Η τιμωρία για τις “τσούνες” και οι κανόνες για τις παντρεμένες. Οι αυστηροί κανόνες της Ποντιακής κοινωνίας και η διαπόμπευση των “ατιμασμένων”
Από τo βιβλίο του συγγραφέα Στέφανου Π. Τανιμανίδη “ΠΟΝΤΟΣ: ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ. Ιστορία, έθιμα, πολιτισμός”, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΑΜΟΥΛΗ.
Ο έρωτας, στην “παραδοσιακά κλειστή και πουριτανική” κοινωνία του Πόντου, ήταν άμεσα συνυφασμένος με τον γάμο. Οποιαδήποτε παρέκκλιση θεωρούταν συνώνυμο της ανηθικότητας.
Οι αυστηροί κώδικες της ποντιακής ερωτικής ηθικής απευθύνονταν κυρίως στις γυναίκες και αποτελούσαν κριτήριο για την καταξίωση ή τον στιγματισμό της.
Τα κοράσια, όπως αποκαλούνται τα κορίτσια στην ποντιακή διάλεκτο, θεωρούνταν “ώριμες γυναίκες” από την ηλικία των δώδεκα ετών. Τότε τους επιτρεπόταν να παντρευτούν, με μοναδική προϋπόθεση την αγνότητά τους. Οι προγαμιαίες σχέσεις απαγορεύονταν αυστηρά.
Πόρνες και γεροντοκόρες
Σε περίπτωση που κάποια κοπέλα διατηρούσε ερωτικές σχέσεις πριν από τον γάμο της, χαρακτηριζόταν “τσούνα“, δηλαδή πόρνη, καθώς εξέθετε την τιμή και την υπόληψη, όχι μόνο της οικογένειας, αλλά και των στενών συγγενών της ακόμα και ολόκληρου του χωριού. Αν τελικά δεν δεχόταν να την παντρευτεί ο αγαπημένος της, έφερε σε όλη της τη ζωή το στίγμα της ανήθικης.
Σύμφωνα με μια λαϊκή παροιμία, “Η τσούνα, αν ‘κι σύρ’ τ’ ουράδ’ , ο σκύλος ‘κι τρέχ’ οπίσ’ ατς”.
Οι “ζωηρές” κοπέλες σχολιάζονταν από όλο το χωριό με φράσεις, όπως,
“Τ’ αχούλ ν ατς αφκάτ’ ατς έχ’ ατό“, δηλαδή “το μυαλό της το έχει στο κεχρί”,
“Ατέ από ‘φκακές χαντσεύ”, δηλαδή “από τη μέση και κάτω είναι φωτιά”,
“Το βρακοζών ατς χαλαρόν έχ’ ατό“, δηλαδή “είναι εύκολη”.
Συνήθως ακολουθούσαν και χαρακτηρισμοί, όπως “Το κορίτζ’ απεντρώπ’σεν” (το κορίτσι έχασε την ντροπή), “Το κορίτζ εγαμαρίεν” (το κορίτσι μαγαρίστηκε) ή “Ατέ μαλαγμέντσα έν“, (είναι αγγιγμένη από άνδρα).
Ακόμα κι όταν η “ατιμασμένη κοπέλα” επιδίωκε τη συγχώρεσή της, η τοπική κοινωνία την αντιμετώπιζε με καχυποψία και απαγόρευε την επανένταξή της.
“Η κόρ’ έμαθεν αβράκωτος και βρακωμέντσα εντρέπεται” έλεγαν. Δηλαδή, “η ελευθεριάζουσα δύσκολα μπορεί να αλλάξει τρόπο ζωής”. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση μιας κοπέλας, η οποία αν και ήταν θύμα βιασμού, οι συγγενείς της την τιμώρησαν με απομόνωση σε ένα μικρό δωμάτιο, όπου και πέθανε με το στίγμα της ατιμασμένης.
Αντίστοιχο αποκλεισμό αντιμετώπιζαν και οι ανύπαντρες, μεγαλύτερης ηλικίας, κοπέλες. Οι γεροντοκόρες, όπως τις αποκαλούσαν, παρομοιάζονταν με κούτσουρο (“κουρίν“) ή με το ευτελισμένο τουρσοζούμι (“στυποζό쑨) και θεωρούνταν κοινωνικό ανάθεμα. Γι’ αυτό και η “κατάρα του ραφιού” ήταν από τις χειρότερες για μια κοπέλα.
Στο στόχαστρο και οι παντρεμένες
Οι παντρεμένες γυναίκες καλούνταν, επίσης, να ακολουθήσουν τους αυστηρούς νόμους του έγγαμου βίου. Έπρεπε όχι μόνο να είναι τίμιες αλλά και να φαίνονται, καθώς αποτελούσαν το ηθικό στήριγμα της οικογένειας.
Σε περίπτωση που παραβίαζε τους άγραφους ηθικούς κανόνες, βρισκόταν αντιμέτωπη με την κοινωνική και θρησκευτική κατακραυγή. Η κοινωνία την περιφρονούσε ως ηθικό μίασμα και ο ιερέας δεν της επέτρεπε τη θεία μετάληψη. Οι χαρακτηρισμοί, που δίνονταν στην παραστρατημένη γυναίκα του Πόντου ήταν ιδιαίτερα πληθωρικοί: “Πουτάνα, πόρνεσα, ρουφιάνα, οροσπού, γαχπέ, πορσού, μεντή, τσούνα, καρακαλτάκα, καταμάγια, πουσπουρίχτρα, γουτουρεμέντσα, σουρουκλεμέ, κοσκοβάρα“.
Η ηθική της παντρεμένης γυναίκας κρίνονταν, όχι μόνο από την πίστη της στο σύζυγό της, αλλά ακόμα και από τον τρόπο που θα θρηνούσε τον άντρα της. Τα κοινωνικά σχόλια ήταν ευθύβολα. Για εκείνες που έκλαιγαν πολύ, έλεγαν “Τον άντραν ατς, που ‘κ’ έκλαψεν, κάπου το θάρρος είχεν“ ενώ για τις σεμνότερες έλεγαν “‘Σ σο σαχτάρ’ πατεί κι ιχνάρ’ ‘κ’ εφτάει“.
Σεξουαλικό χιούμορ και ποντιακή γλώσσα
Το σεξουαλικό χιούμορ βρίθει στη, φύση και θέση αριστοφανική, ποντιακή διάλεκτο. Οι κατάρες, οι παροιμίες και οι παροιμιώδεις φράσεις περιέχουν ακατάλληλες λέξεις, που πάντοτε λέγονται μακριά από τα παιδιά. Ο βωμολοχικός σαρκασμός και τα σεξουαλικά υπονοούμενα χρησιμοποιούνται ανάλογα με την περίσταση και τους χαρακτήρες. Άλλωστε η αριστοφανική διάθεση των Ποντίων δε θα μπορούσε να μην εκφραστεί χωρίς τις “απαγορευμένες” λέξεις.
Παρακάτω παρουσιάζονται τρία δημοτικά αριστοφανικά ποντιακά τραγούδια: “Κορτσόπον κάθκα κούκουβα,
ας φαίνεται η μαντσάνα σ’,
αλάφεσα ‘κι δίς ‘με ατό,
τρώει ατό ο κύρς κι η μάνα σ’.”
———————————————————————————————
“Τη μάνας ισ’ το ζερτελίδ’
και τη τετέ σ’ τ’ αγγούρι,
πώς εγροίξαν κ’ εποίκανε
άμον εσέν γαϊδούρι..!”
———————————————————————————————
“Γαμώ ατό, γαμώ ατό,
γαμώ, π’ ατέν εποίνεν,
τον κόσμον εβουρίασεν
κ’ εμέναν ξάϊ ‘κ’ εδίνεν….!”
Πηγή: “ΠΟΝΤΟΣ: ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ. Ιστορία, έθιμα, πολιτισμός”, Στέφανος Π. Τανιμανίδης.
Πηγή: mixanitouxronou.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου