Συρτάκι και Ζεϊμπέκικο: Η ιστορία των δύο εμβληματικών ελληνικών χορών
Το συρτάκι και το ζεϊμπέκικο είναι δύο χαρακτηριστικοί ελληνικοί χοροί, ο ένας εκ των οποίων μάλιστα, το συρτάκι, αποτελεί ταυτότητα της Ελλάδας διεθνώς, τουλάχιστον στα μουσικοχορευτικά δρώμενα.
Ζεϊμπέκικο
Το ζεϊμπέκικο (ή ζεϊμπέκικος) είναι ελληνικός λαϊκός χορός. Το όνομά του οφείλεται στον πληθυσμό των Ζεϊμπέκων. Αναφέρεται ότι διαδόθηκε στα ελλαδικά αστικά κέντρα στα τέλη του 19ου αιώνα. Ωστόσο, η εμφάνισή του ανάγεται στα τέλη του 17ου αιώνα σε αστικά κέντρα όπως η Κωνσταντινούπολη και η Σμύρνη. Αρχικά ήταν αντικριστός χορός δύο ατόμων που έφεραν οπλισμό, αλλά εξελίχθηκε σε «μονήρη αυτοσχεδιαστικό ανδρικό χορό».
Ο Μάρκος Δραγούμης, μουσικολόγος μετά από μια μεγάλη έρευνα και μελέτη πάνω στο ρεμπέτικο και στο μικρασιατικό τραγούδι, δίνει από ιστορικής πλευράς την εξής άποψη για τις ρίζες του ρεμπέτικου: «Οι μουσικές ανταλλαγές που είχαν αρχίσει πριν τον 17ο αιώνα, κι ίσως πιο πριν, ανάμεσα στον ποικίλο πληθυσμό που αποτελούσε το λαϊκό υπόστρωμα των αστικών κέντρων του Αιγαίου, του Ελλήσποντου, της Προποντίδας και της Μαύρης Θάλασσας συνεχίστηκαν με έντονο ρυθμό ως την καταστροφή της Σμύρνης το 1922. Οι ανταλλαγές αυτές προκάλεσαν τη δημιουργία απειράριθμων μελωδιών, που οι ρίζες τους βρίσκονται κυρίως στη βυζαντινή εκκλησιαστική μουσική με τους «ήχους» της και στην τούρκικη κλασική μουσική με τα «μακάμια» της, που ονομάστηκαν από μας “δρόμοι”». Βρίσκονται επίσης και «στη δημοτική μουσική της Μυσίας, της Αν. Θράκης, της Βιθυνίας και των δυτικών παραλίων της Μικράς Ασίας, στα ελληνικά νησιώτικα και αστικά λαϊκά τραγούδια και τέλος στη δημοτική μουσική των βορείων γειτόνων μας κι ιδιαίτερα των Ρουμάνων».
«Η μουσική αυτή (λέει ο Δραγούμης) – ίσως επειδή ήταν κάπως ανομοιογενής – δεν τράβηξε όσο θα έπρεπε την προσοχή των λαογράφων μας, κι έτσι δεν ευτύχησε να καταγραφεί σε νότες και να δημοσιευθεί σε ειδικές συλλογές, όπως η πιο παλιά δημοτική μουσική μας. Δεν χάθηκε όμως. Ένα μεγάλο μέρος της διαφυλάχτηκε σε μια σειρά από δίσκους 78 στροφών, που γυρίστηκαν στις ΗΠΑ κατά τη δεύτερη και τρίτη δεκαετία του (προηγούμενου) αιώνα μας, με εκτελεστές Έλληνες μετανάστες. Εξετάζοντας το υλικό αυτό βλέπουμε ότι πέρα από την καλλιτεχνική του αξία, έχει και μεγάλη ιστορική σημασία, γιατί αποτελεί την πιο ουσιαστική πηγή που διαθέτουμε για τη μελέτη των καταβολών του ρεμπέτικου τραγουδιού». (Κέντρο μελέτης και έρευνας του ρεμπέτικου τραγουδιού» 1977.)
Ο Σίμων Καράς υποστήριζε πως ο χορός είχε κληρονομιά αρχαιοελληνική (ρυθμική – χορευτική) αφού το ρυθμικό τους σχήμα των 9 χρόνων διαφαίνεται στις ωδές της Λεσβίας Σαπφούς.
Ο γνήσιος ελληνικός ζεϊμπέκικος
Κάποτε ήταν χορός μοναχικός και μόνο για τους άντρες. Είναι χορός γήινος. Ο άντρας χορεύει μόνος και είναι «δεμένος» με την γη. Γίνεται ένα με αυτήν. Δεν χοροπηδάει. Δεν κάνει μπαλέτο. Έχει βαριά συναισθήματα μέσα του που τον «βαραίνουν» και τον «κρατάνε» στην γη. Και αυτά εκφράζει. Έχει μέσα του συνήθως πόνο (ερωτικό ή κοινωνικό). Πράγματι μοιάζει με την αργή κίνηση του αρχαιοελληνικού Χορού στις τραγωδίες.
Ωστόσο σήμερα, τον χορεύουν όλοι και συχνά πολλοί πολλοί μαζί. Φυσικά τον χορεύουν και γυναίκες. Κανονικά πάντως είναι μοναχικός χορός. Κάποιοι λένε ότι δεν έχει βήματα, αλλά μόνο φιγούρες. Στις σχολές χορού σήμερα διδάσκεται και μάλιστα με σειρά βημάτων. Έχει μία συγκεκριμένη κυκλική κίνηση. Ο ρυθμός ακολουθεί το βυζαντινό μέτρο που είναι στα 9/8, ενώ η συνηθισμένη ρυθμική του διάταξη είναι: 2/8+2/8+2/8+3/8 ή 4/8+2/8+3/8.
Χορεύεται σε χώρο που δεν ξεπερνά το τετραγωνικό μέτρο και κυριαρχείται από αυτοσχεδιαστικές κινήσεις. Ως ιδιόρρυθμος εννεάσημος χορός έχει διαφορετικές μουσικές οργανώσεις και ποικίλλει ανάλογα με το θεματικό περιεχόμενο, τον χώρο προέλευσης και τη χρονική περίοδο που δημιουργήθηκε.
Πάντως όλοι παραδέχονται ότι αν ενσωματώσεις μέσα σου, τον ρυθμό, μπορείς να κάνεις μόνο φιγούρες. Το σωστό είναι κάθε χορευτής να χορεύει μόνο το τραγούδι που τον εκφράζει και μόνον μία φορά, σε μια εκδήλωση.
Η παραγγελιά
Παλαιότερα, αλλά συχνά και στις ημέρες μας, συμβαίνει κάποιος να τολμήσει να διακόψει κάποιον που χορεύει ζεϊμπέκικο. Είναι ρίσκο. Δεν έχει ακόμα εξαλειφθεί ο θεσμός της “παραγγελιάς” που φέρεται να ξεκίνησε στα χρόνια της Κατοχής. Δηλαδή οι μουσικοί, συνήθως με το…αζημίωτο, προαναγγέλλουν τον ζεϊμπέκικο ή και άλλο χορό που θα ακολουθήσει, έπειτα από ειδική παραγγελία ενός θαμώνα. Όσο χορεύει αυτός, κανονικά, δεν επιτρέπεται να χορέψει κανείς άλλος μαζί του στον ίδιο χώρο ούτε να τον ενοχλήσει.
Το 1973, ο Νίκος Κοεμτζής, όταν κάποιοι παρενόχλησαν και πρόσβαλαν τον αδελφό του που χόρευε ζεϊμπέκικο με “παραγγελιά”, σε νυχτερινό κέντρο, σκότωσε με μαχαίρι τρεις ανθρώπους και τραυμάτισε αρκετούς ακόμα. Δεν είναι σπάνιο θέαμα στις ημέρες μας, οι συμπλοκές για παρόμοιες παρεξηγήσεις με αιτία ένα ζεϊμπέκικο.
Ο ζεϊμπέκικος ορίζεται ως ρεμπέτικος χορός, τουλάχιστον για την περίοδο 1850-1953 σε ό,τι αφορά στην κοινωνική του διάσταση. Από το 1953 έως το 1980 οι μετεξελίξεις και οι μετασχηματισμοί της ελληνικής κοινωνίας φέρνουν στο προσκήνιο το ζεϊμπέκικο ως λαϊκό χορό. Από το 1980 και εντεύθεν, αλλάζουν όλα. Ο ζεϊμπέκικος ορίζεται ως πανελλήνιος χορός που εξελίσσεται σύμφωνα με την ελληνική αστικολαϊκή μουσική παράδοση, η οποία επίσης αλλάζει.
Ο τουρκικός zeybek
Ο Τουρκικός χορός “Ζεϊμπέκ” (zeybek ή zeybeği ) ωστόσο δεν έχει καμία σχέση με το Ελληνικό Ζεϊμπέκικο. Ρυθμικά είναι μια μορφή αργού τσιφτετελιού που χορεύεται συνήθως ομαδικά. Ο χορός έχει τις ρίζες του σε τούρκικο παραδοσιακό χορό.
Τα χαρακτηριστικά του τούρκικου χορού δεν έχουν καμία σχέση με τον Ελληνικό μοναχικό χορό ζεϊμπέκικο. Η μουσική του Ελληνικού Ζεϊμπέκικου στα 9/8 δεν έχει καμία σχέση με τα 4/4 και τον ρυθμό αργού τσιφτετελιού του zeybek. Υπάρχουν πολλά είδη ρυθμών “ζεϊμπέk” που μοιάζουν μεταξύ τους αλλά κανένας δεν μοιάζει με το ελληνικό ζεϊμπέκικο.
Το ότι ο ελληνικός ζεϊμπέκικος χορός προέρχεται από τον τούρκικο των ζεϊμπέκηδων είναι μάλλον παρεξήγηση τυχαίων συμβάντων με θέμα το ζεϊμπέκικο, την “παραγγελιά”, την αγριάδα των Ζεϊμπέκηδων. Κάποιοι βαπτίζουν το ζεϊμπέκικο σαν αρχαίο Ελληνικό χορό και κάποιοι σαν Τούρκικο. Μια ματιά στον τρόπο που χορεύεται το zeybek σήμερα κοινωνικά ή παραδοσιακά με τις στολές, αρκεί για να μας δείξει ότι το Ελληνικό ζεϊμπέκικο είναι κάτι διαφορετικό και δεν έχει καμία σχέση με τον τούρκικο zeybek.
Το συρτάκι
Το συρτάκι είναι δημοφιλής ελληνικός χορός ο οποίος χορογραφήθηκε από τον Γιώργο Προβιά το 1964, για την κινηματογραφική ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη, «Ζορμπάς ο Έλληνας» (Zorba the Greek). Την μουσική στην οσκαρική ταινία έγραψε ο Μίκης Θεοδωράκης. Ο χορός είναι πολύ νέος, χωρίς αρχαίες ρίζες. Είναι ο πιο διάσημος ελληνικός χορός στο εξωτερικό.
Πώς χορεύεται
Χαρακτηρίζεται από αργές στην αρχή και γρήγορες στη συνέχεια κινήσεις του χασάπικου. Και τέλος ο χορός γίνεται τόσο γρήγορος που είναι αδύνατον κανείς να χορέψει στα βήματα του χασάπικου. Τότε ο χορός γίνεται χασαποσέρβικος.
Κύριο χαρακτηριστικό του χορού αυτού και της μουσικής του είναι η επιτάχυνση στο ρυθμό. Το όνομα συρτάκι προέρχεται από την λέξη συρτός, ένα κοινό όνομα για μια ομάδα παραδοσιακών ελληνικών χορών στους οποίους οι χορευτές “σέρνουν” τα πόδια τους σε αντιδιαστολή με τους πηδηχτούς χορούς.
Το συρτάκι πάντως ενσωματώνει και τον συρτό (στο πιο αργό μέρος του) και στοιχεία πηδηχτού (στο γρηγορότερο μέρος του). Σήμερα το συρτάκι είναι ένα από τους πιο γνωστούς χορούς και στην Ελλάδα και στις ελληνικές ταβέρνες σε όλο τον κόσμο. Ο χορός έγινε διάσημος στον κόσμο και συνώνυμος με την Ελλάδα από τον μεγάλο Μίκη Θεοδωράκη, σαν «συρτάκι του Ζορμπά.»
Ο χορός του Ζορμπά, το μοναδικό συρτάκι, που έγραψε ο Μίκης Θεοδωράκης και περιλήφθηκε στο άλμπουμ «Zorba the Greek», που ήταν και το soundtrack της ταινίας «Αλέξης Ζορμπάς» αποτέλεσε μία από τις σημαντικότερες «σφραγίδες» του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού. Η ταινία κυκλοφόρησε το 1965 σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη με πρωταγωνιστή τον Άντονι Κουίν. Ήταν βασισμένη στο βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη «Ο Ζορμπάς» και κέρδισε τρία Όσκαρ.
Σύμφωνα με την Μηχανή του Χρόνου, ο Κακογιάννης είχε πει ότι ο Κουίν δεν κατάφερε ποτέ να μάθει όλα τα βήματα. Έμαθε τα πρώτα, και για τις ανάγκες της ταινίας, μέχρι να τελειώσει ο χορός, γίνονταν μακρινά πλάνα, στα οποία χόρευε ο Τάκης Παπαεμμανουήλ.
Η δικαστική διαμάχη
Ο Γιώργης Κουτσουρέλης στο διάστημα 1949-1950 κυκλοφόρησε τον «Αρμενοχωριανό Συρτό» με σόλο λαούτο. Τραγουδιστής ήταν ο Χρήστος Κορονιωτάκης. Ο «Αρμενοχωριανός Συρτός» χρησιμοποιήθηκε από τον Μίκη Θεοδωράκη για την σύνθεση του “Zorba the Greek”. Αυτό στην συνέχεια αποτέλεσε αιτία δικαστικής διαμάχης ανάμεσα στους δύο συνθέτες.
Η χορογραφία
Το συρτάκι χορεύεται με σχηματισμό γραμμών ή κύκλων από τους χορευτές, οι οποίοι κρατιούνται με τα χέρια από τους ώμους των διπλανών τους. Ο σχηματισμός γραμμών είναι πιο συνηθισμένος. Το μέτρο είναι 4/4, αυξάνεται σταδιακά και φτάνει στα 2/4 στο γρηγορότερο μέρος. Συνεπώς, ο χορός αρχίζει με πιο αργές, ομαλότερες κινήσεις οι οποίες βαθμιαία γίνονται γρηγορότερες, ζωηρές, συμπεριλαμβάνοντας συχνά και μικρά πηδήματα.
Το Ρεκόρ Guinness
Στις 31 Αυγούστου του 2012, το παγκόσμιο ρεκόρ Guinness για το συρτάκι έσπασε από 5.614 ανθρώπους οι οποίοι χόρεψαν συρτάκι για πέντε λεπτά δίπλα στη θάλασσα, στην παραλία της πόλης του Βόλου. Η ΕΚΠΟΛ (Εταιρεία Κοινωνικής Παρέμβασης & Πολιτισμού της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Μαγνησίας) στο Δήμο Βόλου, διοργάνωσε την εκδήλωση στην κεντρική παραλία της πόλης, κάτω από το φως της δεύτερης πανσελήνου του μήνα, στις 31 Αυγούστου.
Τότε, 5.614 άνθρωποι ηλικίας από 14 έως 89 ετών χόρεψαν με τη μουσική του Ζορμπά του Μίκη Θεοδωράκη, γεμίζοντας την παραλία της πόλης. Χόρεψαν άνθρωποι από τον Βόλο, την Λάρισα, την Αθήνα, την Θεσσαλονίκη, τα Τρίκαλα, ακόμη και από τα νησιά της χώρας ενώ συμμετείχε και η εθνική ομάδα συγχρονισμένης κολύμβησης.
Πηγή: enikos.gr - κοινωνία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου