...Ο Νόστος Γαλατσίου Λαογραφικός & Χορευτικός Όμιλος σας εύχεται Καλή Σαρακοστή

Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2022

 

 

Παροιμίες με ονόματα

Της Κατερίνας Βοτζάκη

 


 

 

 

Υπάρχουν πολλές παροιμίες με ονόματα και αναφέρουμε μερικές:

 

  Σαρανταπέντε Γιάννηδες ενός κοκόρου γνώση.

Η συνηθέστερη παροιμία απ' όσες διασύρουν τους Γιάννηδες, που αναφέρει και έναν μύθο κεφαλονίτικο για 45 Γιάννηδες που πνίγηκαν προσπαθώντας να ξεριζώσουν ένα δέντρο.

 

  Όχι Γιάννης, Γιαννάκης.

Τη λέμε όταν κάποιος προσπαθεί να παραστήσει ως διαφορετικά μεταξύ τους δυο πράγματα ομοιότατα ή όταν κάποιος λεπτολογεί και επιχειρεί να επιφέρει μεταβολές ασήμαντες. Στη Μάνη συνηθιζόταν να υπάρχουν αδέρφια με τ' όνομα Γιάννης ο ένας και Γιαννάκης ο άλλος, οπότε όταν ένας Γιαννάκης παρουσιάστηκε στο στρατό και τον είπαν Γιάννη, απάντησε έτσι. Όμως η έκφραση είναι πανελλήνια και πιθανότατα πριν από το νεοελληνικό κράτος.

 

  Τι κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω.

Για αυτούς που απαντούν άλλα αντ' άλλων, σαν υπόδειγμα ασυνάρτητης συζήτησης. Μερικοί το συνεχίζουν: Κι η συντέκνισσά σου; Εφτά μετρήματα χωρεί.

 

  Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει.

Για όσους στα λόγια φροντίζουν για το κοινό καλό, ενώ στην πραγματικότητα κοιτάζουν το δικό τους συμφέρον.

 

  Τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα.

Για κάποιον που παραμένει στην ίδια (κακή ή μέτρια) κατάσταση.

 

  Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τον εβγάλαμε.

Για όσους προαναγγέλλουν και προεξοφλούν μελλοντικά σχέδια βασισμένοι σε αβέβαιες προσδοκίες.

 

  Πότε ο Γιάννης δεν μπορεί, πότε ο κώλος του πονεί.

Για τους φιλάσθενους ή για όσους προφασίζονται ασθένεια.

 

  Να σε κάψω Γιάννη, να σ' αλείψω μέλι (ή λάδι• προσθέτουν μερικοί: να γιάνει).

Τη λέμε σε κάποιον που μας παρηγορεί ή προσπαθεί να μας περιθάλψει ενώ ο ίδιος έχει προκαλέσει το κακό που πάθαμε.

 

  Φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη.

Σε μια αντιπαράθεση όπου ο φόβος είναι αμοιβαίος• λέγεται συχνά σε ποδοσφαιρικούς αγώνες, όταν καμιά ομάδα δεν ανοίγεται.

 

  Σπίτι χωρίς Γιάννη, προκοπή δεν κάνει.

Απάντηση στον αντιγιαννισμό άλλων εκφράσεων. Ο Πολίτης έχει κι άλλες «φιλογιαννικές» παροιμίες, που δεν είναι τόσο γνωστές, όπως όπου Γιάννης και του Θεού η χάρη.

 

    Κόψε ξύλο κάμε Αντώνη κι από πλάτανο Μανώλη κι αν ρωτάς και για τον Γιάννη, ότι ξύλο κόψεις κάνει.

Η παροιμία υπάρχει σε πάρα πολλές παραλλαγές συχνά με άλλα ονόματα στο πρώτο δίστιχο• χλευάζει τους Γιάννηδες που τους παρομοιάζει με κούτσουρα, αλλά δεν νομίζω να λέγεται και τόσο πολύ σήμερα.

 

Μετά τον καταιγισμό των Γιάννηδων, τα υπόλοιπα ονόματα φαντάζουν φτωχοί συγγενείς. Και άλλα ονόματα είναι συχνά, αλλά έχουν ελάχιστες ή και καμία δικιά τους παροιμία.

 

Για παράδειγμα, για τον Γιώργο, που είναι επίσης κοινότατο όνομα, η μοναδική παροιμία που λέγεται είναι το όπου Γιώργος και μάλαμα, που μάλιστα πρέπει να είναι πρόσφατη παραλλαγή, γεννημένη από το τραγούδι του (Γιώργου) Μητσάκη.

 

Για τον Δημήτρη δεν έχω τίποτε, εκτός από το τα έκαναν τάτσι μίτσι κότσι, που λέγεται για όσους ενεργούν προσυνεννοημένα για να εξαπατήσουν κάποιον ή να πετύχουν αθέμιτο σκοπό, όπου τα ονόματα είναι αρβανίτικα υποκοριστικά (Τάτσης, Μήτσης και Κώτσης). Νομίζω ότι και το τον έπιασαν Κώτσο αναφέρεται σε κάποιον που τον έλεγαν Κώστα, και όχι στον κότσο. Μια όχι πολύ γνωστή παροιμία, πιο σωστά παροιμιόμυθο, για τον Κώστα:

Και παπάς έγινες Κώστα; Έτσι τα 'φερε η κατάρα. Παροιμιώδες βέβαια είναι και το «ελιά ελιά και Κώτσο βασιλιά».

 

Αλλά και το  όνομα, Νίκος, παροιμία δικιά του σχεδόν δεν έχει. Λέω «σχεδόν» διότι υπάρχει το Τρέχα γύρευε και Νικολό καρτέρει, που είναι επέκταση της απλής «τρέχα γύρευε». Η ερευνητική εντιμότητα μού επιβάλλει να αναφέρω και μια λεσβιακή παροιμία, όχι πολύ γνωστή, που τη λέμε σε κάποιον ενοχλητικό για να διακόψουμε τη συζήτηση μαζί του: Μίλα με τον Νικολή που έχει την άδεια την πολλή.

 

Ο Βασίλης έχει μια δικιά του ωραία παροιμία: Όσον καιρό θερίζαμε, Βασίλη κυρ Βασίλη, και σαν αποθερίσαμε «Ποιος είσαι, βρε κασίδη;» που λέγεται όταν κάποιος μας κάνει ένα σωρό τσιριμόνιες μέχρι να του κάνουμε το χατίρι και μετά μας ξεχνάει και άλλη μια: όπου τάβλα και μαντήλι και καλώς τον κυρ Βασίλη, που δεν είναι καθόλου γνωστή -αλλά πολύ γνωστότερο είναι το θηλυκό της αντίστοιχο: όπου γάμος και χαρά κι η Βασίλω πρώτη.

 

Για τον Θωμά : Είναι άπιστος Θωμάς λέει η έκφραση, κατευθείαν από την ευαγγελική αφήγηση, που λέγεται για τους υπερβολικά δύσπιστους.

 

Ο Μανώλης (που τον είδαμε παραπάνω στην παροιμία με τα ξύλα), έχει και ολόδική του πασίγνωστη παροιμία: άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα αλλιώς, για όσους προσποιούνται ότι μεταβάλλουν τακτική ενώ στην ουσία τίποτε δεν αλλάζουν και για κάθε (συχνά πολιτική) μεταβολή που δεν βελτιώνει την κατάσταση.

 

Την ομοιοκαταληξία εκμεταλλεύεται και η χέσε μέσα Πολυχρόνη που δεν γίναμε ευζώνοι, όπως και η όπως του φανεί του λωλοΣτεφανή, που τελευταία έχει γίνει της μόδας, καθώς και η με λένε Ρίζο κι όπως θέλω τα γυρίζω.

 

Για τον Μιχάλη υπάρχει η φράση Χρωστάει του Μιχάλη που είναι παραλλαγή (ίσως και η αρχική μορφή) της πολύ γνωστότερης χρωστάει της Μιχαλούς. Μιχάλη έλεγαν στη Θράκη τον ελαφρόμυαλο. Ωστόσο, υπάρχει για τον Μιχάλη και μια μισοξεχασμένη παροιμία, κρητική, που τη βρίσκω πολύ παραστατική: χωστά χωστά τον έκαμε ο Μιχελής το γάμο, γιατί ήταν λίγα τα ψωμιά και το χωριό μεγάλο.

 

Κάποιες παροιμίες εκμεταλλεύονται την ετυμολογία του ονόματος που χρησιμοποιούν. Παράδειγμα: ο Γρηγόρης εγρηγόρει κι ο Μελέτης εμελέτα, κι ο Γρηγόρης τηνε πήρε του Μελέτη τη γυναίκα.

Υπάρχουν και παροιμίες με ολόκληρες  φράσεις που αποδίδονται σε κάποιο πρόσωπο. Εκεί, όπως είναι αναμενόμενο, υπάρχουν κάμποσες με ονόματα, όπως μου 'πε ο μπάρμπας μου ο Σταμάτης, όντες μ' είχες ας μ' εκράτεις ή Μα το ναι, σου λέω αλήθεια, που είπε η ψευτρού η Χαρίκλεια.

 

Λιγοστές είναι οι παροιμίες και εκφράσεις με γυναικεία ονόματα και σχεδόν μονοπωλούνται από τη Μαρία, που είναι το γυναικείο αντίστοιχο του Γιάννη. Έχουμε λοιπόν: και η κουτσή Μαρία που λέγεται για κάτι που το έχουν, το κάνουν ή το μπορούν ακόμα και οι πιο παρακατιανοί και περιφρονημένοι. Το κάνει την οσία Μαρία για όσους το παίζουν άγιοι ενώ είναι ακριβώς το αντίθετο. Τα δυο συχνότερα ονόματα, αντρικό και γυναικείο, συνδυάζονται στην παροιμία άλλη καμιά δεν γέννησε, μόν' η Μαριά τον Γιάννη, που ειρωνεύεται τις μανάδες που μόνο για το δικό τους παιδί μιλούν και αγωνιούν. Τέλος, Τα 'χεν η Μαριά στο νου της, τα 'βλεπε και στ' όνειρό της, ψυχαναλυτικά σωστή.

 

Πέρα απ' αυτό, έχουμε από γυναίκες τα κουμπιά της Αλέξαινας, που λέγεται για απρόβλεπτες δυσκολίες, αν και εδώ το όνομα είναι του άντρα μάλλον, καθώς και τα νέα της Αλεξάντρας, που δεν είναι βέβαια παροιμία αλλά τραγούδι, αρκούντως παροιμιώδες.

 

Έχουμε και μια παροιμία χωρίς να είναι βέβαιο αν αναφέρεται σε γυναίκα ή σε άντρα: Θα σου δείξω εγώ Ζαμπέτα, πώς την παίζουν την τρουμπέτα. Πρόκειται, λέει, για παιγνιώδη απειλητική φράση, αλλά δεν ξέρουμε αν απευθύνεται στην ή στον Ζαμπέτα.

 

Στοιχεία απο το ίντερνετ.

 

Πηγή: rethemnosnews.gr

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2022

 

 

Αυγερινός και Πούλια: Θρύλοι και Μύθοι από τη Λαϊκή Παράδοση

Από τον Σταύρο Βαλτά

 


 

Νύχτα καλοκαιριού, όσο και να θέλεις να το αποφύγεις, το μάτι ατενίζει τον έναστρο ουρανό και η ψυχή σου ηρεμεί.

 

 

Η Πούλια και ο Αυγερινός. Το Άστρο και το Φεγγάρι … Αναμφίβολα, είναι τα πιο γνωστά αστρικά αντικείμενα στον νυχτερινό ουρανό, όμως ποια είναι η σχέση μεταξύ τους και τι ακριβώς είναι το καθένα; Εξαιρώντας το φεγγάρι, σε ότι αφορά την Πούλια, τον Αυγερινό και τον Αποσπερίτη, επικρατεί σύγχυση στους περισσότερους ενώ σε άλλους το θέμα παραμένει παντελώς άγνωστο.

 

Αν προσθέσουμε δε, ότι το παλαιότερο όνομα της Αγιάσου Λέσβου (Οθωμανικά κατάστιχα Tapu Tahrir Defter του έτους 1548 ) ήταν Αυγερινός, η σύγχυση επεκτείνεται ακόμα περισσότερο!

 

Πούλια είναι η δημώδης ονομασία του αστρικού σμήνους των Πλειάδων.

Η Πούλια αποτελεί πολύ σημαντικό αντικείμενο στον ουρανό, επειδή από τη θέση της προσδιόριζαν οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι την ώρα κατά τη νύχτα και έτσι κανόνιζαν τις ασχολίες τους, που άρχιζαν με το χάραμα της ημέρας.

 

Μια από τις δραστηριότητες που τέλειωναν με το χάραγμα της ημέρας, είναι το μάζεμα των φύλλων του φυτού καπνός, «κίρντισμα», όπως ονομαζότανε στη Καλλονή της Λέσβου. Εφιάλτης ήταν για τους απασχολούμενους με την καλλιέργεια αυτή, η θέση της Πούλιας στον ουρανό. Οι καλλιεργητές με τους εργάτες, επιτάχυναν, να προλάβουν να μαζέψουν τα φύλλα του φυτού νωπά, πριν ξημερώσει. Η ανατολή της Πούλιας τις πρώτες πρωινές ώρες κατά το τέλος του Μαΐου καθώς και η δύση της τον Νοέμβριο, κατά τη φθινοπωρινή σπορά, αποτελούν σταθμούς για τις γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες.

 

Από τις παρατηρήσεις των γεωργών και των κτηνοτρόφων δόθηκε συνάφεια με τις εποχές, από όπου και η γνωστή παροιμία:

«Όταν η Πούλια βασιλεύει, ο καλός ο ζευγολάτης αποσπέρνει, κι ούτε τσοπάνος στα βουνά, κι ούτε ζευγάς στους κάμπους».

 

Χαρακτηριστικές είναι επίσης και οι εκφράσεις: «Άμα σκάσει η Πούλια» ή «μέχρι να πέσει η Πούλια στη θάλασσα».

 

Στο σμήνος των Πλειάδων διακρίνονται εύκολα, με γυμνό μάτι έξι λαμπρά αστέρια, καθώς και ένα έβδομο λιγότερο φωτεινό. Άνθρωποι όμως με οξεία όραση, μπορούν να διακρίνουν μέχρι και 12 αστέρια στο σμήνος αυτό.

 

Σε λαϊκές διηγήσεις, η Πούλια παρουσιάζεται σαν εφτά αδερφές, ή σαν κλώσα με τα εφτά κλωσόπουλα. Ήσαν τον παλαιό καιρό εφτά αδερφάδες και τη μία από δαύτες την σκότωσαν οι άλλες. Έγιναν όλες άστρα και όλα μαζί είναι η Πούλια. Γι’ αυτό το ένα από τα εφτά άστρα της Πούλιας δε φαίνεται τόσο καλά. Αυτή η εκδοχή μας παραπέμπει στη γνωστή από τη μυθολογία ιστορία: Απ’ τις εφτά αδελφές, κόρες του Ατλάντα και της Πλειώνης (ή της βασίλισσας των Αμαζόνων). Η μια, η Μερόπη, έγινε γυναίκα του θνητού Σίσυφου. Αυτή είναι το έβδομο αστέρι της Πλειάδας, που δεν φαίνεται καλά.

 

Σε μια άλλη εκδοχή, η Πούλια ήταν κλώσα με τα κλωσόπουλά της κι έγιναν αστέρια. Μονάχα τα έξι της έζησαν και γι’ αυτό έξι αστέρια στην Πούλια φαίνονται καλά. Καμιά φορά κατεβαίνει στη γη μ’ όλη της τη φωλιά. Τότε γίνεται πολύς κρότος και ταραχή όταν κατεβαίνει και αλίμονο σ’ εκείνον που τη βρει μπροστά της εκείνη τη στιγμή.

 

Οι αρχαίοι φαντάζονταν τις Πλειάδες σαν περιστέρια, ενώ στα λαϊκά παραμύθια η Πούλια είναι αδελφή του ήλιου και του φεγγαριού και βασίλισσα των πουλιών. Στην πραγματικότητα η Πούλια είναι ένα σχετικά νεαρό σμήνος (ηλικίας περίπου 60 εκατομμυρίων ετών), με περίπου 3000 αστέρια του ίδιου φασματικού τύπου και ίδιας κίνησης. Με απλά κιάλια μπορεί να διακρίνει κανείς περίπου 30 αστέρια, ενώ με ένα μικρό τηλεσκόπιο πάνω από εκατό. Βρίσκεται σε απόσταση 410 ετών φωτός από τη Γη στον αστερισμό του Ταύρου και είναι ορατή κατά τη διάρκεια κυρίως του φθινοπώρου και του χειμώνα.

 

Ο Αυγερινός είναι το δημώδες όνομα του πλανήτη Αφροδίτη, όταν αυτή εμφανίζεται στον ουρανό κατά την αυγή. Γι’ αυτό καλείται από πολλούς και “άστρο της ημέρας”. Καλείται επίσης και Αποσπερίτης όταν εμφανίζεται μετά την δύση του ηλίου και είναι το λαμπρότερο αντικείμενο στον ουρανό αμέσως μετά τη Σελήνη. Οι αρχαίοι Έλληνες τον ονόμαζαν και Εωσφόρο ή Έσπερο.

 

Η Αφροδίτη είναι το γνωστότερο και πιο αγαπητό “άστρο” του λαού. Είναι το τελευταίο άστρο που αντικρίζει ο γεωργός ξυπνώντας το χάραμα (Αυγερινός) και το πρώτο όταν έρχεται η νύχτα, (Αποσπερίτης), όπου προμηνύει το τέλος της ημερήσιας εργασίας και την αρχή της νυχτερινής ανάπαυσης. Γι’ αυτό του έδωσε πολλές ονομασίες και τον αναφέρει σε πολλά τραγούδια, ιδίως ερωτικά.

 

Σε πολλές περιοχές της Ελλάδος στα τραγούδια του γάμου, γαμπρός χαρακτηρίζεται ο Αυγερινός και νύφη το φεγγάρι ή η Πούλια.

 

Παντρεύεται ο αυγερινός

και παίρνει το φεγγάρι,
ας είναι καλορίζικοι
με του Θεού τη χάρη (Καλλονή Λέσβου)

Παντρεύεται ο Αυγερινός
καλέ σήμερα,
την Πούλια κάνει ταίρι
και τ’ άστρα συμπεθέροι.(Ήπειρος)

 

Κατά τόπους ονομάζεται “άστρο της αυγής”, “αυγίτης” ή “ημεραστέρι” ακόμη και απλά “αστέρας” η “άστρο”.

 

Θρύλοι παραδόσεις και παραμύθια γύρω από τη γέννηση, τη θέση, την κίνηση και την συνάντηση των άστρων, όπως η ιστορία του Αυγερινού και της Πούλιας:

 

«Η Πούλια και ο Αυγερινός»

Ήταν κάποτε ένας Βασιλιάς και μια Βασίλισσα. Η ευτυχία τους μεγάλωσε, όταν απόχτησαν δυο πανέμορφα παιδιά, την Πούλια και τον Αυγερινό. Όμως σ ένα μακρινό ταξίδι χάθηκαν ο Βασιλιάς κι η Βασίλισσα και τα δυο παιδιά έμειναν ορφανά. Στο θρόνο ανέβηκε ο αδερφός του Βασιλιά, που ήταν παντρεμένος με μια άσχημη και κακιά γυναίκα. Η κακία κι η μοχθηρία της έγινε ακόμη μεγαλύτερη, όταν κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να κάνει παιδί. Έτσι λοιπόν ζήλευε και μισούσε τα δυο παιδιά. Περισσότερο ζήλευε την Πούλια που, όσο μεγάλωνε, γινόταν πανέμορφη. Μια μέρα είπε στο Βασιλιά: -Τι την θέλουμε την ανεψιά σου εδώ μέσα; Να την παντρέψουμε μακριά στα ξένα μ εκείνον τον πλούσιο γέρο Βασιλιά της μακρινής Ανατολής. -Ναι πρέπει να φύγει από ’δω μέσα όσο το δυνατό γρηγορότερα όχι μόνο αυτή, αλλά και ο αδερφός της. Φοβάμαι πως μια μέρα θα μας πάρουν το θρόνο. Αυτά της απάντησε με σκληρό βλέμμα ο Βασιλιάς. Την ώρα που συζητούσαν για τα δυο παιδιά, περνούσε απ ’το διάδρομο η παραμάνα τους. Τα είχε μεγαλώσει από μικρά. Τους άκουσε να συζητάνε για το γάμο της Πούλιας με τον άσχημο γέρο Βασιλιά της Ανατολής. Τρέχει αμέσως να το πει στον Αυγερινό.

-Πρίγκιπα μου, ο θείος κι η θεία σου θέλουν να σας διώξουν απ’ το παλάτι. Φοβούνται μήπως τους πάρετε το θρόνο. Σκοπεύουν να παντρέψουν την Πούλια μ’ ένα κακό γέρο Βασιλιά, που σκοτώνει τις γυναίκες του. Εσένα θέλουν να σε εξαφανίσουν. Άκουσε με λοιπόν. Όταν η θεία σου θα χτενίζει την αδερφή σου, άρπαξε τις κορδέλες, που δένει τα μαλλιά της. Πάρε και τη χτένα και να φύγετε αμέσως. Αν σας κυνηγήσει η θεία σας, να πετάξεις πίσω σου τις κορδέλες. Αν σας φτάσει αργότερα, να πετάξεις τη χτένα. Κι αν εξακολουθήσει να σας κυνηγάει να πετάξετε πίσω σας μια χούφτα αλάτι, που σας έχω βάλει μέσα σ’ αυτό το σακουλάκι. Ο Αυγερινός φώναξε την αδερφή του και της είπε αυτά που άκουσε η παραμάνα τους.

-Πρόσεχε, της είπε. Την ώρα που θα σε χτενίζει η θεία μας, θα σου αρπάξω τις κορδέλες.

Εσύ θα κάνεις πως με κυνηγάς. Θα βγούμε έξω απ ’το παλάτι και θα φύγουμε. Καλή μου αδερφή, δε θέλω να σε παντρέψουν στη μακρινή Ανατολή με τον κακό γέρο Βασιλιά. Η παραμάνα μας μου είπε ότι όποια γυναίκα παντρευτεί την αποκεφαλίζει. Έχει ξεκάνει μέχρι τώρα πέντε βασίλισσες!

Φοβισμένη η Πούλια έβαλε τα κλάματα και του είπε: -Αδερφέ μου, να φύγουμε αμέσως. Εκείνη την ώρα η Βασίλισσα κρατώντας τη χτένα φώναξε την Πούλια, για να την χτενίσει. Ενώ την χτένιζε, πάει ο Αυγερινός και της αρπάζει τις κορδέλες και τη χτένα. Ύστερα τα δυο αδέρφια άρχισαν να τρέχουν. Μπροστά ο Αυγερινός και πίσω η Πούλια. Καθώς έτρεχαν, η Πούλια έκανε πως τάχα ήταν θυμωμένη με τον αδερφό της και του φώναζε: -Αυγερινέ, Αυγερινέ, δώσε μου πίσω τη χτένα μου! Δώσε μου πίσω τις κορδέλες μου! Τρέχοντας και μαλώνοντας τα δυο παιδιά βγήκαν έξω απ’ τον κήπο του παλατιού. Η Βασίλισσα απ’ τον εξώστη άρχισε να τους φωνάζει υποκριτικά: -Καλά μου παιδιά, ελάτε μέσα στο παλάτι. Κι ενώ έλεγε αυτά, έβραζε απ’ το κακό της κι έτριζε οργισμένη τα δόντια της. Όμως τα δυο παιδιά είχαν πια απομακρυνθεί. Τότε η Βασίλισσα με την πανουργία της κατάλαβε ότι τα δυο παιδιά ήθελαν να φύγουν μια για πάντα απ ’το παλάτι. Άρχισε λοιπόν να τα κυνηγά.

Η Πούλια κι ο Αυγερινός, μόλις την είδαν να πλησιάζει, πέταξαν τις κορδέλες. Στη στιγμή έγινε ένας μεγάλος κάμπος. Η κακιά Βασίλισσα μόλις που διακρίνονταν σαν ένα μικρό σημάδι. Ύστερα όμως από λίγο τα έφτασε πάλι και φοβισμένος ο Αυγερινός ρίχνει τη χτένα πίσω τους. Αμέσως τότε έγινε ένα απέραντο δάσος. Για αρκετή ώρα τα παιδιά δεν την έβλεπαν. Δεν πρόλαβαν όμως να χαρούν, όταν ξαφνικά γύρισαν πίσω τους.

Την είδαν να τρέχει τρελή από το μίσος.

-Δε θα μου ξεφύγετε!

Θα σας σκοτώσω! φώναζε με θυμό. Τότε ο Αυγερινός ρίχνει το αλάτι πίσω του. Αμέσως έγινε μια απέραντη φουρτουνιασμένη θάλασσα. Στη στιγμή τεράστια κύματα κατάπιαν την κακιά Βασίλισσα, που χάθηκε για πάντα από μπροστά τους. Τα δυο αδέρφια ταλαιπωρημένα απ’ την κούραση, την πείνα και τη δίψα κάθισαν κάπου να ξαποστάσουν. Εκείνη την ώρα βλέπουν απέναντι τους μια βρύση κι ένα πάτημα βοδιού.

-Διψάω, αδερφούλα μου, θα πάω να πιω νερό, είπε ο Αυγερινός.

-Όχι! μην πιεις, θα γίνεις βόδι! Πάνε πιο κάτω και βρίσκουν μια γούρνα και δίπλα της ένα πάτημα αρνιού.

-Διψάω, αδερφούλα μου, δεν αντέχω άλλο. Θα πεθάνω απ ’τη δίψα! -Όχι! όχι! φώναζε σπαρακτικά η Πούλια, θα γίνεις αρνί! Ο Αυγερινός όμως δεν άκουσε.

Σκύβει, πίνει νερό και γίνεται αμέσως αρνί. Τότε η Πούλια τον σφιχταγκάλιασε κι έβαλε τα κλάματα.

-Αλίμονο! αδερφούλη μου. Γιατί δε μ’ άκουσες;

Έκλαψε για πολλή ώρα. Πεινασμένη καθώς ήταν, ανέβηκε πάνω σε μια μηλιά, που ήταν δίπλα στη γούρνα. Ενώ έκοβε μήλα, για να φάει, φάνηκαν από μακριά τρεις μεγαλόπρεποι καβαλάρηδες. Ο ένας έμοιαζε για βασιλόπουλο κι οι άλλοι δυο για αυλικοί του. Σταμάτησαν στη γούρνα κι άρχισαν να ποτίζουν τα ’άλογα τους. Καθώς το βασιλόπουλο πότιζε τα ’άλογο του, βλέπει να καθρεφτίζεται μέσα στα νερά μια όμορφη κοπέλα.

-Τι όμορφη κοπέλα! Νεράιδα θα ’ναι! είπε έκπληκτος. Ψάχνει ολόγυρα να δει πού βρισκόταν αυτή η γλυκιά μορφή. Σε μια στιγμή σηκώνει το βλέμμα του προς τη μηλιά. Βλέπει την Πούλια και της φωνάζει.

-Κατέβα απ’ τη μηλιά, ωραία κόρη. Πες μου γιατί είσαι μόνη σ’ αυτές τις ερημιές;

-Δεν κατεβαίνω, του απάντησε φοβισμένη η Πούλια. Το βασιλόπουλο προσπαθούσε να την πείσει, αλλά η Πούλια δεν κατέβαινε. Αφού το βασιλόπουλο δεν κατάφερε τίποτε, διατάζει τους αυλικούς του να πιάσουν το αρνί και ν ’ανεβούν στ ’άλογα, για να φύγουν.

Τότε η Πούλια τους φώναξε σπαρακτικά:

-Μη μου παίρνετε τ’ αρνάκι μου, τον αγαπημένο μου αδερφό!

Το βασιλόπουλο γύρισε πίσω και πήρε στην αγκαλιά του την Πούλια. Την έβαλε στ’ άλογο του και κάλπασαν μακριά. Στο δρόμο η Πούλια διηγήθηκε κλαίγοντας στο βασιλόπουλο τι βάσανα και ταλαιπωρίες πέρασε. Όταν έφτασαν στο παλάτι το βασιλόπουλο είπε στους γονείς του ότι βρήκε τη γυναίκα που ήθελε να παντρευτεί. Ο γάμος έγινε στο παλάτι με μεγάλη λαμπρότητα. Δυστυχώς όμως η Βασίλισσα μητέρα ζήλευε τη νύφη της Πούλια και μισούσε το αρνάκι.

Μια μέρα ο γέρο Βασιλιάς με το βασιλόπουλο έλειπαν σ’ ένα μακρινό ταξίδι.

Καθώς η Πούλια ήταν με το αρνάκι της στον κήπο, πάει κρυφά πίσω απ’ τις φυλλωσιές η Βασίλισσα και την ρίχνει στο πηγάδι. Μετά από μια βδομάδα επιστρέφει ο Βασιλιάς με το βασιλόπουλο, που ρωτάει τη μάνα του:

-Μάνα, πού είναι η Πούλια;

-Δεν ξέρω, παιδί μου, μπορεί και να ’χει φύγει απ ’το παλάτι.

Εκείνη την ώρα το αρνάκι βέλαξε:

-Μπε μπε, η Βασίλισσα την έριξε στο πηγάδι. Πάει το βασιλόπουλο και βγάζει την Πούλια απ ’το πηγάδι. Θυμώνει η Βασίλισσα και διατάζει να σφάξουν το αρνί και να το φάνε. Με τις πρώτες σταγόνες αίματος το αρνάκι έγινε ξανά το όμορφο παλικάρι, ο Αυγερινός!

Τη στιγμή εκείνη δέκα περιστέρια φτερούγισαν γύρω απ’ τα δυο βασανισμένα αδέρφια.

Ένωσαν τις φτερούγες τους και τα πήραν πάνω τους!

Ενώ πετούσαν ψηλά προς τον ουρανό, η Πούλια φώναξε:

Έχε γεια, καλό μου βασιλόπουλο. Φεύγω με τον αγαπημένο μου αδερφό από τη γη, που τόσες πίκρες μας έδωσε. Θα ζήσουμε για πάντα στον ουρανό.

 

Εκείνη την ώρα σκοτείνιασε. Η νύχτα έριξε τα μαύρα της πέπλα στη γη και τ ’αστέρια φώτισαν τον ουρανό. Τα δυο αδέρφια έγιναν αστέρια τ ’ουρανού. Από τότε λάμπουν από κει ψηλά. Είναι τα δυο αδέρφια του παραμυθιού μας, η Πούλια κι ο Αυγερινός.

 

Το παραπάνω παραμύθι συναντάται σε πολλά μέρη της Ελλάδας (Ήπειρος, Στερεά Ελλάδα, νησιά Αιγαίου) και έχει γνωρίσει δεκάδες παραλλαγές (αντί να είναι θεία τους η βασίλισσα να είναι μητριά τους, αντί αρνί ελάφι, αντί αδέλφια ερωτευμένοι). Η πορεία του στο χρόνο μεγάλη, σε μια Ελλάδα ανθρώπινη, αληθινή. Τότε που γιαγιάδες και παραμυθάδες έδιναν με τις ιστορίες τους εξήγηση στα φαινόμενα της φύσης , στα μαγικά μυστικά αυτού του κόσμου.

Τότε που τα παραμύθια έστρεφαν τα βλέμματα των παιδιών ψηλά στον ουρανό για να ακολουθήσουν τον δρόμο των αστεριών.

 

Πηγή: neologosattikis.gr