Ίμβρος αφιέρωμα 4ο
μέρος : ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ ΠΡΟΣ ΤΙΜΗΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ
Δεκαπενταύγουστος
Όσα τελούνται και
έχουν
διατηρηθεί μέχρι
τις μέρες μας
προέρχονται από
παλιά αρχαία
έθιμα, όπως είναι
αυτό του. Το
πανηγύρι αυτό
είναι απ’ τα
μεγαλύτερα και το
λαμπρότερα
της Ίμβρου.
Την παραμονή στις
14 Αυγούστου σύμφωνα με το έθιμο σφάζουν τα τάματα που μπορεί να είναι αρνιά ή
βόδια. Αφού διαβαστούν απ’ τον παπά, τα σφάζουν, τα τεμαχίζουν και την επομένη
ανήμερα της Παναγίας τα βράζουν σε μεγάλα καζάνια είτε στον αυλόγυρο της εκκλησίας
είτε στις μεγάλες βρύσες του χωριού. Στο ζουμί των κρεάτων προσθέτουν κουρκούτα
(αλεσμένο σιτάρι). Σ’ αυτή τη διαδικασία βοηθούν μικροί μεγάλοι και όλο το
χωριό είναι επί ποδός για την προετοιμασία του μεγάλου πανηγυριού το βράδυ στην
πλατεία του χωριού. Εκεί μοιράζεται το φαγητό σ’ όλους τους χωριανούς και στους
παραχωρίτες (κατοίκους άλλων χωριών) που έρχονται και μαζί με τους ντόπιους
οργανοπαίχτες ξεκινάει το γλέντι. Ακόμη, εκείνη τη μέρα μετά τη Θεία Λειτουργία
πηγαίνουν στα μνήματα και τιμούν τους νεκρούς τους, με τα λεγόμενα νεκρόδειπνα.
Μετά το τρισάγιο που θα γίνει, μοιράζουν στον κόσμο σταφύλια, αχλάδια,
λουκούμια αλλά και διάφορα γλυκά και πίτες. (Ανδριάνα Κοντογιώργη)
Ο ιμβριώτικος
κλήδονας
Το πιο γνωστό
κατάλοιπο από τις αρχαιότερες ειδωλολατρικές συνήθειες είναι ο κλήδονας. Αυτό
το είδος της αρχαίας ειδωλολατρικής κληρομαντείας, αφού δέχθηκε τον κλυδωνισμό
των Βυζαντινών, διαμόρφωσε το σημερινό είδος του κλήδονα, όπως σήμερα γίνεται
στην Ίμβρο. Εκτός απ’ την Ίμβρο, ο κλήδονας συναντιέται σ’ όλα τα παραλιακά
νησιά της Μ. Ασίας και στο Μικρασιατικό χώρο. Ετυμολογικά η λέξη κλήδονας,
παράγεται απ’ τη λέξη κληδών που σημαίνει προφητεία, φήμη, μαντεία. (Αλ.
Ζαφειριάδης 1948, σελ. 15)
Χαρακτηρίζεται
σαν διασκεδαστική συγκέντρωση κοριτσιών και αγοριών με λαϊκά αυτοσχέδια
τραγουδάκια: σοβαρά, πειραχτικά και αστεία, που προκαλούν με το περιεχόμενό
τους γέλιο.
Το τραγούδι του
κλήδονα:
Άγι Γιάννη
κληδουνά
ήλθαμ’ ούλις με
χαρά
και σταθήκαμ’
γύρου γύρου
να τραβήξουμι
τουν κλήρου.
Το μήνα θεριστή
στις 24 Ιουνίου είναι η γιορτή του Αγιού Γιαννιού. Την παραμονή στις 23 το
απόγευμα, σε κάθε γειτονιά, τα κορίτσια μόλις βασιλέψει ο ήλιος αρχίζουν τις
σχετικές ετοιμασίες. Ακόμα και αν βρίσκονταν στις εξοχές, άφηναν το θέρισμα και
μαζεύονταν στο ντάμι (αγροικία), για να βάλουν τον κλήδονα και να ξενοιάσουν
από την κούραση και τους κόπους του θερισμού. Στην αυλή κάποιου σπιτιού ή στο
ντάμι, μια γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας ετοίμαζε το κουρούπι ή ένα μπακίρι
κόκκινο, αφού προηγουμένως το ‘πλενε με νερό από τρεις βρύσες. Δύο κοπέλες
έπαιρναν το δοχείο και το πήγαιναν στην πιο κοντινή βρύση για να το γεμίσουν
νερό (αμίλητο νερό). Το λένε έτσι, επειδή οι κοπέλες πρέπει απ’ την ώρα που
πηγαίνουν μέχρι την ώρα που θα γυρίσουν να μη μιλήσουν καθόλου, ούτε και να
κοιτάξουν πίσω τους. Αν κάτι απ’ αυτά δεν πήγαινε καλά η διαδικασία έπρεπε να
αρχίσει απ’ την αρχή. Η κληδονίστρα, μόλις έπαιρνε το δοχείο απ’ τις δύο
κοπέλες, σκέπαζε το κεφάλι της μ’ άσπρο πανί και άρχιζε: -Έτοιμος είν’ η
κλήδουνας στ’ Αι-Γιαννού τη χάρη κι όποια έχει το σημάδι της, η ίδια να του
βάλει. Αφού η καθεμιά έριχνε κρυφά τα σημάδια της: δαχτυλίδι, καρφίτσα,
κουμπιά, κορδέλες, έριχναν και γι’ αυτούς που έλειπαν. Σ’ όλο αυτό το διάστημα
η κληδονίστρα μουρμούριζε το ‘Πάτερ Υμών’, πότε επικαλείται τη βοήθεια αγγέλων
και δαιμόνων.
Μόλις ριχτούν τα
σημάδια όλες μαζί τραγουδούσαν:
-Κλειδώνουμε του
κλήδονα στ’ Αι-Γιαννιού τη χάρη και κάθε καλορίζικη αύριο θα του πάρει.
Μετά αφού
σκέπαζαν το στόμιο του δοχείου με κόκκινο πανί και το περιέδεναν μ’ άσπρη
κλωστή, περνούσαν και μια κλειδαριά. Το δοχείο αυτό το τοποθετούσαν κάτω απ’ τ’
άστρα ή πάνω σε μπαλκόνι ή στα κεραμίδια, όπου θα ‘μενε όλη τη νύχτα. Τ’ άλλο
βράδυ θα ανοίγονταν ο κλήδονας. Το βράδυ όμως αυτό, εκτός από τις κοπέλες και
τα παλικάρια, παρευρίσκονταν παιδιά και ηλικιωμένοι για να πουν και κείνοι
κάποιο προφητικό ή χλευαστικό δίστιχο, ή να γελάσουν με τα πειράγματα. Μόλις η
κληδονίστρα ετοιμάζεται ν’ ανοίξει το δοχείο, όλες εκείνες που
παρευρίσκονται
τραγουδούν: -Ανοίγουμι τουν κλήδονα στ’ Αι-Γιαννιού τη χάρη κι όποια ‘ναι
καλορίζικη ευθύς θε να προβάλει.
Η κληδονίστρα
βαστά το κόκκινο πανί του δοχείου τεντωμένο πάνω στο στόμιο. Ένα κοριτσάκι
βάζοντας το χέρι του κάτω απ’ το πανί βγάζει ένα- ένα τα σημάδια και τα
δείχνει. Το κάθε σημάδι απ’ αυτά συνοδεύεται κι από ένα πειραχτικό δίστιχο.
Μερικά απ’ αυτά είναι:
- Μαλαμετένιους η
σταυρός κρέμιτι στου λιμό σου ούλοι φιλούνι του σταυρό και ‘γώ του μάγουλό σου.
-Του γιασεμί στην
πόρτα σου ν’ ανθίσει και να δέσει κι του λιγνό σου το κορμί στα χέρια μου να
πέσει.
-Του γιασεμί στην
πόρτα σου έκανι μια καμάρα και ‘γώ πιρνώ πουλάκι μου ούλου μι την τρουμάρα.
-Ανοίξατε τουν
κλήδονα να βγει χαριτωμένος, να βγει τ’ Αργύρ’ ο γάδαρος αγγούρια φορτωμένος.
-Έβγα στου
παναθύρ’ να σε γνέψω με το φτυάρ’.
-Όταν μι φίλου
σου πιρνάς νουήματα δε θέλου του καπιλάκι σου στραβά κι ‘γώ καταλαβαίνου.
-Δεν είσι συ που
μου λιγις αν δε μι δγιείς πιθαίνεις και τώρα πιρπατείς και λες πού μ’ είδες πού
μι ξέρεις;
-Σι βλέπου δε μι
βλέπεις μήπως στραβώθηκις στο κιουμουρλούκ’ (χώρος που βάζανε τα κάρβουνα)
μπήκις κι μουντζουρώθηκις.
-Κασιδιάρικου
κιφάλι μι ψουριάρικου λιμό με τι μούτρα πας στην πόλη κι γυρεύεις κι γαμπρό;
-Στου περιβόλι
μουναχός πώς ζεις καημένι κρίνε σαν του καημό της μοναξιάς άλλους καημούς δεν
είνι.
-Άρχισι γλώσσα μ’
άρχισι τραγούδια ν’ αραδιάζεις τις έμορφις απού ψηλά να τις εκατιβάζεις.
-Ξέρου τραγούδια
να σι πω δυό χαρανιά γιμάτα τ’ αφήκα αξισκέπαστα κι τα ‘φαγι η γάτα.
-Ξέρου τραγούδια
να σι πω ένας σακί γιμάτου σαν αρχινήσου κι τα πω θα μ’ εύρει του Σαββάτου.
-Τα μάτια σου
είνι γκιουλ – μπαχτσές, τα φρύδια σου είνι φράχτης κι του λιγνό σου του κορμί
είναι καγκιλουφράχτης.
-Αν διείς πουτέ
να κάνουνε μέλι οι ακανθάροι τότι μουνάχα θα βριθεί άντρας για να σι πάρει.
-Στου παναθύρι
κάθισι κι καθαρίχς αγγούρι, για θα μι δώσεις του μισό για θα σι πω γαϊδούρι.
-Μπρουστά μου
ήρτες και έκατσις, απάνω στη μπιζούλα κι κρέμασις την αχείλα σου σα
γιαουρτοσακούλα.
-Άιντε καημένι
λέλικα καημένι μυγιοχάφτη που πέρασις απ’ του φούρνου μας κι δεν αφήκις στάχτη.
Αυτή η λαϊκή
μαντεία, αναφέρεται και στους Βυζαντινούς χρόνους, μόνο που τότε
χρησιμοποιούσαν χάλκινο δοχείο με θαλασσινό νερό. Η περισσότερη πάντως φασαρία
γινόταν προς
το τέλος, όταν τα
σημάδια κόντευαν να τελειώσουν. Τότε όλοι συναγωνίζονταν για το πιο άσχημο και
πιο πειραχτικό δίστιχο στις τελευταίες που ‘μεναν. Αφού τελείωναν όλα τα
σημάδια, όλες μαζί τραγουδούσαν το τραγούδι του κλήδονα, που σημαίνει και το
τέλος της τελετής:
Άγι Γιάννη
κλήδουνα
και του χρόνου μι
χαρά
να ‘μαστι ούλις
γύρου-γύρου
να τραβήξουμι τουν
κλήρου.
Των Τεσσαράκοντα
Μαρτύρων – 9 Μαρτίου
Κάτι το
διαφορετικό συνήθιζαν τη μέρα εκείνη. Από πολύ πρωί πήγαιναν σε όσα
το δυνατόν
περισσότερα (αν ήταν δυνατό σε 40) ξωκλήσια μπορούσαν και
άναβαν τα
καντήλια τους. Την ίδια μέρα όμως ζύμωναν και τ’ ανιβατούρια με
αλεύρι και
προζύμι και τα τηγάνιζαν (όπως τους λουκουμάδες). Σύμφωνα με το
έθιμο έπρεπε 40
να φάνε και 40 να μοιράσουν. «40 φάγι, 40 πιες, 40 δώσι για τσι
ψ’χές».
Άγιος Τρύφωνας -
1η Φεβρουαρίου
Υπάρχει ετήσιο
πανιμβριακό πανηγύρι προς τιμήν του. Όμως το
Σεπτέμβρη, πριν
ν’ αρχίσει η σπορά, οι γεωργοί μαζεύονταν στο
ξωκλήσι του
Αγίου, όπου και γινόταν ξεχωριστή λειτουργία, για να
αγιαστούν όλοι οι
σπόροι. Οι γεωργοί τοποθετούν μπροστά στο ιερό
όλα τα είδη
σπόρων που καλλιεργούν. Μετά τη λειτουργία ο παπάς
θα ευλογήσει τους
καρπούς για να προφυλαχτούν από τα βλαβερά
σκουλήκια και
έντομα. Επειδή τον Άγιο Τρύφωνα το θεωρούσαν
προστάτη των
γεωργικών προϊόντων, γινόταν και αγιασμός νερού, το οποίο το σκορπούσαν στους
κήπους και στα χωράφια τους. Αφού τελείωνε ο αγιασμός των καρπών, γινόταν
πατροπαράδοτο γλέντι με σφαγμένους τράγους.
Άγιος Μόδεστος -
18 Δεκεμβρίου
Επιπλέον, μεγάλη
τιμή έδιναν στον Άγιο- προστάτη των ζώων. Την
ημέρα εκείνη οι
γεωργοί την είχαν για αργία προκειμένου να τον
τιμήσουν με τον
κατάλληλο τρόπο. Έτσι, λοιπόν φρόντιζαν τα ζώα
τους περισσότερο
από κάθε άλλη φορά, γιατί πίστευαν πώς όλα τα
ζώα έκαναν
παράπονα στον Άγιο αν τ’ αφεντικά δεν τους φέρονταν
καλά. Αν όμως
γινόταν τ’ αντίθετο παρακαλούνε για την υγεία και την
ευτυχία των
αφεντικών τους. Γι’ αυτό εκείνη τη μέρα τα ταΐζουν με
ιδιαίτερη
φροντίδα και στη συνηθισμένη τους τροφή προσθέτουν
ψίχουλα απ’ την
αρτοκλασία και σταγόνες απ’ τ’ αγιασμένο νερό της
λειτουργίας. Το
πανηγύρι αυτό έχει τις ρίζες του από παλιά χριστιανική παράδοση, γι’ αυτό και
απαντάται σ’ όλες τις ανατολικές χριστιανικές περιοχές.
Γενικώς σε όλα τα
ξωκλήσια του νησιού, τη μέρα της γιορτής του κάθε Αγίου γινόταν εορτασμός με
λειτουργία και αρτοκλασία. Ταυτόχρονα ο ιερέας διάβαζε και τα κουρμπάνια
(τάματα- θυσίες). Αφού έσφαζαν τα αρνιά έδιναν πάντα τη δεξιά πλάτη σε κείνον,
ενώ το υπόλοιπο το μαγείρευαν στο ξωκλήσι και το έτρωγαν όλοι μαζί οι
πανηγυριώτες σε κοινή τράπεζα. Το απόγευμα καθώς γυρνούσαν απ’ τα πανηγύρια στο
χωριό, μέσα σ’ ένα κλίμα ευφορίας, άλειφαν με γιαούρτια τα κεφάλια των ζώων
τους, έτσι ώστε να μεταδώσουν σ’ όλους τους συγχωριανούς τους το πανηγυρικό
κλίμα. Πολλές φορές το γλέντι συνεχιζόταν και στο χωριό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου