ΙΜΒΡΟΣ ΓΛΥΚΙΑ
ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ
Ίμβρο, γλυκιά
πατρίδα μου
κι αν βρίσκομαι
στα ξένα,
ούτε στιγμή δε σε
ξεχνώ
κι όλο μιλώ για
σένα.
Πατρίδα μου, όποιος
το πει
τελείως πως σε
χάσαμε,
του απαντώ:
‘Θα γίνει αυτό
όταν θα σε ξεχάσουμε’.
Κι αφού δεν
πρόκειται ποτέ
να βγεις απ’ την
καρδιά μας,
γι’ αυτό πατρίδα
μου γλυκιά
θα ‘σαι πάντα
δικιά μας.
Ίμβρο μου, μην
πικραίνεσαι
για ‘κείνα τα
παιδιά σου,
που η τύχη τους
το έφερε
να είναι μακριά
σου.
Γιατί αυτά
ελπίζουνε,
πως θα ‘ρθει
εκείνη η μέρα,
που θ’ ανοίξουν
οι αγκάλες σου
να ‘ρθουν πάλι σε
σένα.
4
Στην ξενιτιά που βρίσκονται
παντού απ’ άκρη
σ’ άκρη
και το ψωμί που
βγάζουνε
ζυμώνεται με
δάκρυ.
Μα το δικό σου το
ψωμί
πατρίδα
αγαπημένη,
ας είν’ μικρό, ας
είν’ ξερό,
είναι γλυκό σαν
μέλι.
Γιατί σε σε(να)
ζυμώνεται
με ιδρώτα
τιμημένο,
ιδρώτα φτωχού μα
τίμιου
κι είναι
ευλογημένο.
Α.Κ.
Λίγα λόγια
σχετικά με την ΊΜΒΡΟ
Η Ίμβρος είναι
νησί των Θρακικών Σποράδων στο Βόρειο Αιγαίο, βρίσκεται στην είσοδο του
Ελλησπόντου, κοντά στη χερσόνησο της Καλλίπολης. Το 1922 αριθμούσε περίπου
12.000 κατοίκους, όλοι τους Έλληνες. Σήμερα γεωγραφικά ανήκει στην Τουρκία και
κυριαρχείται απ’ αυτή με ένα ειδικό καθεστώς, που προέβλεπε τοπική αυτοδιοίκηση
και ειδική μεταχείριση του πληθυσμού, σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λωζάννης
(1923). Η στρατηγικής σημασίας θέση του νησιού, εντοπίζεται έξω από τα στενά
των Δαρδανελίων, που αποτελούν τη μοναδική θαλάσσια δίοδο επικοινωνίας μεταξύ
Μαύρης Θάλασσας και Μεσογείου. Τελικά οι ντόπιοι κάτοικοι αναγκάστηκαν να
‘πληρώσουν’ την καίρια αυτή θέση τους και να ακολουθήσουν την ιστορική τους
μοίρα.
Τα απομεινάρια
νεολιθικών οικισμών στην Ίμβρο μαρτυρούν ότι το νησί κατοικείται από τα βάθη
των αιώνων. Μέχρι και τα τέλη του 6ου αιώνα π. Χ. κατοικούνταν από Προέλληνες.
Το όνομά της το πήρε από τον Καρικό θεό της γονιμότητας Ίμβραμο ή Ίμβρασο. Ο
Όμηρος μας πληροφορεί ότι σε αυτή τη νευραλγικής σημασίας γωνιά του Αιγαίου,
ανάμεσα στην Τένεδο και την Ίμβρο, είχε τους στάβλους των αλόγων του ο
Ποσειδώνας, ο θεός της θάλασσας. Αλλά και η θεά Θέτιδα, μητέρα του ηρωικού
Αχιλλέα, είχε τα παλάτια της στο βυθό ανάμεσα στην Ίμβρο και τη Σαμοθράκη.
Η αρχαία ιστορία
του νησιού είναι στενά συνδεδεμένη με εκείνη της Λήμνου. Σύμφωνα με τους
αρχαίους συγγραφείς, πρώτοι κάτοικοι ήταν οι Πελασγοί, που μετοίκησαν από την
Αττική. Η Ίμβρος αποτελούσε «Δήμο Αθηναίων ο εν Ίμβρω». Οι Αθηναίοι είχαν
αντιληφθεί τη μοναδικής σημασίας γεωγραφική θέση του νησιού και το οργάνωσαν
σύμφωνα με τα πρότυπα της Αθήνας.
Αργότερα, γνώρισε
το ζυγό πολλών κατακτητών, από τους Πέρσες και τους Ρωμαίους μέχρι τους και τον
πολιτισμό τους. Πάνω στα απομεινάρια των αρχαίων ναών με τις μαρμαροκολόνες και
τις στήλες βλέπουμε να είναι κτισμένες εκκλησίες και ξωκλήσια.
Μετά την άλωση
της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204, η Ίμβρος κατακυρώθηκε
στους Βενετούς μέχρι το 1262, όπου περιήλθε πάλι στη Βυζαντινή κυριαρχία, που
της εξασφάλισε για μεγάλη περίοδο ήρεμο βίο.
Το 1455, ο Μωάμεθ
Β’ αποφάσισε την ένταξη των νησιών Ίμβρου, Θάσου και Σαμοθράκης στην Οθωμανική
Αυτοκρατορία. Ο τουρκικός στόλος έλαβε την εντολή να καταλάβει τα νησιά και να
εγκαταστήσει σ’ αυτά τουρκική φρουρά.
Έτσι, μετά τη
σύντομη εγκατάσταση των Λατίνων, που κατασφάχτηκαν και αποκεφαλίστηκαν από τους
Τούρκους, η νήσος Ίμβρος περιήλθε πλέον οριστικά στην τουρκική κυριαρχία, το
1471.
Το νησί
απελευθερώθηκε από τον ελληνικό στόλο κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους (18
Οκτωβρίου 1912) και με τη Συνθήκη των Σεβρών (1920), επικυρώθηκε η ένωση τους
με την Ελλάδα. Τρία χρόνια αργότερα με τη Συνθήκη της Λωζάννης (23 Ιουλίου
1923), τα δύο νησιά Ίμβρος και Τένεδος ήταν τα μοναδικά νησιά στο Αιγαίο που
παραχωρούνταν στην Τουρκία και εξαιρούνταν από την ανταλλαγή των πληθυσμών.
Σύμφωνα με τη Συνθήκη, η Τουρκία αναγκαζόταν να επιτρέψει την ίδρυση ‘του
ειδικού καθεστώτος αυτοδιοίκησης’ σ’ αυτά τα νησιά. Επίσης, διασφαλιζόταν για
τους Έλληνες κατοίκους της Ίμβρου και της Τενέδου, η προστασία ζωής και της
περιουσίας τους και η θρησκευτική ελευθερία. Ωστόσο, οι διατάξεις αυτές δεν
εφαρμόστηκαν ποτέ και στην Ίμβρο άρχισε βαθμιαία να δημιουργείται αφόρητη
κατάσταση, που επιδεινώθηκε μετά τα ανθελληνικά γεγονότα στην Κωνσταντινούπολη,
το 1955. Επιδιώχθηκε συστηματικά ο αφελληνισμός του νησιού, τα δικαιώματα των
Ελλήνων κατοίκων περιορίστηκαν και οι ελάχιστοι Τούρκοι κάτοικοί του
πολλαπλασιάστηκαν. Και όντως… Οι Τούρκοι επιφύλαξαν για τους Έλληνες των δύο αυτών
νησιών, μια πολύ «ειδική» μεταχείριση, έτσι ώστε σήμερα, να έχουν απομείνει
εκεί περί τους 200 ηλικιωμένους Έλληνες, ενώ ο συνολικός πληθυσμός που είναι
περίπου 7.000 «τονώθηκε» με Τούρκους και Κούρδους έποικους. Η αναλογία, πριν το
1964, ήταν περίπου 6.100 Έλληνες και 200 Τούρκοι. (Γρηγόρης Τσαμουρλίδης,
άρθρο: Ίμβρος: ένα νησί με δική του ιστορία)
Η Ίμβρος
(παλαιότερη τουρκική ονομασία: İmroz, σήμερα στα Τουρκικά: Gökçeada (Gökçe= ουράνιο, ada= νησί, μεταφρασμένα από την Τουρκική, δηλαδή το Gökçeada μπορεί να
μεταφραστεί στα Ελληνικά ως ουράνιο νησί ή το ουρανί νησί), είναι το μεγαλύτερο
νησί της Τουρκίας και ανήκει στην νομαρχία του Τσανάκκαλε. Οι κύριες ασχολίες
των κατοίκων είναι η κτηνοτροφία, η μελισσοκομική, καλλιέργεια
σιτηρών/ελαιοδέντρων, η αλιεία και ο τουρισμός. Το νησί φημίζεται επίσης για τα
αμπέλια του και το εκλεκτό κρασί του.
Η Ίμβρος, από
γεωγραφική άποψη, είναι ένα νησί με έκταση 285,5 τετραγωνικά χιλιόμετρα και
βρίσκεται 13 μίλια βορειανατολικά της Λήμνου και 15 νοτιανατολικά της Σαμοθράκης.
Είναι καλυμμένη από χαμηλά βουνά (η υψηλότερη κορυφή της, ο Προφήτης Ηλίας,
έχει ύψος 600 μέτρα) και μικρές κοιλάδες με άφθονα τρεχούμενα νερά. Αν και
νησί, οι οικισμοί της εμφανίζουν πολλά
κοινά
χαρακτηριστικά με τους γεωργοκτηνοτροφικούς οικισμούς των ορεινών περιοχών της
Μακεδονίας και της Θράκης: τα κτίσματα, είναι κατά κανόνα μικρά και λιτά, με
διάσπαρτους βοηθητικούς χώρους (αποθήκες, στάβλοι, φούρνοι, κ.ά.), ώστε να
καλύπτουν τις ανάγκες μιας αυτοσυντηρούμενης οικιακής οικονομίας, χωρίς να προκαλούν
τους αλλεπάλληλους, κατά τη μακραίωνη ιστορία της, κατακτητές. Κατασκευασμένα
από πέτρα, λάσπη, ξύλο και κεραμίδι, έχουν σοφά αξιοποιήσει τη γεωμορφολογία
του εδάφους, αναδεικνύοντας λειτουργικά στοιχεία της παραδοσιακής
αρχιτεκτονικής του βορειανατολικού Αιγαίου.
Οι δρόμοι στην
Ίμβρο είναι λιθόστρωτοι (καλντερίμια), ενώ παραδοσιακά σημεία αναφοράς και
κέντρα επικοινωνίας σε κάθε οικισμό είναι η εκκλησία, το σχολείο, οι απλές
βρύσες, οι βρύσες-πλυσταριά με τις πέτρινες γούρνες και το τζάκι για το απαραίτητο
ζέσταμα του νερού και η πλατεία με τα καφενεία και τα μαγαζιά. Σημαντικό ρόλο
στην καθημερινή ζωή και στην οικονομία του νησιού έπαιζαν τα «ντάμια», οι
βοηθητικές εξοχικές αγροικίες, μονώροφες ή διώροφες, που κάθε οικογένεια
συντηρούσε στις διάφορες «ξωμεριές» (εξοχές) του νησιού. (www.imvrosisland.org
– γεωγραφικά στοιχεία)
Σήμερα η
κατάσταση έχει αλλάξει ριζικά. Το επίσημο τουρκικό κράτος με την πίεση τόσο των
Διεθνών οργανισμών και ιδιαίτερα της Ε.Ε., όσο και με την κατακραυγή και τις
επικρίσεις που δέχεται για την εκάστοτε πολιτική του από τους σύγχρονους
Τούρκους, αναθεωρεί πολλές απ’ τις παλιές του αποφάσεις. Επέτρεψε τη λειτουργία
Δημοτικού Σχολείου, επιστρέφει περιουσίες που είχαν δημευτεί, διευκολύνει τους
Ίμβριους στην απόκτηση τουρκικής υπηκοότητας, προκειμένου να μπορέσουν να
κληρονομήσουν την περιουσία των γονέων τους, ανακαινίζει εκκλησίες και κάνει
γενικώς ενέργειες που δίνουν ελπίδες στους Ιμβρίους. Από την άλλη μεριά, μέσα
απ’ τον τουρισμό μία μερίδα πλούσιων και μορφωμένων Τούρκων έχουν γνωρίσει τον
πολιτισμό του νησιού, αγοράζουν και ανακαινίζουν εξοχικές κατοικίες,
αναγνωρίζουν και επικρίνουν τις αδικίες που έγιναν στους ντόπιους κατοίκους και
προσπαθούν με κάθε τρόπο να ξαναβρεί και να διατηρήσει το νησί το παλιό καθαρό
φυσικό του περιβάλλον, την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική του και να αναβιώνει τα ήθη
και έθιμα του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου