...Ο Νόστος Γαλατσίου Λαογραφικός & Χορευτικός Όμιλος σας εύχεται Καλή Σαρακοστή

Λαογραφική παράδοση 2018

                         Τα έθιμα των Χριστουγέννων στην Ελλάδα


Χριστούγεννα: Ημέρες χαράς και γιορτής. Τα σπίτια και οι πόλεις φορούν τα γιορτινά τους, αποκτώντας φως και χρώμα, ενώ οι κουζίνες πλημμυρίζουν από αρώματα παραδοσιακών εδεσμάτων.

Πολλά από τα έθιμα αντικατοπτρίζουν τις αγωνίες των ανθρώπων της υπαίθρου, των γεωργών και των κτηνοτρόφων. Το «καλές γιορτές» και το «χρόνια πολλά» αντηχούν σε κάθε σημείο συνάντησης, ενώ οι ήχοι από τα τρίγωνα και τα κάλαντα των παιδιών δονούν με χαρούμενες νότες την ατμόσφαιρα.

Με δεκάδες έθιμα, που παντρεύουν τις χριστιανικές παραδόσεις με τα αρχαιοελληνικά ήθη, οι κάτοικοι της χώρας τιμούν μια από τις σημαντικότερες θρησκευτικές γιορτές, λίγες ημέρες πριν από την έλευση της νέας χρονιάς.

Μάλιστα πολλά από αυτά τα έθιμα αντικατοπτρίζουν τις αγωνίες των ανθρώπων της υπαίθρου, των γεωργών και των κτηνοτρόφων.


Σας βάζουμε στο κλίμα των ημερών, παρουσιάζοντάς σας μερικά μόνο από τα ελληνικά έθιμα:

Το χριστόψωμο

Το «ψωμί του Χριστού» ζυμώνεται την παραμονή των Χριστουγέννων με ιδιαίτερη ευλάβεια. Απαραίτητο στολίδι του είναι ο χαραγμένος σταυρός.
Ανήμερα των Χριστουγέννων ο νοικοκύρης του σπιτιού παίρνει το χριστόψωμο, το σταυρώνει, το κόβει και το μοιράζει σε όλους όσοι παρευρίσκονται στο τραπέζι, σαν συμβολισμό της Θείας Κοινωνίας, όπου ο Χριστός έδωσε τον Άρτο σε όλη την ανθρώπινη οικογένειά του.


Στην Κεφαλλονιά

Όλη η οικογένεια συγκεντρώνεται στο σπίτι του πιο ηλικιωμένου μέλους της. Στο πάτωμα τοποθετούν τρία δαυλιά χιαστί και πάνω τους την «κουλούρα».
Όλοι κάνουν έναν κύκλο γύρω ακουμπώντας ο καθένας με το δεξί του χέρι την κουλούρα. Ύστερα ο νοικοκύρης ψάλλει το «Η γέννησίς σου, Χριστέ ο Θεός ημών…», ρίχνει λάδι στα δαυλιά και τους βάζει φωτιά. Μετά κόβει την κουλούρα, τη μοιράζει και δειπνούν όλοι μαζί.


Στην Κρήτη

Το χριστόψωμο το παρασκευάζουν οι γυναίκες με ιδιαίτερη φροντίδα και υπομονή. Χρησιμοποιούν ακριβά υλικά, ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι, ροδόνερο, μέλι, σουσάμι, κανέλα, γαρίφαλα, και καθώς ζυμώνουν λένε: «Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει».
Όταν πλάσουν το ζυμάρι, παίρνουν τη μισή ζύμη και φτιάχνουν μια κουλούρα, ενώ με την υπόλοιπη φτιάχνουν ένα σταυρό με λωρίδες και τον τοποθετούν πάνω στο ψωμί. Στο κέντρο βάζουν ένα άσπαστο καρύδι και στην υπόλοιπη επιφάνεια σχεδιάζουν σχήματα με το μαχαίρι ή με το πιρούνι, όπως λουλούδια, φύλλα, καρπούς, πουλιά.

Στη Μάνη
Κάθε οικογένεια φουρνίζει τα χριστόψωμα στον φούρνο του σπιτιού. Παρασκευάζονται όπως το ψωμί, μόνο που στολίζονται με σταυρούς και ποικίλα στολίδια, ανάλογα με την καλαισθησία της νοικοκυράς.
 
Στους Σαρακατσάνους
Οι Σαρακατσάνοι τσοπάνηδες φτιάχνουν δύο χριστόψωμα. Το πιο περίτεχνο είναι για τον Χριστό. Πάνω του σκαλίζουν έναν μεγάλο σταυρό-φεγγάρι με πέντε λουλούδια.
Το δεύτερο, η τρανή Χριστοκουλούρα ή Ψωμί του Χριστού, είναι για τα πρόβατα. Στη Χριστοκουλούρα παριστάνεται με ζύμη όλη η ζωή της στάνης.

 Στη Σπάρτη
Σε κάθε σπίτι δυο τρεις μέρες πριν ζυμώνουν καρβέλια ψωμί. Το ένα, που το τρώνε ανήμερα των Χριστουγέννων, είναι το ψωμί του Χριστού και το πλάθουν σε σχήμα σταυρού από ζύμη, ενώ τα υπόλοιπα τα κάνουν με αμύγδαλα και καρύδια.

Η κουλούρα της Ζακύνθου
Στο νησί του Ιονίου οι νοικοκυρές ζυμώνουν με τον παραδοσιακό τρόπο την κουλούρα, μέσα σε ξύλινες σκάφες και με τη χρήση αλευριού, το οποίο ανακατεύουν με πολλά αρωματικά βότανα, καρύδια, σταφίδα, κρασί και λάδι.
Αφού το στολίσουν με περίτεχνα σχέδια από το ίδιο ζυμάρι και αφού το εμπλουτίσουν με κάποιο χρυσό ή ασημένιο νόμισμα, που το αποκαλούν «ηύρεμα», το ψήνουν σε ξυλόφουρνο και το διατηρούν ζεστό μέχρι τη βραδινή οικογενειακή σύναξη.
Το απόγευμα της παραμονής των Χριστουγέννων η οικογένεια συγκεντρώνεται στο εορταστικό τραπέζι, το οποίο φιλοξενεί στο κέντρο του τη μεγάλη χριστουγεννιάτικη κουλούρα, μια νταμιτζάνα κόκκινο κρασί και τα πιάτα για το βραδινό έδεσμα. Το έδεσμα δεν είναι άλλο από μια μπροκολόσουπα, που σερβίρεται με λεμόνι, ντόπιες ελιές και κρεμμύδι.
Δίπλα στην αναμμένη εστία του σπιτιού βρίσκεται ένα ποτήρι που περιέχει λάδι με κρασί και ένα θυμιατό κάτω από την εικόνα της Παναγίας με το Θείο Βρέφος.
Ο μεγαλύτερος άνδρας της οικογένειας παίρνει τον δίσκο με την κουλούρα στα χέρια του. Πάνω στον δίσκο ακουμπάνε τα χέρια τους όλα τα μέλη της οικογένειας. Ο δίσκος με την κουλούρα μεταφέρεται πάνω από τη φωτιά στο αναμμένο τζάκι. Εκεί ο αρχηγός της οικογένειας τη σταυρώνει τρεις φορές και χύνει πάνω της λαδόκρασο, ψάλλοντας το γνωστό απολυτίκιο «Η γέννησις σου, Χριστέ...».
Η νοικοκυρά θυμιατίζει όλο το σπίτι και ένας από τους νεότερους της οικογένειας παίρνει το τουφέκι του σπιτιού και πυροβολεί από το παράθυρο στον αέρα, σηματοδοτώντας τη χαρμόσυνη είδηση της γέννησης του Χριστού. Μετά αρχίζουν οι ευχές.
Η κουλούρα επιστρέφει στο τραπέζι κι εκεί ο αρχηγός τής οικογένειας αρχίζει να κόβει τα κομμάτια. Το πρώτο ανήκει στον Χριστό, το δεύτερο στον φτωχό, το τρίτο στο σπίτι και μετά στα μέλη της οικογένειας, στα οποία διανέμεται κατά σειρά ηλικίας.

Χριστουγεννιάτικο στεφάνι
Στα χωριά συνηθίζουν να κρεμάνε στους τοίχους και τις εξώπορτες πλεξούδες από σκόρδα, πάνω στις οποίες καρφώνουν γαριφαλάκια για να διώξουν την κακογλωσσιά που «καρφώνει» την ευτυχία του σπιτιού τους.
Την εξώπορτα των σπιτιών κοσμεί, επίσης, ένα στεφάνι από έλατο, διακοσμημένο με χριστουγεννιάτικα στολίδια. Σύμφωνα με την παράδοση, το στεφάνι φέρνει τύχη στους ενοίκους του σπιτιού.


Το τάισμα της βρύσης
Τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων πραγματοποιείται το «τάισμα της βρύσης» σε χωριά της κεντρικής Ελλάδας.
Οι κοπέλες πηγαίνουν στην πιο κοντινή βρύση για να κλέψουν το άκραντο, δηλαδή το αμίλητο, νερό.
Σε όλη τη διαδρομή παραμένουν σιωπηλές. Όταν πάρουν το νερό, αλείφουν τη βρύση με βούτυρο και μέλι με την ευχή όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι, και όπως γλυκό είναι το μέλι, έτσι γλυκιά να είναι και η ζωή τους.
Για να έχουν καλή σοδειά, την ταΐζουν με διάφορα προϊόντα, όπως βούτυρο, ψωμί, τυρί, όσπρια ή κλαδί ελιάς. Μάλιστα, όποια κοπέλα φτάνει πρώτη στη βρύση θα είναι η πιο τυχερή όλο τον χρόνο.
Έπειτα, ρίχνουν στη στάμνα ένα βατόφυλλο και τρία χαλίκια, κλέβουν το νερό από τη βρύση και γυρίζουν στο σπίτι τους πάλι αμίλητες, μέχρι να πιούνε όλοι από το άκραντο νερό.
Με το ίδιο νερό ραντίζουν τις τέσσερις γωνίες του σπιτιού και σκορπίζουν τα τρία χαλίκια στο σπίτι. Στη λαϊκή παράδοση ο βάτος φέρνει αισιοδοξία και καλά μαντάτα, και διώχνει τα ξόρκια.

Το πάντρεμα της φωτιάς
Στα χωριά της Έδεσσας την παραμονή των Χριστουγέννων «παντρεύουν τη φωτιά». Παίρνουν ένα ξύλο από δέντρο με θηλυκό όνομα, όπως η κερασιάς, και ένα με αρσενικό όνομα, συνήθως από αγκαθωτά δέντρα, όπως ο βάτος. Βάζουν τα ξύλα στο τζάκι να καούν και ανάλογα με τον κρότο ή τη φλόγα τους μπορούν να προβλέψουν τα μελλούμενα, είτε για τον καιρό είτε για τη σοδειά τους. Η παράδοση θέλει τα αγκαθωτά δέντρα να απομακρύνουν δαιμονικά όντα, σαν τους καλικάντζαρους.
Στη Θεσσαλία, όταν τα κορίτσια επιστρέφουν από την εκκλησία την ημέρα των Χριστουγέννων, βάζουν δίπλα στο τζάκι κλαδιά κέδρου, ενώ τα αγόρια βάζουν αγριοκερασιάς. Τα λυγερά αυτά κλαδιά αντιπροσωπεύουν τις επιθυμίες τους για όμορφη ζωή. Όποιο κλωνάρι καεί πρώτο αποτελεί καλό σημάδι, γιατί αυτός ο νέος ή η νέα θα παντρευτεί πρώτα.




             

 

      
                            Πελοποννησιακά εορταστικά έθιμα

Tο σπάσιμο του ροδιού

Το πρωί της Πρωτοχρονιάς, η οικογένεια πηγαίνει στην εκκλησία και ο νοικοκύρης κρατάει στην τσέπη του ένα ρόδι, για να το λειτουργήσει. Γυρνώντας σπίτι, πρέπει να χτυπήσει το κουδούνι της εξώπορτας -δεν κάνει να ανοίξει ο ίδιος με το κλειδί του- και έτσι να είναι ο πρώτος που θα μπει στο σπίτι για να κάνει το καλό ποδαρικό, με το ρόδι στο χέρι.
Μπαίνοντας μέσα, με το δεξί, σπάει το ρόδι πίσω από την εξώπορτα, το ρίχνει δηλαδή κάτω με δύναμη για να σπάσει και να πεταχτούν οι ρώγες του παντού και ταυτόχρονα λέει: "με υγεία, ευτυχία και χαρά το νέο έτος κι όσες ρώγες έχει το ρόδι, τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη τη χρονιά". Τα παιδιά μαζεμένα γύρω-γύρω κοιτάζουν οι ρώγες αν είναι τραγανές και κατακόκκινες. Όσο γερές κι όμορφες είναι οι ρώγες, τόσο χαρούμενες κι ευλογημένες θα είναι οι μέρες που φέρνει μαζί του ο νέος χρόνος.

Το κυνήγι τα Χριστούγεννα στα χωριά Μάνης

Κατά τη διάρκεια της σαρακοστής τα περισσότερα παιδιά βγαίνανε κυνήγι. Τα βράδια, όταν το σούρουπο έπεφτε για καλά και το κρύο άρχιζε να τσούζει, παίρνανε το "φακό" με καινούργια "πλάκα" και γυρίζανε στα χαλάσματα και στα σπήλια κοντά στο χωριό. Στόχος τους οι γουργουγιάννηδες, τα μικρά πουλάκια που κούρνιαζαν εκεί. Τα θαμπώνανε με το φακό και τα πιάνανε. Αν ήταν πολύ ψηλά, τα χτυπούσανε με τις λαστιχιέρες (σφεντόνες). Η μάνα ή κάποια μεγάλη αδερφή, μετά από πολλή γκρίνια τους, τα καθάριζαν και τα πάστωναν. Τα βάζανε σε πήλινα ή γυάλινα βάζα, για να τα φάνε τα Χριστούγεννα.

Πολλά παιδιά μάζευαν είκοσι και περισσότερα πουλάκια και καμάρωναν για τις ... κυνηγετικές ικανότητες τους και για την σοδειά τους. Και όταν ζύγωναν οι γιορτές, άρχιζαν οι παραδοσιακές ετοιμασίες. Το σπίτι έπρεπε να βάλει τα γιορτινά του και όλο το χωριό να καθαριστεί και να ετοιμαστεί, για να υποδεχτεί τους ξενιτεμένους του που θα έρχονταν να κάνουν γιορτές με τους δικούς τους.

Ο ΜΗΝΑΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ




                                                       Ο ΔΕΚΕΜΒΡΗΣ ΣΤΟ ΛΑΟ ΜΑΣ


Ο Δεκέμβρης είναι ο δωδέκατος και τελευταίος μήνας του ηλιακού μας έτους, αλλά και ο δέκατος μήνας όπως το λέει και το όνομά του (Δεκέμβρης από το λατινικό decem= δέκα) από την πρωτοχρονιά της 1ης Μαρτίου, όταν το έτος των Ρωμαίων ήταν δεκάμηνο.

Από την πρώτη επισκόπηση της ζωής των Ελλήνων αγροτών, όπως εκτυλίσσεται μέσα στην περίοδο του Δεκέμβρη, τρεις είναι οι εμπειρίες που προεξάρχουν: Το κρύο, το τέλος της σποράς, και η μείωση του φωτός (το Δεκέμβρη έχουμε τις μικρότερες μέρες). Από τα Χριστούγεννα, όμως και ύστερα, οι μέρες αρχίζουν να μεγαλώνουν.

Το κρύο συνδέεται με τις κυρίως γιορτές στην αρχή του Δεκέμβρη: Της αγίας Βαρβάρας, του αγίου Σάββα και του αϊ Νικόλα. Λέει η παροιμία: «Βαρβάρα βαρβαρώνει, αϊ Σάββας σαβανώνει, αϊ Νικόλας παραχώνει».

Η δεύτερη εμπειρία, όπως είπαμε, είναι το τέλος της σποράς. Έτσι, ως προς τη σπορά λέει ο λαός: «Δικέμβρης, δίκιος σπόρος» ή «Δικέμβρη, δίκια σπέρνε». Δίκια σημαίνει εδώ ότι ο ζευγάς δεν πρέπει να ρίχνει το σπόρο μήτε πολύ αριά, μήτε πολύ πυκνά, γιατί το χώμα είναι αρκετά ποτισμένο από τη βροχή πια, κι έτσι δεν υπάρχει φόβος μήπως δεν φυτρώσει μέρος του σπόρου ή μήπως δεν τραφεί αυτός που θα φυτρώσει. Προσέξτε ότι η μορφή, που παίρνει ο λόγος στο στόμα του λαού, επηρεάζεται από τον ηχητικό συσχετισμό των λέξεων (παρετυμολογία = λαθεμένη ετυμολογία) : δίκιος-Δικέμβρης.

Το τέλος της σποράς επίσης μορφοποιείται και με συμβολικές πράξεις. Οι πράξεις έχουν σχέση κυρίως με τα ζώα που οργώνουν. Τους «βους αροτήρας» των αρχαίων, τα αντίστοιχα των σημερινών τρακτέρ. Οι γεωργοί θέλουν να ευχαριστήσουν τα ζώα για τη βοήθεια που τους προσφέρουν στη σπορά. Και γιαυτό γιορτάζουν στις 18 Δεκεμβρίου, του αγίου Μόδεστου. Ο Μόδεστος ήταν αρχιεπίσκοπος Ιεροσολύμων και το συναξάρι του (βιβλίο που περιέχει βιογραφίες αγίων) αναφέρει ότι ανέστησε πολλά ζώα. Στον Δρυμό, στη γιορτή του Αγίου, δίνουν στα ζώα τριμμένους άρτους και αντίδωρο από την εκκλησία, για να φάνε και να γίνουν γερά. Στην Λήμνο, οι ζευγάδες κάνουν κόλλυβα, τα πηγαίνουν στην εκκλησία να τα διαβάσει ο παπάς και τα ρίχνουν έπειτα στην ταγή (τροφή) για τα ζώα.


Η τρίτη εμπειρία του χρόνου που σημειώσαμε για τον Δεκέμβρη είναι το φως. «Του Δεκέμβρη η μέρα, καλημέρα – καλησπέρα», λέει μια παροιμία, γιατί αυτό τον μήνα έχουμε τις μικρότερες μέρες και τις μεγαλύτερες νύχτες του χρόνου.

Από τις 22, όμως, του Δεκέμβρη, δηλαδή από το χειμερινό ηλιοστάσιο, όπως λέγεται, η απόκλιση του Ηλίου νότια του Ισημερινού, αρχίζει να λιγοστεύει οπότε το βόρειο ημισφαίριο φωτίζεται περισσότερο και η μέρα μεγαλώνει. Με το παλιό ημερολόγιο (Ιουλιανό) το χειμερινό ηλιοστάσιο έπεφτε στις 9 του Δεκέμβρη, οι άνθρωποι είχαν προσέξει την σταδιακή αύξηση του φωτός από αυτήν την ημέρα. Παρετυμολογώντας, λοιπόν, το όνομα του αγίου Σπυρίδωνα που γιορτάζει στις 12 Δεκεμβρίου έλεγαν: «Απ’ του αγίου Σπυρίδωνα μεγαλώνει η μέρα κατά ένα σπυρί». Και στις 19 Δεκεμβρίου, παραμονή του αγίου Ιγνατίου, τότε που η αύξηση του φωτός είναι κιόλας μεγαλύτερη (πάντα με το παλιό ημερολόγιο) παρετυμολογώντας και αυτουνού του αγίου έλεγαν: «Αύριο ο άγιος Αγνάντιος, ο ήλιος αγναντεύει προς το καλοκαίρι.

Με το Ήλιο και το φως σχετίζεται και η μεγάλη γιορτή του Δεκέμβρη, τα Χριστούγεννα (Χριστουγεννιάρης, Χριστουγεννάς μήνας). Στα ευαγγέλια δεν αναφέρεται ο μήνας που γεννήθηκε ο Χριστός. Η γιορτή των γενεθλίων του θεσπίστηκε για τις 25 του Δεκέμβρη από τους χριστιανούς της Ρώμης γύρω στο 335μ.Χ. Το έκαναν για να παραμερίσουν τον περσικό θεό Μίθρα, που είχε το γενέθλιο του την ίδια μέρα (25 Δεκέμβρη). Για τους Ρωμαίους ο Θεός Μίθρας ήταν ο θεός του Ηλίου και του φωτός. Στα λατινικά η ημέρα των γενεθλίων του ονομάζονταν: dies natalis invicti solis (Γενέθλιον του αήττητου Ηλίου). Ο ήλιος αυτές τις μέρες βρίσκεται, όπως είπαμε, στο χειμερινό ηλιοστάσιο, οι ημέρες αρχίζουν να μεγαλώνουν και κατά κάποιον τρόπο ο Ήλιος ξαναγεννιέται. Έτσι, ο Χριστός συνδέθηκε με τον Ήλιο για να μπορέσει να εκτοπίσει τον Μίθρα.

Στην υμνογραφία των Χριστουγέννων υπάρχουν πολλές μεταφορές και παρομοιώσεις που φανερώνουν τον σύνδεσμο του Χριστού με τον Ήλιο όπως π.χ. « Ανατείλας, Χριστέ, εκ Παρθένου, νοητέ Ήλιε της Δικαιοσύνης».

Η σχέση του ηλιακού κύκλου με τις γεωργικές εργασίες είναι εμφανής στην παράδοση του λαού μας: Χειμερινή τροπή-τέλος σποράς, θερινή τροπή-τέλος θερισμού, εαρινή ισημερία - τα στάχια αρχίζουν να ψηλώνουν, φθινοπωρινή ισημερία-προετοιμασίες σποράς.

Αυτός ο συσχετισμός των δύο επιπέδων, του ουρανού και της γης, που αντιστοιχεί στο φυσικό, θα λέγαμε, ημερολόγιο, πρέπει να συμπληρωθεί μ’ έναν άλλο συσχετισμό, που θα μας φέρει στο επίπεδο του πολιτισμού: το φυσικό ημερολόγιο συσχετίζεται με τον πολιτισμό του κάθε τόπου και μεταφράζεται με το εορτολόγιο-λαϊκό και επίσημο. Μιλήσαμε για τη σχέση Ηλίου-Χριστού και για την τοποθέτηση των Χριστουγέννων στο χειμερινό ηλιοστάσιο. Είναι ενδιαφέρον, να δούμε, τώρα, πως η εκκλησία μας μορφοποίησε και τις τρεις κρίσιμες καμπές στον κύκλο του Ηλίου, πως τις έχει εντάξει στο εορτολόγιο της.

Χρησιμοποίησε για τον σκοπό αυτό δύο μορφές, του Χριστού και του Ιωάννη του Προδρόμου, και τοποθέτησε τα κρίσιμα σημεία της ζωής τους στις ηλικιακές τροπές και τις ισημερίες, αντίστοιχα, με τρόπο συμμετρικό και αντίστροφο:

Χειμερινές τροπές, 25 Δεκεμβρίου Γέννηση Χριστού

Θερινές τροπές, 24 Ιουνίου Γέννηση Ιωάννου Προδρόμου

Εαρινή Ισημερία, 25 Μαρτίου Σύλληψη Χριστού ,Ευαγγελισμός

Φθινοπωρινή Ισημερία, 23 Σεπτεμβρίου Σύλληψη Προδρόμου

Η αιτιολογία αυτής της συμμετρικής και αντίστροφης τοποθέτησης βρίσκεται στο κατά Ιωάννη ευαγγέλιο (ΙΙΙ.3.), όπου ο Πρόδρομος εξηγεί στους μαθητές του ότι δεν είναι αυτός ο Χριστός αλλά εκείνος τον οποίο βάφτισε στον Ιορδάνη ποταμό. Και είναι τώρα αυτός, ο Πρόδρομος, ικανοποιημένος που η δόξα Εκείνου, του Χριστού, αυξάνει καθημερινά. Γιατί, όπως λέει, «εκείνον δει αυξάνειν, εμέ ελαττούσθε». Αυτός, λοιπόν, που, σε σχέση με τον Ήλιο, ο Χριστός τοποθετήθηκε στην αύξηση, ενώ ο Πρόδρομος στη μείωση του φωτός.

Εχθρός του ηλίου είναι το σκοτάδι. Τα όντα που συμβολίζουν το σκοτάδι ζουν όλο το χρόνο στα έγκατα της Γης και είναι οι εχθροί του ήλιου, οι καλικάτζαροι της λαϊκής μας παράδοσης: μαύροι, κουτσοί, ελεεινοί, με κάθε λογής κουσούρια, όλο το χρόνο η δουλειά τους είναι να πριονίζουν το δέντρο που κρατάει τη Γη. Κι όταν δε μένει παρά μονάχα μια κλωστίτσα για να κοπεί το δέντρο και να χαλάσει ο κόσμος, τότε, την παραμονή των Χριστουγέννων, ανεβαίνουν πάνω στη γη, όπου μένουν δώδεκα μέρες, ως την παραμονή των Φώτων. Ευτυχώς σε αυτό το διάστημα το δέντρο του κόσμου ξαναγίνεται όπως πρώτα. Αυτό το δέντρο είναι ο Ήλιος, γιατί χάρη σε αυτόν υπάρχει ετούτη η φύση, μέσα στην οποία και χάρη στην οποία ζούμε. Οι εχθροί του ήλιου, οι καλικάντζαροι, αρχίζουν ξανά να το ροκανίζουν αυτό το δέντρο του ήλιου, το δέντρο της ζωής, ως την παραμονή των επόμενων Χριστουγέννων, που ανεβούν και πάλι πάνω στη γη.

Ιδού, περιληπτικά, μερικές απόψεις λαογράφων και ειδικών για τους καλικαντζάρους:

Ο Δ. Λουκάτος αναφέρει ότι «γενικά οι δοξασίες αυτές ανεβαίνουν στα ρωμαϊκά χρόνια, τότε που γύρω από τις χειμωνιάτικες τροπές του ήλιου, γιόρταζαν τα Σατουρνάλια, τις Καλένδες, τα Βοτά κ.α. και φαντάζονταν οι άνθρωποι ότι οι δυνάμεις του χειμώνα και του σκοταδιού πάλευαν με πείσμα και δεν ήθελαν να υποταχθούν στον αήττητο Ήλιο».

Ο Γ. Μέγας με αφορμή την προέλευσή τους από τον κάτω κόσμο, όπου ζουν όλο το χρόνο και εμφανίζονται μόνο το Δωδεκαήμερο, πιστεύει ότι αυτό οδηγεί στον συσχετισμό τους με τους νεκρούς, που κατά την κοινή πίστη, σε μια ορισμένη εποχή επιστρέφουν, για μικρό χρονικό διάστημα στον κόσμο των ζωντανών.

Η εκδοχή αυτή ενισχύεται και από την δοξασία των Φαρασιωτών της Καπαδοκίας για τους μνημοράτους, δηλαδή τους νεκρούς που τις νύχτες του Δωδεκαήμερου γυρίζουν ελεύθεροι.

Μπορεί να συσχετίσει κανείς τους καλικάντζαρους με τους «κήρες», δηλαδή τις ψυχές που κατοικούν στον Άδη, για τις οποίες οι αρχαίοι Αθηναίοι πίστευαν ότι κατά την γιορτή των Ανθεστηρίων, που ο Άδης ήταν ανοιχτός, επέστρεφαν στον πάνω κόσμο και ενοχλούσαν τους ανθρώπους, κυρίως μολύνοντας τις τροφές.

Με την άποψη αυτή συμφωνούν και άλλοι επιστήμονες - ερευνητές, όπως ο Δ. Λουκάτος, Σ. Ρωμαίος.

Ένας ξένος ερευνητής, ο Βώλ υποστηρίζει ότι οι καλικάντζαροι έχουν σχέση με τους αιγυπτιακούς κανθάρους. Με αυτόν συμφωνεί και ο δικός μας Φαίδων Κουκουλές.


( Πηγή : Οι 12 μήνες ΤΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ Άλκη Κυριακίδου-Νέστορος)







Άρκον, λύκον κι' αλεπόν. Ένα παραμύθι γραμμένο στην ποντιακή διάλεκτο. Στη συνέχεια δίνεται η ματάφραση, για όσους δεν γνωρίζουν ποντιακά.


Έναν ημέραν άρκον, ο λύκον κι’ άλεπόν εποίκαν συμφωνίαν, να πάνε εντάμαν σ’ αβ και ήνταν ευρίκ’νε εντάμαν να τρώγν’ άτο άμον καλά αδέλφα.
Αρ’ εξέβαν σο ραχίν, έτρεξαν αδά, έτρεξαν εκεί, ενεγκάσταν και σην βραδήν απάν’ επίασαν έναν ελαφόπον.
Άρκον ετέρεσεν, αν μοιράζ’ άτο, ατός πεινασμένος θ’ απομέν’. Ενούντσεν, επενούντσεν κι’ επεκεί εποίκεν την διαβολοσύναν άτ’.
- Εξέρετε, παιδία, ντό εν’; είπεν τ’ άλλτς τοι συντρόφ’ς άτ” Εγώ λέω τ’ ελαφόπον είνας μοναχόν άσ’ σοι τρείς έμουν να τρώει άτο, ποίος εν’ μειζέτερος. Εσείς πα ντό λέτε;
Αλεπόν πα κι ο λύκον ντο να εφτάνε! Εποίκαν ατό καπούλ. 
-Αιτέ όγλουμ λύκον, πε μίαν εσύ πόσων χρονών είσαι, είπεν άρκον.
Ο λύκον πα εσέγκεν το κηφάλ’ν ατ’ ανάμεσα σ’ έμπρ τα ποδάρια τ’, ενούντσεν ολίγον κι επεκεί είπεν:
- Εγώ ση Προφήτα τή Δαβίδ τον καιρόν ακόμαν εβύζανα, έλεε με η σχωρεμέντσα η μάνα μ’. Αρ’ ποίστε εσείς την λογαρίαν κ’ ευράτ’ ατά.
- Ατώρα πε κι’ εσύ δαβολίτσον, αλεπέ τ’ έσά τα χρόνια, άμαν τέρεν, ψέμματα ‘κι θα λές, είπεν τον αλεπόν όρκον.
Άλεπόν πα ατότε εσκώθεν είπεν άτς:
- Να έχω ούλά τα κρίματα ντ’ εποίκετε και τα χαταλόπα μ’ πα να μη χαίρουμαι, αν λέω ψέμματα. Εγώ, ο κύρη μ’ ο σχωρεμένον έλεε με.
-Μάναν ‘κ έγνώρτσα ο χιλάκλερον— ση κατακλυσμού τον καιρόν, όντας εσέβαμε σην Κιβωτόν τη Νώε, έμνε δίχρονος. Εγώ εγλύτωσα, άμαν η μακαρίτσα η μάνα μ’ ‘κ επόρεσεν. Σην βραδήν απάν έτον. Κάπ’ επήεν σην γειτονίαν ‘ς σο δάνος και επιάστεν σην καλατζήν και ους να κλώσκεται οπίσ’ η Κιβωτός εκλειδώθεν, κι’ έκείνε η άχαρος επέμνεν εξ’ και εφουρκίεν. Όπως και να εν’, μίαν άσ’ σον λύκον τρανός είμαι χωρίς άλλο.
Άρκον ατότε ετέρεσεν, η δουλεία αν κλώσκεται σα διαβολοσύνας ατος πεινασμένος θ’ απομέν’. Εϊνας ο δάβολον ους τον Προφήτην Δαβίδ ‘κ εστάθεν. Κι’ άλλος πα το σολούχ’ν ατ’ τάαχ σον κατακλυσμόν επήρεν.
- Ε, είπεν άτς, εγώ πα ατώρα σον Τρυγομηνάν απές θα γομώνω τα τρία. Άμαν σα τέσσερα να μη προφτάνω, αν αγούτο τ’ ελαφόπον ούλεν άμον το στέκ κι τρώγ’ άτο εγώ μοναχόν!.. Και χαμάν έσκωσεν τα τατά τ’ έναν τον είνας εδέκεν κι’ έναν τον άλλον και άπλωσεν άτς ‘ς σην γήν. Κι’ εκάτσεν κα μαναχός και εγουρζούλαεν τ’ έλαφόπον.
Μετάφραση
Μια μέρα η αρκούδα, ο λύκος και η αλεπού έκαναν συμφωνία να πάνε μαζί να βρούνε φαγητό και ότι βρουν να το μοιραστούν σαν καλά αδέλφια.
Βγήκαν στο βουνό, έτρεξαν από εδώ, έτρεξαν από εκεί, κουράστηκαν και κοντά στο βραδάκι πιάσαν ένα ελαφάκι
Η αρκούδα σκέφτηκε πως αν το μοιραζόταν τελικά αυτή θα έμενε πεινασμένη. Σκέφτηκε και ξανασκέφτηκε  και έκανε την πονηριά της.
-Ξέρετε κάτι παιδιά; λέει στους συντρόφους του, «εγώ λέω το ελαφάκι ένας από εμάς να το φάει. Και προτείνω να το φάει ο μεγαλύτερος. Εσείς τι λέτε;
Τι να κάνει η  αλεπού και ο λύκος, αναγκαστικά συμφώνησαν.
- Άιντε Λύκο για πες εσύ πόσο χρονών είσαι, είπε η αρκούδα.
Ο λύκος έβαλε το κεφάλι ανάμεσα στα μπροστινά του πόδια, σκέφτηκε λιγάκι και έπειτα είπε:
-Εγώ στον καιρό του Προφήτη Δαβίδ ακόμη βύζαινα, έλεγε η συγχωρεμένη η μάνα μου. Κάντε λοιπόν εσείς το λογαριασμό.
-Τώρα πες κι εσύ  διαβολάκι, αλεπού, τα δικά σου τα χρόνια, αλλά κοίτα, ψέματα δεν θα πεις. Ορκίστηκε η αλεπού και σηκώθηκε και είπε αυτά:
-Να έχω όλα τα αμαρτήματα που κάνατε και τα παιδάκια μου να μην χαρώ αν πω ψέματα. Εγώ, ο πατέρας μου ο συγχωρεμένος  μου έλεγε μάνα δεν γνώρισα ο καημένος -στον καιρό του κατακλυσμού, όταν ανεβήκαμε στην κιβωτό του Νώε, ήμουν δίχρονος. Εγώ γλύτωσα αλλά η μάνα μου δεν μπόρεσε. Στο βράδυ πάνω ήταν... Κάπου πήγε στη γειτονιά και έπιασε την κουβέντα και μέχρι να γυρίσει πίσω η κιβωτός είχε κλειδωθεί κα εκείνη έμεινε απ έξω και πνίγηκε. «όπως και να έχει το πράγμα, από το λύκο πιο μεγάλη είμαι, δίχως άλλο.
Η αρκούδα τότε κατάλαβε ότι η δουλειά γυρνάει στην πονηριά και σίγουρα πεινασμένη θα έμενε, Ο ένας ο πονηρός μέχρι τον προφήτη Δαβίδ έφτασε και η άλλη μέχρι τον κατακλυσμό.
-Εγώ, τώρα μέσα στον Οκτώβρη ,τους λέει, θα κλείσω τα τρία. Αλλά στα τέσσερα να μην προφτάσω να πάω αν αυτό το ελαφάκι δεν το φάω ολομόναχος! Σηκώνεται και δίνει μια τον έναν και μια τον άλλον και τους ξαπλώνει χάμω. Και κάθησε καλός και διαλεγμένος και έφαγε το ελαφάκι.
            
ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ:

Τα Εισόδια της Θεοτόκου γιορτάζει η Εκκλησία μας την Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2018. Υπάρχει ένα ξεχωριστό έθιμο της εορτής των Εισοδίων. Το έθιμο της Παναγιάς της Πολυσπορίτισσας όπως το καταγράφει ο Φίλιππος Βρετάκος ("Οι δώδεκα μήνες του έτους και αι κυριώτεραι εορταί των"): «Ονομάζουν όμως αυτήν και Πολυσπορίτισσα (Ευρυτανία, Δυτ.Μακεδονία, κ.α.), επειδή την ημέραν αυτήν, κατά το έθιμον, έβραζαν εντός χύτρας "πολυσπόρια", ήτοι διαφόρους δημητριακούς καρπούς και όσπρια, ως σιτάρι, αραβόσιτον (καλαμπόκι), λαθούρια, ρεβίθια, φασόλια, κουκκιά κ.τ.λ., τα οποία εμοίραζαν εις τον κόσμον "για τα χρόνια πολλά", δια να εξασφαλίσουν δηλαδή κατά το ερχόμενο έτος την αφθονίαν των καρπών. [...] μοιράζουν δηλαδή "απαρχές" και θυμίζουν τα αρχαία "Πυανέψια" του ίδιου περίπου μήνα».

Ο Δημ.Λουκόπουλος («Γεωργικά της Ρούμελης», Αθήναι 1938, σ.171) αναφέρει: «Την 21ην Νοεμβρίου, οι γεωργοί γιορτάζουν την πολυσπορίτισσα ή Μεσοσπορίτισσα. Πολυσπορίτισσα λένε, γιατί σε πολλά χωριά παίρνουν πολυσπόρια (σιτάρι, καλαμπόκι, κουκκιά, κ.λ.π.) και πάνε στην πηγή, τα ρίχνουν μέσα και λένε: όπως τρέχει το νερό, να τρέχη το βιό.
Παίρνουν νερό και γυρίζουν. Επίσης τη μέρα αυτή αντίς άλλο φαγητό βράζουν τα πολυσπόρια, τρώνε και μοιράζουν και σε δικούς τους για χρόνια πολλά. Μεσοσπορίτισσα, όπως λένε, το είπαν με το να μεσιάζη τότε η πρώιμη σπορά τους. Κι αυτή τη μέρα βασιλεύει η πούλια, αν τύχη ξαστεριά. Κι όπως θα κάμη αυτήν τη μέρα, θα κάμη και τις σαράντα κατοπινές μέρες».

Κι ιδού, η συγκεκριμένη συνταγή για τα «πολυσπόρια» που, φαντάζομαι, θα βρίσκεται σε πολλές παραλλαγές, ανάλογα με τον τόπο και τις ποικιλίες που καρποφορούν κι ίσως κι ανάλογα με την έμπνευση και τα γούστα…

Σιτάρι, καλαμπόκι, σταφίδες (μαύρες και ξανθές), καρύδια, μύγδαλα, σισάμι, λίγο λαδάκι, μια τζούρα ζάχαρη, μια πρέζα αλατοπίπερο.
Βράζουμε το στάρι πολύ καλά, να μαλακώσει.
Βράζουμε χώρια και το καλαμπόκι.
Το σισάμι, τα καρύδια και τα μύγδαλα (που πρώτα τα κοπανίζουμε), τα καβουρντίζουμε στο τηγάνι.
Τέλος, σε μια μεγάλη χύτρα, αναμειγνύουμε όλα τα υλικά και «δένουμε» με λίγο αλευράκι και νερό για να χυλώσει. Έχουμε, όμως, φυλαγμένο λίγο από το καβουρντισμένο σισάμι το αμύγδαλο και το καρύδι για να πασπαλίσουμε και από πάνω, σε κάθε κυπελλάκι που σερβίρουμε.

Σαν θρησκευτική ημέρα, η γιορτή της Παναγίας είναι η ημέρα που οι γονείς της Παναγίας οδήγησαν την Παναγία στον Ναό (είσοδος) και την παρέδωσαν στους ιερείς του Ναού.
Την ημέρα αυτή σε πολλές περιοχές της Ελλάδας τα παλαιότερα χρόνια, ίσως ακόμα και σήμερα, υπάρχουν και μερικά ήθη και έθιμα όπως τα «Μπόλια» και το «πάντρεμα της φωτιάς». Και τα δυό αυτά έθιμα είχαν μεταξύ τους αλληλένδετη σχέση και ήταν απαραίτητα και τα δυό.

Λέγοντας «Μπόλια» εννοούσαν ένα μείγμα απο πολλά σπόρια (Πολυσπορίτισσα), μια κακαβιά θα λέγαμε, τα οποία τα βάζανε σε μια μεγάλη κατσαρόλα.
Η κατσαρόλα αυτή περιείχε συνήθως προϊόντα ντόπια κυρίως. Φασόλια, φακές, ρεβίθια, καλαμπόκι, σιτάρι, κουκιά, φάβα, ρύζι, και όποια άλλα όσπρια μπορούσε ο καθένας να βάλει στην κατσαρόλα προσθέτοντας και λίγη ζάχαρη για καλύτερο βράσιμο.

Η αναμοιγένεια των προς βράση υλικών απαιτούσε αρκετή ώρα, μιας και δεν υπήρχαν τότε οι κατσαρόλες γρήγορου βρασμού «χύτρες», για να βράσουν, με αποτέλεσμα να μένουν στη φωτιά αρκετό χρόνο. Αυτό απαιτούσε συνεχή τροφοδοσία της φωτιάς.
Την βραδιά λοιπόν αυτή γινόταν και το επίσημο άναμμα του τζακιού και για το λόγο αυτό βάζανε να ανάψει η φωτιά πολλών ειδών ξύλα.

Πρώτα βάζανε ξύλο αρσενικό, π.χ.πουρνάρι, πλάτανο, κέδρο και ύστερα βάζανε ξύλο θηλυκό, βελανιδιά, κορτσιά λέγοντας και το σχετικό τραγούδι «απόψε παντρεύω τη φωτιά, με τούτα τα παιδιά …….» ονοματίζοντας κάθε φορά το όνομα του ξύλου που τοποθετούσε στο τζάκι.

Σημαντικό ήταν ότι για το πάντρεμα της φωτιάς τα ξύλα που θα χρησιμοποιούσαν πρέπει να προέρχονταν απο δέντρα που ήταν σε μέρος ηλιόλουστο γιατί διαφορετικά αν ήταν απο σκιερά μέρη δεν κάνανε ούτε κάρβουνο ούτε φλόγα παρά μόνο καπνό.

Αφού η φωτιά άναβε, τότε τοποθετούσαν πάνω στην «πυροστιά» τα μπόλια και έπρεπε να διατηρηθεί η φωτιά όλη τη νύχτα για να σιγοβράσουν.

Έτσι λοιπόν έπρεπε να μείνει ένας να «λαγοκοιμάται» δίπλα στο γωνολίθι και να τροφοδοτεί την φωτιά με ξύλα όλη την νύχτα.

Την άλλη μέρα, 21 Νοεμβρίου δηλαδή, τα μπόλια είχαν βράσει και σερβίρονταν κανονικά στο μεσημεριανό τραπέζι σαν κυρίως πιάτο.

Επειδή συνήθως ήταν αρκετά τα μπόλια, οι νοικοκυρές προσέφεραν και στα γειτονικά σπίτια ανταλλάσοντας πιάτα για κάνουν και τη σύγκριση ανάμεσά τους.

Πηγή: ekklisiaonline.gr







ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ Τ΄ ΧΟΤΖΙΑ
====================
Ι χότζιας χρουστούσιν σ΄έναν, κ΄αυτός πήϊνιν κάθι μέρα κι χάλιβιν τα δαν΄κά.
Ι χότζιας κάθι φουρά τουν ήλιγιν :
-Τν 'αλλ{η} τ΄φουρά, τν άλλ{η} τ΄ φουρά !
Μια μέρα πήγιν πάλι αυτός, να χαλέψ{ει} τα δαν΄κά.
Έλειπιν ι χότζιας κι τουν άνοιξιν η ΄υναίκα τ΄χότζια.
'Ηρθα ΄ια τα δαν΄κά, λιέει αυτός !
Α ! λιέει, η ΄υναίκα τ΄χότζια, ΄ια τούτου ήλιγαμι σήμιρα μι του χότζια !
Ι χότζιας πήγιν να σπείρ{ει} τσιαλιά, να φυτρώσ΄ν τα τσιαλιά, να τρανέψ΄ν, να περάσ΄ν τα πρόουατα, να σκα΄ώσ{ει} του μαλλί τς,  να του μάσ{ει} ι χότζιας, να του πάει στου παζάρ{ι} να του π΄λήσ{ει}, να πάρ{ει} παράδις, 
να σι πλιαρώσ{ει} !
Αυτός, άμα άκ¨σιν, χίρσιν να ϊουά ! {γελά}
Α !! τουν λιέει η χότζινα
Τι καουά ϊουάς, χάρ΄κις, μόλις έμαθις ότι θα πλιαρουθείς !!
              --------------------------------------------
παραμύθι απ΄το Καβακλή Ανατολικής Ρωμυλίας
χάλιβιν = ζητούσε
τσιαλιά = αγκαθωτοί θάμνοι
καουά = καλά 
πρόουατα = πρόβατα

{Λαϊκά παραμύθια της Ανατολικής Ρωμυλίας Παπασταϊκούδη Κωνσταντίνα}

Πηγή: Σύλλογος Ανατολική Ρωμυλία Έβρου 





Η ιστορία πίσω από την βλαχαρβανίτικη πρασοτυρόπιτα       







Τα αρβανιτοβλαχοχώρια της Φλώρινας, Δροσοπηγή, Φλάμπουρο, Λέχοβο, φίλοι μου φημίζονται, μεταξύ άλλων και  για τις καταπληκτικές πίτες. Όσοι έχουν δοκιμάσει σίγουρα μου δίνουν δίκιο. Οι βλαχαρβανίτισσες νοικοκυρές, έχουν αναγάγει το άνοιγμα του φύλλου σε ύψιστη τέχνη. Και αυτό γιατί  από  μικρές μαθήτευαν δίπλα στις μεγαλύτερες και διδάσκονταν ένα-ένα τα μυστικά. Πώς φτιάχνεται η ζύμη, πώς ανοίγεται ομοιόμορφα ένα- ένα το λεπτό φύλλο, πώς τυλίγεται ο κόθρος, με ποιον τρόπο γίνεται το ράντισμα της πίτας με το βούτυρο και τέλος,  με ποιο τρόπο  θα ψηθεί για να γίνει, τέλεια, τραγανή και λαχταριστή και όχι σκληρή «σαν τενεκές», ή μαλακιά και βαριά « σαν λάσπη», όπως έλεγε η γιαγιά μου.
Όλο αυτό το μάθημα δεν ήταν πανηγύρι. Οι νεαρές γυναίκες έπρεπε πάση θυσία να μυηθούν στα μυστικά, γιατί αργότερα μια μέρα μετά το γάμο τους περνούσαν όλες από μια μεγάλη δοκιμασία. Έπρεπε να αποδείξουν την τέχνη και τη μαεστρία τους  φτιάχνοντας πίτα κάτω από τα αμείλικτα βλέμματα των πεθερικών αλλά και όλου του σογιού του γαμπρού. Από το πόσο καλή θα ήταν η πίτα εξαρτιόταν και το αν θα έπαιρνε τον τίτλο της καλής  νοικοκυράς ή αν ο τίτλος της ανοικοκύρευτη θα τη συνόδευε για μια ζωήι.
Η πίτα για τους αρβανιτόβλαχους  δεν ήταν απλά ένα φαγητό, Ήταν τό φαγητό! Την είχαν συνδέσει με όλες τις εκφάνσεις του κύκλου της ζωής. Τη γέννα, τη  βάφτιση, το  γάμο, τη κηδεία, τα ταφικά έθιμα, τα πανηγύρια και τις γιορτές. Σε κάθε περίπτωση η πίτα ήταν διαφορετική, με ιδιαίτερη γέμιση, διαφορετικό τρόπο κατασκευής, με λιγότερο ή περισσότερο βούτυρο. Τυρόπιτες , πρασσόπιτες, χορτόπιτες, τσουκνιδόπιτες, αρμυρόγλυκες κολοκυθόπιτες, μπουρέκια, πλούσιες γαλατόπιτες, ρεθανίκια στριφτά και τραγανά, πισπιλίτες, καλαμποκόπιτες, πίτες με ψημένα φύλλα, …είναι μερικά από τα είδη της πίτας που έφτιαχναν και εξακολουθούν μερικές ακόμα, νοικοκυρές να φτιάχνουν.

Παλιά τις έφτιαχναν σε στρόγγυλα μπακιρένια ταψιά περασμένα με ένα παχύ στρώμα από καλάι. «Καλάι» είναι η τούρκικη ονομασία  του κασσίτερου. Κάθε χρόνο περνούσε από το χωριά ο Γιάννης ο Καλαητζής και «γάνωνε» τα φθαρμένα ταψιά. Τα έκανε να στραφτοκοπάνε σαν καινούρια. Η πίτα ψήνονταν στην πυροστιά με κάρβουνα. Από πάνω έβαζαν ένα μεταλλικό καπάκι ,το σάτσι, ή γάστρα.  Όπως καταλαβαίνετε, η πίτα ήταν μια μικρή περιπέτεια που εκτός από  μαστοριά και αξιοσύνη, απαιτούσε  και γερά μπράτσα.
Η συνταγή στην σελίδα του Νόστου Παραδοσιακές Μπουκιές & Συχώριο.
                                


                                    Νοέμβριος στην Παράδοση



      


 Το όνομά του προέρχεται από το λατινικό novem = 9 γιατί ήταν ο 9ος  μήνας του ρωμαϊκού νουμιανού ημερολογίου. Με το Νοέμβρη αντιστοιχεί ο αρχαίος μήνας Νημακτηρίων, ο αρχαίος αιγυπτιακός Αιθήρ και η περίοδος μεταξύ Μπριμέρ Φριμέρ της Γαλλικής επανάστασης. Οι Ρωμαίοι τον είχαν αφιερώσει στον Ποσειδώνα και γιόρταζαν τα Ποσειδώνια. Ο λαός τον αποκαλεί Βροχάρη (γιατί πέφτουν πολλές βροχές), Χαμένο (γιατί έχει τις μικρότερες σε διάρκεια ημέρες), Ανακατεμένο (από τον άστατο καιρό), Σκιγιάτης (σκιά, νύχτα), Κρασομηνάς (επειδή τότε άνοιγαν τα καινούρια κρασιά), Αγιομηνάς (του Αγ. Μηνά), Φιλιππιάτης (του Αγ. Φιλίππου), Αντριάς (του Αγ. Ανδρέα), Αϊ-Ταξιάρχης, Αρχαγγελίτης ή Αρχαγγελιάτης, Αϊ-Στράτης, Αϊ-Στράτηγος και Σποριάς  (μιας κι είναι ο καταλληλότερος μήνας για τη σπορά των σιτηρών) ή Μεσοσπορίτης (τότε οι περισσότεροι γεωργοί βρίσκονται στο μέσο της σποράς). Αυτόν τον μήνα αρχίζει το μάζεμα των ελιών.
               
 ΕΡΓΑΣΙΕΣ:
               
 Μάζεμα ελιών.
 Σπορά οσπρίων & σιτηρών.
 «Ξελάκωμα» στ’ αμπέλια.
  Υλοτομία.
  Καίνε τις ξερές μπαμπακιές.
  Μεταφέρονται οι κυψέλες στις οριστικές θέσεις τους για τον χειμώνα.
                
ΕΘΙΜΑ-ΠΡΟΛΗΨΕΙΣ:
                
ΜΑΖΕΜΑ ΕΛΙΑΣ: Στην Αγιάσο της Λέσβου, στο τέλος της συγκομιδής, γινόταν ολόκληρη γιορτή. Ένας από τους ραβδιστές μπήγει ανάποδα το ραβδί του στη γη και του βάζει φωτιά, πιστεύοντας πως όταν λυγίσει το μακρύ ραβδί, θα λυγίσουν και οι ελιές του χρόνου από το βάρος των καρπών.
                Οι γυναίκες στύβουν τις ελιές, με το μαύρο ζουμί τους, αλείφουν το πρόσωπό τους και χορεύουν γύρω από τη φωτιά, πετώντας τα καλάθια τους με ευχές στο νοικοκύρη, να έχει του χρόνου περισσότερο καρπό και στις ανύπαντρες να παντρευτούν.
                Στις 3/11 Αίνο Θράκης, δεν άφηναν τα παπούτσια τους έξω από το σπίτι, όπως συνηθιζόταν αλλά τα έπαιρναν μέσα, «ίνα μη ιδών αυτά ο αρχιστράτηγος Μιχαήλ, ενθυμηθεί αυτούς και αναλάβει εκ της ζωής»
                Στις 11/11 (του Αγ. Μηνά), οι τσοπάνηδες τον επικαλούνται για να βρουν ζώα που έχουν χάσει.
                Οι γυναίκες δεν ανοίγουν ψαλίδι, με τη μαγικοδεισιδαιμονική σκέψη «να’ ναι το στόμα του λύκου κλειστό», ή στο σπίτι του τσοπάνη έκαναν ένα σπάγκο από μαλλί του προβάτου και το έδεναν 3 φορές. Έτσι πίστευαν ότι ο λύκος δε θα έκανε κακό στο κοπάδι τους. Αλλά έτσι «έραβαν» και τα κακά στόματα του χωριού.
                Στις 26/11 (του Αγ. Στυλιανού), στον Βώλακα Δράμας, οι γυναίκες (όσες είχαν παιδιά) δεν δούλευαν, αλλά έβραζαν σιτάρι και το πήγαιναν στην εκκλησία και το μοίραζαν για υγεία, για να ζήσουν τα παιδιά.
                Στις 30/11 (του Αγ. Ανδρέα), οι γυναίκες στο Βόιο Κοζάνης, έκαναν τηγανίτες (λαγγίτες), «για να μην τρυπήσει το τηγάνι». Απ’ αυτές έτρωγαν όλοι και έδιναν και στα ζωντανά τους.
                

ΓΙΟΡΤΕΣ:
                
«ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ» (17/11). Το «ξεφάντωμα της… ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ».
               
 «ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ» (21/11). Η ανάδειξη του θεϊκού γυναικείου στοιχείου στον Χριστιανισμό.
               

 ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ:

                «Νοέμβρη οργώματα κι ελιές, δεν απολείπουν οι δουλειές».
                «Το Νοέμβρη και Δεκέμβρη φύτευε καταβολάδες».
                «Η Πούλια βασιλεύοντας, το μήνυμά της στέλνει. Ούτε τσοπάνος στα βουνά ούτε ζευγάς στους κάμπους».
                «Άι- Μηνάς εμήνυσε του πάππου του χειμώνα: -Έρχομαι ή δεν έρχομαι και τ' Άι- Φιλίππου αυτού είμαι».
                «Αν τ' Άη Φιλίππου λείπω, τ' Άγια, των Αγιών δε λείπω».
                «Ο άη- Μηνάς εμήνυσε, πούλια μη ξημερώσει».
                «Ο Νοέμβρης έκλεισε, τα ζευγάρια είν΄ στο στάβλο κι ούτε ζευγάς στον κάμπο».
                «Ο Νοέμβρης σαν θα έλθει τα γομάρια μέσα κλείνει».
                «Οποίος σπείρει τον Νοέμβρη ούτε σπόρο δεν Θα πάρει».
                «Όταν έρθει ο Νοέμβρης σιγομπαίνει ο χειμώνας».
                «Σ' τσι τριάντα, τ' Αγι-Αντριός, αντριεύεται το κρύο».
                «Της ελιάς το φύλλο κι αν χαθεί, πάλι θε να ξαναβρεθεί».
                «Τον Οκτώβρη τα κουδούνια, το Νοέμβρη παραμύθια».
                «Του Σαρανταμέρου η μέρα «καλημέρα» - «καλησπέρα».      

Πηγή : http://users.sch.gr/vaxtsavanis/noembrios







Η «Θεία Λένα» - Αντιγόνη Μεταξά









Η καθημερινή «Ώρα του παιδιού» που ακουγόταν στο ραδιόφωνο για περίπου 20 χρόνια (1944-1966) μεγάλωσε πολλές γενιές Ελλήνων. Όσοι άκουγαν την εκπομπή, θυμούνται την περίφημη Θεία Λένα, κατά κόσμον Αντιγόνη Μεταξά, η οποία έλεγε στα μικρά παιδιά παραμύθια και τραγούδια. Ήταν συγγραφέας παιδικών βιβλίων και δημιουργός του πρώτου παιδικού θεάτρου. Η φωνή της ήταν γνώριμη σε όλα τα παιδιά που είχαν την τύχη να έχουν ραδιόφωνο στο σπίτι τους και φυσικά στους γονείς.

Η Αντιγόνη Μεταξά ήταν η «Θεία Λένα» του ραδιοφώνου «Καλημέρα σας παιδιά μου, είναι η θεία Λένα εδώ, να σας πει ένα παραμύθι όμορφο και χαρωπό» ήταν ένας από τους πιο συνηθισμένους χαιρετισμούς της όταν ξεκινούσε η εκπομπή. Η Αντιγόνη Μεταξά δεν διασκέδαζε απλώς τα μικρά παιδιά μέσα από το ραδιόφωνο, αλλά τα δίδασκε σημαντικά πράγματα για την καθημερινότητά τους. Μπορεί η «θεία Λένα» να είναι ένα από τα πιο γνωστά πρόσωπα του ελληνικού ραδιοφώνου, δεν είναι όμως ιδιαιτέρως γνωστό ότι από την εκπομπή της καθιερώθηκε το ελληνικό τραγούδι των γενεθλίων, που ακούγεται μέχρι σήμερα στα γενέθλια μικρών και μεγάλων....

Η Αντιγόνη Μεταξά γεννήθηκε στην Αθήνα το 1905. Ήταν στις αρχές της δεκαετίας του 1930 και συγκεκριμμένα το 1933 όταν ίδρυσε το «Θέατρο του Παιδιού», τον πρώτο παιδικό θίασο στην Ελλάδα. Ήταν μια γυναίκα με πλατιά θεατρική και λογοτεχνική μόρφωση αλλά κυρίως με απεριόριστη αγάπη για τα παιδιά. Τα παιδιά της εποχής εκείνης δεν είχαν βιομηχανικά και ηλεκτρονικά παιχνίδια, αλλά έπαιζαν στις αλάνες και έφτιαχναν παιχνίδια με υλικά από τη φύση, όπως τόξα, όπλα και ίσως παγίδες για πουλιά ή παρόμοια. Έστηναν σεντόνια και έπαιζαν καραγκιόζη και φυσικά αυτοσχέδια σκετς, άρα μια απλοϊκή μορφή θεάτρου. Η θεία Λένα αξιοποίησε με τον καλύτερο τρόπο, την ανάγκη των παιδιών για θεατρικό παιχνίδι και ψυχαγωγία.



Η θεία Λένα των παιδιών

Σιγά σιγά το «Θέατρο του Παιδιού» συνεχίστηκε στο ραδιόφωνο και η Αντιγόνη Μεταξά έγινε πλέον η «Θεία Λένα» η αγαπημένη θεία όλων των παιδιών. Ο πατέρας της, ήταν ένας φιλελεύθερος Κεφαλλονίτης με προοδευτικό χαρακτήρα που είχε ιδρύσει το 1906 την Ελληνογαλλική Σχολή Μεταξά. Στο σχολείο υπήρχε παιδική ορχήστρα, παιδική χορωδία φουστανελοφόρων που έπαιρναν τότε μέρος στις πατριωτικές γιορτές, γήπεδο τένις αλλά και Λογιστικό τμήμα που τα παιδιά έκαναν ειδική πρακτική εξάσκηση. Οι μαθητές μεταφέρονταν με λεωφορεία που τα έσερναν άλογα. Έτσι μεγαλωμένη, σε ένα ιδιαίτερα ζεστό και πνευματικό περιβάλλον με εξαιρετικούς δασκάλους ακολούθησε και εκείνη τον ίδιο δρόμο.
Σπούδασε Παιδαγωγικά στο Παρίσι και το 1925 αποφοίτησε από το Ελληνικό Ωδείο με χρυσό μετάλλιο.

Όταν έπαιξε στην παράσταση»Στέλλα Βιολάντη» ο ίδιος ο Ξενόπουλος έγραψε στη στήλη του «Πνευματική Κίνησις» ένα άρθρο με τίτλο «Νέος Αστήρ». Όντως η μικρή είχε απίστευτο ταλέντο. Μια δεύτερη Κοτοπούλη έλεγαν όλοι. Μετά από μια περιοδεία με το Βεάκη όμως εγκατέλειψε το θέατρο και αφοσιώθηκε στα παιδιά. Έτσι το 1933 δημιουργείται στην Ελλάδα το Θέατρο του Παιδιού. Παρουσιάζει έργα από διάφορους συγγραφείς αλλά και δικά της. Η πρώτη της εκδοτική προσπάθεια ήταν η έκδοση τριών τόμων με δικά της έργα γραμμένα για παιδιά. Συνολικά έγραψε 53 βιβλία και είχε την επιμέλεια σε 250. Ανάμεσα σ’ αυτά και η πεντάτομη Παιδική Εγκυκλοπαίδεια το «Θέατρο του Παιδιού». Το θέατρό της έδινε παραστάσεις κανονικά κάθε Κυριακή από το 1933 μέχρι την Κατοχή, που το έκλεισαν οι Ιταλοί και απαγόρευσαν τις παραστάσεις.

Η Αντιγόνη Μεταξά ήταν ήδη για όλους η αγαπημένη «Θεία Λένα» του Ραδιοφώνου και η προϊσταμένη της «Ώρας του Παιδιού» στο ΕΙΡ. Από το 1967 στην ΥΕΝΕΔ δημιούργησε το πρώτο πρόγραμμα για παιδιά.





Έτσι τα παιδιά και φυσικά και οι γονείς έμαθαν να ακούν θεατρικές παραστάσεις. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε το πεντάτομο έργο της «Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια του Παιδιού», που απευθυνόταν κυρίως σε παιδιά και αποτελούσε την πλήρη έκδοση του έργου που είχε κυκλοφορήσει το 1953. Περιείχε θέματα βοηθητικά για τη σχολική ύλη του δημοτικού και των πρώτων τάξεων του Γυμνασίου. Αντί για φωτογραφίες και χάρτες είχε σκίτσα και απλοϊκές ζωγραφιές.
Η Αντιγόνη Μεταξά παντρεύτηκε τον Κώστα Κροντηρά, πρώτο σκηνοθέτη στο χώρο της ραδιοφωνίας και συνεργάστηκε μαζί του. Για το σύνολο του έργου της τιμήθηκε απ΄την Ακαδημία ΑΘηνών. Η «Θεία Λένα» η αγαπημένη δασκάλα με τα κυματιστά μαλλιά και τα γαλανά μάτια συντρόφευε τα μικρά ελληνόπουλα απ΄τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής και τα άφησε το 1971 ενηλίκους πια.

Η «Θεία Λένα» έγινε ένας καθημερινός επισκέπτης σε όλα τα ελληνικά σπίτια, καθώς μέσα από τα ραδιόφωνο ήταν πάντα εκεί και το μήνυμά της ήταν πάντα απλό και χρήσιμο για τα παιδιά και τους γονείς. Πόσες εκπομπές μπορούν να ισχυριστούν σήμερα το ίδιο;...


Πηγή: mixanixronou.gr

 












                                    Δόμνα Σαμίου – Βιογραφία




Η Δόμνα Σαμίου γεννήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 1928 στην Καισαριανή της Αθήνας και πέθανε στις 10 Μαρτίου 2012. Οι γονείς της ήταν μικρασιάτες πρόσφυγες από το Μπαϊντίρι, χωριό της περιοχής της Σμύρνης. H μητέρα της ήρθε στην Ελλάδα το 1922, ο πατέρας της, αιχμάλωτος στρατιώτης, λίγο αργότερα, με την Ανταλλαγή.

Έζησε τα παιδικά της χρόνια μέσα στις απάνθρωπες αλλά παράλληλα πολύ ανθρώπινες και αλληλέγγυες συνθήκες της προσφυγιάς, κι εκεί απέκτησε τα λαϊκά ερείσματα της προσωπικότητάς της και την ατόφια συμμετοχικότητά της. Στο περιβάλλον αυτό είχε τα πρώτα μουσικά της ακούσματα απ’ τα οποία και πήγασε η αγάπη της για την παραδοσιακή μουσική.

Σε ηλικία 13 ετών η Δόμνα Σαμίου έχει την πρώτη διδακτική επαφή με τη βυζαντινή και τη δημοτική μουσική αλλά και με τη λογική της επιτόπιας έρευνας, μαθητεύοντας κοντά στο Σίμωνα Καρά στο «Σύλλογο προς Διάδοσιν της Εθνικής Μουσικής». Παράλληλα φοιτά στο νυχτερινό Γυμνάσιο.

Ως μέλος της χορωδίας του Σίμωνα Καρά αρχίζει η σχέση της και με το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας/Ε.Ι.Ρ όπου αργότερα, το 1954, προσλαμβάνεται στο Τμήμα Εθνικής Μουσικής. Από τη θέση αυτή γνωρίζει τους σημαντικότερους λαϊκούς μουσικούς, οι οποίοι την εποχή εκείνη της εσωτερικής μετανάστευσης συρρέουν στην Αθήνα απ’ όλες τις περιοχές της Ελλάδας, και τους οποίους το ΤΕΜ ηχογραφεί για τις εκπομπές του. Έτσι η Δόμνα εξοικειώνεται με όλα τα τοπικά μουσικά ιδιώματα. Παράλληλα κάνει μουσική επιμέλεια σε εκδόσεις δίσκων, θεατρικές εκπομπές, κινηματογραφικές ταινίες. Το 1963 αρχίζει τα ταξίδια της στην επαρχία για επιτόπιες καταγραφές και συγκέντρωση μουσικού υλικού για το προσωπικό της αρχείο με δικά της μηχανήματα.

Το 1971 παραιτείται από την Ραδιοφωνία. Την ίδια χρονιά-σταθμό αποδέχεται την πρόσκληση του Διονύση Σαββόπουλου και πρωτοεμφανίζεται στο νεανικό και αντιχουντικό Ροντέο, σηματοδοτώντας μια μεγάλη έκτοτε στροφή στη σχέση των νέων με την παραδοσιακή μουσική. Τις σημαντικές αυτές εμφανίσεις ακολουθεί η συμμετοχή στο English Bach Festival στο Λονδίνο, οργανωμένο από τη Λίλα Λαλάντη. Η λαμπρή καλλιτεχνική καριέρα της Δόμνας Σαμίου έχει ξεκινήσει θριαμβευτικά. «Πέρασε η ντροπή που είχαν για το δημοτικό τραγούδι», δηλώνει σε συνέντευξή της η ίδια.

Το 1974 αρχίζει η συνεργασία με την Columbia και οι αλλεπάλληλες εκδόσεις LP. Το 1976-77 με σκηνοθέτες τον Φώτο Λαμπρινό και τον Ανδρέα Θωμόπουλο γυρίζουν στην ελληνική επαρχία είκοσι επεισόδια για την εκπομπή της ΕΡΤ «Μουσικό οδοιπορικό με τη Δόμνα Σαμίου».

Το 1981 ιδρύεται ο Καλλιτεχνικός Σύλλογος Δημοτικής Μουσικής Δόμνα Σαμίου με σκοπό την διάσωση και προβολή της παραδοσιακής μουσικής και κυρίως την έκδοση δίσκων και τη διοργάνωση εκδηλώσεων με αυστηρές επιστημονικές και ποιοτικές προδιαγραφές, μακρυά από τις απαιτήσεις των εμπορικών εταιριών.

Το έργο της ξεπερνά πια τα ελληνικά σύνορα. Εκδίδονται δίσκοι της στη Γαλλία και τη Σουηδία. Επί σαράντα περίπου χρόνια πραγματοποιεί σειρά συναυλιών από την Αυστραλία μέχρι τη Νότια Αμερική που όχι μόνο συγκινούν τους Έλληνες της Διασποράς αλλά και αποκαλύπτουν στους ξένους μια ποιοτική «ελληνική μουσική δίχως μπουζούκι», όπως γράφτηκε σε κάποια κριτική συναυλίας της στη Σουηδία.

Στο εσωτερικό της Ελλάδας οι εμφανίσεις της σε συναυλίες κάθε είδους και με κάθε αφορμή είναι αναρίθμητες καθώς και οι τιμητικές προσκλήσεις και τα αφιερώματα, όπως π.χ. η επετειακή παράσταση για τα 70 της χρόνια Η γνωστή και άγνωστη Δόμνα, τον Οκτώβριο του 1998 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.

Για τις ποικίλες δραστηριότητες της συνεργάζεται με τους πιο καταξιωμένους Έλληνες και ξένους μουσικούς, μουσικολόγους, λαογράφους, εθνομουσικολόγους αλλά και διδάσκει, μυεί και αναδεικνύει πρωτόβγαλτους νέους καλλιτέχνες. Από το 1993 ως το 2001 δίνει μαθήματα δημοτικού τραγουδιού για ενήλικες στο Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Οργάνων της Αθήνας. Πάμπολλες είναι επίσης οι πρωτοβουλίες της και έμπρακτη και ανιδιοτελής η προσφορά της σχετικά με την βελτίωση της μουσικής εκπαίδευσης των παιδιών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, αίτημα παιδαγωγικά πρωταρχικό και επιτακτικό κατά την ίδια.

Καταξιωμένη και αγαπητή για την προσφορά και την προσήνειά της είδε το έργο της να αναγνωρίζεται πολλαπλά και τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις, με αποκορύφωση την απονομή μεταλλίου από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κ. Στεφανόπουλο το 2005.

Περιστοιχιζόμενη από τους συνεργάτες, φίλους και υποστηρικτές η Δόμνα συνέχισε το έργο της ως το θάνατό της με εκδόσεις υπομνηματισμένων με αναλυτικά κείμενα θεματικών CD, την οργάνωση του ανέκδοτου προσωπικού Αρχείου της και τον εμπλουτισμό του ιστοχώρου που φέρει το όνομά της.


Πηγή: domnasamiou.gr




 

Από πού πήραν το όνομά τους γνωστές περιοχές της Αθήνας;


Εξάρχεια: Η περιοχή πήρε το όνομά της από τον παντοπώλη από την Ήπειρο, Έξαρχο,  ο οποίος στα τέλη του 19ου αιώνα διατηρούσε μεγάλο κατάστημα στη διασταύρωση των οδών Θεμιστοκλέους και Σολωμού.

Κουκάκι: Η ονομασία του προέρχεται από τον εργοστασιάρχη Γεώργιο Κουκάκη. Ο Κουκάκης στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν ένας από τους πρώτους κατοίκους της περιοχής ο οποίος δραστηριοποιήθηκε και επαγγελματικά στην περιοχή διατηρώντας βιοτεχνία σιδερένιων κρεβατιών.

Πατήσια: Για τη συγκεκριμένη περιοχή υπάρχουν διάφορα πιθανά σενάρια. Λέγεται ότι στο παρελθόν ονομάζονταν Αγά-Πατήσια από τη φράση "Αγά…πάτα ίσια!" που φώναζαν τα παιδιά της περιοχής σε ένα μεθύστακα Τούρκο αγά που τρίκλιζε διαρκώς και τα καταδίωκε. Επικρατέστερη βέβαια φαίνεται να είναι η άποψη του αρχιτέκτονα και λαογράφου Κώστα Μπίρη σύμφωνα με την οποία τα Πατήσια πήραν το όνομά τους από τον αρχαίο Δήμο Βάτης και συγκεκριμένα από τον επιρρηματικό τύπο Βάτησι.

Θησείο: Θα μπορούσε να φανταστεί κανείς ότι πήρε το όνομά του πιθανά από κάποια θυσία  που έγινε στην περιοχή κατά την αρχαιότητα. Στην πραγματικότητα όμως, η ονομασία προήλθε από ένα λάθος. Παλαιότερα το Ναό του Ηφαίστου που βρίσκεται στην περιοχή τον αποκαλούσαν λανθασμένα «Θησείο» επηρεασμένοι από τις  ανάγλυφες παραστάσεις των άθλων του Θησέα που υπάρχουν στο ναό.

Μεταξουργείο: Από το 1835 υπήρχε στην περιοχή ένα εργοστάσιο κατασκευής μεταξωτών υφασμάτων που έδρευε στην ημιτελή κατοικία του Πρίγκιπα Κατακουζηνού, οικία που διατηρείται ακόμα και σήμερα στις οδούς Μεγάλου Αλεξάνδρου, Μυλλέρου και Γιατράκου.

Σεπόλια: Στην αρχαιότητα ήταν γνωστά ως "Μύλοι των Αθηνών" γιατί εκεί οι Αθηναίοι άλεθαν το σιτάρι. Το  τωρινό όνομά της περιοχής προέρχεται από τη λέξη "εξωπόλια" χαρακτηρισμός που δινόταν σε πόλεις που βρίσκονταν εκτός σχεδίου πόλεως και δεν είχαν ασφαλτόστρωση. 

Πλάκα: Η επικρατέστερη ερμηνεία για το όνομα "Πλάκα" είναι αυτή που τη συνδέει με την αρβανίτικη λέξη "πλάκα= πλάκου, παλιό, αρχαίο". Κατά τον 16ο αιώνα Αρβανίτες κατοίκησαν την περιοχή που είχε εγκαταλειφθεί και ερημωθεί και ονόμασαν την περιοχή Πλακ΄Αθήνα. Φεύγοντας από την περιοχή οι νέοι κάτοικοι κράτησαν την επωνυμία Πλάκα.

Κολωνάκι: Η αριστοκρατική περιοχή πήρε το όνομά της από ένα "κολωνάκι" ύψους περίπου δυόμιση μέτρων που είχε τοποθετηθεί στην πλατεία κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, για προληπτικούς λόγους.

Χαλάνδρι: Το Χαλάνδρι στην αρχαιότητα άνηκε στο Δήμο Φλύας. Η λέξη "φλύας" προέρχεται από το ρήμα "φλεί" που σημαίνει ευδοκιμώ, καρποφορώ και η γη του Χαλανδρίου είναι πλούσια σε βλάστηση. Η τωρινή του ονομασία οφείλεται στον Τούρκο μεγαλογαιοκτήμονα Χαλά στον οποίο ανήκαν μεγάλες εκτάσεις γης κατά την τουρκοκρατία.

Μετς: Στην επωνυμία της μπυραρίας "Μετς", που άνοιξε ο γιος του ιδρυτή της ζυθοποιίας Φιξ, οφείλει η περιοχή το όνομά της. Παλαιότερα η περιοχή ονομαζόταν και "παντρεμενάδικα".

Ψυχικό: Λέγεται ότι πήρε το όνομά του επειδή εκεί άφησε την τελευταία του πνοή ο μαραθωνομάχος Φειδιππίδης που ήρθε τρέχοντας να αναγγείλει τη νίκη των Αθηναίων έναντι των Περσών. Μία δεύτερη εκδοχή θέλει την Οσία Φιλοθέη που είχε εκτάσεις γης στην περιοχή, να ανοίγει πηγάδι για να ξεδιψούν οι περαστικοί και οι αγρότες. Πράξη που χαρακτηρίστηκε ως ψυχικό εκ μέρους της και για τον λόγο αυτό την τίμησαν δίνοντας στην περιοχή αυτήν την ονομασία. 

Ψυρρή ή Ψυρή: Οφείλει το όνομά της σε ένα νησιώτη από τα Ψαρά ο οποίος έφτασε στην περιοχή και έκτισε και μία εκκλησία που σήμερα δεν υπάρχει πια. Αυτός μετονομάστηκε σε Ψυρής που σημαίνει Ψαριανός και μετέπειτα πήρε και η περιοχή Ψυρή το όνομά της. Ψυρή όμως με ένα ρ και όχι με δύο όπως έχουμε συνηθίσει.

Πηγή: pathfinder.gr




Πώς βγήκε η φράση ;


«Θα το κάνεις και θα πεις κι ένα τραγούδι»

Η φράση ξεκίνησε από τα γλέντια, τα συμπόσια, σύμφωνα με τον Τάκη Νατσούλη.
Σ’ αυτά πολλές φορές κάποιος που τα έχει «τσούξει», επιμένει να πιει ο σύντροφός του, ο οποίος όμως δε θέλει. Αυτός όμως επιμένει με τη φράση: «μα δεν μπορείς, θα το πιεις» και ενώ ο άλλος συνεχίζει να αρνιέται, εκείνος με φιλική πάντοτε διάθεση του ξαναλέει: «έλα, θα το πιεις και θα πεις κι ένα τραγούδι». Σε μερικά, μάλιστα, μέρη λένε: «θα το κάνεις και θα χορέψεις».

«Η καρδιά σου είναι πέτρα»

Για ανθρώπους εξαιρετικά σκληρούς, δίχως συναισθήματα, λέμε πως η καρδιά τους είναι από πέτρα.
Αν και η παρομοίωση μεταξύ της ζωντανής καρδιάς με ένα σκληρό και κρύο αντικείμενο όπως η πέτρα, είναι προφανής, αξίζει να σημειωθεί ότι την πρωτοβρίσκουμε στον Όμηρο. Πριν να πεθάνει ο Έκτορας, λέει στον Αχιλλέα: « Η καρδιά σου είναι από πέτρα. Να θυμάσαι, λοιπόν, πως εξαιτίας μου οι θεοί θα είναι οργισμένοι εναντίον σου, την ημέρα που ο Πάρις και ο Απόλλων, παρ’ όλη τη γενναιότητά σου, θα σε σκοτώσουν δίπλα στις Σκαιές Πύλες».

«Μην τον είδατε τον Παναγή»

Όταν κάποιος δίνει μια υπόσχεση, αλλά τελικά εξαφανίζεται, λέμε ειρωνικά «Μην τον είδατε τον Παναγή».
Σύμφωνα με τον Τάκη Νατσούλη, πρόκειται για μια φράση που γεννήθηκε στον καιρό της γερμανικής Κατοχής , στα Μέγαρα της Αττικής.
Ο Παναγής ήταν ένας απατεωνίσκος, που στις μαύρες μέρες της Κατοχής, εξαπάτησε μερικές κοπέλες με την υπόσχεση του γάμου, κι αφού τους «μάσησε» αρκετά, τους όρισε και την ημέρα που θα παντρευόταν.
Τους έδωσε λοιπόν «ραντεβού», την ίδια μέρα και ώρα στην ίδια εκκλησία και αυτός όπου φύγει -φύγει. Οι άμοιρες κοπέλες μάταια περίμεναν τον ερχομό του, την ώρα που οι συγγενείς ρωτούσαν όποιον έβλεπαν να έρχεται «μήπως είδατε τον Παναγή;». Από το περιστατικά αυτά, λέγεται πως βγήκε και η φράση.

«Αν είσαι και παπάς, με την αράδα σου θα πας»

Η λαϊκή παροιμιώδης έκφραση «αν είσαι και παπάς, με την αράδα σου θα πας», λέγεται για να δείξει ότι κάποιος πρέπει να περιμένει τον κατάλληλο χρόνο, προκειμένου να πράξει κάτι, χωρίς να γίνει καμία εξαίρεση.
Τη φράση μάς την έκανε πιο γνωστή ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης κι από τότε έμεινε.
Λεγόταν, τα παλιά χρόνια, κυρίως σε μύλους και βρύσες, που περίμεναν με τη σειρά τους οι άνθρωποι να αλέσουν ή να πάρουν ένα σταμνί νερό.
Έτσι, όταν έβλεπαν κανέναν παπά να μη θέλει να τηρήσει τη σειρά, του λέγανε τη φράση αυτή.

«Μου ‘ρθε το μπουγιουρντί»

Η λαϊκή και μάλλον ειρωνική έκφραση, «μου ‘ρθε το μπουγιουρντί», χρησιμοποιείται στις περιπτώσεις που λαμβάνουμε ένα έγγραφο, γράμμα ή διαταγή με επιτιμητικό ή οικονομικά επιζήμιο περιεχόμενο. Έχει την έννοια του γρήγορου ή του απροσδόκητου.
Η λέξη «μπουγιουρντί» παράγεται από την τούρκικη λέξη «Μπουγιουρουλντίν» που σημαίνει διάταγμα του Μεγάλου Βεζίρη που έχει τη μεγάλη σφραγίδα.

«Πήρε το κρίμα στο λαιμό του»

Η γνωστή φράση «πήρε το κρίμα στο λαιμό του» λέγεται όταν κάποιος αναλαμβάνει την ευθύνη για μια πράξη που ουδέποτε διέπραξε. Σύμφωνα με τον Τάκη Νατσούλη, η φράση προέρχεται από τη βυζαντινή εποχή όποτε κι όταν κάποιος πλούσιος καταδικαζόταν να μείνει στη φυλακή, είχε δικαίωμα να βάλει κάποιον άλλο στη θέση του, τον οποίο, βέβαια πλήρωνε πλουσιοπάροχα.
Το δικαίωμα αυτό το είχαν μόνο όσοι καταδικάζονταν λιγότερο από ένα χρόνο. Οι άνθρωποι αυτοί, που δέχονταν να μπουν στη φυλακή, ονομάζονταν «κριματάρηδες», επειδή έπαιρναν τα αμαρτήματα των άλλων πάνω τους.
Από τότε έμεινε και η φράση «το κρίμα στο λαιμό του».

«Του ήρθε κουτί»

Για να πούμε σε κάποιον ότι του ταιριάζει απόλυτα, λέμε πως «του έρχεται κουτί».
Όταν μετά τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Όθωνα άρχισε να παίρνει μια συγκεκριμένη μορφή η κοσμική ζωή στον τόπο μας και να διοργανώνονται οι πρώτες κοσμικές συγκεντρώσεις, παράλληλα με τις γραφικές δεξιώσεις των ανακτόρων, γεννήθηκε, όπως ήταν φυσικό, το ζήτημα των αμφιέσεων, λέει ο Τάκης Νατσούλης.
Υπήρχαν, βέβαια, και εδώ μοδίστρες και ράφτες πεπειραμένοι, αλλά μόνο για την κατασκευή ελληνικών στολών, με τα πολύχρωμα και πολύπλοκα κεντήματα και στολίδια.
Οι φραγκοράφτες, δηλαδή οι ράφτες που έραβαν σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, εμφανίστηκαν λίγο αργότερα. Αλλά, όπως ήταν φυσικό, οι προτιμήσεις άρχισαν να προσαρμόζονται με τον καιρό στις δυτικές αντιλήψεις περί κομψότητας. Οι παριζιάνικες τουαλέτες και τα λονδρέζικα φιγουρίνια για τους άντρες, άρχισαν να γίνονται πρότυπα για να τα μιμηθούν οι κομψευόμενοι Αθηναίοι και επειδή δεν μπορούσαν να εμπιστευθούν τα ακριβά υφάσματα στις αθηναίες μοδίστρες, οι πιο πλούσιοι έκαναν τις παραγγελίες τους στην Ευρώπη.
Έτσι, ένα ωραίο πρωί έφθαναν ραμμένα ρούχα από το Παρίσι και το Λονδίνο, μέσα σ’ ένα πολυτελέστατο κουτί. Φυσικά, σκεφθείτε το πώς περίμενε καθένας, όταν μάλιστα πλησίαζε κάποιος ανακτορικός χορός. Θα φτάσει ή δε θα φτάσει έγκαιρα το κουτί; Όλα, όμως, πήγαιναν θαυμάσια, όταν η Ευρώπη έδινε το «παρών» στην ώρα της.
Τότε γι’ αυτόν που το περίμενε του «ερχόταν κουτί» και, μάλιστα, αυτά που του ήρθαν και χωρίς πρόβα, τον έκαναν ή την έκαναν «του κουτιού».

«Αν δεν λαδώσει, δεν κάνεις δουλειά»

Η λέξη «λάδωμα« και «λαδώνω» χρησιμοποιείται συχνά στα νέα Ελληνικά προκειμένου να δηλώσει τη δωροδοκία. Ο λαός έλεγε μάλιστα «αν δεν λαδώσει, δεν κάνεις δουλειά» ή «αν δεν λαδώσεις, δεν θα γίνει η δουλειά σου».
Η φράση, σύμφωνα με τον Τάκη Νατσούλη, μεταφέρθηκε από το λάδωμα του τροχού, που για να δουλέψει καλά, πρέπει να λαδωθεί.
Αυτό φανερώνουν και οι φράσεις: «Ο τροχός θέλει να αλειφτεί, για να ξεκινήσει» (Ήπειρος), «ου τροχός θελ’ λάδουμε, για να ξεκινήσει» (Αιτωλία), «Άιντε ν’ αλλείψεις τον τροχό, για να γενεί η δουλειά σου» (Καλάβρυτα) και «Ο τροχός δίχως άλειμμα δε γυρίζει» (Ρόδος).

«Σε τρώει η μύτη σου, ξύλο θα φας»

Όταν κάποιον τον ξύνει η μύτη, ο λαός συνήθιζε να τον προειδοποιεί ότι… θα φάει ξύλο.
Η παροιμιακή φράση «σε τρώει η μύτη σου, ξύλο θα φας», ξεκινάει από πρόληψη και δεισιδαιμονία.
Στην αρχαία Ελλάδα, όπως λέει ο Τάκης Νατσούλης, πίστευαν πως ο κνισμός, η φαγούρα δηλαδή του σώματος, ήταν προειδοποίηση των θεών. Πίστευαν πως όταν ένας άνθρωπος αισθανόταν φαγούρα στα πόδια του, θα έφευγε ταξίδι. Όταν πάλι τον έτρωγε η αριστερή παλάμη του, θα έπαιρνε δώρα. Αν συνέβαινε το ίδιο στη δεξιά, θα έδινε αυτός δώρα.
Η πρόληψη αυτή έμεινε ως τα χρόνια μας. Οι αρχαίοι όμως, θεωρούσαν γρουσουζιά, όταν αισθάνονταν φαγούρα στην πλάτη, στο λαιμό, στα αυτιά ή στη μύτη.
Κάποτε ο βασιλιάς της Σπάρτης, Άγις, ενώ έκανε πολεμικό συμβούλιο με τους αρχηγούς του, είδε ξαφνικά κάποιον από αυτούς να ξύνει αφηρημένος το αυτί του. Αμέσως σηκώθηκε πάνω διάλυσε το συμβούλιο: «Θα έχουμε αποτυχία οπωσδήποτε. Οι θεοί μάς προειδοποίησαν. Ας αναβάλουμε για αργότερα την εκστρατεία».
Οι Σπαρτιάτες πίστευαν ακόμη ότι τα παιδιά που αισθάνονται φαγούρα στα μύτη τους, θα γίνονταν κακοί πολεμιστές. Έτσι όταν έβλεπαν κανένα παιδί να ξύνει τη μύτη του, το τιμωρούσαν, για να μην την ξαναξύσει άλλη φορά. Από την πρόληψη αυτή βγήκε «η φράση η μύτη σου σε τρώει, ξύλο θα φας».

«Mάλλιασε η γλώσσα μου»

Όταν αναγκαζόμαστε να επαναλάβουμε κάτι πολλές φορές, λέμε πως «μάλλιασε η γλώσσα μου να το λέω αυτό».
Σύμφωνα με τον Τάκη Νατσούλη, η φράση προέρχεται από τιμωρίες της βυζαντινής εποχής, που ήταν ανάλογες με το παράπτωμα.
Όταν π.χ. ένας έλεγε πολλά, δηλαδή έλεγε λόγια που δεν έπρεπε να ειπωθούν, τότε τον τιμωρούσαν με έναν τρομερό τρόπο: Του έδιναν ένα ειδικό χόρτο που ήταν υποχρεωμένος με το μάσημα να το κάνει πολτό μέσα στο στόμα του. Το χόρτο, όμως, αυτό ήταν αγκαθωτό, στυφό και αρκετά σκληρό, τόσο που κατά το μάσημα στο στόμα του πρηζόταν και η γλώσσα, το ελατήριο δηλαδή της τιμωρίας του, άνοιγε, μάτωνε και γινόταν ίνες-ίνες, κλωστές-κλωστές, δηλαδή, όπως είναι τα μαλλιά.
Από την απάνθρωπη τιμωρία βγήκε και η παροιμιώδης φράση «μάλλιασε η γλώσσα μου», που τις λέμε μέχρι σήμερα, όταν προσπαθούμε με τα λόγια μας να πείσουμε κάποιον για κάτι και του το λέμε πολλές φορές.

«Γλέντι τρικούβερτο»

Για ένα μεγάλο ξεφάντωμα, χρησιμοποιούμε τη φράση «γλέντι τρικούβερτο».
Η έκφραση αυτή προέρχεται από τα μεγάλα καράβια, αυτά που είχαν τρεις κουβέρτες, δηλαδή τρία καταστρώματα.
Έτσι, στη φράση μας για να δηλώσουμε ότι το γλέντι μας ήταν μεγάλο, το παρομοιάζουμε με το μεγάλο καράβι που είχε τρεις κουβέρτες. Άρα θα ήταν πολύ μεγάλο.


Πηγή: newsbeast.gr






Τα ελληνικά έθιμα του γάμου και οι συμβολισμοί τους

Πολλά από τα έθιμα του γάμου έρχονται από το παρελθόν, αλλά συνεχίζονται μέχρι την εποχή μας.

Η προίκα: Οι μητέρες έφτιαχναν τα προικιά για τις κόρες τους (σεντόνια, πετσέτες, κεντητά) και μάζευαν όλα τα απαραίτητα για το νοικοκυριό τους. Η προίκα επίσης συμπεριλάμβανε χωράφια, κοπάδια ζώων και χρήματα. Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, όπως και στη Λέσβο, ο πατέρας της νύφης ήταν υπεύθυνος να δώσει επιπλωμένο σπίτι στην κόρη και στον γαμπρό του!

Το νυφοστόλι: Ελεύθερες (ανύπαντρες) κοπέλες στόλιζαν το σπίτι της νύφης με όλα τα προικιά της (κεντητά, κουβέρτες, σεντόνια κ.λπ.). Εκεί παραβρίσκονταν όλοι οι συγγενείς και φίλοι, αλλά όχι ο γαμπρός, για να καμαρώσουν την καλοπροικισμένη και προκομμένη νύφη (πολλά από τα προικιά τα έφτιαχνε η ίδια η νύφη). Οι καλεσμένοι έραιναν το νυφικό κρεβάτι με λουλούδια, φλουριά κι άλλα χρήματα.

Το ντύσιμο της νύφης: Την ημέρα του γάμου, γινόταν το στόλισμα της νύφης, όπου γυναίκες βοηθούσαν τη νύφη να χτενιστεί και να ντυθεί καθώς τραγουδούσαν τα σχετικά τραγούδια, όπως αυτό που ακολουθεί από την περιοχή του Μανταμάδου:

-1-
Έλα Χριστέ και Παναγιά, και συ Θεέ μου Πλάστη
και τη δουλειά π’ αρχίσαμε να μας τη βγάλεις ράστη.
Γέρνει ο ήλιος, φέρνει βόλτα στης νυφούλας μας την πόρτα.

-2-
Σήμερα λάμπει ο ουρανός σήμερα λάμπει η μέρα
σήμερα στεφανώνεται αητός την περιστέρα.
Νύφη μ’ ανθός της λεμονιάς. ομορφότερη της γειτονιάς.

-3-
Τη νύφη μας την είχαμε στη γλάστρα λουλουδάκι
και τώρα τη χαρίσαμε σ’ ένα παλικαράκι.
Ω νυφούλα να γεράσεις με το ταίρι σ’ να περάσεις.

-4-
Γαμπρός μας είναι άξιος καράβια ν’ αρματώσει
του καραβιού την άγκυρα να τη μαλαματώσει.
Ω γαμπρέ μου, ω γαμπρέ μου κι ω σγουρέ βασιλικέ μου.

-5-
Χρυσή η λαμπάδα του γαμπρού της νύφης ασημένια
και του κουμπάρου τα κεριά χρυσά μαλαματένια.
Να ζήσετε, να ζήσετε και να πολυχρονίσετε.

-6-
Πέντε γαρίφαλα χρυσά σε ασημένιο τάσι
τ’ ανδρόγυνο που θα γενεί να ζήσει, να γεράσει.
Ως το πρωί θα τραγουδώ κουμπάρο, νύφη και γαμπρό.

-7-
Κουμπάρε που κουμπάριασες με τ’ άσπρα σου τα χέρια
όμορφα που τα ταίριαξες τα δυο τα περιστέρια.
Ως το πρωί θα τραγουδώ κουμπάρο, νύφη και γαμπρό.

Την ίδια ώρα, βιολιά και λαούτα πήγαιναν στο σπίτι του γαμπρού για το ξύρισμα του γαμπρού και του κουμπάρου. Μετά από το ξύρισμα, τα βιολιά και τα λαούτα συνόδευαν τον γαμπρό και τους δικούς του στην εκκλησία και μετά πήγαιναν στο σπίτι της νύφης για να τη συνοδέψουν κι εκείνη με τους δικούς της στην εκκλησία.

Η τελετή του γάμου είχε ως εξής: Ο κουμπάρος και η κουμπάρα άλλαζαν πρώτα τα δαχτυλίδια τρεις φορές και μετά τα στέφανα, επίσης τρεις φορές. Οι καλεσμένοι παραστέκονταν γύρω από το ζευγάρι και στο χορό του Ησαΐα έραιναν τη νύφη και τον γαμπρό με κουφέτα και ρύζι (για να ριζώσουν) και συγχρόνως χτυπούσαν τον κουμπάρο στην πλάτη φωνάζοντας «Άξιος».

Τα στέφανα του γάμου συμβολίζουν βασιλικές κορώνες, γιατί η νύφη κι ο γαμπρός θα είναι βασίλισσα και βασιλιάς στο σπιτικό τους.

Οι λαμπάδες
Οι δύο λαμπάδες, που πλαισιώνουν το ιερό τραπέζι με το Ευαγγέλιο, καίνε από την αρχή ως το τέλος του μυστηρίου. Συμβολίζουν τις πύρινες γλώσσες της Πεντηκοστής καθώς και την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος που δίνει Θεία Φώτιση στους νεόνυμφους.

Οι βέρες
Ο κύκλος είναι ένα σχήμα χωρίς αρχή, μέση και τέλος και συμβολίζει την αιωνιότητα. Οι βέρες δείχνουν την αδιάκοπη αλυσίδα των γενεών μέσα από την αιώνια ένωση του ζευγαριού και συμβολίζουν την αιώνια αγάπη, τη δύναμη της σχέσης και την ένωση του άνδρα με τη γυναίκα.

H ένωση των χεριών
Σε κάποιο σημείο της ακολουθίας ο ιερέας, προσευχόμενος για την ένωσή τους με ομοφροσύνη σε «σάρκα μία», ενώνει συμβολικά τα δεξιά χέρια του γαμπρού και της νύφης. Τα χέρια παραμένουν ενωμένα σε όλη τη διάρκεια του μυστηρίου, δείχνοντας την αιωνιότητα της ένωσης αυτής.

Τα στέφανα
Τα στέφανα του γάμου υπενθυμίζουν τα στέφανα των μαρτύρων, τονίζοντας τη μαρτυρική διάσταση της χριστιανικής ζωής και τις θυσίες που χρειάζεται να γίνουν μέσα στον γάμο. Συμβολίζουν το αιώνιο δέσιμο του ζευγαριού στη ζωή, γι’ αυτό ο παπάς συμβολικά μετά το τέλος του μυστηρίου δένει τις κορδέλες των στεφάνων σφιχτά μαζί.

Ο χορός του Ησαΐα
Οι σύζυγοι κάνουν τα πρώτα τους βήματα στην καινούρια αρχή της ζωής τους οδηγούμενοι από την Εκκλησία, που αντιπροσωπεύεται από τον ιερέα. Ο κύκλος συμβολίζει την τελειότητα και η κυκλική κίνηση την αιωνιότητα.

Το ρύζι με τα ροδοπέταλα
Συμβολίζουν το ρίζωμα του ζευγαριού, την καλοτυχία και τον ευτυχισμένο και ανθόσπαρτο βίο.

Το μυστήριο του γάμου δεν επιτρέπεται κατά τις εξής μέρες:
  • 5-6 Ιανουαρίου (των Φώτων)
  • Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και της Μεγάλης Εβδομάδας
  • Κατά τη διάρκεια του Δεκαπενταύγουστου (1-15 Αυγούστου)
  • Στις 29 Αυγούστου (Αποκεφάλιση του Ιωάννου του Προδρόμου)
  • Στις 14 Σεπτεμβρίου (Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού)
  • 13-25 Δεκεμβρίου
  • Κατά τις Δεσποτικές Εορτές (όλες τις γιορτές του Χριστού)

Πηγή: emprosnet.gr






Ο μήνας Οκτώβριος στην Ελληνική Παράδοση





ΟΛΟΙ γνωρίζουμε πως ο Οκτώβριος μήνας είναι ο 10ος μήνας του χρόνου και ο 8ος των Ρωμαίων –από όπου και το όνομά του. Στην ελληνική λαϊκή παράδοση είναι γνωστός περισσότερο με τα ονόματα Αγιοδημητρίτης, Αγιοδημητριάτης, Βροχάρης, Σπαρτός κ.ά.
Είναι ο μήνας που οι βοσκοί κατεβαίνουν στα χειμαδιά και οι γεωργοί κάνουν τις τελευταίες προετοιμασίες για το χειμώνα, οργώνουν τα χωράφια και σπέρνουν τα σιτηρά.
Γενικά ο μήνας Οκτώβριος είναι ο μήνας της σποράς («Όποιος σπέρνει τον Οκτώβρη έχει οχτώ σειρές στ' αλώνι»). Η μεγαλύτερη γιορτή του Οκτωβρίου είναι του Αγίου Δημητρίου, μέρα που παλιότερα τελείωναν οι συμφωνίες για το νοίκιασμα των χωραφιών που είχαν γίνει του Αγίου Γεωργίου, οι συμφωνίες των βοσκών κ.ά.
Είναι ο μήνας που ανθίζουν τα χρυσάνθεμα ή αγιοδημητριάτικα, τα οποία στην Κύπρο ονομάζονται οχτωβρούδια.
Παροιμίες για το μήνα Οκτώβριο:

Άη Δημητράκη μου, μικρό καλοκαιράκι μου.
Αν βρέξει ο Οκτώβρης και χορτάσει η γη, πούλησ' το σιτάρι σου και αγόρασε βόδια.
Αν δε βρέξει, ας ψιχαλίσει, πάντα κάτι θα δροσίσει.
Αν δε βρέξει, πώς θα ξαστερώσει;
Αν δε χορτάσει ο Οκτώβριος τη γη, πούλησε τα βόδια σου και αγόρασε σιτάρι.
Άσπορος μη μείνεις, άθερος δε μένεις.
Βαθιά τ' αυλάκια να φουντώσουνε τα στάχυα.
Δεύτερο αλέτρι, δεύτερο δεμάτι.
Μακριά βροντή, κοντά βροχή.
Ο καλός ο νοικοκύρης, ο λαγός και το περδίκι, όταν βρέχει χαίρονται.
Οκτώβρη και δεν έσπειρες καρπό πολύ δεν παίρνεις.
Οκτώβρης και δεν έσπειρες, σιτάρι λίγο θα 'χεις.
Οκτώβρη και δεν έσπειρες λίγο ψωμί θα πάρεις.
Οκτώβρη και δεν έσπειρες, οκτώ σακιά δε γέμισες.
Οκτώβρης και δεν έσπειρες οκτώ σωρούς δεν έκανες.
Οκτώβρης και δεν έσπειρες, οκτώ σπυριά δεν κάνεις.
Οκτώβρη και δεν έσπειρες, τρία καλά δεν έκαμες.
Οκτώβρης βροχερός, Οκτώβρης καρπερός.
Οκτώβρης-Οκτωβροχάκης το μικρό καλοκαιράκι.
Όποιος σπέρνει τον Οκτώβρη, έχει οκτώ σειρές στ' αλώνι.
Τ' άη - Δημητριού, τι είσαι 'σύ και τι 'μαι εγώ λέει το νιο κρασί στο παλιό.
Τ' Άη Λουκά σπείρε τα κουκιά.
Τα σταφύλια τρυγημένα και τα σκόρδα φυτεμένα.
Τον Σεπτέμβρη τα σταφύλια, τον Οκτώβρη τα κουδούνια.
Στα έθιμα του Οκτώβρη μπορούμε να  βρούμε απάντηση στα ερωτήματά μας. Για να σπείρει ο γεωργός πρέπει πρώτα να βρέξει ο Θεός. Τα πρωτοβρόχια είναι η απαραίτητη προϋπόθεση  για τη σπορά. Με τη λιτανεία των εικόνων οι αγρότες θεραπεύουν το «θείο» και παρακαλούν το Θεό να βρέξει. Υπάρχουν όμως και άλλου είδους πράξεις, μαγικά έθιμα, που δεν έχουν σκοπό να θεραπεύσουν, αλλά να εξαναγκάσουν το «θείο», σε βοήθεια για βροχή. Ένα από τα έθιμα αυτά, το πιο διαδομένο, είναι  η λεγόμενη Περπερούνα. Η αλήθεια είναι ότι το έθιμο αυτό γίνεται προς το τέλος της άνοιξης. Γίνεται, όμως και το φθινόπωρο, αν υπάρχει ανάγκη. Η Περπερούνα, ή Περπερού, ή Πιρπιρού, ή Πιπιργιά (Πιέρια) είναι ένα έθιμο που το κάνουν τα κορίτσια. Διαλέγουν ένα κοριτσάκι οχτώ-δέκα χρονών, συνήθως φτωχό, ορφανό, και το στολίζουν με λουλούδια και πρασινάδα. Η πρασινάδα χρησιμεύει για «να πρασινίσει ο κάμπος σαν την Πιρπιρού», όπως λένε στο Δρυμό Θες/νίκης. Να λοιπόν ο πρώτος  και βασικότερος, όπως θα δούμε, νόμος της λογικής της μαγείας. Ο νόμος της ομοιότητας: Όπως είναι πράσινη η Περπερού, έτσι να πρασινίσει και ο κάμπος. Όλοι η παρέα των κοριτσιών, με την Πιρπιρούνα στη μέση, πηγαίνει από σπίτι σε σπίτι και τραγουδάκι το τραγουδάκι της Πιπιργιάς. Στα Ριζώματα  Ημαθίας λένε : «Πιπιργιά δροσολογιά παρακάλισι του Θιο, να μας βρέξει μια βρουχή, μια βρουχή μια σιγανή, να πουτίσει τα σπαρτά, του κιχρί κι του λινάρ».
Αφού τελειώσει το τραγούδι, βγαίνει από το κάθε σπίτι η νοικοκυρά  και με ένα κανάτι χύνει πάνω στο κεφάλι της πιπιργιάς νερό ενώ δίνει στο κοριτσάκι ένα νόμισμα ή ότι άλλο έχει «για καλό».
Εκτός, όμως από το έθιμο της Περπερούνας, όπου συμμετέχει όλο τα χωριό, καθένας ξεχωριστά κάνει τα δικά του μαγικά για να προκαλέσει βροχή. Αν λ.χ ο γεωργός σε περίοδο ανομβρίας βρει στο δρόμο του μια χελώνα, τη γυρίζει ανάσκελα και βάζει πάνω στη κοιλιά της ένα μεγάλο σβόλο χώμα. Ποιά είναι η λογική πίσω από τη πράξη αυτή; Να εξαναγκάσουν τη χελώνα να παρακαλέσει το Θεό να βρέξει, για να λιώσει ο σβόλος και να μπορέσει  έτσι να γυρίσει στη φυσιολογική της θέση, γιατί αλλιώς θα πεθάνει κάτω από το βάρος του σβόλου. Κάτι παρόμοιο γίνεται και με τα φίδια και τα πουλιά.

Στον Πόντο αναφέρεται ολόκληρη σειρά από τέτοια μαγικά έθιμα για την ανομβρία. Έθιμα που είναι συνδυασμός θεϊκού και μαγικού στοιχείου. Για παράδειγμα για να προκαλέσουν βροχή  στον Πόντο κάνουν το εξής μακάβριο: Ξεθάβουν ένα κρανίο από κάποιον τάφο και το βάζουν σε μια λεκάνη με νερό-για να διαλύσουν, λένε, το προπατορικό αμάρτημα. Υπονοείται, προφανώς, εδώ ότι, εξαιτίας του προπατορικού αμαρτήματος, ο Θεός έχει θυμώσει και δεν βρέχει.

Η εποχή της σποράς  ήταν πολύ σημαντική για τους Νεοέλληνες όπως και για τους Αρχαίους Έλληνες. Η σημασία της εκδηλώνονταν με την γιορτή της φθινοπωρινής σποράς που ήταν τα Θεσμοφόρια (προς τιμή της Θεάς Δήμητρας). Ήταν γιορτή αποκλειστικά των γυναικών, γιατί αυτές όμοια με την γη, είναι η πηγή της γονιμότητας. Στις γυναίκες ανήκει η αναπαραγωγή του είδους. Το σπέρμα πέφτει στον κόλπο τους για να βλαστήσει το ίδιο όπως και ο σπόρος του σιταριού πέφτει στον κόλπο της γης για να βλαστήσει κι αυτός. Έτσι δουλεύει η λογική της  ομοιότητας. Ο συσχετισμός γης και γυναίκας  προκύπτει, βέβαια, από πολλά, φαίνεται όμως και πολύ καθαρά σε μια αρχαία ελληνική φράση που δηλώνει ποιος είναι ο σκοπός του γάμου στην αρχαία Ελλάδα. Έλεγαν οι αρχαίοι πως ο γάμος τελείται «επί γνησίων παίδων αρότω». Δηλαδή για την άροση γνησίων παιδιών. Το άροτρο και ο φαλλός είναι πράγματι μαγικά ισοδύναμα στην αρχαία και στην νεότερη Ελλάδα.

Σε όλα τα έθιμα για της εξασφάλιση της προκοπής του σπόρου διακρίνει κανείς την ίδια λογική της ομοιότητας ή της συνάφειας. Σύμφωνα με το νόμο της συνάφειας η αλληλοεπίδραση οφείλεται στο σύνεγγυς, στο ότι τα πράγματα είναι κοντά- κοντά.

Στο Δρυμό Θεσ/νίκης ο πρώτος σπόρος παρασκευάζεται με πολλή επιμέλεια. Μέσα στον σάκο του σπόρου βάζουν βασιλικό (συμβολισμός να πρασινίσει), ρόδι (ευφορία), σκόρδο (αποτροπή βασκανίας) και ασημένιο νόμισμα ή δακτυλίδι (καλή ποιότητα μέλλουσας σοδειάς). Όλα αυτά φυλάγονται και είναι δεμένα με μια κόκκινη  μεταξωτή κλωστή ως το τέλος της σποράς μέσα στον σάκο που είπαμε. Η πρώτη ημέρα που θα βγάλουν το σπόρο έχει εξαιρετική σημασία για την μέλλουσα ευφορία. Την ημέρα αυτή δεν δίνουν ούτε παίρνουν χρήματα, δεν δανείζουν ψωμί, ούτε δίνουν πράγματα έξω από το σπίτι, για να μη διώξουν έξω το μπερεκέτι.

Στην Ανατολική Θράκη έκαναν ένα έθιμο που σε άλλα μέρη γίνονταν τις αποκριές. Πρόκειται για το έθιμο της Τζαμάλας  στο οποίο γίνεται μια κανονική δραματική παράσταση, όπως και στην αποκριά.  Δύο είναι τα βασικά θέματα : α) ο γάμος και β) ο θάνατος και η ανάσταση του γαμπρού. Ο γάμος των  δύο πρωταγωνιστών είναι το μαγικό ισοδύναμο του γάμου ουρανού και γης. Ο ουρανός βρέχει και γονιμοποιεί τη γη. Αυτό είναι τουλάχιστον το αρχέτυπο του γάμου για τους αρχαίους Ένας πολύ παραστατικός μύθος στην αρχαιότητα, μιλάει για τη Δήμητρα, την μητέρα του σιταριού, που ξάπλωσε με έναν ωραίο θνητό, τον Ιασίωνα, σε ένα μαλακό χωράφι, οργωμένο τρεις φορές. Το τι συμβολίζει η πράξη αυτή είναι φανερό. Δεν είναι δύσκολο λοιπόν να καταλάβουμε και την συμβολική σημασία που έχει ο γάμος στα έθιμα που συνδέονται με τη σπορά. Τι σημαίνει ο θάνατος και η ανάσταση του πρωταγωνιστή; Μα και ο σπόρος το ίδιο δεν παθαίνει; Πρέπει πρώτα να πεθάνει, για να μπορέσει να βλαστήσει. Όπως λέει και η γνωστή περικοπή από το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο: «εάν μη ο κόκκος του σίτου πεσών εις την γήν αποθάνει, αυτός μόνος μένει, εάν δε αποθάνει πολυν καρπόν φέρει».
Για την σπορά, το θρησκευτικό σημάδι του   χρόνου είναι η Κυριακή του Σπορέως στην ορθόδοξη εκκλησία μας και πέφτει μέσα στον Οκτώβρη. Ένα άλλο σημάδι του χρόνου μέσα στον Οκτώβρη, ίσως το πιο σημαντικό είναι η γιορτή του Αγίου Δημητρίου. Γιαυτό σε πολλά μέρη ο Οκτώβρης λέγεται Αγιοδημήτρης ή Αγιοδημητριάτης. Η γιορτή του Αγίου Δημητρίου στις 26 του μήνα και του Αγίου Γεωργίου στις 23 Απριλίου είναι για τους κτηνοτρόφους και τους γεωργούς τα δύο συνόρατα  του χρόνου, όπου σε αυτές τις δύο ημέρες τελειώνουν και αρχίζουν  τις συμβάσεις και τις άλλες συμφωνίες αναμεταξύ τους.

Πηγή : zaliosparadosi.blogspot



Eπαγγέλματα που χάθηκαν στο χρόνο


Ο μπακάλης

Για περίπου 30 χρόνια, από την λήξη του Β Παγκοσμίου Πολέμου, μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του `70, τη ραχοκοκαλιά του λιανικού εμπορίου, αποτελούσαν αποκλειστικά τα οικογενειακά παντοπωλεία και τα μπακάλικα της γειτονιάς. Περίπου 32.000 μικρά καταστήματα καταγράφονται διάσπαρτα στην επικράτεια της χώρας το 1977, τα οποία εμπορεύονταν τρόφιμα (εκτός από κρέατα & ψάρια), μη αλκοολούχα ποτά και είδη οικιακής χρήσεως ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις συνοδεύονταν και από κάποιο καφενείο ή μια ταβέρνα.

Ο παγωτατζής 

Ο παγωτατζής με το άσπρο καπελάκι και την άσπρη ποδιά του ήταν γραφικός, ευχάριστος και ο πιο αγαπημένος πλανόδιος μικροπωλητής για τα παιδιά. Την πρώτη εμφάνισή του την έκανε την Άνοιξη, τις μέρες του Πάσχα και σταματούσε το φθινόπωρο με την εμφάνιση των καστανάδων, αν και οι περισσότεροι από αυτούς ήταν οι ίδιοι, διότι έκαναν παράλληλα και δεύτερο εποχιακό επάγγελμα. Το παλιό καροτσάκι του παγωτατζή ήταν σωστό κομψοτέχνημα, με το ωραίο σκέπαστρο, τις παραστατικές ζωγραφιές και τα διάφορα σχέδια που κοσμούσαν τις πλευρές του. Με το τρίτροχο ποδήλατο ή το μηχανοκίνητο καροτσάκι έκανε την εμφάνισή του και διαλαλούσε το παγωτό του όπου σύχναζε πολύς κόσμος.

Ο τσαγκάρης

Ο τσαγκάρης της δεκαετίας του 70 ήταν χωμένος σε ένα σωρό από παπούτσια και η δουλειά του ήταν πραγματική τέχνη! Δεν υπάρχει σήμερα γιατί τα παπούτσια μας δεν χρειάζονται … παρά μόνο καινούργια τακούνια. Τότε όμως έκανε τα πάντα! Άνοιγε τα στενά με τα καλαπόδια του, άλλαζε χρώματα, έραβε τα ανοιγμένα και γενικά επιδιόρθωνε τα πάντα μια και πριν πετάξουμε τα παπούτσια μας … πάντα τα πηγαίναμε στον τσαγκάρη !!!

Ο γανωτής (καλαντζής)

Κουβαλώντας στην πλάτη του τα εργαλεία της δουλειάς, συνήθιζε να καλεί με την τραχιά από το παίδεμα φωνή του, τις νοικοκυρές να φέρουν τα μπακίρια τους για γάνωμα. Τα χάλκινα οικιακά σκεύη, όπως τα ταχριά, τα καζάνια, τα κουτάλια, τα πιρούνια χρειάζονταν, συχνά πυκνά, γαλβανισμό και στίλβωμα με κασσίτερο, ή αλλιώς γάνωμα. Όταν προέκυπτε πελατεία, ο γανωτής, έστηνε την γκαζιέρα του στην αυλή του σπιτιού, έλιωνε τον κασσίτερο, κι αφού καθάριζε καλά το σκεύος, άλειφε το εσωτερικό του με σπίρτο και το έτριβε με κουρασάνι (τριμμένο κεραμίδι). Στη συνέχεια, κράταγε το σκεύος με την τσιμπίδα πάνω από τη φωτιά και έριχνε μέσα το νησιαντήρι (χλωριούχο αμμώνιο), για να στρώσει καλύτερα το καλάι (κασσίτερος) πάνω στο χάλκωμα. Το άπλωνε σ’ όλη την επιφάνεια του σκεύους μ’ ένα χοντρό βαμβακερό ύφασμα και στη συνέχεια το βουτούσε σε μια λεκάνη με κρύο νερό, που του έδινε η νοικοκυρά του σπιτιού. Το τελικό σκούπισμα γινόταν με βαμβάκι ώστε να αποκτήσει το σκεύος την απαραίτητη γυαλάδα. Το «γάνωμα», το οποίο επιβαλλόταν για λόγους υγείας, κυρίως στα σκεύη που χρησιμοποιούσαν στο μαγείρεμα, προσέφερε πελατεία ολόκληρο το χρόνο.
Αν και το επάγγελμα του γανωτή ακολούθησαν πολλοί τεχνίτες στη συνέχεια, οι πρώτοι που το εξάσκησαν ήταν οι τσιγγάνοι. Σήμερα βέβαια τον χαλκό αντικατέστησε το ανοξείδωτο, ή και το πιο σύγχρονο κεραμικό, οπότε η επικασσιτέρωση είναι περιττή. Τα λίγα εναπομείναντα τέτοια σκεύη, που κληροδοτήθηκαν στις νεότερες γενιές, κρεμιούνται σε τοίχους ή κοσμούν τις βιτρίνες, κυρίως  εξοχικών κατοικιών

Η μοδίστρα

Tο επάγγελμα της μοδίστρας που ερχόταν στο σπίτι για να μας «ράψει» μπορεί να χάθηκε στο χρόνο αλλά έχει αφήσει αναμνήσεις που συμπληρώνουν τα παιδικά μας χρόνια... Ερχόταν για να ράψει τα βαριά ή τα καλά μας ρούχα για τις γιορτές και απαραίτητη προϋπόθεση ήταν να …πιάνουν τα χέρια της...
Ο γαλατάς 
Στη δεκαετία του 1950 οι τελευταίοι πλανόδιοι γαλατάδες που διαλαλούσαν το εμπόρευμά τους με τη λέξη «γαλατάς!» ή μόνο την κατάληξη «τας!», μετέφεραν το γάλα σε μεταλλικά κυλινδρικά δοχεία και το μοίραζαν στις γειτονιές χύμα σε οκάδες ή δράμια. Στην αρχή της δεκαετίας του 1960 η διάθεση του γάλακτος άρχισε να γίνεται σε γυάλινες φιάλες κάθε πρωί στις διάφορες γειτονιές με διάφορα μέσα, ποδήλατα ή τρίκυκλες μοτοσικλέτες, όπως συνεχίζεται σήμερα η διάθεση των φιαλών γκαζιού. Όμως μετά από μια σειρά αγορανομικών διατάξεων στη δεκαετία του 1970 απαγορεύθηκε και ο τρόπος αυτός της πλανόδιας διάθεσης, προκειμένου να διασφαλισθεί περισσότερο η ποιότητα και η υγειονομική ασφάλεια των προς διάθεση γαλακτοκομικών προϊόντων, με περιορισμό τόσο στο χρόνο της διάθεσης, (ημερομηνία λήξης), όσο και από συγκεκριμένα μόνο καταστήματα που είναι εφοδιασμένα με κατάλληλα ψυκτικά μέσα.
Ο αγωγιάτης
Οι αγωγιάτες, που επονομάζονταν και “κιρατζήδες”, είναι οι “πρόδρομοι” των αυτοκινητιστών. Μετέφεραν τα εμπορεύματα ή διακινούσαν τους ταξιδιώτες με άλογα και συχνότερα με μουλάρια. Λόγω των μεγάλων αποστάσεων μεταξύ των οικισμών, η μετακίνηση των ανθρώπων και η διακίνηση των προϊόντων με τα ζώα ήταν ο κυρίαρχος τρόπος μεταφοράς μέχρι τη δεκαετία του 1930 και σε μερικές περιοχές μέχρι τη δεκαετία του 1950.
Ο βαρελάς

Ήταν τεχνίτης, ειδικός στην κατασκευή βαρελόσχημων και σκαφοειδών σκευών, που τα κατασκεύαζαν από ξύλο καστανιάς ή δρυός. Το ξύλο περνούσε από ειδική επεξεργασία και μετά το έκοβαν σε λεπτές σανίδες, που βρέχανε για να παίρνουν εύκολα την κατάλληλη κλίση. Κατόπιν περνούσαν τα στεφάνια, τα χτυπούσαν με το ματσακόνι για να σφίξουν καλά και μετά τοποθετούσαν τους δυο επίπεδους πυθμένες. Οι αποθήκες παλιά ήταν γεμάτες με βαρέλια κλπ.

Ο γυρολόγος (Πραματευτής)

Οι έμποροι αυτοί μετέφεραν το εμπόρευμά τους στους ώμους ή πάνω στο υποζύγιο που τους συνόδευε. Οι χαλβατζήδες που έφτιαχναν το χαλβά και οι σαλεπιτζήδες που έβραζαν και πουλούσαν το ζεστό σαλέπι, ήταν χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι της πρώτης κατηγορίας. Αντίθετα οι γαλατάδες, οι πλανόδιοι υφασματέμποροι (ή “μπασματζήδες”) που εφοδίαζαν τα χωριά της αγροτικής περιφέρειας, οι “μπαχτσαβάνηδες”, που καλλιεργούσαν και πουλούσαν τα λαχανοπωρικά, καθώς και άλλοι πλανόδιοι έμποροι, μετέφεραν τα προϊόντα τους με το γαϊδουράκι, που έφερε το φορτίο του μέσα σε ειδικά κοφίνια.
Οι “μπαχτσαβάνηδες” που ονομάζονταν και “περιβολάρηδες” καλλιεργούσαν τα οπωρολαχανικά τους στα περιβόλια τους και τα διέθεταν στους εμπορομανάβηδες, ή τα πουλούσαν μόνοι τους στις συνοικίες.
Ο ζευγάς

Οι ζευγάδες αναλάμβαναν το όργωμα, τη σπορά και τη συγκομιδή των χωραφιών. Οι ζευγάδες όργωναν με το ξύλινο αλέτρι που το έσερναν δύο βόδια ή μουλάρια (τα “ζευγαρόβοδα”). Κάποιες φορές οι ίδιοι, εκτός από τα δικά τους χωράφια, όργωναν κι έσπερναν και τα χωράφια άλλων κατοίκων και αμείβονταν επιπλέον, επειδή διέθεταν την τέχνη τους αλλά και τη “συρμαγιά” (δηλαδή τα βόδια και το αλέτρι). Σήμερα ο ζευγάς έχει εξαφανιστεί, αφού το όποιο όργωμα γίνεται πια με μηχανικά μέσα.
Ο καλαθοποιός

Σε περιοχές που αφθονούσαν οι λυγαριές, οι μυρτιές, οι σφάκες (πικροδάφνες) και τα καλάμια, ευδοκίμησε και το επάγγελμα του καλαθοποιού. Από τις μυρτιές και κυρίως από τις λυγαριές οι καλαθοποιοί αποσπούσαν μακριές βίτσες με το τσερτσέτο (ειδικό μαχαίρι) και έκαναν τους σκελετούς για να πλέξουν με τα σχισμένα καλάμια καλάθια, κοφίνια, ψαροκόφινα και άλλα, ενώ μόνο με τις βίτσες έπλεκαν στουπιά για τυρί, κόφτες για τη μεταφορά των σταφυλιών κ.ά.

Ο καρεκλάς

Με τη χρησιμοποίηση ξύλων από πλάτανο ή από άλλα άγρια συνήθως δέντρα και με τη βοήθεια σχοινιών από βουρλιά ή αφράτου των ποταμών, ο καρεκλάς δημιουργούσε τις καρέκλες που ήταν τριών ειδών. Οι συνηθισμένες με κάθισμα και πλάτη πίσω, οι κοντούλες που δεν είχαν πλάτη και οι ραχατιλίδικες στις οποίες το ένα από τα μπροστινά πόδια ήταν υπερυψωμένο και συνδεόταν με το πίσω πόδι με πλάγιο ξύλινο μπράτσο ώστε να χρησιμεύει για να ακουμπάει αυτός που κάθεται.

Ο καφεπαντοπώλης

Στα περισσότερα χωριά της Ελλάδας, τις περισσότερες φορές ο καφετζής συνδύαζε τη λειτουργία του καφενείου του με την πώληση ειδών που δεν έβγαζε ο τόπος του, όπως καφέ, τσιγάρα, ζάχαρη, τσάι, ρύζι, μπακαλιάρο, σπίρτα, παστές σαρδέλες, φρίσες (ρέγγες), πιπερικύμινο, ταραμά, χαλβά και άλλα. Ακόμη μπορούσε να έχει πανιά, κλωστές, βελόνες, δέρματα και ίσως είδη τσαγκάρικου.

Ο λούστρος

Όταν ο κόσμος περπατούσε σε χωμάτινους δρόμους, τα παπούτσια σκονίζονταν ή λασπώνονταν εύκολα. Τότε γνώρισε άνθηση και το επάγγελμα του λουστραδόρου. Αυτός μ’ ένα κασελάκι μπροστά του, αληθινό κομψοτέχνημα, και γύρω του να κρέμονται οι βούρτσες και τα βερνίκια με τα διάφορα χρώματα, κάθονταν σ’ ένα χαμηλό σκαμνάκι και περίμενε υπομονετικά. Για να προσελκύσει τους πελάτες γίνονταν ταχυδακτυλουργός ή χτύπαγε ρυθμικά το κασελάκι. Ο πελάτης πλησίαζε κι άπλωνε, όπως ήταν όρθιος, πρώτα το δεξί πόδι πάνω στην ειδική μεταλλική θέση της κασέλας κι έπειτα το άλλο. Έτσι άρχισε η “ιεροτελεστία” του βαψίματος…


Ο μυλωνάς

Αλευρόμυλοι υπήρχαν σε όλα τα χωριά , οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν υδρόμυλοι, δηλαδή τους κινούσε η δύναμη του νερού, οπότε τους έχτιζαν πάντα δίπλα σε ποτάμια και ρεματιές. Σήμερα λειτουργούν ελάχιστοι. Ο μύλος ήταν συνήθως το σπίτι του μυλωνά. Κάτω από τις μυλόπετρες υπήρχε ένας μικρός χώρος, όπου ήταν εγκατεστημένος ο κινητός μηχανισμός, όπου έπεφτε από το βαγένι το νερό και τον περιέστρεφε.
Ο αλεστικός μηχανισμός είχε δυο οριζόντιες κυλινδρικές μυλόπετρες, τη μια πάνω στην άλλη, με την κάτω ακίνητη. Το σιτάρι διοχετεύονταν ανάμεσά τους από μια τρύπα, στο κέντρο της επάνω περιστρεφόμενης πέτρας. Με την κίνηση το σιτάρι ή το καλαμπόκι συνθλίβεται ανάμεσα στις πέτρες και μετατρέπεται σε σκόνη. Ως αμοιβή του ο μυλωνάς κράταγε ένα μέρος από τα αλεστικά (5-12%) και σπάνια έπαιρνε χρήματα. Οι υδρόμυλοι έπαιρναν ως αλεστικό δικαίωμα ένα “σινίκι” (= 6 οκάδες) για την άλεση 100 οκάδων σιτηρών .

Ο νερουλάς

Στην παλιά Αθήνα που δεν υπήρχαν βρύσες μέσα στα σπίτια, ο νερουλάς αναλάμβανε την τροφοδότησή τους με νερό. Υπήρχε συνήθως ένας νερουλάς σε κάθε γειτονιά και είχε σταθερή πελατεία. Έκανε πολλά κοπιαστικά δρομολόγια και αμειβότανε περίπου 1 δεκάρα τον τενεκέ. Το επάγγελμα του νερουλά διατηρήθηκε μέχρι το 1930, οπότε ιδρύθηκε η ΟΥΛΕΝ.
Ο παγοπώλης

Το επάγγελμα του παγοπώλη υπήρχε ως τη δεκαετία του 1960.
Ο παγοπώλης λοιπόν ήταν αυτός που πουλούσε τον πάγο στις νοικοκυρές γιατί εκείνη την εποχή  δεν υπήρχαν ψυγεία όπως σήμερα για να συντηρήσουν τα τρόφιμά τους.

Πηγή: newsbomb.gr   apotis4stis5.com





___________________________________________________________________________




Η κυρά Φροσύνη

Η Φροσύνη ήταν γνωστή για την ομορφιά και την καταγωγή της.
Ήταν σύζυγος ενός πλούσιου εμπόρου από τα Γιάννενα, του Δημητρίου Βασιλείου και ανιψιά του μητροπολίτη Λάρισας και μετέπειτα Ιωαννίνων, Γαβριήλ Γκάγκα. Η Φροσύνη είχε δυο παιδιά.

Ο σύζυγος της Κυρά Φροσύνης έλειπε συχνά για μεγάλα χρονικά διαστήματα στο εξωτερικό, λόγω της δουλειάς του.
Ο μύθος θέλει την όμορφη γυναίκα, αρκετά απελευθερωμένη για την εποχή της. Τολμούσε να βγαίνει βόλτες κατά την απουσία του άντρα της, προκαλώντας αρνητικά σχόλια.
Σε ένα από τα ταξίδια του Βασιλείου, η Κυρά Φροσύνη συνδέθηκε ερωτικά με τον γιο του Αλή Πασά, Μουχτάρ, που την είχε ερωτευτεί, μάλλον παράφορα.
Όλα θα ήταν καλά αν ο Μουχτάρ δεν ήταν και αυτός παντρεμένος, με μια σύζυγο η οποία δεν είχε καμία διάθεση να υπομείνει την προσβολή. Η ζήλια και ο πληγωμένος της εγωισμός την οδήγησαν να ζητήσει ακρόαση από τον πεθερό της, Αλή Πασά, τον οποίο δε δυσκολεύτηκε να πείσει ότι πρέπει να παρέμβει.

Φροσύνη και Μουχτάρ, λιθογραφία Σωτηρίου Χρηστίδη (πηγή: «Αλή Πασάς, από Λήσταρχος ηγεμόνας» του Αναστάσιου Παπασταύρου)

Ο πασάς διέταξε να συλληφθεί η Κυρά Φροσύνη και να τιμωρηθεί. Κάποιοι μελετητές υποστηρίζουν ότι η σκληρή στάση του Αλή Πασά εξηγείται από το γεγονός ότι ήταν και αυτός ερωτευμένος μαζί της και από ζήλια, δεν μπορούσε να δεχτεί τη σχέση της με τον γιο του.

Η ερωτική εξομολόγηση του Αλή στη Φροσύνη. Ελαιογραφία του Charles Louis Muller, 1870, Μουσείο Καλών Τεχνών, Λίλλη (πηγή: «Αλή Πασάς, από Λήσταρχος ηγεμόνας» του Αναστάσιου Παπασταύρου)


Με την πρόφαση ότι θέλει να επιβάλει την ηθική και για να μην κατηγορηθεί για προσωπική ανάμειξη, ο Αλή συνέλαβε άλλες 17 γυναίκες τις οποίες χαρακτήρισε μοιχαλίδες και γυναίκες ελευθέρων ηθών.
Έτσι, ικανοποίησε και τον συμπέθερό του, τον Πασά του Βερατίου, καθώς θα αποκαθιστούσε την τιμή της απατημένης κόρης του. Άλλες πηγές αναφέρουν ότι ο έρωτας του Αλή Πασά για την ερωμένη του γιου του ήταν γνωστός και ποτέ δεν χρησιμοποίησε κάποιο πρόσχημα. Τιμώρησε την Κυρά Φροσύνη επειδή τον αρνήθηκε.


 
Ο Αλή Πασάς είχε ερωτευτεί την Κυρά Φροσύνη

Μάλιστα, αναφέρεται ότι στην προσπάθειά του να την κερδίσει, ο Αλή Πασάς κάποια στιγμή την απήγαγε και τη μετέφερε στο χαρέμι του, χωρίς όμως να καταφέρει να την κάνει δική του με τη θέλησή της. Ο μητροπολίτης Γαβριήλ και θείος της Φροσύνης, προσπάθησε να τη σώσει ζητώντας την ευσπλαχνία του Αλή Πασά, αλλά δεν τα κατάφερε. Το μόνο που του επετράπη ήταν να πάρει υπό την προστασία του τα παιδιά της και να τα μεγαλώσει. 

Η σκληρή διαταγή του Αλή Πασά πραγματοποιήθηκε το βράδυ της 11ης Ιανουαρίου του 1801.
Οι δεσμοφύλακες έδεσαν τις 17 γυναίκες και τις πέταξαν στη λίμνη των Ιωαννίνων.
Ο θρύλος λέει ότι τα άψυχα κορμιά τους ξεβράστηκαν, αλλά μάλλον είναι ακόμη στη λίμνη, καθώς τα λιμνάζοντα ύδατα δεν ξεβράζουν τα πτώματα. 

Οι αδικοχαμένες γυναίκες χαρακτηρίστηκαν «καλλιμάρτυρες». Παρόλο που οι λεπτομέρειες της ιστορίας της Κυρά Φροσύνης δεν έχουν τεκμηριωθεί, θεωρείται σίγουρο ότι πλήρωσε την ομορφιά της και τον έρωτά με τη ζωή της.
Η ιστορία της Κυρά Φροσύνης έχει γίνει δημοτικό τραγούδι, κινηματογραφική ταινία και τηλεοπτική σειρά.

Κυρά Φροσύνη


Στίχοι:  
Λίνα Νικολακοπούλου
Μουσική:  
Παραδοσιακό
Περιοχή:  
Ξένα παραδοσιακά (Αρμενίας)


Το μάθατε τι γίνηκε στα Γιάννενα στη λίμνη
που πνίξανε τις δεκαεφτά μαζί με την κυρά…

Η κυρά Φροσύνη του Αλή πασά
τα μαλλιά της λύνει κάθε που φυσά
Κι απ’ της λίμνης βγαίνει τ’ αφανέρωτα
λέει στην οικουμένη για τον έρωτα

Και ξυπνάνε πόθοι στα κορμιά πνιγμένοι
γεια σου παινεμένη, γεια σου αρχόντισσα
Και ξυπνάνε πόθοι στα κορμιά πνιγμένοι
γεια σου παινεμένη, δε σε πρόφτασα

Ο έρωτας κι ο άνθρωπος θεριά είναι δε σαστίζουν
Καλέ κυρά
στο τέλος κάποιος χάνεται
βαθιά νερά

Με τα μάτια το ‘πα τ’ ομολόγησα
σε χαρές δικές μας υπολόγισα
έρωτά μου όχι δε φιλιώνουνε
κυνηγιούνται οι στόχοι και ματώνουνε

Και ξυπνάνε πόθοι στα κορμιά πνιγμένοι
γεια σου παινεμένη, γεια σου αρχόντισσα
Και ξυπνάνε πόθοι στα κορμιά πνιγμένοι
γεια σου παινεμένη, δε σε πρόφτασα

Δε σου το ‘πα φως μου, κρυφ’ το δαχτυλίδι
ειν’ η ζήλεια φίδι, δε σε πρόφτασα
Δε σου το ‘πα φως μου, να μας δουν δεν κάνει
λιαχτουρί φουστάνι δε σε χόρτασα


Πηγή: mixanitouxronou.gr



 ________________________________________________________________________




Από πού προέρχονται τα ονόματα των μηνών του έτους;


ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ :
Ο πρώτος μήνας του χρόνου πήρε το όνομά του από τον θεό των Ρωμαίων, τον Ιανό (Janus). Ο Ιανός ήταν θεός με δύο πρόσωπα, τα οποία κοίταζαν σε αντίθετες κατευθύνσεις, γι αυτό τον αποκαλούσαν και Janus bifrons δηλαδή διπρόσωπο Ιανό. Τα δυο του πρόσωπα συμβόλιζαν την αρχή και το τέλος, τη νιότη και το γήρας, την είσοδο και την έξοδο. Γι αυτό και του αφιέρωσαν τον Ιανουάριο που σαν πρώτος μήνας του χρόνου, κοίταζε προς τον προηγούμενο χρόνο και προς τον επόμενο.

ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ :
Το όνομά του προέρχεται από το λατινικό ρήμα februare που σημαίνει καθαρίζω, εξαγνίζω. Ήταν αφιερωμένος στο θεό του Άδη Φέβρουο και στους νεκρούς γι αυτό και στη διάρκεια του οι Ρωμαίοι διοργάνωναν τελετές καθαρμών και εξαγνισμών. Με το παλαιότερο ρωμαϊκό ημερολόγιο ήταν ο τελευταίος μήνας του χρόνου και οι άνθρωποι έπρεπε να μπουν στον καινούργιο χρόνο καθαροί και αμόλυντοι. Με την καθιέρωση του Ιουλιανού ημερολογίου το 46 π.Χ. περιορίστηκαν οι ημέρες του από 30 σε 29 και την εποχή του αυτοκράτορα Αύγουστου του αφαιρέθηκε άλλη μια μέρα η οποία προστέθηκε στον Αύγουστο και έτσι έχει 28 ημέρες, και 29 κάθε τέσσερα χρόνια, οπότε το έτος αντί 365 ημέρες έχει 366 και ονομάζεται δίσεκτο από το bis sextus (δις έκτη) δηλαδή δύο φορές η 24η του μήνα που ήταν η έκτη μέρα πριν από τις Καλένδες του Μαρτίου.
Εμείς, τον λέμε Φλεβάρη επειδή τότε ανοίγουν οι φλέβες της γης, δηλαδή αναβρύουν πολλά νερά, τον λέμε και Κουτσοφλέβαρο, επειδή έχει λιγότερες μέρες.

ΜΑΡΤΙΟΣ :
Κατά το αρχαίο ρωμαϊκό ημερολόγιο ήταν ο πρώτος μήνας του χρόνου και ονομαζόταν Primus. Μετά το 46 π.Χ. ονομάστηκε Μάρτιος, έγινε ο τρίτος μήνας του χρόνου, αφιερωμένος στον θεό Μαρς που αρχικά ήταν ο θεός της γονιμότητας και των αγρών αλλά αργότερα ταυτίστηκε με τον Άρη θεό του πολέμου. Ήταν πατέρας του Ρέμου και του Ρωμύλου και γενάρχης των Ρωμαίων. Είναι ο πρώτος μήνας της Άνοιξης και στις 21 Μαρτίου είναι η εαρινή ισημερία.
Οι Έλληνες του έχουν δώσει πολλά ονόματα, όπως "ανοιξιάτης" επειδή φέρνει την άνοιξη, "γδάρτης", "παλουκοκαύτης" και "πεντάγνωμος" επειδή ο καιρός είναι άστατος, "βαγγελιώτης" από τη γιορτή του Ευαγγελισμού, "πενταγιόματο" (δηλ. πέντε γεύματα) στην ορεινή Πελοπόννησο.

ΑΠΡΙΛΙΟΣ :
Είναι ο τέταρτος μήνας του χρόνου. Το όνομά του προέρχεται από το λατινικό ρήμα aperio που σημαίνει "ανοίγω" γιατί τότε ανοίγει ο καιρός και ανθίζουν τα λουλούδια. Ήταν αφιερωμένος στην θεά Αφροδίτη.
Τον λέμε Ανοιξιάτη, Λαμπριάτη από τη μεγάλη γιορτή του Πάσχα και Αϊγιωργίτη από την γιορτή του Αγίου Γεωργίου.
Την Πρωταπριλιά συνηθίζουμε να λέμε αθώα ψέματα και να κάνουμε ανώδυνες φάρσες, ένα έθιμο που μας έχει έρθει από τη δυτική Ευρώπη και που έγινε περισσότερο γνωστό περί το 1880 μέσω της "Εφημερίδας" του Κορομηλά.

ΜΑΪΟΣ :
Ο πέμπτος μήνας του χρόνου πήρε το όνομά του από την ρωμαϊκή θεότητα Maja (Μάγια). Το όνομα Maja προήλθε από τη λέξη Μαία (τροφός) τη μητέρα του θεού Ερμή στον οποίο ήταν αφιερωμένος. Τον λένε και Κερασάρη γιατί τότε βγαίνουν τα κεράσια.

ΙΟΥΝΙΟΣ :
Ο έκτος μήνας του έτους, ήταν αφιερωμένος από τους Ρωμαίους στη θεά Juno (Ήρα), σύζυγο του Jupiter (Δίας), προστάτιδα του οίκου και του γάμου. Κατά μία άλλη εκδοχή, πήρε το όνομά του από τον Λεύκιο Ιούνιο Βρούτο. Αυτός ανέτρεψε τον βασιλιά Ταρκύνιο τον Υπερήφανο το 510 π.Χ., εγκαθίδρυσε τον θεσμό της Υπατείας, θεμελίωσε τη Δημοκρατία και έγινε ο πρώτος Ύπατος της Ρώμης.
Στις 21 Ιουνίου είναι το θερινό ηλιοστάσιο, οπότε ξεκινά επίσημα το καλοκαίρι, ενώ έχουμε τη μεγαλύτερη σε διάρκεια ημέρα στο βόρειο ημισφαίριο και την μικρότερη στο νότιο.
Λέγεται θεριστής γιατί κατά τη διάρκεια του γίνεται ο θερισμός του σταριού, ορνιαστής ή ρινιαστής γιατί γίνεται τεχνητή γονιμοποίηση των ήμερων συκιών με ορνιούς δηλαδή καρπούς άγριας συκιάς.

ΙΟΥΛΙΟΣ :
Ο έβδομος μήνας του έτους έχει 31 ημέρες και είναι αφιερωμένος στον Ιούλιο Καίσαρα ο οποίος θεωρείται ένας από τους τρεις μεγάλους στρατηλάτες του αρχαίου κόσμου. Τον Ιούλιο, οι Ρωμαίοι τον έλεγαν Quintilis επειδή κατά το ημερολόγιο του Νουμά Πομπιλίου ήταν ο πέμπτος μήνας του έτους με πρώτο το Μάρτιο. Το 153 π.Χ. ως πρώτη ημέρα του έτους ορίστηκε η 1η Ιανουαρίου.
Το 46π.Χ., ο Ιούλιος Καίσαρας ανέθεσε στον Σωσιγένη να αναμορφώσει το ρωμαϊκό ημερολόγιο το οποίο βασιζόταν στις φάσεις της σελήνης αλλά οι ατέλειες που είχε, είχαν σαν αποτέλεσμα να δημιουργηθούν μεγάλες αποκλίσεις στην εαρινή ισημερία. Στο νέο ημερολόγιο, που ονομάστηκε Ιουλιανό, προστέθηκαν 80 ημέρες που δεν είχαν καταμετρηθεί και το έτος 46 ονομάστηκε "έτος σύγχυσης" διότι είχε 445 ημέρες.
Τον λέμε και Αλωνάρη επειδή κατά τη διάρκειά του γίνεται το αλώνισμα του σταριού.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ :
Ο Αύγουστος οφείλει το όνομά του στον αυτοκράτορα Οκταβιανό ο οποίος τιμήθηκε από την Σύγκλητο με το προσωνύμιο Αύγουστος που σημαίνει σεβαστός. Ο Οκταβιανός ήταν ανηψιός του Ιούλιου Καίσαρα και εξίσου σημαντική προσωπικότητα με εκείνον. Του αφιέρωσαν τον μήνα Sextilis (έκτος) των Ρωμαίων στον οποίο έδωσαν 31 ημέρες (γιατί θεωρούσαν ότι ήταν υποτιμητικό να έχει λιγότερες ημέρες από τον Ιούλιο), παίρνοντας μία ημέρα από τον Φεβρουάριο ο οποίος έτσι έμεινε με 28 ημέρες.
Τον Αύγουστο γίνονταν παλαιότερα προγνώσεις του καιρού με τα "μερομήνια", δηλαδή το πρώτο δωδεκαήμερο του Αυγούστου χρησίμευε για να προβλέψουν τον καιρό όλης της χρονιάς. Έτσι τα καιρικά φαινόμενα της 1ης Αυγούστου θα ήταν ο καιρός που θα επικρατούσε το Σεπτέμβρη, της 2ης Αυγούστου του Οκτώβρη κ.λπ.
Τον Αύγουστο τον λέμε και Συκολόγο γιατί τότε ωριμάζουν τα σύκα αλλά και Δριμάρη από τις δρίμες (ξωτικά) που τις 6 πρώτες μέρες του Αυγούστου επηρεάζουν τα νερά και τότε δεν πρέπει να κολυμπάς ή να πλένεις ρούχα.

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ :
Ο Σεπτέμβριος κατείχε την έβδομη θέση στη σειρά των μηνών, όπως δείχνει και το όνομά του καθώς septem στα λατινικά σημαίνει επτά. Όταν όμως καθιερώθηκε το ιουλιανό ημερολόγιο με πρώτο μήνα του έτους τον Ιανουάριο ο Σεπτέμβριος έγινε ένατος.
Η 1η του Σεπτέμβρη θεωρείται η αρχή του εκκλησιαστικού έτους, αποτελεί την Αρχή της Ινδίκτου, από την λατινική λέξη indictio (επιβολή φόρου), την οποία εισήγαγε ο Καίσαρας Αύγουστος όταν διέταξε να γίνει γενική απογραφή των κατοίκων του Ρωμαϊκού κράτους και να εισπραχθούν φόροι την 1η του Σεπτέμβρη. Η Ινδικτιώνα είναι τρόπος μέτρησης του χρόνου ανά 15ετίες με αφετηρία την γέννηση του Χριστού ή από το 3 π.Χ. Η 23η του Σεπτέμβρη, γενέθλια ημέρα του αυτοκράτορα της Ρώμης Οκταβιανού, καθορίστηκε ως Πρωτοχρονιά και ως Αρχή της Ινδίκτου. Η Εκκλησία σ' αυτή την Πρωτοχρονιά τοποθέτησε τη γιορτή της σύλληψης του Προδρόμου, που αποτελεί το πρώτο γεγονός της ευαγγελικής ιστορίας, ενώ το 462 μ.Χ. η εκκλησιαστική Πρωτοχρονιά μετατέθηκε την 1η Σεπτεμβρίου για πρακτικούς λόγους.
Τον Σεπτέμβριο αρχίζει και το γεωργικό έτος καθώς τότε ξεκινούν όλες οι αγροτικές εργασίες.
Λέγεται και Τρυγητής γιατί τότε γίνεται ο τρύγος των αμπελιών ενώ αρχίζει η σπορά και το όργωμα. Στις 2 του Σεπτέμβρη είναι η γιορτή του Αγίου Μάμα που θεωρείται προστάτης των βοσκών. Στις 23 του μήνα είναι η φθινοπωρινή ισημερία και η νύχτα θα έχει μεγαλύτερη διάρκεια από την ημέρα έως την εαρινή ισημερία.

ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ :
Από την λέξη octo που σημαίνει οκτώ, πήρε ο Οκτώβριος το όνομά του μια και στο παλαιό ρωμαϊκό ημερολόγιο ήταν ο όγδοος μήνας. Το 46 π.Χ. με την αλλαγή του ημερολογίου έγινε ο δέκατος μήνας αλλά κράτησε το όνομά του.
Το Ιουλιανό ημερολόγιο είχε απόκλιση μίας ημέρας κάθε 128 χρόνια από το πραγματικό τροπικό έτος και έτσι το 1582 καταμετρήθηκαν 10 ημέρες απόκλισης, οπότε ο Πάπας Γρηγόριος ο 13ος θέσπισε το Γρηγοριανό ημερολόγιο τον Οκτώβριο του 1582 και την 4η Οκτωβρίου αυτού του έτους την διαδέχτηκε η 15η Οκτωβρίου αντί της 5ης για να αφαιρεθούν οι 10 ημέρες οι οποίες είχαν καταμετρηθεί χωρίς ωστόσο να έχουν διανυθεί και να επανέλθει η εαρινή ισημερία στην 21η Μαρτίου.
Τον Οκτώβριο τον λέμε και Βροχάρη για τις ευεργετικές για τους γεωργούς βροχές του. Ακόμα τον ονομάζουμε Σποριά ή Σπαρτό γιατί αρχίζει η σπορά στους αγρούς, αλλά και Άι-Δημητριάτη για τη γιορτή του Αγίου Δημητρίου.
Ο Οκτώβριος είναι ο μήνας των χρυσανθέμων.

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ :
Είναι ο ενδέκατος μήνας του έτους σύμφωνα με το τωρινό ημερολόγιο, αλλά κατά το παλαιό ρωμαϊκό ημερολόγιο ήταν ο ένατος μήνας γι αυτό και το όνομά του προέρχεται από τον αριθμό εννέα που στα λατινικά είναι novem. Είναι ο τελευταίος μήνας του φθινοπώρου και ο μήνας που αρχίζει η συγκομιδή της ελιάς ενώ τελειώνει η σπορά και τα κοπάδια κατεβαίνουν στα χειμαδιά τους να ξεχειμωνιάσουν. Το πρώτο δεκαπενθήμερο του Νοέμβρη βασιλεύει η Πούλια (πλειάδες) γεγονός που σηματοδοτεί τον ερχομό του χειμώνα.
Τον λέμε Κρασομηνά γιατί ανοίγονται τα καινούργια κρασιά, Ανακατωμένο γιά τον άστατο καιρό του, Χαμένο γιατί είναι μεγάλες οι νύχτες του και οι μικρότερες στη διάρκεια του έτους οι μέρες του, αλλά και Αρχαγγελίτη από τη μεγάλη γιορτή των Αρχαγγέλων Γαβριήλ και Μιχαήλ στις 8 Νοεμβρίου.

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ :
Ο τελευταίος μήνας του έτους, ο πρώτος του χειμώνα, ο δέκατος του παλιού ρωμαϊκού ημερολογίου από όπου πήρε και το όνομά του. Decem στα λατινικά είναι το δέκα. Τον λένε και Χιονιά, Ασπρομηνά, Χριστουγεννιάτη, Χριστιανάρη, Δεκέμπρη, Άι-Νικολιάτη.
Είναι ο μήνας με τις λιγότερες ώρες φωτός στο βόρειο ημισφαίριο και τις περισσότερες ώρες φωτός στο νότιο ημισφαίριο μια και ο ήλιος έχει τώρα τη μεγαλύτερη απόκλιση νότια του Ισημερινού. Στις 22 του μηνός είναι το χειμερινό ηλιοστάσιο οπότε η απόκλιση του ήλιου νότια του Ισημερινού αρχίζει να λιγοστεύει και έτσι αρχίζει να μεγαλώνει η ημέρα και να μικραίνει η νύχτα.

Πηγή: newsbomb.gr





Μαρία Πενταγιώτισσα: Στα πόδια της σφάζονταν παλικάρια 


Μια πανέμορφη κοπέλα από τη Φωκίδα, που έζησε τον 19ο αιώνα και έμεινε γνωστή στην ιστορία ως Μαρία Πενταγιώτισσα, είναι το πρόσωπο που θα μας απασχολήσει στο σημερινό άρθρο. Θα αναφέρουμε άγνωστα, καινούργια στοιχεία για την πολυτάραχη ζωή της και την "παρουσία" της σε πολλά μυθιστορήματα, δημοτικά (και όχι μόνο) τραγούδια, θεατρικά έργα, ταινίες κλπ.

Πολλές και πολλοί, ίσως νομίζουν ότι η Μαρία η Πενταγιώτισσα δεν ήταν υπαρκτό πρόσωπο. Πρόκειται για εσφαλμένη εντύπωση. Εκείνο που δεν έχει ξεκαθαρίσει είναι κάποιες πτυχές της ζωής της. Υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές, αλληλοσυγκρουόμενες σε πολλά σημεία.

Η Μαρία γεννήθηκε στους Πενταγιούς (από το Πέντε Άγιοι κατά τον Δ. Γεωργακά) Δωρίδος στη Φωκίδα, το 1821.

Το χωριό Πενταγιοί:

Ο πατέρας της, ήταν γραμμματοδιδάσκαλος, όπως και ο αδερφός της Θανάσης (δάσκαλοι δηλαδή των πρώτων, των βασικών γραμμάτων). Ήταν πολύ όμορφη και μάλιστα έμπαινε στην εκκλησία χωρίς μαντίλι (όχι μαντίλα, μην παρεξηγηθούμε…) στο κεφάλι, κάτι τολμηρό και… εκσυγχρονιστικό για την εποχή της. Οι συγχωριανές της ψιθύριζαν "ήρθε η πριμαντόνα''.
Λέγεται μάλιστα, ότι ακόμα και η βασίλισσα Αμαλία έμεινε έκθαμβη από την ομορφιά της, όταν η Μαρία έσυρε τον χορό στη Λιβαδειά το 1845, προς τιμήν της. Το σίγουρο είναι, ότι πολλοί άντρες την ερωτεύτηκαν. Αλλού αναφέρεται ότι είχε πολλούς εραστές, ενώ ο Δημήτρης Χρ. Χαλατσάς στα ''Ληστρικά Τραγούδια" εκδ. 2003, βιβλιοπωλείο της Εστίας, δεν γράφει κάτι τέτοιο. Ο Χαλατσάς αναφέρει ότι το επώνυμό της ήταν Αθανασοπούλου και το Δασκαλοπούλου που γράφουν οι άλλοι, οφείλεται στο επάγγελμα του πατέρα και του αδερφού της. Το ''Μαρή Δασκαλοπούλα'' που υπάρχει σε πολλές εκδοχές του τραγουδιού '«Μαρία Πενταγιώτισσα» (''Στα Σάλωνα σφάζουν αρνιά") και χρονολογείται γύρω στα 1848, παρερμηνεύθηκε από μεταγενέστερους συγγραφείς και θεωρήθηκε ως επώνυμό της.

Ο έρωτάς της με τον Τουρκάκη:

Ένας από όσους την ερωτεύτηκαν, ήταν ο συγχωριανός της Γιώργος Παπαγεωργίου ή Τουρκάκης. Και πάλι οι περισσότεροι θεωρούν το Τουρκάκης επώνυμο, ενώ ο Δ. Χαλατσάς στηριζόμενος σε μαρτυρία του δικηγόρου Θεμιστοκλή Παπαγεωργίου, δισέγγονου του Γ. Παπαγεωργίου-Τουρκάκη, το θεωρεί απλώς παρατσούκλι. Τον Γιώργο που ήταν νέος και ωραίος τον ερωτεύτηκε και η Μαρία. Στον έρωτά τους, αντιτάχθηκε σφοδρά ο αδελφός της Μαρίας Θανάσης. 
Μετά από μια έντονη λογομαχία στη θέση "Πλαγιά της Γεραβίνας'' έξω από τους Πενταγιούς, ο Γιώργος σκότωσε τον αδελφό της Μαρίας και τον έριξε σε ένα κάρκανο (φυσικό πηγάδι σε βράχους), με βάθος πάνω από 40 μέτρα και σκέπασε το στόμιο με πέτρες. Η έντονη δυσοσμία που αναδυόταν από το πηγάδι, οδήγησε τους συγχωριανούς της Μαρίας εκεί. Ένας τολμηρός κάτοικος των Πενταγιών, ο Κοντολούκας κατέβηκε δεμένος στον πυθμένα του κάρκανου και ανέβασε απ' αυτό το άψυχο σώμα του Θανάση.
Ο Γιώργος συνελήφθη όπως και η Μαρία, που θεωρήθηκε συνεργός του. Στη συνέχεια δικάστηκαν από το Κακουργιοδικείο Μεσολογγίου. Ο μεν Γιώργος, καταδικάστηκε σε βαριά ποινή και οδηγήθηκε στις φυλακές της Πάτρας ενώ η Μαρία, σε ποινή δύο χρόνων την οποία εξέτισε στις φυλακές της Άμφισσας.
Και γι' αυτό το ζήτημα υπάρχει διχογνωμία. Στη Βικιπαίδεια διαβάζουμε ότι η Μαρία αθωώθηκε, χάρη στην πίεση που άσκησε ο γιος ενός από τους ενόρκους, ο οποίος υπήρξε εραστής της ή λόγω της παρέμβασης δύο χωροφυλάκων, παλιών… αγαπητικών της. Η Εγκυκλοπαίδεια "ΠΑΠΥΡΟΣ – ΛΑΡΟΥΣ – ΜΠΡΙΤΑΝΙΚΑ", έκδοση 2007, στηριζόμενη στα έργα των Α. Κυριακού και Γ. Τσουκαλά "Μαρία Πενταγιώτισσα", αναφέρει ότι ο Γιώργος (Τουρκάκης όπως τον αποκαλεί), ήταν σύζυγος μιας ξαδέλφης της Μαρίας και πατέρας ενός παιδιού.

Δραπέτευσε από τις φυλακές Λαμίας όπου είχαν κλειστεί οι δύο τους προσωρινά, χάρη σε "άνομες ενέργειες" της Μαρίας και σκότωσε τη γυναίκα και το παιδί του, ώστε να μπορέσει να παντρευτεί μελλοντικά την αγαπημένη του.
Ο Δ. Χαλατσάς, αναφέρει την εκδοχή που γράψαμε στην αρχή και προσθέτει ότι ίσως η Μαρία δημιούργησε σχέση και μέσα στη φυλακή, με κάποιον από τους χωροφύλακες φρουρούς της. Όσο για την μικρή ποινή που της επιβλήθηκε γράφει ότι ο πρόεδρος των ενόρκων, διαπρεπής Μεσολογγίτης γιατρός, είπε χαρακτηριστικό: "Δεν άντεχα όπως την έβλεπα την καρα…άρα", ήταν τόσο όμορφη!".
Μετά την αποφυλάκισή της (εδώ όλες οι πηγές συμφωνούν), παντρεύτηκε τον χήρο αγρότη Αρμάου, από το γειτονικό στους Πενταγιούς χωριό Παλαιοκάτουνο (σήμερα Κροκύλιο).
Ανέθρεψε τα 4 παιδιά του, ωστόσο η ίδια δεν απόκτησε παιδιά. Πέθανε το 1885.

(Παρά)Λογοτεχνία – Θεατρικά έργα και ταινίες για τη Μαρία την Πενταγιώτισσα:

Η ιστορία της Μαρίας της Πενταγιώτισσας έγινε γνωστή σε όλη την Ελλάδα. Άρχισε έτσι να "κινείται" στα όρια του θρύλου. Ο Κωστής Παλαμάς στην ποιητική συλλογή "Τα Μάτια της Ψυχής μου" (1890) της αφιέρωσε πολύστιχο ποίημα όπου ύμνησε την ομορφιά της. Για τη Μαρία, έγραψαν ο Π. Νιρβάνας, ο Δ. Καμπούρογλου (κυρίως για τα τελευταία χρόνια της ζωής της, μερικά από τα οποία μάλιστα, κατά μία εκδοχή, πέρασε σε μοναστήρι) και ο Α. Καρκαβίτσας (περιοδικό "Εστία", τόμος ΚΗ', σελ. 97-100, 1889). Ο μεγάλος όμως πεζογράφος μας γράφει αρκετές ανακρίβειες στο σχετικό κείμενο.
Εκτός από δημοτικό τραγούδι που γνώρισε δεκάδες ερμηνείες και παραλλαγές, η Μαρία η Πενταγιώτισσα έγινε ακόμα ρομαντικό μυθιστόρημα, θεατρικό έργο, παράσταση του θεάτρου σκιών, μυθιστόρημα σε συνέχειες που δημοσιεύθηκε σε εφημερίδες, αλλά κυρίως ληστρικό μυθιστόρημα!
Έτσι σε μια σειρά μυθιστορημάτων του Α. Κυριακού (από το 1905 ως το 1923) εμφανίζεται ως λησταρχίνα, κάτι τελείως ανακριβές, καθώς η Πενταγιώτισσα ποτέ δεν είχε καμία σχέση με καμία ληστεία.

Το 1927-1928, επισκέφθηκε τους Πενταγιούς ο Αχιλλέας Μαδράς για να συγκεντρώσει υλικό για κινηματογραφική ταινία, με θέμα τη ζωή της Μαρίας. Βρήκε όμως κλειστά στόματα. Η ταινία παρ' όλα αυτά, γυρίστηκε και προβλήθηκε το 1929. Τίτλος της, φυσικά, "Μαρία Πενταγιώτισσα". Κι εδώ η υπόθεση ξεφεύγει από την πραγματικότητα, καθώς η Μαρία εγκαταλείπει το χωριό της και ακολουθεί τον αγαπημένο της, ένα γενναίο λήσταρχο, στα βουνά. Αν και δέχτηκε κακές κριτικές, χαρακτηρίστηκε ως "εθνική μας ταινία" από το κοινό και πολλά έντυπα της εποχής. Στην ταινία, πρωταγωνιστούσαν: Φρίντα Πουπελίνα (με το ψευδώνυμο Νένα Μάη), Αιμίλιος Βεάκης, Αχιλλέας Μαδράς (ο… νονός του σαρδάμ για όσους δεν το γνωρίζουν) κ.ά.
Το κράτος ενίσχυσε τον Μαδρά με στρατιώτες και πολεμικό υλικό για τις ανάγκες της ταινίας. Το φιλμ έγινε ομιλόν το 1939 στο Χόλιγουντ και προβλήθηκε με μεγάλη επιτυχία στην Αθήνα.
Το 1957, προβλήθηκε η ταινία "Μαρία Πενταγιώτισσα" σε σενάριο και σκηνοθεσία Κώστα Ανδρίτσου. Πρωταγωνιστούσαν σ' αυτή οι: Αλίκη Βουγιουκλάκη, Ανδρέας Μπάρκουλης, Στέφανος Στρατηγός, Λάμπρος Κωνσταντάρας, Θόδωρος Μορίδης, Κώστας Χατζηχρήστος, Θανάσης Βέγγος κ.ά. 



Υπάρχει και ταινία του 1967, με τίτλο "Η Κόρη της Πενταγιώτισσας" σε σενάριο Νέστορα Μάτσα και σκηνοθεσία Αντώνη Τέμπου. Σ' αυτήν πρωταγωνιστούν: Γιώτα Σοϊμίρη, Χάρης Παναγιώτου, Θόδωρος Μορίδης, Στέφανος Στρατηγός, Σωτήρης Μουστάκας κ.ά. Η ταινία έκοψε 55.483 εισιτήρια.
Τέλος, σύμφωνα με το βιβλίο του Δ. Χαλατσά "Ληστρικά Τραγούδια", η δικογραφία του Κακουργιοδικείου Μεσολογγίου για την υπόθεση της Μαρίας της Πενταγιώτισσας και του "Τουρκάκη" υπήρχε στο Εφετείο Πατρών ως το 1957. Από τότε… αγνοείται η τύχη της!
Ανάμεσα στα δεκάδες δημοτικά τραγούδια για τη Μαρία, υπάρχει κι ένα λαϊκό, του 1969, ερμηνευμένο από τον Γιώργο Ταλιούρη ("Στολίδι Είσαι Μόνη σου", "Εσύ Είσαι Αριστοκράτισσα" κ.ά.). Επιλέξαμε αυτό, ως κάτι διαφορετικό για το τέλος αυτού του διαφορετικού, πιστεύουμε, άρθρου για τη Μαρία την Πενταγιώτισσα!

αναδημοσίευση από: http://www.protothema.gr




Ο Μήνας Σεπτέμβριος στην Ελληνική Παράδοση


ζωγραφικός πίνακας του Claudio da Firenze

Παροιμίες για τον Σεπτέμβριο
(από el.wikiquote.org)
  • Αν ίσως βρέξει ο Τρυγητής, χαρά στον τυροκόμο.
  • Βοηθάει ο Άη- Γιάννης και ο Σταυρός, γιομίζει το αμπάρι κι ο ληνός.
  • Θέρος, τρύγος, πόλεμος.
  • Μάρτη και Σεπτέμβρη ίσια τα μεσάνυχτα. [:ισημερία]
  • Στον Τρυγητή σιτάρι σπείρε και στο πανηγύρι σύρε.
  • Τον Σεπτέμβρη τα σταφύλια, τον Οκτώβρη τα κουδούνια.
  • Τον Τρυγητή τ’ αμπελουργού πάνε χαλάλι οι κόποι.
  • Του Σεπτέμβρη οι βροχές, πολλά καλά μας φέρνουν.
  • Του Σταυρού αρμένιζε και του Σταυρού δένε.
  • Του Σταυρού κοίτα και τ’ Άη Γιωργιού ξεκίνα.
  • Του Σταυρού σταύρωνε και δένε.
  • Του Σταυρού σταύρωνε και σπέρνε.

(Πηγή: Οι 12 μήνες της  Αλκης Κυριακίδου- Νέστορος)
Ο Σεπτέμβρης είναι ο ένατος μήνας του χρόνου. Το όνομά του, όμως, σημαίνει έβδομος, από το λατινικό septem= εφτά. Ήταν έβδομος ο Σεπτέμβρης, όταν το έτος των Ρωμαίων άρχιζε από τον Μάρτη· πριν δηλαδή καθιερωθεί ως πρωτοχρονιά η 1ηΙανουαρίου. Η 1η Σεπτεμβρίου ήταν επίσης για τους Ρωμαίους η τρίτη πρωτοχρονιά (εκτός από την 1η Μαρτίου), η οποία μάλιστα διατηρήθηκε και στο Βυζάντιο και είναι ακόμη, όπως ξέρουμε, η αρχή του εκκλησιαστικού έτους.
Την 1η Σεπτεμβρίου οι Ρωμαίοι την ονόμαζαν indictio (= ινδικτιώνα). Η λέξη αποδόθηκε στα ελληνικά με τον όρο επινέμησις και σημαίνει κατανομή των φόρων. Ινδικτιώνα δεν σημαίνει μόνο κατανομή των φόρων, αλλά είναι και ένας τρόπος υπολογισμού του χρόνου για την εκκλησιαστική χρονολόγηση. Η κάθε ινδικτιώνα αποτελεί έναν κύκλο δεκαπέντε χρόνων. Σε τι αντιστοιχεί αυτός ο κύκλος; Δεν συμφωνεί με τους κύκλους του Ηλίου, ούτε με τους κύκλους της Σελήνης.
Γιατί λοιπόν μετρούν το χρόνο ανά δέκα πέντε; Το ερώτημα αυτό απασχόλησε, φαίνεται και τους εκκλησιαστικούς ερμηνευτές. Στο συναξαριστή (αυτός που γράφει τους βίους των Αγίων) του Νικόδημου υπάρχει η ακόλουθη εξήγηση: «ότι η αιτία του να ανεβαίνει η ινδικτιώνα έως εις τας δεκαπέντε, είναι η εναλλαγή των ανθρωπίνων ηλικιών· κατά δεκαπέντε γάρ χρόνους αλλάττουν οι άνθρωποι μεγάλας εναλλαγάς. Διότι εις τους δεκαπέντε χρόνους αρχίζει ο άνθρωπος να τριχώνει· εις τους δις δεκαπέντε λαμβάνει το τέλειον της ηλικίας· εις τους τετράκις δεκαπέντε γίνεται λευκογενής· εις τους πεντάκις δεκαπέντε γίνεται ο άνθρωπος γέρων· και εις τους εξάκις δεκαπέντε  γίνεται ο άνθρωπος εσχατόγερος».
Το Σεπτέμβρη όλες οι σοδειές έχουν πια συγκεντρωθεί. Γιαυτό και το κράτος μπορεί τώρα να κατανείμει τους φόρους στους υπηκόους ανάλογα με την παραγωγή που είχε ο καθένας. To Σεπτέμβρη αρχίζει η προετοιμασία της σποράς και παλιότερα γίνονταν οι αγροτικές συμβάσεις και τα ταξίδια των ναυτικών.
Σε πολλά μέρη της Ελλάδας η 1η Σεπτεμβρίου ονομάστηκε και ονομάζεται Αρκιχρονιά ενώ η παραμονή της, η 31η Αυγούστου Κλειδοχρονιά, γιατί κλειδώνει ο παλιός ο χρόνος και ξεκλειδώνει ο καινούργιος. Με την αρχή του καινούργιου πιστεύουνε πως ο άγγελος απογράφει τις ψυχές που θα πεθάνουνε μέσα στη χρονιά· γι’αυτό και η 1η Σεπτέμβρη λέγεται σε πολλά μέρη του χρονογράφου.
Τα έθιμα που συνδέονται με τα περάσματα (πέρασμα από κάτι που τελειώνει σε κάτι καινούργιο που αρχίζει) ονομάζονται στη Λαογραφία «διαβατήρια έθιμα». Ας δούμε ποια είναι αυτά που εντοπίζονται στην πρωτοχρονιά του Σεπτέμβρη.
Στη Χώρα της Κώ το βράδυ της παραμονής αστρονομούν,[…] Στην Σωζόπολη της Ανατολικής Θράκης την ημέρα αυτή  το πρωί ράντιζαν ο καθένας με αγιασμό το σπίτι του, τα αμπέλια του  και τα δίχτυα τους οι ψαράδες για να βλογηθούν και να δώσουν πολλά ψάρια. Τα διαβατήρια έθιμα, συνεπώς, αποσκοπούν στο να εξασφαλιστεί η ευημερία για την καινούργια εποχή που τώρα αρχίζει.
Η σημαντικότερη γιορτή του Σεπτέμβρη είναι η 14 του μήνα, του Σταυρού (ο μήνας λέγεται  και Σταυριάτης, Σταυρός και η 1η του μήνα Πρωτοσταυριά). Την ημέρα αυτή έχουμε την φθινοπωρινή ισημερία και είναι σημαντικό χρονικό όριο για τις δουλειές των Ελλήνων χωρικών (γεωργών και ναυτικών).
Με τη γιορτή του Σταυρού στους περισσότερους ελληνικούς τόπους συνδέεται η προετοιμασία του σπόρου που θα ξαναγονιμοποιήσει  στη γη. «Ηρθε Σταυρός, σταύρωνε και σπέρνε»  λένε στο χωριό Δρυμός. Τότε κατεβάζουν το σταυρό των σταχυών, που το είχαν πλέξει με τα τελευταία στάχυα του θερισμού, τρίβουνε τα στάχυα και πηγαίνουνε τους σπόρους εκείνους μαζί με άλλους στην εκκλησιά. Το ίδιο κάνουνε και στη Νάξο.
Μια άλλη συνήθεια είναι να αναπιάνουν, όπως λένε, την ημέρα αυτή το προζύμι της χρονιάς. Στο χωριό Αργυράδες της Κέρκυρας οι γυναίκες παίρνουν ένα κλωνάρι βασιλικό από την εκκλησία και κάθε μια το πηγαίνει σπίτι, παίρνει αμίλητη νερό από το πηγάδι, και σε μια  καδίνα παστρικιά σαν κουφέτο βάζει το αμίλητο νερό, αλεύρι, το κλωνάρι του βασιλικού, με μια ξύλινη κουτάλα το ανακατεύει, το κάνει ένα λείο μείγμα, μετά το πλάθει, το αφήνει να φουσκώσει, χωρίς καθόλου προζύμι. Αυτό το αποδίδουν στη θαυματουργή επίδραση του σταυρολούλουδου (βασιλικού) που φύτρωσε σύμφωνα με την παράδοση, στο μέρος που είχανε παραχώσει οι άπιστοι τον Τίμιο Σταυρό, και μοσχοβόλησε όλος ο κόσμος.[…]
Η γιορτή της  Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού είναι  επίσης το χρονικό όριο για να δέσουν τα καράβια τους οι ναυτικοί.
Τέλος πρέπει να αναφέρουμε το πλέον γνωστό περιεχόμενο αυτού του μήνα: Τον Τρύγο. Η γιορτή του κρασιού είναι σήμερα από τις πιο γνωστές τουριστικές ατραξιόν των αμπελουργικών περιοχών. Αλλωστε ο Σεπτέμβρης είναι γνωστός σανΤρυγητής Τρυγομηνάς και Πετμεζάς. Στον τρύγο χρειάζεται μεγάλη προσοχή να μη «βασκαθούν» τα σταφύλια. Δεν τρυγούν Τρίτη και Παρασκευή, φροντίζουν να μη τελειώσουν Σάββατο και δεν δουλεύουν τις αργίες να μη τους τιμωρήσει ο Άγιος (8 Σεπτεμβρίου Γενέθλιο της Θεοτόκου, 26 του Σεπτέμβρη του Ιωάννη του Θεολόγου-τον λένε άγιο Γιάννη Ταλαρά ή Καλαθά).    

