουστος

Όσα τελούνται και έχουν

διατηρηθεί μέχρι τις μέρες μας

προέρχονται από παλιά αρχαία

έθιμα, όπως είναι αυτό του. Το

πανηγύρι αυτό είναι απ’ τα

μεγαλύτερα και το λαμπρότερα

της Ίμβρου.

Την παραμονή στις 14 Αυγούστου σύμφωνα με το έθιμο σφάζουν τα τάματα που μπορεί να είναι αρνιά ή βόδια. Αφού διαβαστούν απ’ τον παπά, τα σφάζουν, τα τεμαχίζουν και την επομένη ανήμερα της Παναγίας τα βράζουν σε μεγάλα καζάνια είτε στον αυλόγυρο της εκκλησίας είτε στις μεγάλες βρύσες του χωριού. Στο ζουμί των κρεάτων προσθέτουν κουρκούτα (αλεσμένο σιτάρι). Σ’ αυτή τη διαδικασία βοηθούν μικροί μεγάλοι και όλο το χωριό είναι επί ποδός για την προετοιμασία του μεγάλου πανηγυριού το βράδυ στην πλατεία του χωριού. Εκεί μοιράζεται το φαγητό σ’ όλους τους χωριανούς και στους παραχωρίτες (κατοίκους άλλων χωριών) που έρχονται και μαζί με τους ντόπιους οργανοπαίχτες ξεκινάει το γλέντι. Ακόμη, εκείνη τη μέρα μετά τη Θεία Λειτουργία πηγαίνουν στα μνήματα και τιμούν τους νεκρούς τους, με τα λεγόμενα νεκρόδειπνα. Μετά το τρισάγιο που θα γίνει, μοιράζουν στον κόσμο σταφύλια, αχλάδια, λουκούμια αλλά και διάφορα γλυκά και πίτες. (Ανδριάνα Κοντογιώργη)

 

Ο ιμβριώτικος κλήδονας

Το πιο γνωστό κατάλοιπο από τις αρχαιότερες ειδωλολατρικές συνήθειες είναι ο κλήδονας. Αυτό το είδος της αρχαίας ειδωλολατρικής κληρομαντείας, αφού δέχθηκε τον κλυδωνισμό των Βυζαντινών, διαμόρφωσε το σημερινό είδος του κλήδονα, όπως σήμερα γίνεται στην Ίμβρο. Εκτός απ’ την Ίμβρο, ο κλήδονας συναντιέται σ’ όλα τα παραλιακά νησιά της Μ. Ασίας και στο Μικρασιατικό χώρο. Ετυμολογικά η λέξη κλήδονας, παράγεται απ’ τη λέξη κληδών που σημαίνει προφητεία, φήμη, μαντεία. (Αλ. Ζαφειριάδης 1948, σελ. 15)

Χαρακτηρίζεται σαν διασκεδαστική συγκέντρωση κοριτσιών και αγοριών με λαϊκά αυτοσχέδια τραγουδάκια: σοβαρά, πειραχτικά και αστεία, που προκαλούν με το περιεχόμενό τους γέλιο.

Το τραγούδι του κλήδονα:

Άγι Γιάννη κληδουνά

ήλθαμ’ ούλις με χαρά

και σταθήκαμ’ γύρου γύρου

να τραβήξουμι τουν κλήρου.

Το μήνα θεριστή στις 24 Ιουνίου είναι η γιορτή του Αγιού Γιαννιού. Την παραμονή στις 23 το απόγευμα, σε κάθε γειτονιά, τα κορίτσια μόλις βασιλέψει ο ήλιος αρχίζουν τις σχετικές ετοιμασίες. Ακόμα και αν βρίσκονταν στις εξοχές, άφηναν το θέρισμα και μαζεύονταν στο ντάμι (αγροικία), για να βάλουν τον κλήδονα και να ξενοιάσουν από την κούραση και τους κόπους του θερισμού. Στην αυλή κάποιου σπιτιού ή στο ντάμι, μια γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας ετοίμαζε το κουρούπι ή ένα μπακίρι κόκκινο, αφού προηγουμένως το ‘πλενε με νερό από τρεις βρύσες. Δύο κοπέλες έπαιρναν το δοχείο και το πήγαιναν στην πιο κοντινή βρύση για να το γεμίσουν νερό (αμίλητο νερό). Το λένε έτσι, επειδή οι κοπέλες πρέπει απ’ την ώρα που πηγαίνουν μέχρι την ώρα που θα γυρίσουν να μη μιλήσουν καθόλου, ούτε και να κοιτάξουν πίσω τους. Αν κάτι απ’ αυτά δεν πήγαινε καλά η διαδικασία έπρεπε να αρχίσει απ’ την αρχή. Η κληδονίστρα, μόλις έπαιρνε το δοχείο απ’ τις δύο κοπέλες, σκέπαζε το κεφάλι της μ’ άσπρο πανί και άρχιζε: -Έτοιμος είν’ η κλήδουνας στ’ Αι-Γιαννού τη χάρη κι όποια έχει το σημάδι της, η ίδια να του βάλει. Αφού η καθεμιά έριχνε κρυφά τα σημάδια της: δαχτυλίδι, καρφίτσα, κουμπιά, κορδέλες, έριχναν και γι’ αυτούς που έλειπαν. Σ’ όλο αυτό το διάστημα η κληδονίστρα μουρμούριζε το ‘Πάτερ Υμών’, πότε επικαλείται τη βοήθεια αγγέλων και δαιμόνων.

Μόλις ριχτούν τα σημάδια όλες μαζί τραγουδούσαν:

-Κλειδώνουμε του κλήδονα στ’ Αι-Γιαννιού τη χάρη και κάθε καλορίζικη αύριο θα του πάρει.

Μετά αφού σκέπαζαν το στόμιο του δοχείου με κόκκινο πανί και το περιέδεναν μ’ άσπρη κλωστή, περνούσαν και μια κλειδαριά. Το δοχείο αυτό το τοποθετούσαν κάτω απ’ τ’ άστρα ή πάνω σε μπαλκόνι ή στα κεραμίδια, όπου θα ‘μενε όλη τη νύχτα. Τ’ άλλο βράδυ θα ανοίγονταν ο κλήδονας. Το βράδυ όμως αυτό, εκτός από τις κοπέλες και τα παλικάρια, παρευρίσκονταν παιδιά και ηλικιωμένοι για να πουν και κείνοι κάποιο προφητικό ή χλευαστικό δίστιχο, ή να γελάσουν με τα πειράγματα. Μόλις η κληδονίστρα ετοιμάζεται ν’ ανοίξει το δοχείο, όλες εκείνες που

παρευρίσκονται τραγουδούν: -Ανοίγουμι τουν κλήδονα στ’ Αι-Γιαννιού τη χάρη κι όποια ‘ναι καλορίζικη ευθύς θε να προβάλει.

Η κληδονίστρα βαστά το κόκκινο πανί του δοχείου τεντωμένο πάνω στο στόμιο. Ένα κοριτσάκι βάζοντας το χέρι του κάτω απ’ το πανί βγάζει ένα- ένα τα σημάδια και τα δείχνει. Το κάθε σημάδι απ’ αυτά συνοδεύεται κι από ένα πειραχτικό δίστιχο. Μερικά απ’ αυτά είναι:

- Μαλαμετένιους η σταυρός κρέμιτι στου λιμό σου ούλοι φιλούνι του σταυρό και ‘γώ του μάγουλό σου.

-Του γιασεμί στην πόρτα σου ν’ ανθίσει και να δέσει κι του λιγνό σου το κορμί στα χέρια μου να πέσει.

-Του γιασεμί στην πόρτα σου έκανι μια καμάρα και ‘γώ πιρνώ πουλάκι μου ούλου μι την τρουμάρα.

-Ανοίξατε τουν κλήδονα να βγει χαριτωμένος, να βγει τ’ Αργύρ’ ο γάδαρος αγγούρια φορτωμένος.

-Έβγα στου παναθύρ’ να σε γνέψω με το φτυάρ’.

-Όταν μι φίλου σου πιρνάς νουήματα δε θέλου του καπιλάκι σου στραβά κι ‘γώ καταλαβαίνου.

-Δεν είσι συ που μου λιγις αν δε μι δγιείς πιθαίνεις και τώρα πιρπατείς και λες πού μ’ είδες πού μι ξέρεις;

-Σι βλέπου δε μι βλέπεις μήπως στραβώθηκις στο κιουμουρλούκ’ (χώρος που βάζανε τα κάρβουνα) μπήκις κι μουντζουρώθηκις.

-Κασιδιάρικου κιφάλι μι ψουριάρικου λιμό με τι μούτρα πας στην πόλη κι γυρεύεις κι γαμπρό;

-Στου περιβόλι μουναχός πώς ζεις καημένι κρίνε σαν του καημό της μοναξιάς άλλους καημούς δεν είνι.

-Άρχισι γλώσσα μ’ άρχισι τραγούδια ν’ αραδιάζεις τις έμορφις απού ψηλά να τις εκατιβάζεις.

-Ξέρου τραγούδια να σι πω δυό χαρανιά γιμάτα τ’ αφήκα αξισκέπαστα κι τα ‘φαγι η γάτα.

-Ξέρου τραγούδια να σι πω ένας σακί γιμάτου σαν αρχινήσου κι τα πω θα μ’ εύρει του Σαββάτου.

-Τα μάτια σου είνι γκιουλ – μπαχτσές, τα φρύδια σου είνι φράχτης κι του λιγνό σου του κορμί είναι καγκιλουφράχτης.

-Αν διείς πουτέ να κάνουνε μέλι οι ακανθάροι τότι μουνάχα θα βριθεί άντρας για να σι πάρει.

-Στου παναθύρι κάθισι κι καθαρίχς αγγούρι, για θα μι δώσεις του μισό για θα σι πω γαϊδούρι.

-Μπρουστά μου ήρτες και έκατσις, απάνω στη μπιζούλα κι κρέμασις την αχείλα σου σα γιαουρτοσακούλα.

-Άιντε καημένι λέλικα καημένι μυγιοχάφτη που πέρασις απ’ του φούρνου μας κι δεν αφήκις στάχτη.

Αυτή η λαϊκή μαντεία, αναφέρεται και στους Βυζαντινούς χρόνους, μόνο που τότε χρησιμοποιούσαν χάλκινο δοχείο με θαλασσινό νερό. Η περισσότερη πάντως φασαρία γινόταν προς

 

το τέλος, όταν τα σημάδια κόντευαν να τελειώσουν. Τότε όλοι συναγωνίζονταν για το πιο άσχημο και πιο πειραχτικό δίστιχο στις τελευταίες που ‘μεναν. Αφού τελείωναν όλα τα σημάδια, όλες μαζί τραγουδούσαν το τραγούδι του κλήδονα, που σημαίνει και το τέλος της τελετής:

Άγι Γιάννη κλήδουνα

και του χρόνου μι χαρά

να ‘μαστι ούλις γύρου-γύρου

να τραβήξουμι τουν κλήρου.

 

Των Τεσσαράκοντα Μαρτύρων – 9 Μαρτίου

Κάτι το διαφορετικό συνήθιζαν τη μέρα εκείνη. Από πολύ πρωί πήγαιναν σε όσα

το δυνατόν περισσότερα (αν ήταν δυνατό σε 40) ξωκλήσια μπορούσαν και

άναβαν τα καντήλια τους. Την ίδια μέρα όμως ζύμωναν και τ’ ανιβατούρια με

αλεύρι και προζύμι και τα τηγάνιζαν (όπως τους λουκουμάδες). Σύμφωνα με το

έθιμο έπρεπε 40 να φάνε και 40 να μοιράσουν. «40 φάγι, 40 πιες, 40 δώσι για τσι

ψ’χές».

 

Άγιος Τρύφωνας - 1η Φεβρουαρίου

Υπάρχει ετήσιο πανιμβριακό πανηγύρι προς τιμήν του. Όμως το

Σεπτέμβρη, πριν ν’ αρχίσει η σπορά, οι γεωργοί μαζεύονταν στο

ξωκλήσι του Αγίου, όπου και γινόταν ξεχωριστή λειτουργία, για να

αγιαστούν όλοι οι σπόροι. Οι γεωργοί τοποθετούν μπροστά στο ιερό

όλα τα είδη σπόρων που καλλιεργούν. Μετά τη λειτουργία ο παπάς

θα ευλογήσει τους καρπούς για να προφυλαχτούν από τα βλαβερά

σκουλήκια και έντομα. Επειδή τον Άγιο Τρύφωνα το θεωρούσαν

προστάτη των γεωργικών προϊόντων, γινόταν και αγιασμός νερού, το οποίο το σκορπούσαν στους κήπους και στα χωράφια τους. Αφού τελείωνε ο αγιασμός των καρπών, γινόταν πατροπαράδοτο γλέντι με σφαγμένους τράγους.

 

Άγιος Μόδεστος - 18 Δεκεμβρίου

Επιπλέον, μεγάλη τιμή έδιναν στον Άγιο- προστάτη των ζώων. Την

ημέρα εκείνη οι γεωργοί την είχαν για αργία προκειμένου να τον

τιμήσουν με τον κατάλληλο τρόπο. Έτσι, λοιπόν φρόντιζαν τα ζώα

τους περισσότερο από κάθε άλλη φορά, γιατί πίστευαν πώς όλα τα

ζώα έκαναν παράπονα στον Άγιο αν τ’ αφεντικά δεν τους φέρονταν

καλά. Αν όμως γινόταν τ’ αντίθετο παρακαλούνε για την υγεία και την

ευτυχία των αφεντικών τους. Γι’ αυτό εκείνη τη μέρα τα ταΐζουν με

ιδιαίτερη φροντίδα και στη συνηθισμένη τους τροφή προσθέτουν

ψίχουλα απ’ την αρτοκλασία και σταγόνες απ’ τ’ αγιασμένο νερό της

λειτουργίας. Το πανηγύρι αυτό έχει τις ρίζες του από παλιά χριστιανική παράδοση, γι’ αυτό και απαντάται σ’ όλες τις ανατολικές χριστιανικές περιοχές.

Γενικώς σε όλα τα ξωκλήσια του νησιού, τη μέρα της γιορτής του κάθε Αγίου γινόταν εορτασμός με λειτουργία και αρτοκλασία. Ταυτόχρονα ο ιερέας διάβαζε και τα κουρμπάνια (τάματα- θυσίες). Αφού έσφαζαν τα αρνιά έδιναν πάντα τη δεξιά πλάτη σε κείνον, ενώ το υπόλοιπο το μαγείρευαν στο ξωκλήσι και το έτρωγαν όλοι μαζί οι πανηγυριώτες σε κοινή τράπεζα. Το απόγευμα καθώς γυρνούσαν απ’ τα πανηγύρια στο χωριό, μέσα σ’ ένα κλίμα ευφορίας, άλειφαν με γιαούρτια τα κεφάλια των ζώων τους, έτσι ώστε να μεταδώσουν σ’ όλους τους συγχωριανούς τους το πανηγυρικό κλίμα. Πολλές φορές το γλέντι συνεχιζόταν και στο χωριό.

Κυριακή 10 Ιουλίου 2022

Ίμβρος αφιέρωμα μέρος 3o : Οι πιο δημοφιλείς χοροί της ΊΜΒΡΟΥ

 

Ίμβρος αφιέρωμα μέρος 3o  : Οι πιο δημοφιλείς χοροί της ΊΜΒΡΟΥ

 


Σχεδόν όλα τα ήθη και έθιμα του νησιού, κάθε ένα με την παραλλαγή του από χωριό σε χωριό, είχαν ως αφετηρία ένα θρησκευτικό γεγονός. Συμμετείχε όλο το χωριό, νέοι, γέροι και παιδιά και όλα κατέληγαν σε χορό και τραγούδια πάντα με τη συνοδεία βιολιού και λαούτου στην πλατεία του χωριού. Χώρος συνάντησης πολλών πολιτισμών η Ίμβρος, ( Έλληνες, Οθωμανοί, Φράγκοι ) δέχτηκε και αφομοίωσε τραγούδια πολλών περιοχών, από τον περήφανο και σιγανό «Κόνιαλη» της Καππαδοκίας μέχρι το «Χασάπικο» της Κωνσταντινούπολης, από τον «Κεχαγιά» των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου μέχρι τους «Καρσιλαμάδες» της Μικράς Ασίας, ακόμη και χορούς της Δύσης, βαλς, ταγκό και φοξ αγκλέ.

Συρτός Καλαματιανός: ένας απ’ τους βασικούς χορούς του τοπικού ρεπερτορίου που χορεύεται σε όλες τις περιστάσεις (γάμους, γλέντια, πανηγύρια) σε επτάσημο 7/8 (3+2+2) . Χορεύουν όλοι άνδρες και γυναίκες σ’ ανοιχτό κύκλο, ανάμικτα, με τα χέρια λυγισμένα στους αγκώνες. Το χορευτικό μοτίβο περιλαμβάνει δώδεκα κινήσεις που εκτελούνται σε τέσσερα μουσικά μέτρα, τρεις κινήσεις σε κάθε μουσικό μέτρο. Παραλλαγές πραγματοποιεί ο πρώτος και είναι συνήθως στροφές και καθίσματα. Αντιπροσωπευτικό τραγούδι είναι : «ο Κεχαγιάς», γνωστός χορός και της Λήμνου που χορεύεται όμως κυρίως από άνδρες ελεύθερα χωρίς να πιάνονται και με διαφορετικό χορευτικό μοτίβο.

Συρτός νησιώτικος: επίσης απ’ τους βασικούς χορούς του τοπικού ρεπερτορίου που χορεύεται σε όλες τις περιστάσεις (γάμους, γλέντια, πανηγύρια), σε δίσημο ρυθμό 2/4. Χορεύεται σε ανοιχτό κύκλο από άνδρες και γυναίκες με κράτημα των χεριών από τις παλάμες με λυγισμένους τους αγκώνες. Το χορευτικό μοτίβο περιλαμβάνει δώδεκα κινήσεις που εκτελούνται σε τέσσερα μουσικά μέτρα, τρεις κινήσεις σε κάθε μουσικό μέτρο. Παραλλαγές πραγματοποιεί ο πρώτος και είναι συνήθως στροφές και καθίσματα.

Καναρίνι μου γλυκό: μικτός χορός με ρυθμό 2/4, που χορεύεται σ’ όλες τις περιστάσεις σ’ ανοιχτό κύκλο και οι χορευτές πιάνονται με τα χέρια λυγισμένα στους αγκώνες. Το χορευτικό μοτίβο του είναι ως εξής : { (2) 3αράκια με μέτωπο λοξό προς τη φορά του κύκλου και άλλα (2) 3αράκια με μέτωπο στο κέντρο του κύκλου γυρίζοντας τη μια φορά προς τα δεξιά και την άλλη προς τα αριστερά}.

Κόνιαλης ή (χορός με κουτάλια): χαρακτηριστικός χορός της Καππαδοκίας σε δίσημο ρυθμό 2/4. Χορευόταν κυρίως στο γλέντι του γάμου αλλά και σ’ άλλα γλέντια. Σε ορισμένα χωριά τον χόρευαν μόνο γυναίκες σ’ άλλα μόνο άνδρες ή ακόμη άνδρας και γυναίκα μαζί. Τα βήματα του χορού συνοδεύονται από κινήσεις των χεριών που κρατούν κουτάλια δυο σε κάθε χέρι και τα χτυπούν ρυθμικά πάνω στους χρόνους της μουσικής. Ωστόσο στην Ίμβρο, που είναι αντιπροσωπευτικός χορός των αντρών και η δεξιοτεχνία του καθενός στα παλιά τα χρόνια φαινόταν στην ικανότητα του να χορέψει ακόμα και πάνω στο λαμπογυάλι, δε συμβαίνει το ίδιο. Χορεύεται σ’ όλες τις περιστάσεις με το γνωστό τραγούδι: «Η βράκα». Το χορευτικό μοτίβο περιλαμβάνει έξι κινήσεις που εκτελούνται σ’ ένα μουσικό μέτρο.

Καρσιλαμάς: χορός στρωτός, χορεύεται ζευγαρωτά και από γυναίκες και από άντρες με διαφορετικά τραγούδια- σκοπούς αναδεικνύοντας ο καθένας το ύφος και τη χάρη του ή και από έναν άνδρα και μία γυναίκα. Ο ρυθμός του χορού είναι εννιάσημος 9/8 (2+3+2+2) και το χορευτικό μοτίβο περιλαμβάνει τέσσερις κινήσεις (βήματα) που εκτελούνται σ’ ένα μουσικό μέτρο. Οι χορευτές κινούνται ελεύθερα σε σχέση πάντα με το ζευγάρι τους, άλλοτε αντικριστά, άλλοτε κάνοντας στροφές και άλλοτε αλλάζοντας θέσεις. Είναι χορός που χορεύεται σ’ όλες τις περιστάσεις.

 Ίμβρος: στην περιοχή χορευόταν από δύο άντρες οι οποίοι ήταν ο ένας απέναντι στον άλλο. Τα χέρια τους ήταν απλωμένα πλάγια στο ύψος των ώμων και με δύο δάχτυλα τον μέσο και τον αντίχειρα έκαναν μαντινάδες και κρατούσαν το χρόνο για τα βήματά τους. Ως "ελαφρύς" Καρσιλαμάς ήταν η «Καλαμιά».

Υπήρχε ακόμη και ο Χαρμάνταλης που ήταν καθαρά αντρικός χορός και ήταν «βαρύς» καρσιλαμάς. Τα χαρακτηριστικά και το χορευτικό μοτίβο του χορού είναι ίδιο μ’ αυτό του καρσιλαμά.

Πιγκί ή αλλιώς απτάλικος: αντικριστός χορός που χορεύεται κυρίως από δύο άνδρες αλλά αρκετές φορές χορεύεται και από δύο γυναίκες, σε κάθε περίσταση. Ο ρυθμός του είναι 9/8 (3+2+2+2) και έχει το ύφος του ζεϊμπέκικου. Το χορευτικό μοτίβο του χορού περιλαμβάνει έξι κινήσεις που εκτελούνται σ’ ένα μουσικό μέτρο. Τα χέρια κινούνται ελεύθερα όπως στο ζεϊμπέκικο, οι γυναίκες χορεύουν με μικρές και συγκρατημένες κινήσεις ενώ οι άνδρες κινούνται πιο ελεύθερα και πραγματοποιούν παραλλαγές που είναι συνήθως στροφές, καθίσματα και χτυπήματα των ποδιών.

Επίσης, χορεύουν το νυφκάτο μόνο την ημέρα του γάμου, που ήταν μια μορφή χασαπιάς και χορεύεται απ’ όλους με τα χέρια στους ώμους, με τη μόνη διαφορά ότι σέρνουν το χορό οι νεόνυμφοι.

Μια μαρτυρία αναφέρει για κάποιο ζωναράδικο (κι αυτό το συμπεραίνουμε από το πιάσιμο των χεριών). Ίσως να ήταν η επιρροή από τη Θράκη, αφού εκεί είναι πολύ διαδεδομένος αυτός ο χορός. Ωστόσο δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστός σ’ όλα τα χωριά της Ίμβρου.

Ίμβρος αφιέρωμα μέρος 2o : Τα χωριά και ο κοινωνικός βίος των Ιμβρίων και προυξενιά

 Ίμβρος αφιέρωμα μέρος 2o : Τα χωριά και ο κοινωνικός βίος των Ιμβρίων και προυξενιά




Τα 7 Ελληνικά χωριά της ΊΜΒΡΟΥ έτσι όπως τα βλέπουμε και στο χάρτη είναι:


-Γλυκύ

-Κάστρο

-Ευλάμπιο

-Παναγία

-Άγιοι Θεόδωροι

-Αγρίδια

-Σχοινούδι


Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΒΙΟΣ ΤΩΝ ΙΜΒΡΙΩΝ

Η ζωή στην Ίμβρο, ένα αμιγώς ελληνικό νησί στο βορειανατολικό Αιγαίο, ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τη φύση και τη θρησκεία. Ο κύκλος των εποχών εμπλουτισμένος με το ετήσιο εορτολόγιο, διανθιζόταν από ήθη, παραδόσεις, δραστηριότητες και έθιμα άμεσα συνδεδεμένα με τον τόπο και τη μακραίωνη ιστορία του, αλλά και με τις τρέχουσες ανάγκες των ανθρώπων για επιβίωση, επικοινωνία, έκφραση και ψυχαγωγία, στο πλαίσιο πάντα του προστατευτικού ιστού της

κοινότητας. Η ποικιλία και η ευρηματικότητά τους είναι αξιοθαύμαστη, όπως και ο πλούτος τους σε πληροφορίες για την καθημερινή ζωή, την οικιακή οικονομία, τις ανθρώπινες σχέσεις και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε χωριού. Χάρη σε μερικούς φωτισμένους και ιδιαίτερα προικισμένους ανθρώπους, όπως οι ιεράρχες και Διδάσκαλοι του Γένους Βαρθολομαίος Κουτλουμουσιανός ο Ίμβριος (1772-1851), Νικηφόρος Γλυκάς ο Ίμβριος (1819-1896) και Μελίτων Χατζής (1913-1989), ο καθηγητής γλωσσολογίας Νικόλαος Ανδριώτης (1906-

1976), οι δάσκαλοι Αλέξανδρος Ζαφειριάδης (1888-1956) και Κώστας Ξεινός (1913-1987), ο ζωγράφος Νίκος Παλαιόπουλος (1908-2010) και άλλοι, διασώθηκαν ενδιαφέρουσες όψεις και εκφράσεις της πολιτισμικής ταυτότητας του νησιού και των ανθρώπων του. Σε αυτές συγκαταλέγονται η λαϊκή αρχιτεκτονική, οι τοπικές ενδυμασίες, το τοπικό γλωσσικό ιδίωμα, οι μύθοι και θρύλοι, οι παραδόσεις, παροιμίες, προλήψεις και δοξασίες, τα παραμύθια, γνωμικά και αινίγματα, οι εκδοτικές δραστηριότητες, τα έθιμα της γέννησης, του γάμου και του θανάτου, τα εορταστικά ήθη και έθιμα, η μουσική, τα τραγούδια και οι χοροί, τα παιδικά παιχνίδια, οι λαϊκές τέχνες και τα παραδοσιακά επαγγέλματα, κ.ά..


Α) Προυξενιά

Στην Ίμβρο, όπως και σ’ άλλα πολλά μέρη, ο νέος κάνει πρόταση γάμου στην κοπέλα που θέλει να πάρει για γυναίκα του. Συνήθως δηλαδή η οικογένεια του νέου κάνει, με τη μεσολάβηση συγγενικού ή φιλικού προσώπου, πρόταση γάμου στους οικείους της νύφης. Δεν αποκλείεται, ωστόσο, να συμβεί και το αντίθετο, η πρόταση να γίνει από το μέρος της κοπέλας. Αυτό συνήθως γίνεται, όταν οι δύο νέοι συνδέονται μεταξύ τους αισθηματικά από πρωτύτερα. Τόσο στη μία, όσο και στην άλλη περίπτωση το πρόσωπο που μεσολαβεί μπορεί να είναι άντρας («προυξιν’τής»), μπορεί και γυναίκα («προυξινήτρα»), πράγμα που συνηθίζεται πιο πολύ. Όπως και να έχουν τα πράγματα, ο λεπτός ρόλος του μεσολαβητή, καθώς και παραπάνω έγινε λόγος, ανατίθεται σ’ ένα συγγενικό ή φιλικό των ενδιαφερομένων πρόσωπο και οπωσδήποτε σε πρόσωπο ηλικιωμένο και προικισμένο με ειδικές για την περίπτωση ικανότητες. Αφού ο προξενητής συζητήσει με τους ενδιαφερομένους το θέμα της προξενιάς και πάρει τις σχετικές οδηγίες, επισκέπτεται την οικογένεια της κοπέλας (εφόσον η πρόταση γίνεται από το μέρος του γαμπρού), συζητούν στην αρχή διάφορα θέματα άσχετα με το θέμα της προξενιάς και κατόπιν— ο προξενητής— με κατάλληλο τρόπο φέρνει το θέμα στη συζήτηση. Συνήθως κάνει την αρχή με την εξής στερεότυπη και κατά κάποιο τρόπο εισαγωγική φράση: «Συζητήσαμ’ για πουλλά πράματα, αλλά ιγώ ήρθα για άλλ’ δ’λειά». Και στη συνέχεια κάνει την πρόταση. Στο σημείο αυτό, μόλις δηλαδή κάμει την πρόταση, συνηθίζει να λέει την εξής παροιμιώδη φράση: «βάλι σκούπα και φαράσ’, η προυξινιά να μη χαλάσ’». Πιστεύουν δηλαδή ότι η σκούπα και το φαράσι έχουν την ιδιότητα να απομακρύνουν το κακό. 

Αν αυτοί στους οποίους γίνεται η πρόταση δεν την αποδέχονται, δε συμφωνούν δηλαδή για έναν οποιονδήποτε λόγο, συνήθως απαντούν ως εξής: «Σας ιφκαριστούμι κι’ απά’ (επάνω) στου κιφάλ’ μας σας έχουμ’. Ιμείς θα μ’λήξουμ’ κι πάλι θα σας πούμι» (Σας ευχαριστούμε και σας προτιμούμε με το παραπάνω, σας βάζουμε πάνω από το κεφάλι μας. Θα συζητήσουμε και θα σας απαντήσουμε). Βλέπουμε δηλαδή ότι κι’ όταν ακόμη δε συμφωνούν από την πρώτη στιγμή, δε δίνουν αμέσως την απάντηση. Ύστερα από μία δύο μέρες ο προξενητής ξαναρωτάει κάποιον από την οικογένεια στην οποία έκαμε την πρόταση και τότε δίνεται η απάντηση απευθείας και χωρίς περιστροφές, μολονότι και πάλι αρνητική : «Δεν ήνταν τυχηρό να γίν’», συνηθίζουν να λένε και συνάμα προβάλλουν κάποια δικαιολογία. Εννοείται, βέβαια, ότι σ’ αυτήν την περίπτωση ο προξενητής ποτέ δεν πηγαίνει επίσημα στο σπίτι τους. Φροντίζει να συναντήσει κάποιον ανεπίσημα, δήθεν τυχαίως (στο δρόμο, στη βρύση κτλ.). Και, φυσικά, φέρνει το θέμα στη συζήτηση με τρόπο, αφού η απάντηση είναι από πρωτύτερα γνωστή (αρνητική). Όταν ύστερα απ’ αυτά επιστρέψει ο προξενητής και ανακοινώσει στους ενδιαφερομένους την αρνητική απάντηση, το αρνητικό δηλαδή αποτέλεσμα του μεσολαβητικού του έργου, συνηθίζουν να του λένε: «άιντι σι μ’τζουρώσαν, σι πιράσαν ντ’ πιρουστιά». Πραγματικά, συνηθίζουν στις περιπτώσεις αυτές «ντου προυξιν’τή να ντου μ’τζουρών’». Όταν δηλαδή επιστρέψει και ανακοινώσει το αρνητικό αποτέλεσμα, αυτοί που τον έστειλαν να κάμει την πρόταση, προσπαθούν χωρίς να τους αντιληφθεί να του κάμουν στο πρόσωπο ένα σημάδι με «μ’τζούρα» (μαυράδα) από ένα μαυρισμένο τηγάνι, τέντζερη κτλ. («άμα δε μπουρέσ’ κανές να κάν’ ντή μπρουξινιά κι ντου καταφέρ’, ντου μ’τζουρών’. Κι’ άμα δουν κανένα μ’ζτουρουμένου ντου λεν’ : προξινιά έκαμις κι’ είσι μ’τζουρουμένους;»). Για τον άμεσα, πάλι, ενδιαφερόμενο πρόσωπο (νέο ή κοπέλα), που κάνει την πρόταση, συνηθίζουν να λένε πειραχτικά: (π.χ.) «η Γιώργους έφαγι ντή χ’λόπ’τα».

 Σχετικό είναι και το παρακάτω πειραχτικό δίστιχο: Έφαγις ντή χ’λόπ’τα μι ξύλινον κουτάλ’κι λάβι την υπουμουνή, όπους τη λάβαν κ’ άλλ’. Σχετική επίσης είναι και η εξής παροιμιώδης φράση: «Καλουφάγουτ’ η χ’λόπ’τα», που λέγεται κι’ αυτή σε τέτοιες περιπτώσεις. Συμβαίνει επίσης πολλές φορές ένας νέος να κάμει πρόταση γάμου σε μια κοπέλα και όχι μόνο να μη γίνει δεκτή, αλλά ύστερα από λίγο καιρό η κοπέλα αυτή να αρραβωνιαστεί και στη συνέχεια να παντρευτεί με κάποιον άλλο. Τότε, όσοι θέλουν να πειράξουν τον «αποτυχόντα» (συνήθως φίλοι και συνομήλικοί του) τη μέρα που παντρεύεται η κοπέλα, παίρνουν μερικά κέρατα από τα σφαχτά του γάμου και τα κρεμούν στο μάνταλο (σύρτη) της πόρτας του σπιτιού του. Το ίδιο κάνουν και για μια κοπέλα στην περίπτωση που θα αποτύχει η πρόταση γάμου προς ένα νέο. Και στη μια και στην άλλη περίπτωση, είτε δηλαδή η κοπέλα απορρίψει την πρόταση είτε ο νέος, επηρεάζονται, όπως είναι φυσικό, οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο οικογένειες. Πολλές φορές μάλιστα σε βαθμό που να ψυχραθούν. 

Ο προξενητής, εξάλλου, στην περίπτωση που θα απορρίψουν την πρόταση, για να δείξει ότι δεν πρόκειται απ’ αυτό να στεναχωρηθεί ούτε ο ίδιος ούτε αυτοί για λογαριασμό των οποίων έκαμε την πρόταση, συνήθως λέει την εξής παροιμιώδη φράση: «αρνί κιφάλ’, άλλου στου πουδάρ’», που σημαίνει: (Αν πάρουμε το κεφάλι ενός αρνιού, αν σφάξουμε ένα αρνί, μπορούμε να το αντικαταστήσουμε με άλλο). Δεν πάει να πει δηλαδή ότι αυτό ήταν και δεν μπορούμε να βρούμε άλλο. Τέλος, συνηθίζουν σ’ αυτές τις περιπτώσεις να λένε και τις εξής φράσεις: «άμα δε θέλ’τς ισύ, άλλους θα νέρθ’» και: «σκαμνιού πουδάρ’ λυγίτικου, άλλου κυπαρισσίτικου», που σημαίνει: (Αν έσπασε το πόδι ενός σκαμνιού καμωμένου από λυγαριά (λυγιά = λυγαριά), μπορούμε στη θέση του να βάλουμε άλλο και μάλιστα από κυπαρίσσι, δηλαδή πολύ καλύτερο). Όλες αυτές οι παροιμιώδεις φράσεις και προπάντων η πρώτη και η τρίτη με την αλληγορική τους σημασία κρύβουν ασφαλώς πολύ εγωισμό και λέγονται για να μετριάσουν την προσβολή από την απόρριψη της πρότασης. Αν αυτοί στους οποίους γίνεται η πρόταση συμφωνούν από την πρώτη στιγμή, συνήθως απαντούν στον προξενητή ως εξής: «ίς Αλάχ, Θιός να δώσ’ να μη χαλάσ’. Άμα είνι τυχηρό, θα γίν’ κι’ άμα δεν είνι, θα χαλάσ’. Αλλά ιδώ απ’ τα είπαμ’ όσα είπαμ’, ιδώ να μείν’». Και συνήθως προσθέτουν: «ισείς άμα θέλτι ένα, ιμείς θέλουμ’ δέκα». Λένε δε όλα τα παραπάνω από τη μια για να δείξουν, ότι συμφωνούν πάνω στην πρόταση που τους έγινε κι’ από την άλλη για να αποτρέψουν κάθε κακή ενέργεια τρίτου προσώπου, που είναι δυνατό καμιά φορά να δυσαρεστηθεί από το συνοικέσιο αυτό και να θελήσει να το διαλύσει. Γι’ αυτό και φροντίζουν τις πρώτες μέρες, ώσπου να επισημοποιηθεί, να το κρατήσουν μυστικό. Υπάρχει πάντα φόβος να μπει κάποιος στη μέση και να χαλάσει την προξενιά. 

Πολλές φορές, πάλι, συμβαίνει να συμφωνούν οι πιο πολλοί από τους οικείους των μελλονύμφων, καθώς και οι ίδιοι οι μελλόνυμφοι, να διαφωνεί όμως ο πατέρας του κοριτσιού ή του νέου. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις η προξενιά συνήθως πετυχαίνει. Γι’ αυτό και συνηθίζουν να λένε: «σα θέλ’ η νύφη κι’ η γαμπρός, τύφλα να ‘χ’ η πιθιρός», φράση γνωστή κι’ απ’ άλλα μέρη της πατρίδας μας. Από την ώρα που οι δυο πλευρές θα συμφωνήσουν μεταξύ τους, μπορούν οι μελλόνυμφοι να κυκλοφορούν μαζί, συνοδευόμενοι πάντοτε απαραίτητα από ένα αγοράκι ή κοριτσάκι του συγγενικού τους περιβάλλοντος. Αν, λοιπόν, ο προξενητής κάμει την πρόταση και γίνει δεκτή, ακολουθεί συζήτηση σε γενικές γραμμές για την προίκα. Γιατί, μολονότι οι λεπτομέρειες γι’ αυτό το θέμα θα συζητηθούν από τους γονείς των μελλονύμφων σε ειδική συνάντηση, συνηθίζεται να γίνεται λόγος και κατά την πρώτη αυτή επίσκεψη του προξενητή κι προπάντων όταν το στέλνει η οικογένεια της κοπέλας που διαθέτει μεγάλη προίκα. Σ’ αυτές μάλιστα τις περιπτώσεις ο προξενητής προσπαθεί με κάθε τρόπο ιδιαίτερα να τονίσει το τι διαθέτει για προίκα η υποψήφια νύφη, για να τους επηρεάσει με τα «τάματα» και να αποδεχτούν την πρόταση. Όπως και να έχουν τα πράγματα, αν η πρόταση γίνει αποδεκτή, ύστερα από μερικές μέρες συναντιούνται οι γονείς των μελλονύμφων, οι συμπέθεροι «του ζ’μπιθιρουλόϊ»_-συνήθως στο σπίτι της κοπέλας - και συζητούν με κάθε λεπτομέρεια για τα «τάματα», για το τι δηλαδή θα τάξουν, θα υποσχεθούν να δώσουν οι γονείς της κοπέλας στους μελλονύμφους. 

Επειδή δε πολλές φορές τα «τάματα» είναι πολύ δελεαστικά και επειδή όχι λίγες φορές παντρεύονται κοπέλες πολύ άσχημες μόνο και μόνο γιατί διαθέτουν μεγάλη προίκα, συνηθίζουν στις περιπτώσεις αυτές να λένε την εξής παροιμιώδη φράση: «οι προίκις κι τα τάματα παντρεύουν τα φαντάματα» (δηλ. οι μεγάλες προίκες και οι πολλές υποσχέσεις παντρεύουν και τις πολύ άσχημες ακόμη κοπέλες). Τη φράση αυτή συνηθίζουν να τη λένε οι οικείοι μιας κοπέλας, που έκαμε πρόταση γάμου σ’ ένα νέο κι’ εκείνος την απέρριψε, επειδή η υποψήφια δε διέθετε αξιόλογη προίκα. Μ’ αυτόν τον τρόπο μετριάζουν κατά κάποιο τρόπο την προσβολή από την απόρριψη της προτάσεως, αφού, σύμφωνα με τη φράση, η απόρριψη οφείλεται όχι σε λόγους ηθικής, τιμής, ομορφιάς, αλλά στο ότι η υποψήφια δε διέθετε μεγάλη προίκα, πράγμα δηλαδή δευτερεύον, χωρίς ιδιαίτερη σημασία, χωρίς ηθικό βάρος. Συνηθίζουν επίσης να λένε πολύ αυτή η φράση συγγενικά πρόσωπα — κυρίως η μάνα — μιας κοπέλας, που μολονότι είναι όμορφη, δεν μπορεί να παντρευτεί, γιατί δε διαθέτει προίκα, ενώ αντίθετα άλλες παντρεύονται μολονότι πολύ άσχημες.

Η κατάλληλη για γάμο ηλικία…

Οι νέοι στην Ίμβρο παντρεύονται συνήθως από τα 22 ως τα 25 χρόνια. Είναι όμως δυνατό να παντρευτούν και σε μεγαλύτερη ηλικία, σπάνια όμως πριν από τα 22 χρόνια. Οι κοπέλες σε σύγκριση με τους άντρες παντρεύονται κατά κανόνα σε μικρότερη ηλικία συνήθως αφού συμπληρώσουν τα 17 τους χρόνια. Επειδή, όταν περάσει κάπως η ηλικία μιας κοπέλας, δύσκολα μπορεί να παντρευτεί, στις διάφορες γιορτές και προπάντων το Πάσχα οι κάπως περασμένες στην ηλικία φροντίζουν να περιποιηθούν πιο πολύ τον εαυτό τους, ώστε να ξεγελάσουν κανένα νέο. Ο λαός όμως με το θυμόσοφο πνεύμα που το διακρίνει αποτρέπει τους νέους να διαλέγουν «νύφες» κατά το Πάσχα, και, φυσικά, και κατά τις άλλες μεγάλες γιορτές με το εξής παραινετικό δίστιχο: «Ντού Μα’ λουγου μη λιμπιστείς κι τη Λαμπρή γυναίκα κι’ αν είνι ικατό χρουνώ, σι λέν’ πώς είνι δέκα». (Το Μάιο άλογο μη λιμπιστείς, μη ποθήσεις). Γιατί, όπως εύκολα μπορείς να γελαστείς το Μάιο στην εκτίμηση της ηλικίας ενός αλόγου, αφού, όπως είναι γνωστό, την εποχή αυτή και τα πιο αδύνατα και πιο μεγάλα στην ηλικία ζώα καλοτρέφονται και φαίνονται μικρότερα και γερά, έτσι και το Πάσχα (και κάθε μεγάλη γιορτή) εύκολα μπορείς να πέσεις έξω στην εκτίμηση της ηλικίας μιας κοπέλας, αφού τέτοιες γιορτερές μέρες όλες τους στολίζονται και περιποιούνται τον εαυτό τους με το παραπάνω και οπωσδήποτε φαίνονται πολύ πιο μικρές απ’ ότι είναι στην πραγματικότητα. 

 Δώρα στον προξενητή

Αν ο προξενητής κατορθώσει να φέρει σε πέρας την αποστολή του, συνηθίζουν να του δίνουν δώρα. Η νύφη δίνει δώρο στον προξενητή, είτε από το μέρος της γίνεται η πρόταση είτε από το μέρος του γαμπρού. Οπωσδήποτε όμως η ηθική αυτή υποχρέωση είναι μεγαλύτερη, όταν η πρόταση γίνεται από το μέρος της. Ο γαμπρός στέλνει δώρο στον προξενητή, όταν η πρόταση γίνεται απ’ αυτόν. Όταν όμως την πρόταση την κάνει η κοπέλα, μπορεί να κάμει μπορεί και να μην κάνει δώρο. Τα δώρα και στη μια και στην άλλη περίπτωση, είτε δηλαδή προέρχονται από το γαμπρό είτε από τη νύφη, είναι συνήθως ίδια: Ένα κουστούμι, ένα υποκάμισο ή κάτι παρόμοιο, όταν ό προξενητής είναι άντρας, ένα φουστάνι, ένα ζευγάρι παντόφλες ή κάτι παρόμοιο, όταν ο προξενητής είναι γυναίκα. Οπωσδήποτε δηλαδή κάτι που να φοριέται (ενδύματα ή υποδήματα).