...Ο Νόστος Γαλατσίου Λαογραφικός & Χορευτικός Όμιλος σας εύχεται Καλή Σαρακοστή

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2022

 

 

Έθιμα Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς στις Κυκλάδες

 


 

Στις Κυκλάδες οι εορτασμοί του «Δωδεκαημέρου» (Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, Θεοφάνεια) έχουν έναν μοναδικό, ιδιαίτερο χαρακτήρα ο οποίος ποικίλλει ευχάριστα από νησί σε νησί.

Γενικά στα Κυκλαδονήσια οι κάτοικοι θεωρούν ως καλό οιωνό αν την Πρωτοχρονιά φυσάει βοριάς ή αν έρθει στην αυλή του σπιτιού ένα περιστέρι. Αν όμως πετάξει πάνω από το σπιτικό κοράκι, φοβούνται μήπως συμβούν ατυχίες. Σε ορισμένα χωριά των Κυκλάδων, όταν οι άνθρωποι πλένονται το πρωί της Πρωτοχρονιάς αγγίζουν το πρόσωπό τους μ' ένα κομμάτι σίδερο για να είναι όλο το χρόνο υγιείς («σιδερένιοι»).

 

Στην Αμοργό, ανήμερα τη Πρωτοχρονιά, σερβίρουν τον «κοφτό», ένα έδεσμα από σιτάρι, κρεμμύδι, τυρί τριμμένο, λάδι και νερό για να πάει καλά η σοδειά.

 

Στην Ανάφη, τα Χριστούγεννα οι νοικοκυρές παρασκευάζουν και προσφέρουν το «κουφέτο», γλυκό του κουταλιού από ασπρισμένα αμύγδαλα και κομμάτια κοκκινωπής κολοκύθας τα οποία σιγοβράζουν μέσα σε μέλι. Την Πρωτοχρονιά ψήνουν στον ξυλόφουρνο το αναφιώτικο «ζαφοριστό» ψωμί από κρόκο με ιδιαίτερη γεύση ζαφοράς και με έντονο κίτρινο χρώμα.

 

Τα Χριστούγεννα, τα στενά δρομάκια  της Μυκόνου μοσχοβολούν από τις δίπλες, τα φοινίκια, τους κουραμπιέδες και τα Χριστόψωμα που ψήνονται στο φούρνο. Στα χωριά ζυμώνουν και ψήνουν ένα επιπλέον Χριστόψωμο το οποίο μοιράζουν στα ζώα του σπιτιού. Εκτός από τα γλυκίσματα οι νοικοκυρές μαγειρεύουν λαρδί χοιρινό με χόρτα ή λάχανο, το οποίο συμβολίζει την αφθονία, κρέας ψητό στον φούρνο, κρεμμυδόπιτα με ντόπια «τυροβολιά» και μελόπιτα με τυροβολιά, μέλι και κανέλα. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, ομάδα «καλαντιστάδων» του Πολιτιστικού Λαογραφικού Συλλόγου Γυναικών Μυκόνου, με την παραδοσιακή «καράβα» και το φαναράκι στα χέρια, περιφέρεται στην Χώρα ψάλλοντας τα Μυκονιάτικα και τα παραδοσιακά Δηλιανά Πρωτοχρονιάτικα κάλαντα.

Η ημέρα των Φώτων είναι επίσης λαμπρή γιορτή στη Μύκονο επειδή ξεκινούν τα «μπαλόσια», έθιμο Βενετσιάνικης προέλευσης με ρίζες την λέξη «ballonzolo» που σημαίνει «χοροπήδημα» και «Ballocio» που σημαίνει «χορουδάκι». Τους χορούς αυτούς συνοδεύουν βιολιά, τσαμπούνες και τουμπάκια.

 

Ένα παραδοσιακό γαστρονομικό έθιμο της Νάξου είναι γεμιστό κατσίκι με διάφορα χορταρικά και ρύζι, το οποίο παρασκευάζεται και προσφέρεται τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά. Ζυμώνονται επίσης τα Χριστόψωμα με σταφίδες και καρύδια, τα οποία έχουν στο κέντρο ένα ολόκληρο καρύδι με το τσόφλι του και ένα σταυρό από ζυμάρι. Στη Νάξο ψέλνονται, ως κάλαντα, τα περίφημα «κοτσάκια», ένα είδος μαντινάδας με σκωπτικό χαρακτήρα.

 

Στην Πάρο τα παιδιά ψάλλουν τα κάλαντα το απόγευμα της παραμονής των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, αμέσως μετά τον εσπερινό και ανήμερα το πρωί μετά το τέλος της λειτουργίας. Τα Χριστούγεννα οι νοικοκυρές ψήνουν Χριστόψωμα φτιαγμένα από αλεύρι και ξηρούς καρπούς, σχηματίζουν με το ζυμάρι ένα σταυρό πάνω σε αυτά και τα δίνουν για τροφή στα ζώα του σπιτιού. Το  πρωί της παραμονής των Θεοφανείων, μετά τη τέλεση του «Μικρού Αγιασμού», οι ιερείς, φορώντας το πετραχήλι και κρατώντας στο χέρι το σταυρό μ' ένα κλαδί φρέσκο βασιλικό, «φωτίζουν» τα σπίτια. Τους συνοδεύει  ένα παιδί το οποίο κρατάει στα χέρια του ένα κουβαδάκι με τον αγιασμό, την «σίγκλα», κι ένα λαδοφάναρο με το Άγιο Φως. Πηγαίνοντας από σπίτι σε σπίτι οι ιερείς ψάλλουν το «Εν Ιορδάνη...» και «φωτίζουν», κατά την τοπική διάλεκτο, τους πιστούς και τα δωμάτια του σπιτιού τους  ώστε να απομακρυνθούν τα κακά και πονηρά πνεύματα. Οι νοικοκυρές ρίχνουν στη «σίγκλα» τον οβολό τους και ειδικά στην Μάρπησσα, προτείνουν στον ιερέα να καθίσει στον καναπέ λέγοντας του: «...Κάτσε παπά για να καθίσει κι η κλώσσα μας!» και τον κερνούν νηστίσιμα μπουρεκάκια.

Το απόγευμα της παραμονής των Θεοφανείων ομάδες παιδιών  και  ενηλίκων ψάλλουν τα παριανά κάλαντα τα οποία είναι επηρεασμένα από την αναγγελία του χαρμόσυνου γεγονότος της Βάπτισης του Χριστού.

Τα ξημερώματα της ημέρας των Φώτων γίνεται λειτουργία στη ανδρική Μονή της Λογγοβάρδας, βορειανατολικά της πρωτεύουσας Παροικιάς. Η λειτουργία αρχίζει στις δύο τα ξημερώματα και την παρακολουθούν μόνο άντρες, ενώ οι γυναίκες πηγαίνουν στην αντίστοιχη τελετή του Ιερού Ναού του Ταξιάρχη, πάντοτε στην ίδια περιοχή.

Το πρωί των Θεοφανείων στους παράκτιους οικισμούς της Πάρου, μετά το τέλος της λειτουργίας του «Μεγάλου Αγιασμού», ο ιερέας, οι ψάλτες και το εκκλησίασμα πηγαίνουν από την εκκλησία στο λιμάνι, κρατώντας την εικόνα της Βάφτισης και τα Εξαπτέρυγα, για να γίνει ο αγιασμός των υδάτων και η κατάδυση του Τίμιου Σταυρού. Μετά τη λειτουργία όσοι πιστοί έχουν νηστέψει την προηγουμένη μέρα φέρνουν αγιασμό στο σπίτι και τον πίνουν. Η γιορτή αυτή θεωρείται ως ημέρα κάθαρσης και εξαγνισμού για τους ανθρώπους, τα ζώα και τη Φύση γενικότερα. Οι γεωργοί ραντίζουν με αγιασμό τα ζώα τους, τις κατοικίες τους, τα χωράφια, τα δέντρα, τα πηγάδια. Αυτό το τελετουργικό πρέπει να γίνει μέχρι το μεσημέρι γιατί θεωρείται ότι αργότερα ο αγιασμός χάνει τη δύναμη της κάθαρσης και του εξαγνισμού.

 

Στην Σίφνο τα παραδοσιακά Σιφνέικα κάλαντα είναι αυτοσχέδιες δημιουργίες στην τοπική διάλεκτο οι οποίες συνδέονται άμεσα με την θρησκευτική ζωή και ψέλνονται από το μεσημέρι μέχρι το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Οι συνθέσεις αυτές αναδεικνύουν το ταλέντο του δημιουργού, εκφράζουν συναισθήματα και σχολιάζουν πρόσωπα και καταστάσεις. Στην Σίφνο το πατροπαράδοτο χριστουγεννιάτικο τραπέζι αποτελείται, κατά βάση, από χοιρινό κρέας παστό ή στο φούρνο και από Χριστόψωμα ζυμωμένα με γλυκάνισο.

 

Στη Σύρο την «Καλή Βραδιά», δηλαδή την παραμονή των Χριστουγέννων, οι καθολικοί κάτοικοι, κυρίως της συριανής υπαίθρου και της Άνω Σύρου, μετά από την εκκλησία, επιστρέφουν στα σπίτια τους και τρώνε ψάρι και κουνουπίδι. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς μέλη του Λυκείου Ελληνίδων, ντυμένα με την παραδοσιακή συριανή φορεσιά, περιέρχονται στους δρόμους της Ερμούπολης κρατώντας το στολισμένο παραδοσιακό καραβάκι και ψάλλουν τα συριανά και τα τηνιακά κάλαντα. Το καραβάκι συμβολίζει την πλεύση του ανθρώπου προς την καινούργια ζωή μετά τη γέννηση του Χριστού. Στη Σύρο τα τελευταία χρόνια το ξεχασμένο αυτό κυκλαδίτικο έθιμο έχει αναβιώσει μετά από αξιέπαινες προσπάθειες πολιτιστικών και δημοτικών φορέων. Την παραμονή των Θεοφανείων μέλη του Λυκείου Ελληνίδων ψάλλουν πάλι τα κάλαντα κρατώντας, αυτή τη φορά, φαναράκια φτιαγμένα από κούφια φρέσκα πορτοκάλια, αναβιώνοντας ένα παμπάλαιο συριανό έθιμο.

 

Στην Τήνο, το «Τραπέζι της Αδελφότητας» είναι ένα χριστουγεννιάτικο έθιμο το αναβιώνει στο παραδοσιακό χωριό του Τριποτάμου κάθε χρόνο στις 25 Δεκεμβρίου. Οι οικογένειες του χωριού αναλαμβάνουν κάποιες δεδομένες υποχρεώσεις προς τον ενοριακό ναό του χωριού, τα Εισόδια της Θεοτόκου. Ο αρχηγός της οικογένειας η οποία ορίζεται υπεύθυνη ονομάζεται «κάβος» και υποχρεώνεται να διατηρεί αναμμένο, όλο το χρόνο, το καντήλι μπροστά από την εικόνα της Γέννησης του Χριστού. Πρέπει επίσης να διατηρεί καθαρή την εκκλησία, να αναλαμβάνει τα έξοδα της λειτουργίας των Χριστουγέννων και την προμήθεια κεριών, καθώς και μιας μεγάλης λαμπάδας από γνήσιο κερί μέλισσας. Το μεσημέρι των Χριστουγέννων ο «κάβος»  παραθέτει γεύμα στο σπίτι του μόνο για τους άνδρες του χωριού και τον ιερέα της ενορίας. Οι προσκεκλημένοι  φέρνουν μαζί τους, μέσα σε μία πετσέτα, το ψωμί, το πιρούνι, το κουτάλι και το κρασί τους. Το επίσημο αυτό γεύμα χαρακτηρίζεται από την αφθονία των εδεσμάτων και τη γενναιοδωρία του «κάβου» ο οποίος προσφέρει στους συνδαιτυμόνες σούπα μοσχαρίσια, κρεμμυδάτο κοκκινιστό κρέας, κρέας βραστό και ντολμάδες. Το κρασί προσφέρεται σε «τάσια», κύπελλα σε ημισφαιρικό σχήμα από ορείχαλκο, τα οποία χρησιμοποιούνται αποκλειστικά αυτή τη μέρα και είναι δωρεά των κατοίκων του χωριού. Μετά το φαγητό, μια ομάδα καλεσμένων μαζί με τον ιερέα, μεταφέρουν την εικόνα της Γέννησης του Χριστού από την εκκλησία στο σπίτι του οικοδεσπότη, ψάλλοντας Χριστουγεννιάτικα τροπάρια. Η εικόνα τοποθετείται πάνω στο τραπέζι δίπλα στον ιερέα. Όλοι κάθονται πάλι στο τραπέζι, ο ιερέας μοιράζει αντίδωρο και ανάβονται κεριά, πανομοιότυπα με αυτά τα οποία μοιράστηκαν στην πρωινή λειτουργία. Ο ιερέας ρωτάει κατόπιν το όνομα του επόμενου «κάβου». Μόλις αυτό ανακοινωθεί περιφέρονται δύο δίσκοι, ο ένας για τη χρηματική βοήθεια του νέου «κάβου» και ο άλλος για τη βοήθεια του ιερέα. Προσφέρονται γλυκίσματα και όλοι εύχονται στο νέο «κάβο» καλή επιτυχία στις υποχρεώσεις τις οποίες ανέλαβε. Η εικόνα επιστρέφεται στην εκκλησία με συνοδεία Χριστουγεννιάτικων τροπαρίων. Την επόμενη μέρα, 26η Δεκεμβρίου, όλοι οι συγχωριανοί συγκεντρώνονται πάλι στο σπίτι του παλιού «κάβου» για να φάνε και να πιούν ότι απέμεινε από την προηγούμενη μέρα. Οι υποχρεώσεις του παλαιού «κάβου» τελειώνουν με το γεύμα των Χριστουγέννων, αλλά αυτός, μέχρι το τέλος του χρόνου, δεν παύει να ευθύνεται για το άναμμα του καντηλιού της εικόνας.

 

 

Πηγή: e-kyklades.gr

 

 

 

Έθιμα Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς στα Δωδεκάνησα

 


Με διαφορετικά έθιμα από νησί σε νησί και από χωριό σε χωριό γιορτάζονται τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά στα νησιά της Δωδεκανήσου. Από τα χαρακτηριστικά των εκδηλώσεων είναι ότι οι κάτοικοι της Δωδεκανήσου 40 ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα βρίσκονταν σε νηστεία με σκοπό να προετοιμαστούν για τη γέννηση του Χριστού και να απολαύσουν στη συνέχεια το χριστουγεννιάτικο τραπέζι.

 

Κύριο φαγητό στα περισσότερα νησιά της Δωδεκανήσου ήταν και σε γενικές γραμμές παραμένει, παράλληλα με τη γαλοπούλα τα τελευταία χρόνια, το χοιρινό κρέας. Σε αρκετά χωριά της Ρόδου, το σφάξιμο του χοίρου που μεγάλωναν οι οικογένειες γινόταν σε παρέες και με ειδική ιεροτελεστία. Από τα χριστουγεννιάτικα φαγητά ήταν επίσης τα παραδοσιακά «γιαπράκια» (ντολμαδάκια) τα οποία δεν έλειπαν από το τραπέζι. Σε ό,τι αφορά τα γλυκά τόσο στη Ρόδο όσο και στα υπόλοιπα νησιά το χαρακτηριστικό είναι οι δίπλες, οι οποίες εξακολουθούν να παρασκευάζονται και σήμερα.

 

Την Πρωτοχρονιά τηρούν το έθιμο της «μπουλουστρίνας». Τα μικρά παιδιά, την πρώτη μέρα του χρόνου, επισκέπτονται τους συγγενείς και παίρνουν από αυτούς χρηματικό ποσό.

Σε χωριά της Ρόδου, αλλά και σε πολλά νησιά τηρούν το έθιμο να αφήνουν αποβραδίς κοντά στο εικονοστάσι ένα ποτήρι νερό κι ένα πιάτο με τρία κομμάτια μπακλαβά. Αφήνουν επίσης κομμάτια εφτάζυμου ή βασιλόπιτας, το ένα του Χριστού, το άλλο του Αϊ Βασίλη και το τρίτο του φτωχού.

 

Επίσης, σε όλα τα νησιά προσέχουν πολύ το «ποδαρικό».

Δίνουν σημασία στο ποιος θα πατήσει πρώτος το δεξί του πόδι στο κατώφλι του σπιτιού, για να φέρει «γούρι» στη νέα χρονιά.

 

Από τα αξιοσημείωτα των ημερών είναι ότι την ημέρα των Χριστουγέννων οι κάτοικοι της Ρόδου συνηθίζουν να πηγαίνουν οικογενειακά στην εκκλησία και αμέσως μετά να επισκέπτονται τους ηλικιωμένους γονείς και παππούδες για τις σχετικές ευχές. Σε ορισμένα χωριά της Ρόδου ήταν έθιμο να επισκέπτονται ομαδικά, σαν μεγάλη παρέα, το βράδυ των Χριστουγέννων τα σπίτια όσων γιορτάζουν με τους οικοδεσπότες να είναι «υποχρεωμένοι» να τους κεράσουν όλους. Η περιοδεία της παρέας συνεχίζεται μέχρι πρωίας ενώ αν αντέχουν ξεκινούν και νέο κύκλο επισκέψεων σε αυτούς που γιορτάζουν την επόμενη μέρα (της Παναγιάς).

 

Νίσυρος

Στη Νίσυρο, το βράδυ των Χριστουγέννων ο ιερέας τελεί τρισάγιο και κατόπιν προσφέρει στους πιστούς «ευλογημένα» τα οποία μόλις έφταναν στο σπίτι, τα τοποθετούσαν στο γιορτινό τραπέζι και τα έτρωγαν πρώτα. Στον Αρχάγγελο, στη Σάλακο και σε πολλά άλλα από τα χωριά της Ρόδου, το «Χριστόψωμο» είναι το πρόσφορο που πάνε στον παπά τα Χριστούγεννα. Το γιορτινό τραπέζι των Χριστουγέννων στρώνεται από το βράδυ της παραμονής. Στο κέντρο τοποθετείται το χριστόψωμο και δίπλα το μέλι με πολλούς ξηρούς καρπούς.

 

Κάλυμνος

Στο νησί της Καλύμνου τα παλαιότερα χρόνια ήταν απόλυτα απαραίτητο όλοι οι κάτοικοι του νησιού να παρευρίσκονται στη λειτουργία των Χριστουγέννων. Υπάλληλος της Δημαρχίας που άναβε τα φαναράκια στους δρόμους, έπρεπε να κτυπήσει όλες τις πόρτες των σπιτιών και να ξυπνήσει όλους τους νησιώτες για να πάνε στην εκκλησία.

Το παραδοσιακό χριστουγεννιάτικο τραπέζι στην Κάλυμνο περιέχει κόκορα ή χοιρινό με πράσο ή την καθιερωμένη πλέον σ’ όλη την Ελλάδα γεμιστή γαλοπούλα. Το πρωί των Χριστουγέννων όταν επιστρέφουν από την εκκλησία πίνουν το ζωμό από τον πετεινό ή τρώνε σούπα που γίνεται με το ζωμό αυτό.

Παραδοσιακά γλυκά αποτελούν οι κουραμπιέδες, τα μελομακάρονα, φοινίκια όπως λέγονται στο νησί. Το κόψιμο της βασιλόπιτας γίνεται με την αλλαγή του χρόνου.

 

Σύμη

Από τις 15 Νοεμβρίου που ξεκινά το σαρανταήμερο της νηστείας για τα Χριστούγεννα οι Συμιακές άρχιζαν να ετοιμάζουν τα σπίτια τους για τις γιορτές. Καθάριζαν το εσωτερικό των σπιτιών τους, τους φούρνους που είχαν στην αυλή και τη γειτονιά για να είναι καθαρά ώστε να ψήσουν τα κουλούρια και τα γλυκά και για να είναι κάτασπρα και πεντακάθαρα τα σοκάκια και τα σκαλοπάτια.

Την ημέρα που εορτάζει ο Άγιος Σπυρίδωνας (12 Δεκεμβρίου) έφτιαχναν τους κουραμπιέδες με αλισίβα (στάχτη) και αμύγδαλα, πουγκιά γεμιστά με σουσάμι, «πανιεράκια» (με γέμιση από καρύδια, τα οποία μοιάζουν με μικρές ατομικές τάρτες), μπακλαβά, «κοπεγχάγη», «σβίγγους» και πάστες. Όλα αυτά τα γλυκίσματα προορίζονταν για το καλάθι που ετοίμαζαν για την πεθερά, για το καθιερωμένο «πεσκέσι» (δώρο στην πεθερά ως ένδειξη τιμής και εκτίμησης προς το πρόσωπό της), όπως αναφέρει η λαογράφος Ειρήνη Σεμερτζάκη. Το καλάθι αυτό κάθε αρραβωνιασμένη και παντρεμένη γυναίκα το ετοίμαζε με φροντίδα και το συνόδευε στο σπίτι της πεθεράς της. Εκτός από τα γλυκά, που ήταν όμορφα τακτοποιημένα και διακοσμημένα με ένα κεντητό μαντήλι, σε ένα μεγαλύτερο καλάθι τοποθετούσαν κρέας και άλλα φαγώσιμα.

Οι Συμιακιές νοικοκυρές την παραμονή της Πρωτοχρονιάς ετοίμαζαν το φαγητό και έστρωναν το τραπέζι με το καλό τους το σερβίτσιο και τα κεντητά τραπεζομάντηλα της προίκας τους. Το φαγητό ήταν σούπα από αρνάκι ή κατσικάκι. Μετά την εκκλησία και ειδικά με το που χτυπούσαν οι καμπάνες (στις 3 π.μ.) πήγαιναν να ανάψουν τα καντήλια στις εκκλησίες και στα εξωκκλήσια που δεν λειτουργούσαν και παρέμεναν κλειστά.

Παλιά δεν έφτιαχναν βασιλόπιτα. Αντ’ αυτού παρασκεύαζαν το παραδοσιακό συμιακό γλύκισμα, τα ακούμια. Αποβραδίς, λοιπόν, τα ζύμωναν και την αυγή τα τηγάνιζαν. Όλη η Σύμη μοσχοβολούσε! Έριχναν άχνη ζάχαρη, κανέλα και μέλι. Τα στόλιζαν σε ένα μεγάλο πιάτο («σουπιέρα») και κρατούσαν τόσο για την οικογένεια όσο και για την πεθερά τους. Μέσα σε ένα από τα ακούμια έβαζαν μια λίρα χρυσή ή ένα «ναπολεόντειο» ή ένα «κωνσταντινάτο» ή μια «κοσμάρα» («το φλουρί»). Το τι θα έβαζαν εξαρτιόταν από την οικονομική κατάσταση της κάθε οικογένειας (από το «πουγγί» της).

Παραμονή της Πρωτοχρονιάς, επίσης, πήγαιναν στο «Βρυσί» για να πάρουν νερό από την πηγή για το καλό του σπιτιού. Ξημερώματα της Πρωτοχρονιάς έπαιρναν την εικόνα της Παναγίας από το εικονοστάσι και με αναμμένο το κερί κατέβαιναν από το ανώι του σπιτιού και πήγαιναν στο κατώι. Το έκαναν αυτό για να κάνει, λέει, ποδαρικό η Παναγία.

Τη νύχτα της Πρωτοχρονιάς χτυπούσε το κανόνι. Το κανονάκι από την Παναγιά του Κάστρου. Χτυπούσε στις «μεγάλες» μέρες. Σήμερα δεν υπάρχει. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου εξαφανίστηκε.

Αντάλλασσαν ευχές και ο νονός («τατάς») και η νονά («ναννά») έδιναν λεφτά ή ρούχα ή παιχνίδια στα βαφτιστικά τους («έκαναν την μπουλιστρίνα»). Λόγω του ότι δεν μπορούσαν όλοι να κάνουν δώρο παιχνίδια, κάποιες νονές έπαιρναν τα κουκουνάρια από τα κυπαρίσσια και τα έντυναν με το χρυσό χαρτί από τα πακέτα των τσιγάρων.

 

Κως

Οι γιορτές απ’ τα Χριστούγεννα ίσαμε των Φώτων ονομάζονται «δωδεκάμερα». Την παραμονή των Χριστουγέννων στα χωριά της Κω ζύμωναν σιταρένιο αλεύρι κι έπλαθαν τα «κουλούρια», τις «κουλούρες» (γιορτινά ψωμιά), τα «ξύσματα» (ψωμιά σιταρένια, ζυμωμένα με ξυσμένη μυζήθρα και μυρωδικά) καθώς και τα «αφρένα» ή «εφτάζυμα» (αρωματισμένα ψωμιά, που το προζύμι τους γίνεται με τον αφρό βρασμένων ρεβιθιών και φύλλων δάφνης). Όλα αυτά τα «Χριστόψωμα», όπως αναφέρει ο συγγραφέας Βασίλης Χατζηβασιλείου, τα άλειφαν με κρόκο αυγού και τα πλούμιζαν με το χτένι. Ανήμερα τα Χριστούγεννα στα χωριά της Κω, νέοι και γέροι, γυρίζουν παρέες κι επισκέπτονται όλα τα σπίτια του χωριού, για να πουν τα κάλαντα και να ευχηθούν «τ’ αποχρόνου». Το κέρασμα στις επισκέψεις αυτές, εκτός απ’ τα γλυκίσματα (κουραμπιέδες και μελομακάρονα) είναι το μαύρο κώτικο κρασί και μεζέδες. Τη γαλοπούλα ή το «πασκάτικο», δηλ. το γουρουνόπουλο, συνήθιζαν να τα σφάζουν, σύμφωνα με το έθιμο, την παραμονή της μεγάλης γιορτής. Λεγόταν πασκάτικο, γιατί τα Χριστούγεννα οι αγρότες της Κω ήθελαν να τα ονομάζουν Πάσχα (επειδή έτρωγαν το κρέας μετά από σαράντα μέρες νηστείας) ξεχωρίζοντάς τα απ’ τη Λαμπρή, την ημέρα εορτασμού της Ανάστασης του Χριστού.

Οι σαρμουσάδες είναι ένα παραδοσιακό γλυκό της Κεφάλου της Κω, παρόμοιο με τον μπακλαβά. Γίνεται με χειροποίητο φύλλο, και σουσάμι, από όπου και πήρε το όνομά του (μπορούν να χρησιμοποιηθούν επίσης αμύγδαλα και καρύδια), καρυκεύματα (κανέλα, γαρύφαλλα) και το τυλίγουν σε ρολό και αφού το τηγανίσουν το περιχύνουν με σιρόπι από μέλι.

Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς οι νέοι της Κω κρατώντας μεγάλα ομοιώματα εκκλησιάς ή καραβιού, κατάλληλα στολισμένα και φωτισμένα, ψάλλουν εκτός από τα γνωστά στο πανελλήνιο κάλαντα: «Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά ψιλή μου δεντρολιβανιά…» και τα ακόλουθα κώτικα κάλαντα:

Εις αυτό το Νέον Έτος Βασιλείου εορτή,

ήρθα να σας χαιρετήσω με την πρέπουσα ευχή.

Εύχομαι, λοιπόν, να ζείτε πολλούς χρόνους ευτυχείς,

τον Βασίλειο τον Μέγα να ‘χετε συνδρομητή.

Κι όσους έχετε στα ξένα να δεχθείτε με καλό,

με υγεία κι ευτυχία τον Θεό παρακαλώ.

Κ’ εις έτη πολλά κι ένα κομμάτι μπακλαβά!

 

Την Πρωτοχρονιά όλες οικογένειες της Κω συνηθίζουν να φτιάχνουν τον «μπακλαβά» από φύλλα ζύμης που ανοίγουν με το «πιτθαριόξυλο» και τα απλώνουν στο ταψί με σησάμι καβουρδισμένο και καρύδι ή αμύγδαλο.

Οι οικογένειες, που έχουν κορίτσια αρραβωνιασμένα και τα πλουσιόσπιτα κάνουν δυο ταψιά μπακλαβά, τον «καλό» δηλαδή το μεγάλο ταψί και τον «κέλη» δηλαδή το παρακατινό μικρό ταψί, για να φαγωθεί την παραμονή της Πρωτοχρονιάς.

Τον καλό θα τον χαλάσει, θα πάρει, δηλαδή, το πρώτο κομμάτι από το ταψί, που βάζουν μπροστά του, ο γαμπρός ή παλαιότερα ο παπάς, που έβγαινε στα χωριά και αγίαζε για το καλό του χρόνου.

 

Αστυπάλαια

Στην Αστυπάλαια, τα Χριστούγεννα, υπήρχε το έθιμο να κρεμούν το κατωσάγωνο ενός χοίρου στη καπνοδόχο του τζακιού για να γλιτώσουν από τους καλικάντζαρους.

Την παραμονή επίσης των Χριστουγέννων, οι νοικοκυρές της Αστυπάλαιας, ζυμώνουν το “χριστόψωμο” με ένα καρύδι στη μέση για καλή τύχη.

 

Στο νησί της Λέρου μόλις γυρίσει ο χρόνος ένας που βρίσκεται έξω από το σπίτι έρχεται κρατώντας ένα δοχείο με νερό και μια πέτρα. Είναι το ποδαρικό του σπιτιού.

Με το νερό ραντίζουν στα τέσσερα καντούνια (γωνιές) μέσα στο σπίτι μέχρι να ‘ρθει τον επόμενο χρόνο η καινούργια πέτρα και εύχονταν «όπως η πέτρα είναι γερή έτσι να ναι και η υγειά σας όλο το χρόνο». Ο αρχηγός της οικογένειας σπάει το ρόδι.

Μπαίνει τρία βήματα μέσα και λέει: «ένα, δύο, τρία μέσα τα καλά.» κάνει τρία βήματα πίσω και λέει «ένα, δύο, τρία έξω τα κακά». Σπάει μετά το ρόδι σε μια γωνιά της πόρτας και αφήνει σαράντα κούνια μέσα στο σπίτι για σαράντα ημέρες. Πολλές φορές το νερό το φέρνουν το πρωί της Πρωτοχρονιάς. Σηκώνονται πολύ πρωί πριν βγει ο ήλιος και το νερό το λένε αμίλητο, γιατί καθώς το φέρνουν δεν μιλάνε καθόλου. Ρίχνουν στις τέσσερις γωνιές του σπιτιού νερό και λένε «όπως τρέχει το αθάνατο νερό έτσι να τρέχουν και τα καλά και τα πλούτη στο σπίτι». Όταν γυρίσει ο χρόνος κόβουν τη βασιλόπιτα. Αυτού που θα του τύχει το φλουρί θεωρείται τυχερός και το φυλάει. Το πρωί της Πρωτοχρονιάς στη Λέρο σφάζανε έναν μαύρο πετεινό που τον φυλάγανε όλο το χρόνο για αυτή την ημέρα. Έπρεπε να είναι οπωσδήποτε μαύρος. Γυρίζανε ανατολικά το κεφάλι του, τον σφάζανε και τον κάνανε σούπα.

 

Πηγή:

ethnos.gr

zougla.gr