   

          Αύγουστος ο μήνας της Παναγίας και των πανηγυριών




Αύγουστος  παροιμίες από βικιφθέμματα

  • Από Αύγουστο χειμώνα κι από Μάρτη καλοκαίρι.
  • Από Μάρτη καλοκαίρι κι από Αύγουστο χειμώνα.
  • Από Μαρτιού πουκάμισο κι απ' Αύγουστο σεντόνια
  • Αύγουστε καλέ μου μήνα, να 'σουν δυο φορές το χρόνο.
  • Αύγουστε τραπεζοφόρε, να 'σουν τρεις βολές το χρόνο.
  • Αυγουστοκοδέσποινα‚ καλαντογυρεύτρα. [δηλ. Η σπάταλη νοικοκυρά τον Αύγουστο, τα Χριστούγεννα ζητιανεύει]
  • Αύγουστος άβρεχτος, μούστος άμετρος.
  • Δεκαπέντησεν ο Αύγουστος, πυρώσου και μην εντρέπεσαι.
  • Επλάκωσεν ο Αύγουστος, η άκρια του χειμώνα.
  • Ζήσε, Μάη μου, να φας τριφύλλι και τον Αύγουστο σταφύλι.
  • Ήρθε ο Αύγουστος, πάρε την κάπα σου.
  • Θεός να φυλάει τα λιόδεντρα απ' το νερό τα Αυγούστου.
  • Κάθε πράμα στον καιρό του κι ο κολιός τον Αύγουστο.
  • Καλή λαβιά τον Αύγουστο και γέννα τον Γενάρη.
  • Καλός ο ήλιος του Μαγιού, τ' Αυγούστου το φεγγάρι.
  • Μακάρι σαν τον Αύγουστο να 'ταν οι μήνες όλοι.
  • Να 'σαι καλά τον Αύγουστο που 'ναι παχιές οι μύγες.
  • Να 'σαι καλά τον Αύγουστο με δεκαοχτώ βελέντζες.
  • Ο Αύγουστος και ο τρύγος δεν είναι κάθε μέρα.
  • Ο Αύγουστος πουλά κρασί κι ο Μάης πουλά σιτάρι. [δηλ. από τον Αύγουστο μπορείς να καταλάβεις αν θα είναι καλή η παραγωγή κρασιού, όπως κι από το Μάη μπορείς να καταλάβεις αν θα παραχθεί πολύ σιτάρι]
  • Όποιος φιλάει τον Αύγουστο, τον Μάη θερίζει μόνος.
  • Ούτε ο Αύγουστος χειμώνας, ούτε ο Μάρτης καλοκαίρι.
  • Τ' Αυγούστου και του Γεναριού τα δυο χρυσά φεγγάρια.
  • Τ' Αυγούστου οι δρύμες στα πανιά και του Μαρτιού στα ξύλα.
  • Τ’ Αυγούστου το νερό σαν της κλανιας το νερο.
  • Τον Αύγουστο τον χαίρεται οπόχει να τρυγήσει.


Ο Αύγουστος στην Ελληνική λαογραφία 

Είναι από τους πιο ζεστούς μήνες του χρόνου και ο λαός τους έχει δώσει και άλλα ονόματα όπως Πεντεφάς ή Πενταφάς, Συκολόγος αφού τα σύκα είναι άφθονα τον μήνα αυτό, Δριμάρης, Τραπεζοφόρος. Επίσης λόγω της μεγάλης κατανάλωσης φρούτων (σύκα και σταφύλια) το οποίο αναπόφευκτα οδηγούσε συχνά στην τουαλέτα, ο Αύγουστος λέγεται διπλοχέστης.


Εργασίες Αυγούστου

Ανάλογα την περιοχή συνεχίζεται το αλώνισμα. Προς το τέλος του μήνα καίγονται οι καλαμιές. Αρχίζει ο τρύγος καθώς επίσης το λιάσιμο στα αλώνια. Επιτελείται το μάζεμα του καλαμποκιού, το αρμάθιασμα του και η ξήρανσή του. Μαζεύονται τα σκόρδα και τα κρεμμύδια. Γίνονται οι σπορές του σπανακιού, του καρότου και του μαρουλιού. Μεταφέρονται οι κυψέλες κοντά στα πεύκα. Τέλος καθαρίζονται βαρέλια και άλλα αποθηκευτικά μέσα για την αποθήκευση του κρασιού.



Ήθη και έθιμα του Αύγουστου



Αύγουστε, καλέ μου μήνα, να ’σουν δυο φορές τον χρόνο!
Η Πρωταυγουστιά
Την παραμονή της 1ης Αυγούστου σε πολλά μέρη συνηθίζουν ν’ ανάβουν και να πηδούν φωτιές, γιατί πιστεύουν πως την Πρωταυγουστιά αρχίζει μια νέα χρονική περίοδος και πρέπει πηδώντας τη φωτιά να μπουν καθαροί και αμόλυντοι σ’ αυτήν. Γίνονται και αγιασμοί στα σπίτια και στην εκκλησία κι οι χωρικοί ραντίζουν με αγιασμό τ’ αμπέλια και τα περιβόλια τους. Σε κάποια μέρη συνήθιζαν ν’ αγιάζουν τις πηγές και τα πηγάδια κι ύστερα να διασκεδάζουν έξω στ’ αμπέλια. Θυμούνται και τους νεκρούς τους· κάθε νοικοκυρά έβαζε σ’ ένα πιάτο ελιές, μισές μαύρες, μισές άσπρες και τις έστελνε στους γειτόνους που δεν είχαν.




Η νηστεία του δεκαπενταύγουστου
Από την 1η Αυγούστου αρχίζει η νηστεία του Δεκαπενταύγουστου, που κρατάει 15 μέρες. Η νηστεία αυτή την εποχή δεν είναι δύσκολη, εξαιτίας των άφθονων οπωρικών και κηπευτικών. Παράλληλα φροντίζουν να καθαρίσουν τα χάλκινα αγγεία τους και συνηθίζουν να προσφέρουν στην εκκλησία σύκα και σταφύλια, που τα μοιράζουν στο εκκλησίασμα μετά τον εσπερινό.
Του Σωτήρος το σταφύλι
Ο λαός τη λέει απλά “του Σωτήρος” και γιορτάζεται για να θυμίσει στους χριστιανούς τη Μεταμόρφωση του Χριστού στο όρος Θαβώρ, μπροστά σε τρεις μαθητές του πριν σταυρωθεί.
Τη νύχτα, λέει, της παραμονής ανοίγουν οι ουρανοί και πολλοί αγρυπνούν για να δουν το άγιο φως, γιατί “το ’χουν σε καλό”. Οι γεωργοί φέρνουν στην εκκλησία, πάνω σε δίσκους, τις απαρχές των σύκων και των σταφυλιών, δηλαδή τα πρώτα σύκα και σταφύλια.
Τ’ Αϊ-Λιου καρύδι,
του Σωτήρος σταφύλι
και της Παναγιάς το σύκο.
Ύστερα τα βάζουν μπροστά στο εικόνισμα του Σωτήρα, ο παπάς τα ευλογεί, εύχεται “πλούσια σοδειά” και στη συνέχεια τα μοιράζουν στο εκκλησίασμα.
Και Επιτάφιος της Παναγίας

Σε μερικά μέρη της Ελλάδας (Πάτμο, Κασσιόπη Κέρκυρα) στολίζουν Επιτάφιο της Παναγίας και τον περιφέρουν στους δρόμους, ενώ οι πιστοί ακολουθούν μ’ αναμμένα κεριά. Και πανηγύρια γίνονται σε πολλές εκκλησίες. Επίσης σε κάποιους τόπους συνηθίζουν τη μέρα αυτή οι τσελιγκάδες να κάνουν συμφωνίες με τους πιστικούς που θα φυλάνε όλο το χρόνο τα κοπάδια τους. Αλλού πάλι δίνουν απολυσιό, δηλαδή αφήνουν να μπει ελεύθερα όποιος θέλει στους κήπους και τ’ αμπέλια.
Τα μερομήνια
Με την πρώτη μέρα του Αυγούστου αρχίζουν κι οι προγνώσεις για τον καιρό, τα μερομήνια. Παρατηρούν, δηλαδή, τι καιρό κάνει την πρώτη μέρα· ό,τι καιρό θα κάνει απ’ το πρωί μέχρι το μεσημέρι, θα κάνει το Γενάρη, και θα κάνει την άλλη μισή μέρα, θα κάνει το Φλεβάρη. Η δεύτερη μέρα αντιστοιχεί με το Μάρτη και τον Απρίλη κ.ο.κ. Έτσι μηνολογιάζουν προμαντεύουν από τις έξι πρώτες μέρες για όλους τους μήνες του χρόνου.
Οι Παράκλησες
Τα απογεύματα του Δεκαπενταύγουστου, με τις Παρακλήσεις, τις Παράκλησες, όπως τις λένε πολλοί, προετοιμάζουν μαζί με τη νηστεία τους χριστιανούς για τη μεγάλη γιορτή της Παναγίας. Ψέλνεται επίσης στην εκκλησία ο Μικρός κι ο Μεγάλος Παρακλητικός Κανόνας, ακολουθίες που αναφέρονται στην Παναγία.
Ο Άγιος μάντης
Ο Αϊ-Φανούρης είναι ο Άγιος που όλα τα φανερώνει, κατά το λαό. Αν χάσεις ζώο, αν χάσεις πράγμα, στον Άγιο θα τάξεις να σου το βρει. Μπορεί ακόμη να σε βοηθήσει να προμαντέψεις μια τύχη ή πώς θα πάει κάποια δουλειά σου. Κι όσο για τα κορίτσια, θα τους φανερώσει, λέει, ποιον θα πάρουν. Γι’ αυτό κι ο Άγιος στις εικόνες του κρατάει ένα κερί αναμμένο.
Το τάξιμο συνήθως είναι μια πίτα, η Φανουρόπιτα, που οι νοικοκυρές ζυμώνουν με μυρωδικά και τη μοιράζουν στους γείτονες και τους περαστικούς. Εκείνοι τότε πρέπει να ευχηθούν: “Ο Θεός σχωρέσ’ τη μητέρα του Αγίου Φανούριου”. Γιατί η μητέρα του, λέει η παράδοση, ήταν πολύ αμαρτωλή κι έχει ανάγκη από συγχώρεση.
Ο Νηστευτής

Στις 29 Αυγούστου, που γιορτάζεται η Αποκεφάλισή του, οι Χριστιανοί νηστεύουν αυστηρά Γι’ αυτό τον λένε και Νηστευτή ή Νηστικό. Όσοι νηστεύουν, αποφεύγουν ιδιαίτερα τα μαύρα σταφύλια ή τα μαύρα σύκα, τα βατόμουρα, τις μαύρες ελιές, το μαύρο κρασί, γιατί πιστεύουν πως τα ’βαψε το αίμα του Αγίου. Δεν τρώνε και καρύδια, γιατί έκοψαν το καρύδι του. Αποφεύγουν να κόβουν με μαχαίρι, αποφεύγουν να κόβουν καρπούζι ή ψωμί γιατί είναι σαν να αποκεφαλίζουν τον Άγιο. Αν δεν τηρήσουν νηστεία φοβούνται πως θα βγάλουν μαύρα σπυριά.

«Ο Αύγουστος, όπως λέει κι ο λαός μας είναι ο μήνας που τρέφει τους ένδεκα. Κι αυτό το λέει για την αφθονία των καρπών και των φρούτων που κουβαλάει μαζί του και τα χαρίζει μ’ απλοχεριά σ’ανθρώπους και ζωντανά. […]
Παλιότερα, την πρωταυγουστιά, ο παπάς γύριζε στα σπίτια των ξωμάχων γεωργών κι έκανε κει αγιασμό για τα σπαρτά των νοικοκύρηδων. […]
Πέρα απ’τους αγιασμούς, την πρωταυγουστιά αρχίζουν κι οι νοικοκυρές να καθαρίζουν τα χάλκινα αγγεία κι όλα τα σπιτικά σκεύη. Και τούτο γίνεται για να μην υπάρχει ίχνος από «άρτεμα” πάνω σ’αυτά, γιατί θεωρούν τη νηστεία του Δεκαπενταύγουστου σαν την πιο αυστηρή και πιο αξιόλογη.[…]
Την πρώτη Αυγούστου έχουμε ακόμη και τις Δρίμες. Είναι δε οι Δρίμες οι πρώτες έξι μέρες του μήνα που ο λαός μας τις θεωρεί πολύ δυσοίωνες. Αυτές τις μέρες, ορισμένοι ξωμάχοι που ζουν με το φόβο των προλήψεων δεν λούζονται κι ούτε πλένουν ρούχα, γιατί φοβούνται μήπως καταστραφούν τα ρούχα τους. Κι ακόμα, δεν κόβουν ούτε ξύλα, δε σκούζει πουθενά τσεκούρι τέτοιες πρωτομέρες του μήνα. Έτσ, θ’ακούσεις να λένε: «Τ’Αυγούστου οι Δρίμες στα πανιά και του Μαρτιού στα ξύλα”. Τα παιδιά τα κλείνουν μέσα τα μεσημέρια, αυτές τις μέρες; και τους λένε: «Μην βγαίνετε έξω, μην περνάτε απόμερα και τρίστρατα, γιατί οι Δρίμες θα σας κάνουν κακό, μεγάλο κακό.”
Άλλοι πάλι πιστεύουν πως οι Δρίμες είναι οι Δώδεκα πρώτες μέρες του μήνα κι όχι οι έξι που σου είπα πιο πάνω και πως η κάθε μια απ’τις δώδεκα αντιστοιχεί σ’ένα μήνα της χρονιάς. Γι’ αυτό τις λένε και «μερομήνια”. Έτσι, οι πιο γνωστικοί κι έμπειροι μεσόκοποι και γέροντες, προμαντεύουν τον καιρό όλου του χρόνου. Μηνολογιάζουν, παρατηρούν δηλαδή, τι καιρός κάνει την κάθε μέρα την εποχή των Δριμών και, πηγαίνοντας στον μήνα που αντιστοιχεί στη μέρα αυτή, κάνουν προγνώσεις και προμαντεύουν τα φερσίματά του αν θά’ναι καλά ή κακά, αν θά’χει κακοκαιρια ή καλοκαιρία κι αν θα φέρει καλοτυχιά για κακοτυχιά.
Οι τσοπάνηδες μάλιστα την πρωταυγουστιά έχουν και τη «σκυλομαντεία”. Σηκώνονται πολύ πρωί, βαθιά σχεδόν χαράματα, και κοιτάζουν τα σκυλιά πως κοιμούνται. Κι αν αυτά κοιμούνται ξάπλα με τεντωμένα τα πόδια, λένε: «Καλοχειμωνιά θά’χουμε και γλυκοκαιριά”. Αν δούνε όμως πως αυτά κοιμούνται μαζεμένα, κουλουριασμένα με το κεφάλι χωμένο στα πόδια τους, τους ακούς να λένε: «Κακοχειμωνιά θά’χουμε φέτος, κακοχειμωνιά με χιόνια και παγοβροχιές.”[…]” (Βασίλη Λαμνάτου, «οι μήνες στην αγροτική και ποιμενική ζωή του λαού μας”)
«Ο Αύγουστος με τα σταφύλια, τα σύκα και τα πολλά οπωρικά, με τα εισοδήματα από την πώληση της καλοκαιρινής συγκομιδής εκθειάζεται στις παροιμίες του λαού ως πλούσιος μήνας. «Αύγουστε, καλέ μου μήνα, νά’σουν δυο φορές το χρόνο!”. Αλλά η ευτυχία αυτή του Αυγούστου, δεν είναι πάντοτε αδιατάρακτη. Πολλές φορές, οι ελώδεις πυρετοί και οι γαστρικές ασθένειες από την κατάχρηση των οπωρικών κάνουν τον Αύγουστο επικίνδυνο για την υγεία. Γι’ αυτό άλλη παροιμία λέγει: «Περί της υγείας σου τον Αύγουστο ερώτα”, που σημαίνει πως κανείς δεν είναι σίγουρος για την υγεία του, αν δεν περάσει απρόσβλητος από ασθένειες τον Αύγουστο.
Ορισμένες φορές ήδη από τον Αύγουστο αρχίζει, πρώιμα, το κρύο και κοινές είναι οι παροιμίες «ο Αύγουστος επάτησεν, η άκρα του χειμώνα”, «Από Αύγουστο χειμώνα…”, κ.τ.λ. Γι’αυτό η πρώτη Αυγούστου θεωρείται συνήθως έναρξη νέας περιόδου και συνοδεύεται με πολλά από τα λεγόμενα «διαβατήρια” έθιμα. Έτσι στη Λέσβο και αλλού την παραμονή της πρώτης Αυγούστου ανάβουν στα στρίστρατα φωτιές (καψάλες) και τις «ξεπερνούν” (πηδούν) λέγοντας:
«Ω, καλώς τον Άκστο! Σύκα τσαι καρύδια τσαι καλά σταφύλια! Ψήνουν μεσα στη φωτιά κι ένα σκόρδο, παίρνουν τις στσελίδες (τα λουβιά) και τις τρων για τον πυρετό.”
Στην Ίμβρο πηδούν τον φανό λέγοντας:
«Άχστε, Παράχστε, σαν απ’μ’ηύρις να μ’αφήσεις.”
Εις την Μάδυτον:
«Άκστους, Παράκστους, καλώς μας ηύρ’ η γι’ Άκστους!”
Στη Λέσβο, ίσως κι αλλού, οι άνθρωποι του λαού πιστεύουν, ότι τη νύχτα της 31ης Ιουλίου προς την 1η Αυγούστου ανοίγουν οι ουρανοί και «ό,τι προφτάσεις να ζητήσεις θα τό’χεις, θες πλούτη, θες γεια, θες χωράφι. Αποσπερού στο πανηγύρι τσ’Αγιάσος πλαγιάζουν στα τρίστρατα, για να δουν τ’άγιο φως’ περιμένουν ως το πρωί. Τόχ’ουν σε καλό.”
Ανάλογες είναι και οι συνήθειες του πρωινού της 1ης Αυγούστου. Π.χ. στην Τήλο σκορπίζουν μέσα στο σπίτι άμμο ως σημάδι ευτυχίας και αφθονίας. Ακόμη «δεν σαρώνουν το σπίτι, για να μη ρίξουν έξω μαζί με τα σαρίδια και τα καλά του σπιτιού”. Στο Ζαγόρι της Ηπείρου «πρωί πρωί, πριν ακόμα βάλουν τίποτα στο στόμα των, τρώγουν κόκκινα κράνα, για να είναι γεροί όλο το χρόνο.[…]

(Γ.Α.Μέγα, «Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας”)

Περισσότερη Λαογραφία
 Εις πλείστα μέρη της Ελλάδος κατά την παλαιάν παράδοσιν και κατά τας εξ πρώτας ημέρας του Αυγούστου επιμελώς αποφεύγονται ωρισμέναι εργασίαι, διότι η τυχόν εκτέλεσις αυτών συνεπάγεται ζημίας και ανεπανορθώτους φθοράς.
Ούτω δεν πρέπει να πλύνουν αι γυναίκες, διότι τα πλυθέντα υφάσματα «δριμιάζουν” ή «δριμοκόβονται”, δηλαδή εκτεθιμένα εις τον ήλιον κόπτονται και γεμίζουν από μικράς οπάς’ δεν πρέπει να αρδεύωνται ποτιστικά (ιδίως εις Νάξον δεν αρδεύεται ποτιστικόν φετευμένον με φυτόν ή σκορδίλλαν, δηλαδή φυτώριον κρομμύων) διότι ξεραίνονται’ δεν πρέπει να κολυνβά κανείς διότι το σώμα του θα γεμίσει από εξανθήματα, όπως είναι επίσης επικίνδυνον να λούζεται διότι θα καταστρέψει την κόμην του. Οι δε θεωρούντες δρίμας τας πρώτα ημέρας του Μαρτίου δεν κόπτουν κατ’αυτάς ξύλα, διότι αυτά σαπίζουν ή «σαρακιάζουν”, δηλάδή καταστρέφονται υπό σκωλήκων.
Περί των δριμών Αυγούστου και Μαρτίου λέγεται η παροιμία: «Τ’Αυγούστου οι δρίμες στα πανιά και του Μαρτιού στα ξύλα.” Είς Λέσβον, Χίον, Αιτωλίαν και Αρκαδίαν, ονομάζουν τας δυσοιώνους αυτάς ημέρας «δρίματα”, εις Πελοπόννησον δε χαρακτηρίζονται ως δρίμες: 1) τα Σάββατα του Μαρτίου και αι Δευτέραι του Αυγούστου’ 2) η ημέρα κατά την οποίαν «λιοκρίζει” το φεγγάρι, δηλαδή κατά την πανσέληνον και 3) τα δωδεκαήμερα, κατά τα οποία εμφανίζονται οι καλλικάντζαροι. Εις άλλα μέρη της Ελλάδος χαρακτηρίζονται ως δρίμες αι τρεις πρώται, αι τρεις μέσαι και αι τρεις τελευταίαι μέραι του Μαρτίου και του Αυγούστου και εις άλλα, τέλος, μέρη της Ελλάδος αι δρίμες αρχίζουν από της 24 ή 25 Ιουλίου και λήγουν την 6ην Αυγούστου, δηλαδή συμπίπτουν με την επιτολήν του ολεθρίου δια τα καύματά του αστερισμού του Κυνός, του οποίου η επίδρασις είναι ζωηρά καθ’ όλον τον Αύγουστον.
Αι δρίμες εις Κύπρον λέγονται «κακαουστιές”, δηλαδή κακαί ημέραι του Αυγούστου και κατ’ ευφημισμόν καλαουστιές, καλαί ημέραι του Αυγούστου, εις τον Πόντον, το διάστημα των ημερών αυτών λέγεται «Σαπίας”, προφανώς διότι κατ’ αυτό σαπίζουν τα δέρματα, υφάσματα, ξύλα, κλπ.
Βιβλιογραφία: Πολίτου Ν. διάφοροι πραγματείαι εις το λεξικογραφικόν αρχείον και το περιοδικόν «Λαογραφία”, Μουτούρα Αθ.. Προσθήκαι εις τα ονόματα των μηνών. Λαογραφίας τομ.Β’ και εις Λαογρ.Ζ’61 κ.εξ..”) 







  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου