Πώς προετοίμαζαν οι μάνες και οι γιαγιάδες μας το Πάσχα στο Μαλεβίζι της Κρήτης;
Γράφει η Ρίκη Ματαλλιωτάκη
Στην Ανάσταση του Χριστού, στη μεγαλύτερη γιορτή της Ορθόδοξης Εκκλησίας, κλείνεται και ολάκερο σχεδόν το νόημα της πίστης μας… η προσμονή της αιώνιας ζωής, γι' αυτό το λόγο ακριβώς γιορτάζεται με τέτοια μεγαλοπρέπεια!
Της Αναστάσεως όμως προηγείται η εβδομάδα των Παθών και σε αυτή την εβδομάδα κλειδώνονται όλες οι προετοιμασίες για να είναι όπως του πρέπει το Μέγα Σάββατο-μήπως έτσι δεν συμβαίνει και στη ζωή μας; Τα βάσανα και οι οδύνες μήπως δεν είναι ο προπομπός για την τελική λύτρωση;-
Σε αυτή την εβδομάδα λοιπόν έπρεπε να γίνουν όλες οι προετοιμασίες, να τηρηθούν όλα τα έθιμα που οι μανάδες και οι γιαγιάδες μας πήραν κι αυτές από τις δικές τους μανάδες και γιαγιάδες. Κι ήταν πολλά αυτά που έπρεπε να κάνουν οι νοικοκυρές τότε, τα οποία φυσικά δεν κάνουμε εμείς οι νέες νοικοκυρές σήμερα, ή τουλάχιστον δεν κάνουμε τα περισσότερα.
Οι γυναίκες στο Μαλεβίζι λοιπόν ξεκινούσαν τις προετοιμασίες από τον καθαρισμό και το ασβέστωμα- σπιτιού και αυλών- που φυσικά δεν τον άφηναν τελευταία στιγμή αλλά είχαν τελειώσει μαζί του ήδη από την προηγούμενη εβδομάδα.
Για το Μεγαλοβδόμαδο άφηναν όλα τα υπόλοιπα ξεκινώντας από το πλάσιμο των τσουρεκιών το πρωί της Μεγάλης Δευτέρας- τα πάντα γίνονταν πρωί, ποτέ απόγευμα ώστε να είναι ελεύθερες να πηγαίνουν στην Εκκλησία-. Κι εδώ ας κάνουμε μια παρένθεση για να πούμε πως τα τσουρέκια, οι κουλούρες, και οι αυγοκουλούρες που συνηθίζουμε τόσο στην Κρήτη, έτσι όπως είναι στρογγυλές συμβολίζουν τη γη, το αυγό που βάζουμε στο κέντρο συμβολίζει τον Τάφο του Χριστού κι εκείνες που είναι σε σχήμα πλεξίδας συμβολίζουν τον Λάζαρο που αναστήθηκε έξι ημέρες πριν από τον Εσταυρωμένο.
Τη Μεγάλη Τρίτη οι προετοιμασίες συνεχίζονταν με το ζύμωμα των χριστόψωμων που κι αυτά ήταν πολύ μεγάλη διαδικασία καθώς, βλέπετε, τότε δεν υπήρχαν ηλεκτρικές κουζίνες και το ψήσιμο έπρεπε να γίνει είτε στο σπιτικό φούρνο, αν υπήρχε, είτε να κουβαληθούν οι λαμαρίνες στο φούρνο του χωριού. Κι επειδή οι οικογένειες τότε ήταν πολυμελείς, κι ένα ή δυο χριστόψωμα δεν επρόκειτο να κάνουν τίποτα σε τόσα άτομα, συνήθως η διαδικασία, πλάσιμο, φούρνισμα, ξεφούρνισμα, διαρκούσε και την επομένη μέρα, την Μεγάλη Τετάρτη.
Για τη Μεγάλη Πέμπτη τώρα, υπήρχε το βάψιμο των αυγών τα οποία φυσικά δεν τα έβαφαν με τα τοξικά χρώματα που τα βάφουμε εμείς σήμερα αλλά με φυσικές βαφές, όπως φύλλα από κρεμμύδι, γουλιά από παντζάρι, καρότα και λουλούδια από κόκκινες κυρίως παπαρούνες, χρησιμοποιώντας μάλιστα λίγο ξύδι ώστε να γίνει πιο έντονο το χρώμα τους. Εδώ θα κάνουμε πάλι μια παρένθεση για να πούμε πως το αυγό συμβολίζει το Τάφο του Χριστού επειδή μέσα του έχει ζωή, το τσούγκρισμα που κάνουμε συμβολίζει το σπάσιμο του Άδη που από εκεί μέσα βγήκε η ζωή και η Ανάσταση, ενώ το κόκκινο χρώμα συμβολίζει την Νίκη της ζωής επί του θανάτου… γι’ αυτό εξάλλου και στις Εκκλησίες από την Ανάσταση και μέχρι της Αναλήψεως κρεμάνε κόκκινες κορδέλες, ενώ των άλλων εορτών για τους Αγίους κρεμούν κορδέλες με χρώματα μπλε και άσπρο.
Την μεγάλη Πέμπτη όμως, εκτός από το καθιερωμένο βάψιμο των αυγών, καθιερωμένα είναι επίσης και τα ντολμαδάκια με τα νιόβγλατα αμπελόφυλλα, που αποτελούν το φαγητό της ημέρας συνοδευόμενα από άγρια ραδίκια, ασκολύμπρους, τζόχους, χοιρομουρίδες, σταμναγκάθι και ό,τι τέλος πάντων διέθετε ο καθένας, και βέβαια απαραίτητα πάντα με χοχλιούς είτε βραστούς είτε μπουμπουριστούς.
Για τη Μεγάλη Παρασκευή τώρα, εννοείται πως ήταν ημέρα παντελούς αργίας και όχι μόνο οι νοικοκυρές, αλλά και οι άντρες δεν έκαναν απολύτως τίποτα. Μήδε φαγητό έμπαινε στο τσουκάλι, μήδε παρασύρα πιάνονταν στο χέρι, μήδε τίποτα και το πρώτο χτύπημα της καμπάνας άπαντες σηκώνονταν για να πάνε στην εκκλησία.
Το Μεγάλο Σάββατο τώρα, ήταν η μέρα που έφτιαχναν και την πιο ευαίσθητη πασχαλιάτικη λιχουδιά, τα περίφημα κρητικά καλιτσούνια, ώστε να φαγωθούν φρέσκα φρέσκα το βράδυ μετά την Ανάσταση αμέσως μετά το πρώτο πιάτο που δεν ήταν μαγειρίτσα, όπως ίσως υποθέσετε-το έθιμο της μαγειρίτσας ήρθε στην Κρήτη πολύ αργότερα- αλλά ένα υπέροχο πιλάφι ή μια σούπα από ντόπια όρνιθα.
Την επομένη τώρα, την μεγάλη ημέρα δηλαδή της Ανάστασης, μια οικογένεια δεν έτρωγε ποτέ μοναχή τα χρόνια εκείνα… συγκεντρώνονταν όλη σχεδόν η δικολογιά στο συγγενή που διέθετε το μεγαλύτερο σπίτι, κουβαλούσε ο καθένας από ένα ρίφι, ή αρνί και το μαγείρευαν με πατάτες στο φούρνο ή στη φωτιά που άναβαν με κλιματόβεργες. -Εδώ θα κάνουμε ακόμα μια παρένθεση για να πούμε πως το σούβλισμα του αρνιού δεν είναι κρητικό έθιμο αλλά το έφεραν οι Μωραΐτες που παντρεύτηκαν Κρητικές και ήρθαν στην Κρήτη-.
Μέσα σε όλα αυτά λοιπόν τα απλά, καθημερινά πράγματα, έβρισκαν οι μανάδες, οι πατεράδες και οι γιαγιάδες μας το αληθινό νόημα, όχι μόνο της Ανάστασης μα και της ζωής ολάκερης, και ήταν πλήρως ευτυχισμένοι.
Μήπως θα πρέπει να τους μιμηθούμε;
Πηγή: maleviziotis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου