Τα
ξύλα είναι ο πιο γνωστός σκοπός της Λέσβου. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να ακούσει
τη μελωδία και να μην ξεσηκωθεί. Ένας λόγος παραπάνω για τους Λέσβιους να συγκινούνται στο άκουσμά της. Η ιστορία λέει
πως πρωτοακούστηκε το 1878 στην Αγιάσο
της Λέσβου, κατά τη διάρκεια κατασκευής του πρώτου ατμοκίνητου ελαιοτριβείου
και συγκεκριμένα όταν το έργο βρισκόταν στην κατασκευή της στέγης.
Τότε, μια μεγάλη αλυσίδα ανθρώπων από το
κοντινό δάσος μετέφερε ο ένας στα χέρια του άλλου τα ξύλα, μέχρι το χώρο
κατασκευής του ελαιοτριβείου. Για να
γίνει η εργασία πιο ευχάριστη, αλλά και να συντονιστούν τα βήματά τους για να
επιταχύνουν και να τελειώσει η δουλειά στην ώρα της, ο τότε Τούρκος διοικητής
Οσμάν Πασά διέταξε τους ντόπιους να πιάσουν έναν ρυθμό. Ο ρυθμός ήταν ιδιαίτερα
χαρούμενος και μερακλίδικος. Πρόκειται για έναν αργό συρτό που γυρίζει σε
μπάλο. Βέβαια το σημερινό του άκουσμα
δεν είναι ακριβή τήρηση του πρωτότυπου, μια και οι ντόπιοι με τα χρόνια
πρόσθεσαν τα δικά τους χαρακτηριστικά. Το ίδιο που έκαναν δηλαδή και με την
ονομασία του. Παλαιότερα η μελωδία ήταν γνωστή με τα ονόματα "τσαμιά" ή "ταμπάνια"
, μια και έτσι λέγονται στη Λέσβο τα χοντρά ξύλα που τοποθετούνται ως δοκάρια
στη στέγη. Τελικά όμως η ονομασία που επικράτησε είναι "Τα ξύλα".
Ο Διονυσόπουλος, στο “Λέσβος Αιολίς” γράφει επί λέξει για Τα ξύλα ή Κιούρτικο : Οργανικός σκοπός, σε τετράσημο ρυθμό, ιδιαίτερα αγαπητός στη Λέσβο τις τελευταίες δεκαετίες. Απαντάται ως τον Καύκασο και είναι γνωστός με το όνομα Çeçen kizi (= Τσετσένα κόρη), σύμφωνα με καταγραφή του σπουδαίου Τούρκου μουσικού Cemil Bey (1873 – 1916), ο οποίος χρησιμοποιούσε την παραδοσιακή μουσική της Μ. Ασίας ως πρώτη ύλη για τις συνθέσεις του. Παραλλαγή του ίδιου σκοπού βρίσκουμε και στην Πρέβεζα, στα πλαίσια του αστικού ρεπερτορίου της, με τον τίτλο “Πλεύρα”
.
Σύμφωνα με τις
μαρτυρίες του Χαρίλαου και του Σταύρου Ρόδανου, προπολεμικά στην Αγιάσο αυτόν
τον σκοπό τον έλεγαν και “κιούρτικο”, δηλαδή κούρδικο (Κιούρτ = Κούρδος στα
τούρκικα). Παιζόταν στο δρόμο ως εμβατήριο, λίγο πιο αργά από το μαρς, και
σπανίως ως καθιστικό. Είχε “αέρα” ηρωικό και μεγαλοπρεπή και δεν χορευόταν.
Στις αρχές του αιώνα παιζόταν μια φορά το χρόνο, όταν εόρταζε η τουρκική
αστυνομία και οι Τούρκοι έβγαιναν και κερνούσαν. Σύμφωνα με τον Π. Παντελέλλη ,
ο οποίος έπαιζε τρομπόνι, στο Πλωμάρι ήταν γνωστός ως “κιούρτικο αλέμ χαβασί”
και παιζόταν μόνο ως πατινάδα. Μερικοί τον ήξεραν και ως σκοπό του Οσμάν Πασά.
Στην Κάπη, σύμφωνα με τον Μ. Κυριάκογλου, άμα έλεγες στους παλιούς μουσικούς να
στο παίξουν συρτό, μπορεί να μάλωνες μαζί τους. Το έλεγαν “κιούρτικο” και είχε
λίγο διαφορετικό χτύπημα στο ρυθμό”.
Αξίζει δε να σημειωθεί πως ευρέως γνωστή η
μελωδία έγινε από έναν μεγάλο της Μυτιληνιάς μουσικής παράδοσης, τον Μεσοτοπίτη
Νίκο Καλαϊτζή , γνωστό και σαν «Μπινταγιάλα».
Μπινταγιάλας
Πηγή: lesvosnet.gr, agiasos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου